Centaurea raphanina : κενταύριο με ιστορία
Eνα από τα λιγότερο αγκαθωτά κενταύρια της Ελλάδας, η Centaurea raphanina, συναντάται στην τυπική της μορφή (C. raphanina ssp. raphanina ) μέσα σε βράχους και πετρώδεις φρυγανικές εκτάσεις στο νότιο Αιγαίο (Κρήτη, Κάσο και Κάρπαθο). «Στα κενταύρια (πάνω από 70 είδη στην Ελλάδα και περισσότερα από 400 σ' ολόκληρο τον κόσμο) ανήκουν πολλά από τα φαρμακευτικά φυτά της αρχαιότητας και το όνομα του γένους συνδέεται άμεσα με τα "χιμαιρικά" αλογόμορφα πλάσματα των αρχαίων Ελλήνων», όπως μας πληροφορεί ο κ. Μ. Αβραμάκης, βοτανολόγος του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Κρήτης.
Ένα κενταύριο, το «μέγα κενταύριον», απροσδιόριστο βοτανικό είδος μέχρι σήμερα, χρησιμοποίησε και ο Χείρωνας, ο κένταυρος δάσκαλος του Ασκληπιού και παιδαγωγός του Αχιλλέα, για την πληγή στο πόδι που του έκανε κατά λάθος ο Ηρακλής, πληγή που τελικά έμεινε αγιάτρευτη και του κόστισε την αθανασία...
Οι ταξιδιάρικες τουλίπες της Χίου
Το Πανεπιστήμιο Αιγαίου εκπονεί στη Χίο, σε συνεργασία με το υπουργείο Αιγαίου, ένα ειδικό πρόγραμμα προστασίας της τουλίπας, σε συνδυασμό με την πιθανή οικονομική αξιοποίηση της. Στη φύση οι «άγριες» τουλίπες έχουν σύντομο χρόνο άνθισης. Το γεγονός ότι ανθίζουν την άνοιξη όταν η ελληνική ύπαιθρος είναι ολάνθιστη, κάνει ασύμφορη την οικονομική τους αξιοποίηση. Θα μπορούσαμε άραγε να τις κάνουμε -με ειδική καλλιέργεια και φροντίδα-ν' ανθίζουν σε γλάστρες νωρίτερα, όταν τα υπόλοιπα λουλούδια είναι ακριβά. Ειδικά σε περιόδους γιορτών, όπως αυτή του Αγίου Βαλεντίνου στις 14 Φεβρουαρίου. Τα πρώτα συμπεράσματα των ερευνών, όπως παρουσιάζονται στη αναφορά του Περιβαλλοντικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Αιγαίου «Τουλίπες στο νησί της Χίου και η πιθανή οικονομική τους εκμετάλλευση», δείχνουν ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό.
Ελάχιστοι Έλληνες γνωρίζουν ότι η Ολλανδία δεν έχει «άγριες» τουλίπες στο περιβάλλον της. Οι πασίγνωστες ολλανδικές τουλίπες έχουν ως κύρια προέλευση τους τη Μικρά Ασία και τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου όπως η Χίος.
H τουλίπα πήρε το όνομα της από το κάλυμμα του κεφαλιού, το τουρμπάνι, που στα τουρκικά λεγόταν «tulip». Με κάποιες μετατροπές έγινε «ΐαΐίρ». Στην Τουρκία, όμως, όπως και στη Χίο, οι τουλίπες εξακολουθούν ακόμη και σήμερα να ονομάζονται «λαλέδες». Τον Μάρτιο η κεντρική Χίος γίνεται ξαφνικά κατακόκκινη από τη θάλασσα των εξαίσιων τουλιπών που ανθίζουν. Ιδιαίτερα μέσα σε γεωργικές καλλιέργειες όπως στους ελαιώνες.
Φαίνεται πραγματικά περίεργο που κανένας ψ. από τους τόσους περιηγητές της Χίου δεν αναφέρει το εξαιρετικό φαινόμενο της παρουσίας των τουλιπών. Η παράλειψη αυτή μπορεί και να οφείλεται στο ότι η παρουσία του μαστιχοφόρου σχίνου στη Χίο, μια άλλη αποκλειστικότητα του νησιού, μονοπώλησε το ενδιαφέρον των επισκεπτών.'Οπως αναφέρει ο μελετητής της χλωρίδας της Χίου, Π. Σαλιάρης, στο βιβλίο του «Αγριολούλουδα της Ελλάδας» (1995), οι Ολλανδοί πρόξενοι στη Χίο του 16ου και του 17ου αιώνα έστελναν συνεχώς στη χώρα τους βολβούς τουλιπών για αξιοποίηση.
