«Εάν είναι ο Θεός μαζί μας, τότε ποιος είναι εναντίον μας;» - Ιωάννης Καποδίστριας
Οι θρησκευτικές δοξασίες υπήρξαν πάντοτε το πιο σημαντικό στοιχείο της ζωής των λαών και επομένως και της ιστορίας τους. Το μεγαλύτερο ιστορικό γεγονός, απ’ αυτά που είχαν την πιο κολοσσιαία επίδραση, υπήρξε η γέννησις και ο θάνατος των θεών.
Και όντως δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι από την αρχή των ιστορικών χρόνων, όλοι οι πολιτικοί και κοινωνικοί θεσμοί θεμελιώθηκαν πάνω σε θρησκευτικές δοξασίες και ότι, επί της σκηνής του κόσμου, οι θεοί έπαιξαν πάντοτε τον πρώτο ρόλο.
Οι κατακτήσεις των Αράβων, οι Σταυροφορίες, η Ισπανία στην εποχή της Ιεράς Εξετάσεως, η Γαλλία μετά τη Νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου και των πολέμων της Επαναστάσεως, αποδεικνύουν σε τι επίπεδα μπορεί να φθάσει ένας φανατικός λαός, παραμορφωμένος από τα όνειρα του.
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι ο άνθρωπος δημιούργησε τους θεούς, αλλά αφού τους δημιούργησε πολύ γρήγορα υποδουλώθηκε σε αυτούς! [1]
Μέσα στο χαοτικό σύμπαν ο άνθρωπος αναζητά την φύση του κόσμου, την θέση του σε αυτόν, καθώς και τον σκοπό της ύπαρξής του. Ευάλωτος στις αδυναμίες που νιώθει, κηδεμονεύει και κηδεμονεύεται. Αδυνατεί να βγάλει εις πέρας την αναμέτρηση με τον εαυτό του. Ας δούμε όμως ποια είναι η στάση ζωής ενός ανθρώπου που ενστερνίζεται μια θρησκεία.
Αρχικά, όπως είναι γνωστό, ο θρησκόληπτος πιστεύει σε ένα δόγμα (Χριστιανισμός, Βουδισμός, Μωαμεθανισμός). Αυτό του παρέχει συγκεκριμένους κανόνες ηθικής συμπεριφοράς και μια εξήγηση του κόσμου. Κυρίως όμως δίνεται μια υπόσχεση στο υποκείμενο για την εξέλιξή του ΜΕΤΑ τον θάνατο.
Ο πιστός λαμβάνει τον κώδικα συμπεριφοράς ως το μέσον που θα του εξασφαλίσει κάτι σε μια άλλη ζωή. Αυτό έχει ως επακόλουθο να υποκρίνεται στις σχέσεις του με τα υπόλοιπα υποκείμενα ή ακόμη και να τηρεί μια έτοιμη συνταγή πράξεων αρνούμενος την φύση του.
Είναι πραγματικά ειρωνικό, αν σκεφθεί κανείς τον αριθμό των Ελλήνων θρησκόληπτων, το ότι οι πρώτοι που ταύτισαν τον θάνατο με το τέλος της ύπαρξης ήταν οι αρχαίοι Έλληνες.
Στην Οδύσσεια, στην περίφημη συνάντηση μεταξύ Οδυσσέα και Αχιλλέα στον κάτω κόσμο, όπου ο Οδυσσέας αναφέρεται στη δόξα του Αχιλλέα, που όπως όλοι οι νεκροί, είναι κι αυτός στον Άδη μια σκιά χωρίς νόον, χωρίς πνεύμα, ούτε αισθήσεις.
Γιατί μόνο ο θεϊκός Τειρεσίας, μετά από χαριστική παρέμβαση της Περσεφόνης, κρατά στον Άδη τα λογικά του, τις πνευματικές του ικανότητες. Όλες οι άλλες ψυχές είναι σκιές που πετούν, που δεν γνωρίζουν τίποτα, που δεν θυμούνται τίποτα, που πρέπει να πιουν αίμα για να είναι σε θέση να αρθρώσουν «αληθινό λόγο».
