Ελιές ηλικίας 50.000 ετών
H ηφαιστειακή δραστηριότητα της Σαντορίνης άρχισε στο νησί πριν από περίπου 2 εκατομμύρια χρόνια και συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Βεβαίως, η μεγάλη έκρηξη η οποία σημειώθηκε το 1645 π.Χ. και ήταν η αιτία καταστροφής του μινωικού πολιτισμού είναι η γνωστότερη. Από τότε θεωρούν ότι σχηματίστηκαν τα μεγαλύτερα τμήματα της καλντέρας.
Στην περίφημη αυτή καλντέρα, όμως, έχουν «παγιδευτεί» -μέσα οε σειρές ηφαιστειακών τό- φων- εντυπωσιακά φυτικά απολιθώματα φύλλων ελιάς (Olea europea) σε πραγματικά εξαίρετη κατάσταση διατήρησης, ιδιαίτερα σπάνια για το χώρο της Μεσογείου, ηλικίας 50.000-60.000 ετώv.
Όπως αναφέρει ο καθηγητής παλαιοντολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Βελιτζέλος, γνωστός και για τις έρευνες του στα απολιθωμένα δάση της Λέσβου, της Λήμνου, της Θράκης και αλλού, «την εποχή εκείνη επικρατούσαν στο χώρο του Αιγαίου ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη αυτής της πολύ σπάνιας και εξαιρετικού επιστημονικού ενδιαφέροντος παλαιοχλωρίδας.
Η σύνθεση αυτής της χλωρίδας παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον τόσο από την άποψη της φυτογεωγραφικής εξάπλωσης των φυτών του παρελθόντος όσο και για την εντυπωσιακή αφθονία των απολιθωμένων φυτών της ελιάς, του σχίνου {Pistacia lentiscus) και των φοινίκων (Chamaetoes humilis και Phoenix theophrasti). Τα απολιθώματα αυτά αποτελούν ουσιαστική μαρτυρία για την εξελικτική πορεία των φυτών του παρελθόντος όχι μόνο στο χώρο του Αιγαίου και της Ελλάδας, αλλά και στον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο».Η ελιά, πολλές χιλιετίες αργότερα, συνδέθηκε στενότατα με τη ζωή και τον πολιτισμό των νησιωτών.
Η ΖΗΤΙΑ ΤΗΣ ΡΟΔΟΥ
Στη Ρόδο, και συγκεκριμένα στην Κοιλάδα με τις Πεταλούδες, υπάρχει το μοναδικό στην Ελλάδα δάσος ξητιάς -η επιστημονική ονομασία της είναι λικιδάμβαρη { Liquidambar orientalis )-, δέντρου που μοιάζει από μακριά με πλατάνι και εξαπλώνεται φυτογεωγραφικά στη Μικρά Ασία, την Κύπρο και τη Ρόδο.
Σε πρόσφατες παλαιοβοτανικές έρευνες σε πλειοπλειστοκαινικές αποθέσεις στη Ρόδο ανακαλύφθηκαν απολιθωμένα φύλλα και καρποί του είδους Liquidambar europaea, ηλικίας 1,6 εκατ. ετών. Έτσι, δεν μένει πλέον καμία αμφιβολία ότι το Liquidambar orientalis είχε τη γεωιστρρική του εξέλιξη στη Ρόδο. Εξάλλου, η σημερινή δασική βλάστηση της Ρόδου είναι προϊόν της εξελικτικής πορείας των φυτών του παρελθόντος, που διήρκεσε εκατομμύρια χρόνια.
Το γένος εξαπλώνεται από την ανατολική Ασία, μέσω της Μικρός Ασίας, προς τη βόρεια και κεντρική Αμερική. Απολιθώματα ειδών Liquidambar έχουν βρεθεί στη Βόρεια Αμερική και την Αρκτική, αλλά και στην Ευρώπη, όπου η ηλικία τους κυμαίνεται από 1,6 εκατ. έτη -όση είναι και η ηλικία των ευρημάτων της Ρόδου- έως και 25 εκατ. έτη.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η διαπίστωση ότι σε παλαιότερες γεωλογικές εποχές Ολιγόκαινου και Μειόκαινου (25 έως 20 εκατ. χρόνια πριν) επικρατούν οι μορφές με τρεις λοβούς στο φύλλο, ενώ στο Πλειο-Πλειστόκαινο (3 έως 1,6 εκατ. χρόνια πριν) εμφανίζονται μορφές φύλλων με πέντε λοβούς, όπως στα δείγματα της Ρόδου, όπου παρατηρείται πλήρης ταύτιση των μορφολογικών γνωρισμάτων του σημερινού Liquidambar orientalis και του απολιθωμένου Liquidambar europaea.
ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΕΒΕΝΟΣ
Πλουμί, αρχοντόξυλο, γουλαστράκη, πούλιες, αλιματσά, κουρμουτσούλη... είναι ορισμένα από τα λαϊκά ονόματα που δίνουν οι ντόπιοι στο ενδημικό αυτό κρητικό βότανο (Ebenus creticus). Τα πολλά ονόματα τονίζουν τη σημασία που δίνουν οι κάτοικοι του νησιού στο βοτάνι τους, την αγάπη τους για τις ομορφιές της φύσης γύρω τους, αλλά και καταδεικνύουν την ανάγκη για μια σταθερή διεθνή επιστημονική ονοματολογία.
«Αν και ενδημικό είδος, ο έβενος αποτελεί ένα από τα κοινότερα εντυπωσιακά λουλούδια της Κρήτης. Πράγματι, λίγο πριν την Πρωτομαγιά, πλημμυρίζει με τα κόκκινα χνουδωτά άνθη του τις πλαγιές των φαραγγιών και των λόφων στα χαμηλά υψόμετρα του νησιού» εξηγεί ο κ. Μ. Αβραμάκης, βοτανολόγος του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Κρήτης. «Παλιότερα, ξεραίνοντας τα κόκκινα χνουδωτά άνθη, οι Κρητικοί γέμιζαν μ' αυτά τα μαξιλάρια τους, ενώ αποτελούσαν επίσης μία από τις πιο συνηθισμένες τροφές για τα κουνέλια τους».
Η συκιά και οι συκοφάντες
Έχει δει κανείς ανθισμένη συκιά; Μη βιαστείτε να απαντήσετε, γιατί η συκιά είναι μια από τις παράξενες περιπτώσεις στο φυτικό βασίλειο. Τα θηλυκά της άνθη είναι πολυάριθμα και μικροσκοπικά, βρίσκονται όμως κλεισμένα μέσα στο... σύκο. Οι συκιές έχουν συνήθως τα θηλυκά άνθη τους σε ξεχωριστά δέντρα από τα αρσενικά. Η αρσενική συκιά είναι αυτή που ο λαός θεωρεί άγρια και την ονομάζει «ορνό».
Τα σύκα της δεν τρώγονται, περιέχουν όμως τα αρσενικά άνθη και είναι απαραίτητα για τη γονιμοποίηση των θηλυκών. Τη μεταφορά των γυρεόκοκκων αναλαμβάνει ένα μικροσκοπικό έντομο. Μετά τη γονιμοποίηση ακολουθεί η ωρίμαση των πολυάριθμων μικρών καρπών, που μένουν κολλημένοι στο παχύ, γλυκό και μαλακό τρίχωμα του σύκου. Όλα αυτά, λοιπόν, συμβαίνουν μέσα στο σύκο που, επειδή περιβάλλει τους πολυάριθμους καρπούς της συκιάς, αποτελεί μια «ταξικαρπία».
Η συκιά ήταν γνωστή από τους προϊστορικούς χρόνους. Κατά την ελληνική μυθολογία, σε συκιά μεταμορφώθηκε o τιτάνας Συκέας για να γλιτώσει από την οργή του Δία μετά την Τιτανομαχία. Τα σύκα ήταν από τα αγαπημένα φρούτα των Αθηναίων. Τόσο τα εκτιμούσαν ώστε απαγόρευαν την εξαγωγή τους. Την εποχή εκείνη «ο επ' αμοιβή καταδίδων τον παρανόμως εξάγοντα σύκα» ονομαζόταν «συκοφάντης». Αργότερα, επειδή γίνονταν ψευδείς καταγγελίες για τα χρήματα και μόνο, η λέξη απέκτησε το νόημα που έχει σήμερα Κατά τον 'Ομηρο, ο Λαέρτης αναγνώρισε τον Οδυσσέα επειδή αυτός του υπενθύμισε πού είχε φυτέψει τις σαράντα συκιές που του είχε δωρίσει.
Η συκιά απαντάται σε όλη σχεδόν την Ελλάδα. Καρποφορεί το δέκατο χρόνο της ηλικίας της και η καρποφορΐα της διαρκεί περισσότερα από 50 χρόνια. Τα σύκα καταναλώνονται νωπά, ως φρούτα, ή ξηρά, συσκευασμένα με ειδικό τρόπο. Μερικές φορές χρησιμοποιούνται και για την παραγωγή οινοπνεύματος.