Ελάχιστοι Έλληνες γνωρίζουν ότι η Ολλανδία δεν έχει «άγριες» τουλίπες στο περιβάλλον της. Οι πασίγνωστες ολλανδικές τουλίπες έχουν ως κύρια προέλευση τους τη Μικρά Ασία και τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου όπως η Χίος.
H τουλίπα πήρε το όνομα της από το κάλυμμα του κεφαλιού, το τουρμπάνι, που στα τουρκικά λεγόταν «tulip». Με κάποιες μετατροπές έγινε «ΐαΐίρ». Στην Τουρκία, όμως, όπως και στη Χίο, οι τουλίπες εξακολουθούν ακόμη και σήμερα να ονομάζονται «λαλέδες». Τον Μάρτιο η κεντρική Χίος γίνεται ξαφνικά κατακόκκινη από τη θάλασσα των εξαίσιων τουλιπών που ανθίζουν. Ιδιαίτερα μέσα σε γεωργικές καλλιέργειες όπως στους ελαιώνες.
Φαίνεται πραγματικά περίεργο που κανένας ψ. από τους τόσους περιηγητές της Χίου δεν αναφέρει το εξαιρετικό φαινόμενο της παρουσίας των τουλιπών. Η παράλειψη αυτή μπορεί και να οφείλεται στο ότι η παρουσία του μαστιχοφόρου σχίνου στη Χίο, μια άλλη αποκλειστικότητα του νησιού, μονοπώλησε το ενδιαφέρον των επισκεπτών.'Οπως αναφέρει ο μελετητής της χλωρίδας της Χίου, Π. Σαλιάρης, στο βιβλίο του «Αγριολούλουδα της Ελλάδας» (1995), οι Ολλανδοί πρόξενοι στη Χίο του 16ου και του 17ου αιώνα έστελναν συνεχώς στη χώρα τους βολβούς τουλιπών για αξιοποίηση.
Κρίνοι, τα άνθη των θεών
Με τη γενική ονομασία «κρίνοι» ή «κρινάκια» ο λαός μας εννοεί τουλάχιστον εκατό διαφορετικά είδη φυτών. Ο πρώτος λαός που αγάπησε τους κρίνους ήταν οι Μινωΐτες της Κρήτης. Φαίνεται πιθανό οι κρίνοι να ήταν τα ιερά άνθη της μεγάλης Θεάς-Μητέρας, κυρίαρχης θεότητας της εποχής. Αργότερα, στα χρόνια των Μυκηναίων, όταν η θεά-μητέρα Διώνη αντικαταστάθηκε από το Δία, ο λευκός κρίνος συνδέθηκε με τη σύζυγο του, την Ήρα.
Στην Ελλάδα φυτρώνουν πέντε από τα πραγματικά είδη κρίνων. Πιο γνωστός είναι ο λευκός παρθενικός κρίνος (Lilium candidum). Το είδος καλλιεργείται σε ολόκληρη την Ελλάδα και σποραδικά φυτρώνει άγριο, συνήθως σε βραχώδεις και απλησίαστες τοποθεσίες, όπως τα βράχια του Βίκου στην Ήπειρο ή των Τεμπών στη Θεσσαλία. Ο μεγαλύτερος άγριος πληθυσμός του βρίσκεται στο λόφο του Αγίου Αθανασίου, πάνω από την πόλη της Καστοριάς.
Ένα άλλο πολύ κοινό είδος είναι ο κόκκινος κρίνος (Lilium chalcedonicum), που φυτρώνει στα ξέφωτα των ορεινών δασών, από την Ήπειρο ως τον Ταΰγετο και τον Πάρνωνα.
Υπάρχει και ο ροζ κρίνος (Lilium martagon), που πήρε το λατινικό όνομα του από το ρωμαϊκό θεό Martes , που είναι ο αντίστοιχος του Αρη. Το ύψος του μπορεί να φτάσει το μπόι ενός ανθρώπου. Φυτρώνει στην Πίνδο και στα βουνά της Ρούμελης.
