της Κύας Τζήμου
Στις 20 Ιουνίου θυμηθήκαμε όλοι τον μεγάλο σεισμό του 1978 και την τραγωδία που έζησε η πόλη με την κατάρρευση της πολυκατοικίας στην πλατεία Ιπποδρομίου. Το σημείο ήταν ήδη σημαδεμένο με μια κατάρα από την ρωμαϊκή εποχή και οι δυσιδαιμονίες φούντωσαν ξανά το 1978. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Η ιστορία
Κατά την ρωμαϊκή εποχή η ζωή της πόλης μεταφέρθηκε στα ανατολικά αντίθετα με την ελληνιστική εποχή που το επίκεντρο της ζωής της πόλης ήταν στον δυτικό τομέα κοντά στο λιμάνι. Σ΄αυτό βοήθησε πολύ η κατασκευή του αυτοκρατορικού συγκροτήματος και του Ιππόδρομου στις αρχές του 4ου αιώνα από τον αυτοκράτορα Γαλέριο. Ο Γαλέριος επέλεξε την Θεσσαλονίκη ως έδρα του μετά από μια νικηφόρα εκστρατεία εναντίον των Περσών, το 299μ.Χ.. Το ανακτορικό συγκρότημα του Γαλέριου που περιλαμβάνει την Ροτόντα, την αψίδα του Γαλέριου (Καμάρα), τα Ανάκτορα, το Οκτάγωνο και τον ιππόδρομο που χτίστηκε δίπλα στο ανάκτορο. Τα οικοδομήματα του συγκροτήματος δεν χτίστηκαν τμηματικά αλλά προγραμματίσθηκαν και σχεδιάστηκαν συνολικά και ολοκληρώθηκαν σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα. Χάριν του συγκροτήματος χρειάστηκε να γίνει μια επέκταση της πόλης προς τα ανατολικά και χρειάστηκε να κατεδαφισθεί τμήμα του ανατολικού τείχους και να χτιστεί νέο, τμήματα του οποίου βρίσκουμε ανάμεσα στην Φιλικής εταιρείας και την Εθνικής Αμύνης. Η μία πλευρά του Ιπποδρόμου, η ανατολική, ήταν σε επαφή με τα ανατολικά καινούρια τείχη. Τοποθετήθηκε κάθετα προς τη θάλασσα από τη σημερινή Εγνατία μέχρι την οδό Μητροπόλεως σε σχήμα πετάλου με δυο μακριές πλευρές που ανηφόριζαν προς την Εγνατία. Ήταν ένας υπαίθριος διαμορφωμένος χώρος με μαρμάρινες κερκίδες στα πρότυπα των αρχαιοελληνικών σταδίων και ήταν ένας από τους τρεις ιπποδρόμους του ρωμαϊκού κράτους. Είχε μήκος περίπου 500 μ και πλάτος 125 μ. Το βόρειο άκρο βρισκόταν περίπου στο ύψος της εκκλησίας της Υπαπαντής, ενώ το νότιο κυκλικό τμήμα του (σφενδόνη) οριοθετείται στην οδό Μητροπόλεως.
Στις 20 Ιουνίου θυμηθήκαμε όλοι τον μεγάλο σεισμό του 1978 και την τραγωδία που έζησε η πόλη με την κατάρρευση της πολυκατοικίας στην πλατεία Ιπποδρομίου. Το σημείο ήταν ήδη σημαδεμένο με μια κατάρα από την ρωμαϊκή εποχή και οι δυσιδαιμονίες φούντωσαν ξανά το 1978. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Η ιστορία
Κατά την ρωμαϊκή εποχή η ζωή της πόλης μεταφέρθηκε στα ανατολικά αντίθετα με την ελληνιστική εποχή που το επίκεντρο της ζωής της πόλης ήταν στον δυτικό τομέα κοντά στο λιμάνι. Σ΄αυτό βοήθησε πολύ η κατασκευή του αυτοκρατορικού συγκροτήματος και του Ιππόδρομου στις αρχές του 4ου αιώνα από τον αυτοκράτορα Γαλέριο. Ο Γαλέριος επέλεξε την Θεσσαλονίκη ως έδρα του μετά από μια νικηφόρα εκστρατεία εναντίον των Περσών, το 299μ.