Και ο Αχιλλέας αποκρίνεται στον Οδυσσέα: «Μην προσπαθείς να μου γλυκάνεις το θάνατο, θα προτιμούσα να ήμουν ζωντανός, εργάτης μεροκαματιάρης ενός φτωχού αγρότη, παρά να βασιλεύω ανάμεσα στους νεκρούς».
Μπορούμε λοιπόν να θέσουμε το ερώτημα: από πού προέρχεται η ιδέα αυτή που συναντάμε στον Όμηρο; Προφανώς δεν προέρχεται από τους Αιγυπτίους, που είχαν ένα ολόκληρο κύκλο μετεμψυχώσεων και τα σχετικά, ούτε από τους Βαβυλωνίους, ούτε από τους Μυκηναίους.
Είναι περίεργο κι όμως αληθινό: οι Έλληνες ανακάλυψαν το γεγονός ότι υπάρχει ένας τελειωτικός θάνατος, οριστικός θάνατος, ότι δεν υπάρχει τίποτα άλλο να πούμε πάνω σ’ αυτό, δεν είναι δυνατό να του δώσουμε άλλη σημασία, να τον μετουσιώσουμε και να τον ωραιοποιήσουμε... [2]
Είναι ανώφελο για τους πιστούς και τους αθεϊστές να τσακώνονται μεταξύ τους. Αυτό συμβαίνει επειδή ερμηνεύουν τα πάντα διαφορετικά. Για να διαφωνήσουν, πρέπει να υπάρχει ένα κοινό έδαφος και αυτό ΔΕΝ υπάρχει. Αυτό είναι λίγο αφηρημένο, αλλά η παρακάτω ιστορία το καθιστά πιο συγκεκριμένο.
Μια χριστιανή γριούλα βγαίνει στη βεράντα της κάθε πρωί και φωνάζει: «Δοξάστε τον Κύριο!».
Και κάθε πρωί ο αθεϊστής της φωνάζει: «Δεν υπάρχει Θεός!».
Αυτό συνεχίζεται για εβδομάδες. «Δοξάστε τον Κύριο!» φωνάζει η κυρία.
«Δεν υπάρχει Θεός!» απαντά ο γείτονας.
Καθώς ο καιρός περνά, η γυναίκα αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες και δυσκολεύεται να αγοράσει τρόφιμα. Βγαίνει στη βεράντα της και ζητά από το Θεό βοήθεια με τα ψώνια, και μετά λέει: «Δοξάστε τον Κύριο!».
Το επόμενο πρωί όταν βγαίνει στη βεράντα, βρίσκει τα ψώνια που είχε ζητήσει. Φυσικά φωνάζει: «Δοξάστε τον Κύριο!».
Ο αθεϊστής πετάγεται από πίσω από ένα θάμνο και λέει: «Χα! Εγώ αγόρασα τα τρόφιμα. Δεν υπάρχει Θεός!».
Η γυναίκα τον κοιτάζει και χαμογελά. Φωνάζει: «Δοξάστε τον Κύριο! Όχι μόνο προνόησες για μένα, Κύριε, αλλά έκανες και το Σατανά να πληρώσει για τα ψώνια!».
Ok! Ακόμα και αν δεχτούμε το ανώφελο αυτής της διαφωνίας, θα μπορούσαμε ίσως να συμφωνήσουμε σε κάτι άλλο.
Στο επεισόδιο «House vs. God», της 2ης σεζόν των «Ιατρικών Υποθέσεων», ο House αντιμετωπίζει την περίπτωση ενός νεαρού θεραπευτή που ισχυρίζεται ότι του μιλάει ο Θεός. Στην επισήμανση συνεργάτη του ότι ο ασθενής δεν είναι ψυχωτικός, αλλά απλά θρησκόληπτος, ο House παρατηρεί: «Όταν μιλάς στο Θεό, είσαι θρησκόληπτος. Όταν σου μιλάει ο Θεός, είσαι είτε ψυχωτικός είτε... απατεώνας».
Βέβαια, από την άλλη, μπορεί να ζητάω πολλά...