Ο κίτρινος κρίνος της Ηπείρου {Lilium albanicum) είναι ο πιο μικρός. Το ύψος του δεν ξεπερνά τα 80 εκ., ενώ τα άνθη του τα 5 εκ. Φυτρώνει στη βόρεια Πίνδο, σε περιοχές με σερπεντινικά πετρώματα, όπως στο Σμόλικα, στη Βασιλίτσα, στη Βόλια Κάλντα κ.ά.
Τέλος, υπάρχει ο πανέμορφος κρίνος της Ροδόπης (Lilium rhodopaeum), με μεγάλα κίτρινα άνθη, που η διάμετρος τους φτάνει τα 10 εκ. Είναι ενδημικό είδος της οροσειράς της Ροδόπης, που φυτρώνει στα ξέφωτα.
Στην Ελλάδα φυτρώνουν πέντε από τα πραγματικά είδη κρίνων. Πιο γνωστός είναι ο λευκός παρθενικός κρίνος (Lilium candidum). Το είδος καλλιεργείται σε ολόκληρη την Ελλάδα και σποραδικά φυτρώνει άγριο, συνήθως σε βραχώδεις και απλησίαστες τοποθεσίες, όπως τα βράχια του Βίκου στην Ήπειρο ή των Τεμπών στη Θεσσαλία. Ο μεγαλύτερος άγριος πληθυσμός του βρίσκεται στο λόφο του Αγίου Αθανασίου, πάνω από την πόλη της Καστοριάς.
Ένα άλλο πολύ κοινό είδος είναι ο κόκκινος κρίνος (Lilium chalcedonicum), που φυτρώνει στα ξέφωτα των ορεινών δασών, από την Ήπειρο ως τον Ταΰγετο και τον Πάρνωνα.
Υπάρχει και ο ροζ κρίνος (Lilium martagon), που πήρε το λατινικό όνομα του από το ρωμαϊκό θεό Martes , που είναι ο αντίστοιχος του Αρη. Το ύψος του μπορεί να φτάσει το μπόι ενός ανθρώπου. Φυτρώνει στην Πίνδο και στα βουνά της Ρούμελης.
Ο κίτρινος κρίνος της Ηπείρου {Lilium albanicum) είναι ο πιο μικρός. Το ύψος του δεν ξεπερνά τα 80 εκ., ενώ τα άνθη του τα 5 εκ. Φυτρώνει στη βόρεια Πίνδο, σε περιοχές με σερπεντινικά πετρώματα, όπως στο Σμόλικα, στη Βασιλίτσα, στη Βόλια Κάλντα κ.ά.
Τέλος, υπάρχει ο πανέμορφος κρίνος της Ροδόπης (Lilium rhodopaeum), με μεγάλα κίτρινα άνθη, που η διάμετρος τους φτάνει τα 10 εκ. Είναι ενδημικό είδος της οροσειράς της Ροδόπης, που φυτρώνει στα ξέφωτα.
Κρόκος ή σαφρόν, το χρυσάφι της γής
Ταξιδεύοντας στην Κοζάνη, δεν μπορείς παρά να προσέξεις την ιδιαιτερότητα του τοπίου. Η ομορφιά της περιοχής βρίσκεται στο έδαφος της, ικανό να αναθρέψει το χρυσάφι της γης, το σαφράνι ή ζαφορά. Πρόκειται για το ακριβότερο μπαχαρικό που παράγεται σε 4 μόνο περιοχές στον κόσμο από το φυτό Crocus Satuvis , δηλαδή τον κρόκο τον ήμερο ή εδώδιμο, που συχνά λέγεται καταχρηστικά σαφρόν. Με τα μοβ λουλούδια και τους κίτρινους στήμονες αποτελεί την πηγή ενός από τα παλαιότερα μπαχαρικά, αλλά και αρωματικά, καθώς λέγεται ότι τον χρησιμοποιούσαν η Κλεοπάτρα και οι εταίρες της αρχαίας Ελλάδας.