Χ.. Το ανακτορικό συγκρότημα του Γαλέριου που περιλαμβάνει την Ροτόντα, την αψίδα του Γαλέριου (Καμάρα), τα Ανάκτορα, το Οκτάγωνο και τον ιππόδρομο που χτίστηκε δίπλα στο ανάκτορο. Τα οικοδομήματα του συγκροτήματος δεν χτίστηκαν τμηματικά αλλά προγραμματίσθηκαν και σχεδιάστηκαν συνολικά και ολοκληρώθηκαν σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα. Χάριν του συγκροτήματος χρειάστηκε να γίνει μια επέκταση της πόλης προς τα ανατολικά και χρειάστηκε να κατεδαφισθεί τμήμα του ανατολικού τείχους και να χτιστεί νέο, τμήματα του οποίου βρίσκουμε ανάμεσα στην Φιλικής εταιρείας και την Εθνικής Αμύνης. Η μία πλευρά του Ιπποδρόμου, η ανατολική, ήταν σε επαφή με τα ανατολικά καινούρια τείχη. Τοποθετήθηκε κάθετα προς τη θάλασσα από τη σημερινή Εγνατία μέχρι την οδό Μητροπόλεως σε σχήμα πετάλου με δυο μακριές πλευρές που ανηφόριζαν προς την Εγνατία. Ήταν ένας υπαίθριος διαμορφωμένος χώρος με μαρμάρινες κερκίδες στα πρότυπα των αρχαιοελληνικών σταδίων και ήταν ένας από τους τρεις ιπποδρόμους του ρωμαϊκού κράτους. Είχε μήκος περίπου 500 μ και πλάτος 125 μ. Το βόρειο άκρο βρισκόταν περίπου στο ύψος της εκκλησίας της Υπαπαντής, ενώ το νότιο κυκλικό τμήμα του (σφενδόνη) οριοθετείται στην οδό Μητροπόλεως.
Στο χάρτη βλέπετε τον ρωμαϊκό Ιππόδρομο, όπως είναι αναρτημένος στους αρχαιολογικούς πίνακες της Πλατείας Ναυαρίνου.
Με κόκκινο χρώμα ο Ιππόδρομος και το Γαλεριανό ανάκτορο, το οποίο ήταν σε επαφή με την δυτική πλευρά του Ιπποδρόμου. Η αφετηρία του Ιπποδρόμου βρίσκονταν σχεδόν στην Εγνατία οδό (Εθνική Τράπεζα, Ναός της Υπαπαντής), και το «πέταλό» του στην προέκταση της Μητροπόλεως, ανατολικά.
Στις μαύρες σκιές οι κερκίδες και η θεμελίωση του Ιπποδρόμου, στα υπόγεια των κτιρίων της σημερινής Πλατείας Ιπποδρομίου.
Τμήματα του ιπποδρόμου εντοπίστηκαν κατά το παρελθόν μαζί με λείψανα του τείχους στην οδό Φιλικής Εταιρείας, στην πλατεία Ιπποδρομίου και κατά τη διάρκεια εργασιών για την ανέγερση πολυκατοικιών στην περιοχή.
Η φωτογραφία είναι του 1978 από το βιβλίο "Η Μυστική ιστορία της Θεσσαλονίκης του Μαρίνου Χαραλάμπους, εκδ. Αρχέτυπο)
Η ανάμνησή του όμως πέρασε στη μνήμη των Θεσσαλονικέων που ονόμαζαν την περιοχή Προδρόμι (Προντρόμ) μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα οπότε πήρε το σημερινό της όνομα. Αλπεδρόμο Νουέβο και Γκαλέ Άντσα ονόμαζαν την περιοχή οι Εβραίοι της πόλης και Γιασί Γιολ οι Τούρκοι. H συνοικία ήταν χριστιανική (εντός των τειχών οι θρησκευτικές ομάδες συγκεντρώνονταν σε γειτονιές, αντίθετα με την συνοικία των εξοχών όπου οι βίλες ποτέ δεν γειτνίασαν ανάλογα με το θρήσκευμα του κάθε ιδιοκτήτη) και οι Εβραίοι όταν έλεγαν “Πάω στο Προδρόμ” εννοούσαν βρίσκομαι μακριά από το σπίτι μου (Μαρκ Μαζάουερ: “Η πόλη των φαντασμάτων”).
Από κείμενα περιηγητών, με μαρτυρίες από τον 17ο αιώνα ως τις αρχές του 20ού αιώνα, μαθαίνουμε ότι στη βορειοδυτική πλευρά είχαν απομείνει τμήματα των θόλων του ιπποδρόμου που στήριζαν κάποτε τις κερκίδες. Εκεί μετά την εξαφάνιση του Ιππόδρομου είχαν εγκαταστήσει οι βαφείς υφασμάτων τα εργαστήριά τους.
Ο στίβος του πρώην Ιπποδρομίου δεν καταλήφθηκε από κτίρια αλλά μετατράπηκε σε μια μακρόστενη πλατεία και γέμισε με πλατάνια και άλλα δέντρα (αρχική φώτο του 1904).