[1]Γουσταύου Λεμπόν, Νόμοι εξελίξεως των λαών
[2]Κορνήλιου Καστοριάδη, Η ελληνική ιδιαιτερότητα: Από τον Όμηρο στον Ηράκλειτο
ΠΗΓΗ
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ
Οι θρησκευτικές δοξασίες υπήρξαν πάντοτε το πιο σημαντικό στοιχείο της ζωής των λαών και επομένως και της ιστορίας τους. Το μεγαλύτερο ιστορικό γεγονός, απ’ αυτά που είχαν την πιο κολοσσιαία επίδραση, υπήρξε η γέννησις και ο θάνατος των θεών.
Και όντως δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι από την αρχή των ιστορικών χρόνων, όλοι οι πολιτικοί και κοινωνικοί θεσμοί θεμελιώθηκαν πάνω σε θρησκευτικές δοξασίες και ότι, επί της σκηνής του κόσμου, οι θεοί έπαιξαν πάντοτε τον πρώτο ρόλο.
Οι κατακτήσεις των Αράβων, οι Σταυροφορίες, η Ισπανία στην εποχή της Ιεράς Εξετάσεως, η Γαλλία μετά τη Νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου και των πολέμων της Επαναστάσεως, αποδεικνύουν σε τι επίπεδα μπορεί να φθάσει ένας φανατικός λαός, παραμορφωμένος από τα όνειρα του.
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι ο άνθρωπος δημιούργησε τους θεούς, αλλά αφού τους δημιούργησε πολύ γρήγορα υποδουλώθηκε σε αυτούς! [1]
Μέσα στο χαοτικό σύμπαν ο άνθρωπος αναζητά την φύση του κόσμου, την θέση του σε αυτόν, καθώς και τον σκοπό της ύπαρξής του. Ευάλωτος στις αδυναμίες που νιώθει, κηδεμονεύει και κηδεμονεύεται. Αδυνατεί να βγάλει εις πέρας την αναμέτρηση με τον εαυτό του. Ας δούμε όμως ποια είναι η στάση ζωής ενός ανθρώπου που ενστερνίζεται μια θρησκεία.
Αρχικά, όπως είναι γνωστό, ο θρησκόληπτος πιστεύει σε ένα δόγμα (Χριστιανισμός, Βουδισμός, Μωαμεθανισμός). Αυτό του παρέχει συγκεκριμένους κανόνες ηθικής συμπεριφοράς και μια εξήγηση του κόσμου. Κυρίως όμως δίνεται μια υπόσχεση στο υποκείμενο για την εξέλιξή του ΜΕΤΑ τον θάνατο.
Ο πιστός λαμβάνει τον κώδικα συμπεριφοράς ως το μέσον που θα του εξασφαλίσει κάτι σε μια άλλη ζωή. Αυτό έχει ως επακόλουθο να υποκρίνεται στις σχέσεις του με τα υπόλοιπα υποκείμενα ή ακόμη και να τηρεί μια έτοιμη συνταγή πράξεων αρνούμενος την φύση του.
Είναι πραγματικά ειρωνικό, αν σκεφθεί κανείς τον αριθμό των Ελλήνων θρησκόληπτων, το ότι οι πρώτοι που ταύτισαν τον θάνατο με το τέλος της ύπαρξης ήταν οι αρχαίοι Έλληνες.
Στην Οδύσσεια, στην περίφημη συνάντηση μεταξύ Οδυσσέα και Αχιλλέα στον κάτω κόσμο, όπου ο Οδυσσέας αναφέρεται στη δόξα του Αχιλλέα, που όπως όλοι οι νεκροί, είναι κι αυτός στον Άδη μια σκιά χωρίς νόον, χωρίς πνεύμα, ούτε αισθήσεις.
Γιατί μόνο ο θεϊκός Τειρεσίας, μετά από χαριστική παρέμβαση της Περσεφόνης, κρατά στον Άδη τα λογικά του, τις πνευματικές του ικανότητες. Όλες οι άλλες ψυχές είναι σκιές που πετούν, που δεν γνωρίζουν τίποτα, που δεν θυμούνται τίποτα, που πρέπει να πιουν αίμα για να είναι σε θέση να αρθρώσουν «αληθινό λόγο».
