Quantcast
Channel: Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ
Viewing all 34553 articles
Browse latest View live

Οι μεγαλύτερες πλάνες: φαίνομαι, έχω, κάνω

$
0
0


Το "φαίνομαι", το "έχω"και το "κάνω"είναι οι πλάνες που μας απομακρύνουν περισσότερο από την αληθινή μας φύση.

Το "φαίνομαι"δηλώνει ταύτιση με την εικόνα του σώματος. Είτε η εικόνα περιορίζεται στο δέρμα, είτε στο σχήμα του σώματος, είτε στα ρούχα, υποδηλώνει την ταύτιση με το σώμα. "Είμαι το σώμα"λέει το εγώ που δημιουργείται μέσα από αυτή την ταύτιση και επιδιώκει να διογκώσει τον εαυτό του. Και ακολουθούν τα γνωστά συμπτώματα: οι αισθητικές πλαστικές επεμβάσεις, τα ακριβά ρούχα, οι μάρκες, το στυλ, η μόδα, κ.ά. Όλα αυτά είναι συμπτώματα που υποδηλώνουν την ασυνείδητη κατάσταση του "φαίνεσθαι", ως προϊόν της ταύτισης του Είμαι με το σώμα.

Το "έχω"είναι όλα αυτά που κατέχει κανείς, και μέσα από τα οποία αντλεί την αίσθηση της αξίας και της ασφάλειάς του. "Έχω ακριβό και εντυπωσιακό αυτοκίνητο, άρα αξίζω. Έχω μεγάλο σπίτι, άρα αξίζω. Έχω σπάνια έργα τέχνης στην κατοχή μου, άρα αξίζω. Έχω πολλά λεφτά, άρα αξίζω. Κτλ, κτλ."Η επένδυση στο "έχω"υποκρύπτει και την ψευδαίσθηση της ιδιοκτησίας, που αν και έχει χρήσιμες και πρακτικές προεκτάσεις, δεν παύει να αποτελεί απλώς ένα εργαλείο και όχι μια πραγματικότητα.

Το "κάνω"είναι όλα αυτά που επιδιώκει να κάνει κάποιος στη ζωή του για να αντλήσει πάλι την αίσθηση της αξίας του. "Κάνω πολλά πράγματα, άρα είμαι ικανό άτομο και αξίζω. Κάνω ξεχωριστά πράγματα, άρα είμαι ξεχωριστός και αξίζω. Κάνω κάτι που δεν μπορούν οι άλλοι, άρα αξίζω περισσότερο από τους άλλους. Ελέγχω τη ζωή κάποιου άλλου, άρα έχω εξουσία και δύναμη και αξίζω."Στο "κάνω"θα βρει κανείς και την ψευδαίσθηση ότι υπάρχει "κάποιος", ένα άτομο πίσω από το σώμα, που "κάνει"τις λειτουργίες του σώματος. 

Παραδείγματα αυτής της πλάνης είναι εκφράσεις όπως "εγώ σκέφτομαι, εγώ επιλέγω, εγώ ελέγχω, εγώ μεταβολίζω τις τροφές", ή και "εγώ διαιρώ τα κύτταρά μου". Στα δύο τελευταία παραδείγματα, μπορεί να χαρακτηριστεί ακόμα και τρελός κάποιος που πιστεύει ότι μεταβολίζει τις τροφές ή διαιρεί τα κύτταρα του σώματός του ηθελημένα. Γιατί άραγε δεν θεωρούμε τρέλα το να πιστεύει κάποιος ότι σκέφτεται ηθελημένα, λες και μπορεί να ελεγχθεί η λειτουργία του νευρικού συστήματος;

Όλα τα παραπάνω είδη ταύτισης που αποσκοπούν στη διόγκωση της αξίας του εγώ, μας απομακρύνουν από την αληθινή μας φύση που είναι το "Είμαι", δηλαδή η καθαρή γνώση της ύπαρξης, η επίγνωση. Όσο περισσότερο απορροφάται η προσοχή μας από το φαίνομαι, το έχω και το κάνω, τόσο περισσότερο χάνουμε την επαφή με την Ύπαρξη.