Ο κρόκος καλλιεργείται στην Κοζάνη εδώ και τρεις αιώνες, όταν έμποροι τον έφεραν από την Αυστρία. Από τότε η παραγωγή συνεχίζεται στα χωριά της περιοχής και κυρίως στον Κρόκο, έναν οικισμό που πήρε την ονομασία του από το φυτό. Το σαφρόν είναι ακριβό, όχι μόγο γιατί τα λουλούδια του είναι σπάνια και εφήμερα, αλλά και γιατί απαιτεί έντονη χειρωνκτική εργασία, καθώς τα εύθραυστα λουλούδια πρέπει να συλλεχτούν και να ξεδιαλεχτούν με το χέρι. Αφήστε που χρειάζονται περίπου 50.000 στίγματα του ύπερου για να πάρουμε μόλις 100 γραμμάρια από σαφρόν. Στον Κρόκο, οι αγρότες καλλιεργούν 10.000 στρέμματα που παράγουν περίπου 8 τόνους σαφρόν τον χρόνο. Ο κρόκος φυτεύεται καλοκαίρι και η συγκομιδή αρχίζει στα μέσα Οκτώβρη και διαρκεί λιγότερο από ένα μήνα. Οι αγρότες τότε τρέχουν και δεν φτάνουν, καθώς αν παραμείνουν τα στίγματα εκτεθειμένα πολύ χρόνο στον ήλιο ή τον αέρα, χάνουν το χρώμα και το άρωμα τους.
Το διάστημα που ακολουθεί, οι κάτοικοι του Κρόκου έχουν στα δάκτυλα τους κηλίδες από κιτρινο-κόκκινο χρώμα, απομεινάρια της ενασχόλησης τους με τη συγκομιδή του σαφρόν. Βίαιες κινήσεις στη συλλογή ή την επιλογή μπορούν να καταστρέψουν την πολύτιμη σοδειά, ενώ και η διαδικασία αποξήρανσης είναι πολύ ευαίσθητη, καθώς τότε τα στίγματα αναπτύσσουν το βαθυκόκκινο χρώμα τους, βασικό κριτήριο ποιότητας του σαφρόν.
Ο κρόκος καλλιεργείται στην Κοζάνη εδώ και τρεις αιώνες, όταν έμποροι τον έφεραν από την Αυστρία. Από τότε η παραγωγή συνεχίζεται στα χωριά της περιοχής και κυρίως στον Κρόκο, έναν οικισμό που πήρε την ονομασία του από το φυτό. Το σαφρόν είναι ακριβό, όχι μόγο γιατί τα λουλούδια του είναι σπάνια και εφήμερα, αλλά και γιατί απαιτεί έντονη χειρωνκτική εργασία, καθώς τα εύθραυστα λουλούδια πρέπει να συλλεχτούν και να ξεδιαλεχτούν με το χέρι. Αφήστε που χρειάζονται περίπου 50.000 στίγματα του ύπερου για να πάρουμε μόλις 100 γραμμάρια από σαφρόν. Στον Κρόκο, οι αγρότες καλλιεργούν 10.000 στρέμματα που παράγουν περίπου 8 τόνους σαφρόν τον χρόνο. Ο κρόκος φυτεύεται καλοκαίρι και η συγκομιδή αρχίζει στα μέσα Οκτώβρη και διαρκεί λιγότερο από ένα μήνα. Οι αγρότες τότε τρέχουν και δεν φτάνουν, καθώς αν παραμείνουν τα στίγματα εκτεθειμένα πολύ χρόνο στον ήλιο ή τον αέρα, χάνουν το χρώμα και το άρωμα τους.
Το διάστημα που ακολουθεί, οι κάτοικοι του Κρόκου έχουν στα δάκτυλα τους κηλίδες από κιτρινο-κόκκινο χρώμα, απομεινάρια της ενασχόλησης τους με τη συγκομιδή του σαφρόν. Βίαιες κινήσεις στη συλλογή ή την επιλογή μπορούν να καταστρέψουν την πολύτιμη σοδειά, ενώ και η διαδικασία αποξήρανσης είναι πολύ ευαίσθητη, καθώς τότε τα στίγματα αναπτύσσουν το βαθυκόκκινο χρώμα τους, βασικό κριτήριο ποιότητας του σαφρόν.
Κατερινα Βλαχου
ΓΝΩΣΤΑ ΚΑΙ ΑΓΝΩΣΤΑ ΦΥΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ...Μέρος Πρώτο
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