Ένα ορατό τμήμα του ιπποδρόμου είναι το μικρό λίθινο τμήμα θόλων της σφενδόνης, δίπλα στον ιερό ναό της Νέας Παναγίας. Στη βορειοανατολική γωνία του ιερού ναού, το παρατημένο αυτό κομμάτι τη ιστορίας της πόλης δεν θυμίζει σε τίποτα τις δόξες του Ρωμαϊκού Ιππόδρομου.
Η κατάρα
Ο ιππόδρομος, παρότι χώρος πολύ αγαπητός στο λαό έμεινε στην ιστορία για ένα τραγικό γεγονός, που αναφέρεται σε γραπτές πηγές της παλαιοχριστιανικής εποχής. Ο αυτοκράτορας (από το 383 μ.Χ.) της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, Θεοδόσιος Α΄(347-395 μ.Χ.), βαφτισμένος Χριστιανός, διέταξε το 390 μ.Χ. τη σφαγή του λαού της πόλης, που είχε κληθεί στον ιππόδρομο. Η αιτία που προκάλεσε αυτό το συμβάν ήταν η δυσαρέσκεια των Θεσσαλονικέων για την πολύ κακή συμπεριφορά των Γότθων μισθοφόρων που ο Θεοδόσιος είχε εγκαταστήσει στην πόλη για να διασφαλίζεται η δημόσια τάξη. Ο Θεοδόσιος δεν ήταν αγαπητός στο λαό εξαιτίας της βαριάς φορολογίας που επέβαλε για να χρηματοδοτεί τις εκστρατείες του. Επίσης έδωσε πολλά στρατιωτικά και διοικητικά αξιώματα στους Γότθους και μάλιστα όταν χρειάστηκε να εκστρατεύσει άφησε αρχηγό στην πόλη τον Βουτέριχο, αρχηγό των Γότθων και διοικητή των στρατιωτικών δυνάμεων του Ιλλυρικού. Ο κόσμος τότε εξεγέρθηκε, εισέβαλε σε πολλά δημόσια κτίρια και σκότωσε πολλούς Γότθους στρατιώτες αλλά και τον ίδιο τον Βουτέριχο. Αυτό προκάλεσε την εκδικητική μανία του Θεοδόσιου. Ο αυτοκράτορας ανακοίνωσε την διεξαγωγή αγώνων και ο λαός συγκεντρώθηκε στον ιππόδρομο. Τότε η γοτθική φρουρά επιτέθηκε και έσφαξε αδιακρίτως γύρω στις 7.000 πολίτες, (κατ΄άλλους οι νεκροί έφτασαν τις 15.000).
Η κατακραυγή ήταν καθολική. Ο επίσκοπος των Μεδιολάνων αρνείται τη θεία μετάληψη στον αιματοβαμμένο αυτοκράτορα και τον αναγκάζει να ζητήσει δημόσια συγγνώμη. Για να εξιλεωθεί έχτισε στο ανατολικό μέρος της περιτειχισμένης Θεσσαλονίκης ένα ορφανοτροφείο για τα ορφανά των ανθρώπων που σφαγιάστηκαν. Με το πέρασμα των χρόνων στην αυλή του ορφανοτροφείου χτίστηκε το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου των Ορφανών. Μετά 5 χρόνια ο Θεοδόσιος πεθαίνει. Η δραστηριότητα στον ιππόδρομο εξακολουθεί ως τα τέλη του 5ου αιώνα μ.Χ., οπότε και οι αγώνες απαγορεύθηκαν σαν ειδωλολατρικό κατάλοιπο και ο ιππόδρομος ερήμωσε. Ελάχιστα σημεία σήμερα μαρτυρούν την ύπαρξή του.
Τα μαρμάρινα καθίσματά του Ιππόδρομου έγιναν οικοδομικό υλικό, για την ανέγερση ή την επισκευή του δυτικού τείχους της πόλης όπως βλέπουμε στο δυτικό τείχος στην οδό Ειρήνης.
Λέγεται ότι στο κεντρικό τμήμα του Ιππόδρομου υπήρχε μια στήλη που βάφτηκε από το αίμα των σφαγιασθέντων. Μετά την πτώση του Θεοδόσιου, τον οποίον φυσικά έτρεμαν πια όλοι οι κάτοικοι χάραξαν τα ονόματα των νεκρών πάνω στη στήλη (επί αυτοκράτορα Ευγένιου Φλάβιου). Φημολογείται πως μια φορά το χρόνο η στήλη «αιμορραγούσε». Αργότερα οι Ρωμαίοι που δεν ήθελαν να στιγματιστεί η ιστορία τους με την φρικτή σφαγή γκρέμισαν τη στήλη. Λένε πώς στα θεμέλια της πολυκατοικίας που ανεγέρθηκε εκεί βρήκαν απομεινάρια της, καθώς και πλήθος όστρακα που έριχναν εκεί οι συγγενείς των νεκρών χαράζοντας επάνω το όνομα των δικών τους αδικοχαμένων.