H ηφαιστειακή δραστηριότητα της Σαντορίνης άρχισε στο νησί πριν από περίπου 2 εκατομμύρια χρόνια και συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Βεβαίως, η μεγάλη έκρηξη η οποία σημειώθηκε το 1645 π.Χ. και ήταν η αιτία καταστροφής του μινωικού πολιτισμού είναι η γνωστότερη. Από τότε θεωρούν ότι σχηματίστηκαν τα μεγαλύτερα τμήματα της καλντέρας.
Στην περίφημη αυτή καλντέρα, όμως, έχουν «παγιδευτεί» -μέσα οε σειρές ηφαιστειακών τό- φων- εντυπωσιακά φυτικά απολιθώματα φύλλων ελιάς (Olea europea) σε πραγματικά εξαίρετη κατάσταση διατήρησης, ιδιαίτερα σπάνια για το χώρο της Μεσογείου, ηλικίας 50.000-60.000 ετώv.
Όπως αναφέρει ο καθηγητής παλαιοντολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Βελιτζέλος, γνωστός και για τις έρευνες του στα απολιθωμένα δάση της Λέσβου, της Λήμνου, της Θράκης και αλλού, «την εποχή εκείνη επικρατούσαν στο χώρο του Αιγαίου ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη αυτής της πολύ σπάνιας και εξαιρετικού επιστημονικού ενδιαφέροντος παλαιοχλωρίδας.
Η σύνθεση αυτής της χλωρίδας παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον τόσο από την άποψη της φυτογεωγραφικής εξάπλωσης των φυτών του παρελθόντος όσο και για την εντυπωσιακή αφθονία των απολιθωμένων φυτών της ελιάς, του σχίνου {Pistacia lentiscus) και των φοινίκων (Chamaetoes humilis και Phoenix theophrasti). Τα απολιθώματα αυτά αποτελούν ουσιαστική μαρτυρία για την εξελικτική πορεία των φυτών του παρελθόντος όχι μόνο στο χώρο του Αιγαίου και της Ελλάδας, αλλά και στον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο».Η ελιά, πολλές χιλιετίες αργότερα, συνδέθηκε στενότατα με τη ζωή και τον πολιτισμό των νησιωτών.
Η ΖΗΤΙΑ ΤΗΣ ΡΟΔΟΥ
Στη Ρόδο, και συγκεκριμένα στην Κοιλάδα με τις Πεταλούδες, υπάρχει το μοναδικό στην Ελλάδα δάσος ξητιάς -η επιστημονική ονομασία της είναι λικιδάμβαρη { Liquidambar orientalis )-, δέντρου που μοιάζει από μακριά με πλατάνι και εξαπλώνεται φυτογεωγραφικά στη Μικρά Ασία, την Κύπρο και τη Ρόδο.
Σε πρόσφατες παλαιοβοτανικές έρευνες σε πλειοπλειστοκαινικές αποθέσεις στη Ρόδο ανακαλύφθηκαν απολιθωμένα φύλλα και καρποί του είδους Liquidambar europaea, ηλικίας 1,6 εκατ. ετών. Έτσι, δεν μένει πλέον καμία αμφιβολία ότι το Liquidambar orientalis είχε τη γεωιστρρική του εξέλιξη στη Ρόδο. Εξάλλου, η σημερινή δασική βλάστηση της Ρόδου είναι προϊόν της εξελικτικής πορείας των φυτών του παρελθόντος, που διήρκεσε εκατομμύρια χρόνια.
Το γένος εξαπλώνεται από την ανατολική Ασία, μέσω της Μικρός Ασίας, προς τη βόρεια και κεντρική Αμερική. Απολιθώματα ειδών Liquidambar έχουν βρεθεί στη Βόρεια Αμερική και την Αρκτική, αλλά και στην Ευρώπη, όπου η ηλικία τους κυμαίνεται από 1,6 εκατ. έτη -όση είναι και η ηλικία των ευρημάτων της Ρόδου- έως και 25 εκατ. έτη.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η διαπίστωση ότι σε παλαιότερες γεωλογικές εποχές Ολιγόκαινου και Μειόκαινου (25 έως 20 εκατ. χρόνια πριν) επικρατούν οι μορφές με τρεις λοβούς στο φύλλο, ενώ στο Πλειο-Πλειστόκαινο (3 έως 1,6 εκατ. χρόνια πριν) εμφανίζονται μορφές φύλλων με πέντε λοβούς, όπως στα δείγματα της Ρόδου, όπου παρατηρείται πλήρης ταύτιση των μορφολογικών γνωρισμάτων του σημερινού Liquidambar orientalis και του απολιθωμένου Liquidambar europaea.
ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΕΒΕΝΟΣ
Πλουμί, αρχοντόξυλο, γουλαστράκη, πούλιες, αλιματσά, κουρμουτσούλη... είναι ορισμένα από τα λαϊκά ονόματα που δίνουν οι ντόπιοι στο ενδημικό αυτό κρητικό βότανο (Ebenus creticus). Τα πολλά ονόματα τονίζουν τη σημασία που δίνουν οι κάτοικοι του νησιού στο βοτάνι τους, την αγάπη τους για τις ομορφιές της φύσης γύρω τους, αλλά και καταδεικνύουν την ανάγκη για μια σταθερή διεθνή επιστημονική ονοματολογία.
«Αν και ενδημικό είδος, ο έβενος αποτελεί ένα από τα κοινότερα εντυπωσιακά λουλούδια της Κρήτης. Πράγματι, λίγο πριν την Πρωτομαγιά, πλημμυρίζει με τα κόκκινα χνουδωτά άνθη του τις πλαγιές των φαραγγιών και των λόφων στα χαμηλά υψόμετρα του νησιού» εξηγεί ο κ. Μ. Αβραμάκης, βοτανολόγος του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Κρήτης. «Παλιότερα, ξεραίνοντας τα κόκκινα χνουδωτά άνθη, οι Κρητικοί γέμιζαν μ' αυτά τα μαξιλάρια τους, ενώ αποτελούσαν επίσης μία από τις πιο συνηθισμένες τροφές για τα κουνέλια τους».
Η συκιά και οι συκοφάντες
Έχει δει κανείς ανθισμένη συκιά; Μη βιαστείτε να απαντήσετε, γιατί η συκιά είναι μια από τις παράξενες περιπτώσεις στο φυτικό βασίλειο. Τα θηλυκά της άνθη είναι πολυάριθμα και μικροσκοπικά, βρίσκονται όμως κλεισμένα μέσα στο... σύκο. Οι συκιές έχουν συνήθως τα θηλυκά άνθη τους σε ξεχωριστά δέντρα από τα αρσενικά. Η αρσενική συκιά είναι αυτή που ο λαός θεωρεί άγρια και την ονομάζει «ορνό».
Τα σύκα της δεν τρώγονται, περιέχουν όμως τα αρσενικά άνθη και είναι απαραίτητα για τη γονιμοποίηση των θηλυκών. Τη μεταφορά των γυρεόκοκκων αναλαμβάνει ένα μικροσκοπικό έντομο. Μετά τη γονιμοποίηση ακολουθεί η ωρίμαση των πολυάριθμων μικρών καρπών, που μένουν κολλημένοι στο παχύ, γλυκό και μαλακό τρίχωμα του σύκου. Όλα αυτά, λοιπόν, συμβαίνουν μέσα στο σύκο που, επειδή περιβάλλει τους πολυάριθμους καρπούς της συκιάς, αποτελεί μια «ταξικαρπία».
Η συκιά ήταν γνωστή από τους προϊστορικούς χρόνους. Κατά την ελληνική μυθολογία, σε συκιά μεταμορφώθηκε o τιτάνας Συκέας για να γλιτώσει από την οργή του Δία μετά την Τιτανομαχία. Τα σύκα ήταν από τα αγαπημένα φρούτα των Αθηναίων. Τόσο τα εκτιμούσαν ώστε απαγόρευαν την εξαγωγή τους. Την εποχή εκείνη «ο επ' αμοιβή καταδίδων τον παρανόμως εξάγοντα σύκα» ονομαζόταν «συκοφάντης». Αργότερα, επειδή γίνονταν ψευδείς καταγγελίες για τα χρήματα και μόνο, η λέξη απέκτησε το νόημα που έχει σήμερα Κατά τον 'Ομηρο, ο Λαέρτης αναγνώρισε τον Οδυσσέα επειδή αυτός του υπενθύμισε πού είχε φυτέψει τις σαράντα συκιές που του είχε δωρίσει.
Η συκιά απαντάται σε όλη σχεδόν την Ελλάδα. Καρποφορεί το δέκατο χρόνο της ηλικίας της και η καρποφορΐα της διαρκεί περισσότερα από 50 χρόνια. Τα σύκα καταναλώνονται νωπά, ως φρούτα, ή ξηρά, συσκευασμένα με ειδικό τρόπο. Μερικές φορές χρησιμοποιούνται και για την παραγωγή οινοπνεύματος.
Κατερινα Βλαχου
ΓΝΩΣΤΑ ΚΑΙ ΑΓΝΩΣΤΑ ΦΥΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ...Μέρος Δεύτερο
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