Και ο Αχιλλέας αποκρίνεται στον Οδυσσέα: «Μην προσπαθείς να μου γλυκάνεις το θάνατο, θα προτιμούσα να ήμουν ζωντανός, εργάτης μεροκαματιάρης ενός φτωχού αγρότη, παρά να βασιλεύω ανάμεσα στους νεκρούς».
Μπορούμε λοιπόν να θέσουμε το ερώτημα: από πού προέρχεται η ιδέα αυτή που συναντάμε στον Όμηρο; Προφανώς δεν προέρχεται από τους Αιγυπτίους, που είχαν ένα ολόκληρο κύκλο μετεμψυχώσεων και τα σχετικά, ούτε από τους Βαβυλωνίους, ούτε από τους Μυκηναίους.
Είναι περίεργο κι όμως αληθινό: οι Έλληνες ανακάλυψαν το γεγονός ότι υπάρχει ένας τελειωτικός θάνατος, οριστικός θάνατος, ότι δεν υπάρχει τίποτα άλλο να πούμε πάνω σ’ αυτό, δεν είναι δυνατό να του δώσουμε άλλη σημασία, να τον μετουσιώσουμε και να τον ωραιοποιήσουμε... [2]
Είναι ανώφελο για τους πιστούς και τους αθεϊστές να τσακώνονται μεταξύ τους. Αυτό συμβαίνει επειδή ερμηνεύουν τα πάντα διαφορετικά. Για να διαφωνήσουν, πρέπει να υπάρχει ένα κοινό έδαφος και αυτό ΔΕΝ υπάρχει. Αυτό είναι λίγο αφηρημένο, αλλά η παρακάτω ιστορία το καθιστά πιο συγκεκριμένο.
Μια χριστιανή γριούλα βγαίνει στη βεράντα της κάθε πρωί και φωνάζει: «Δοξάστε τον Κύριο!».
Και κάθε πρωί ο αθεϊστής της φωνάζει: «Δεν υπάρχει Θεός!».
Αυτό συνεχίζεται για εβδομάδες. «Δοξάστε τον Κύριο!» φωνάζει η κυρία.
«Δεν υπάρχει Θεός!» απαντά ο γείτονας.
Καθώς ο καιρός περνά, η γυναίκα αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες και δυσκολεύεται να αγοράσει τρόφιμα. Βγαίνει στη βεράντα της και ζητά από το Θεό βοήθεια με τα ψώνια, και μετά λέει: «Δοξάστε τον Κύριο!».
Το επόμενο πρωί όταν βγαίνει στη βεράντα, βρίσκει τα ψώνια που είχε ζητήσει. Φυσικά φωνάζει: «Δοξάστε τον Κύριο!».
Ο αθεϊστής πετάγεται από πίσω από ένα θάμνο και λέει: «Χα! Εγώ αγόρασα τα τρόφιμα. Δεν υπάρχει Θεός!».
Η γυναίκα τον κοιτάζει και χαμογελά. Φωνάζει: «Δοξάστε τον Κύριο! Όχι μόνο προνόησες για μένα, Κύριε, αλλά έκανες και το Σατανά να πληρώσει για τα ψώνια!».
Ok! Ακόμα και αν δεχτούμε το ανώφελο αυτής της διαφωνίας, θα μπορούσαμε ίσως να συμφωνήσουμε σε κάτι άλλο.
Στο επεισόδιο «House vs. God», της 2ης σεζόν των «Ιατρικών Υποθέσεων», ο House αντιμετωπίζει την περίπτωση ενός νεαρού θεραπευτή που ισχυρίζεται ότι του μιλάει ο Θεός. Στην επισήμανση συνεργάτη του ότι ο ασθενής δεν είναι ψυχωτικός, αλλά απλά θρησκόληπτος, ο House παρατηρεί: «Όταν μιλάς στο Θεό, είσαι θρησκόληπτος. Όταν σου μιλάει ο Θεός, είσαι είτε ψυχωτικός είτε... απατεώνας».
Βέβαια, από την άλλη, μπορεί να ζητάω πολλά...
[1]Γουσταύου Λεμπόν, Νόμοι εξελίξεως των λαών
[2]Κορνήλιου Καστοριάδη, Η ελληνική ιδιαιτερότητα: Από τον Όμηρο στον Ηράκλειτο
ΠΗΓΗ
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