Με την κατάρρευση της πολυκατοικίας που κτίστηκε στο σημείο εκείνο με τον σεισμό του 1978 και τις 52 ψυχές που χάθηκαν κάτω από τα ερείπια η κατάρα βρέθηκε στα στόματα όλων των Θεσσαλονικέων. Στο σημείο εκείνο ανεγέρθηκε πλέον όχι άλλη μια οικοδομή που θα έφερνε στο νου την τραγωδία αλλά το Μέγαρο Μπίλη όπου στεγάζεται σήμερα το Κέντρο Ιστορίας.
Μια ενδιαφέρουσα ανεπιβεβαίωτη ιστορία περί της κατάρας μπορείτε να διαβάσετε εδώ
Η Πλατεία στη διάρκεια του χρόνου
Όλη η περιοχή είχε πολλά μετόχια μοναστηριών του Αγίου Όρους, μάλιστα ο σημερινή οδός Καμβουνίων στη βορειοανατολική πλευρά του ιπποδρόμου ονομαζόταν τότε «Δρόμος του Καπηλειού των Μοναχών». Στον 17ο αιώνα κτίστηκε και η παλαιά εκκλησία του Αγ. Κωνσταντίνου, αρχικά μετόχι του Αγίου Όρους, Μέχρι το 1940 και ακόμα μεταγενέστερα, υπήρχαν στην πλατεία Ιπποδρομίου το μετόχι της μονής Βατοπεδίου και το μετόχι της μονής Ζωγράφου. Στην δεκαετία του '70 ο παλαιός όμορφος ναός αντικαταστάθηκε με τον “νέας κοπής” ναό. Τα θυμόμαστε τα περίφημα “Βοηθήσατε για την ανέγερση του νέου ναού...” που δυστυχώς αντικατέστησαν τους παλιούς λιτούς ναούς με άχαρες φιλόδοξες κατασκευές.
Αμέσως μετά την πυρκαγιά του 1917, κτίστηκαν στην περιοχή ξύλινα παραπήγματα με κεραμοσκεπές, που χώρισαν την πλατεία σε 3 μέρη: στο κάτω προδρόμι (κοντά στον Άγιο Κων/νο ), το μεσαίο προδρόμι (κοντά στον Άγιο Αντώνιο) και το επάνω προδρόμι ( κοντά στην σέρβικη εκκλησία).
Από τα τέλη ήδη του 19ου αι. έχει αρχίσει να γίνεται εδώ η μεγάλη γιορτή της τελευταίας Κυριακής της Αποκριάς και η μεγάλη παρέλαση των καρναβαλιών. Η παρέλαση των αρμάτων ξεκινούσε από τις οδούς Νικηφόρου Φωκά, Ρωμανού και Μανουσογιαννάκη και στη συνέχεια ανέβαινε από την οδό Καμβουνίων στην Εγνατία μέχρι την Αγίας Σοφίας, κατέβαινε από την οδό Αγίας Σοφίας στην Τσιμισκή και απ’ αυτή κατέληγε στην πλατεία του Λευκού Πύργου.
Την μεγάλη Εβδομάδα όλοι οι πιτσιρικάδες της γειτονιάς μάζευαν υλικά για να χτίσουν τον πύργο όπου θα έκαιγαν τον Ιούδα. Το πρωί του μεγάλου Σαββάτου ντύνανε ένα ανθρώπινο ομοίωμα του Ιούδα με κουρέλια παραγεμισμένα με πριονίδι και μετά αμέσως μετά το “Χριστός Ανέστη” του βάζανε φωτιά. Το έθιμο το διατηρούσαν και σε άλλες ενορίες της πόλης. Οι Ιπποδρομίτες επίσης φημίζονταν ως καλοί περιστεράδες. Στην Πλατεία συναντιόντουσαν στην βορειοανατολική πλευρά, κοντά στα βαφεία. (Αναμνήσεις του Νικόλαου Ρέγκου από το βιβλίο “Οι γειτονιές της νιότης μας” του Στράτου Σιμιτζή, εκδ. Univercity Studio Press)
*Πηγή για τα ιστορικά στοιχεία του Ιππόδρομου: Μνημεία της Θεσσαλονίκης, εκδ. Παρατηρητής
*Οι σύγχρονες φωτογραφίες είναι της Ελένης Βράκα
Aπό Parallaximag
Aπό Parallaximag
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