Νίκος Μπάτρας


Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ

Το αίνιγμα της «μπαταρίας της Βαγδάτης»

$
0
0





Μια μυστηριώδης ανακάλυψη που έγινε το 1938 στην περιοχή Χουντζούτ Ράμπου στα ερείπια ενός αρχαίου παρθικού οικισμού προκαλεί ακόμη πολλά ερωτήματα στους επιστήμονες.


Ο εντοπισμός ενός αντικειμένου, ο οποίος αναφέρεται ως ανακάλυψη του Γερμανού αρχαιολόγου Γουλιέλμου Κόνινγκ, που εργαζόταν ως διευθυντής του Μουσείου της Βαγδάτης, εντυπωσίασε στην εποχή του, αλλά και σήμερα δεν είναι ξεκάθαρο ακόμη σε τι εξυπηρετούσε αυτό το αντικείμενο.


Δεν είναι σαφές, επίσης,  εάν ο Γερμανός αρχαιολόγος ανακάλυψε το ασυνήθιστο εύρημα στον αρχαίο οικισμό ή το εντόπισε στην αποθήκη της μουσείου της Βαγδάτης.


Πρόκειται για ένα κίτρινο βάζο, ύψους περίπου 13 εκατοστών. Ο λαιμός του ήταν καλυμμένος με άσφαλτο και προεξείχε από αυτόν μια σιδερένια ράβδος με ίχνη διάβρωσης. Μέσα η ράβδος περιβάλλονταν από έναν κύλινδρο χαλκού περίπου 5 ίντσες σε ύψος και 1,5 ίντσες σε διάμετρο. Τα άκρα του ήταν συγκολλημένα από κράμα μολύβδου –κασίτερου. Όλη αυτή η απλή κατασκευή θυμίζει μια …πρωτόγονη ηλεκτρική μπαταρία.


Ο Κόνινγκ δεν βρήκε άλλη εξήγηση. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του, αυτό το βάζο ήταν γεμάτο με οξύ ή αλκάλιο και θα μπορούσε να παράγει ηλεκτρικό ρεύμα με τάση 1 βολτ.


Αλλά γιατί οι αρχαίοι χρειάζονταν την ηλεκτρική ενέργεια;


Γνωρίζουμε ότι  η ηλεκτρική μπαταρία επινοήθηκε το 1800 από τον Ιταλό φυσικό Αλεσσάνδρο Βόλτα (1745-1827).


Αυτή η εφεύρεση ήταν μία από αυτές που άλλαξαν θεμελιωδώς τη ζωή της ανθρωπότητας. 

Ωστόσο, δεν φαίνεται η «μπαταρία της Βαγδάτης» να επηρέασε κάπως τη ζωή των ανθρώπων του αρχαίου Κόσμου.


Σε αναζήτηση της απάντησης, ο Κόνιγκ εξέτασε λεπτομερώς πολλά εκθέματα στο Μουσείου των Αρχαιοτήτων της Βαγδάτης.

 Η προσοχή στράφηκε στα χάλκινα αγγεία που βρέθηκαν ανάμεσα σε ερείπια των πόλεων των Σουμερίων, στο νότιο Ιράκ, που αναφέρονταν περίπου στο 2500 π.Χ.  Εντόπισε ότι πάνω στα αγγεία εφαρμόσθηκε η …ηλεκτρολυτική μέθοδος.


Όπως είναι γνωστό, η ηλεκτρολυτική απόθεση μπορεί να επικαλυφθεί με ένα μόνο μέταλλο (π.χ. χρυσό ή ασήμι) στην επιφάνεια ενός άλλου μετάλλου (για παράδειγμα αργυρού ή χάλκινου).


Αυτή η μέθοδος (ηλεκτρολυτική επικάλυψη) αναπτύχθηκε το 1838 από τον Γερμανό ηλεκτρολόγο B.SJacobi,  ο οποίος εργαζόταν στη Ρωσία.


Ωστόσο, αποδεικνύεται ότι οι κάτοικοι της Αρχαίας Μεσοποταμίας, χρησιμοποιούσαν τη μέθοδο αυτή πριν από μερικές χιλιάδες χρόνια!


Το 1947 ο Αμερικανός φυσικός Γουίλλιαμ Γκρέι, ο οποίος εργαζόταν στο εργαστήριο υψηλής τάσης στο Πίτσφιλντ της Μασαχουσέτης, μελετώντας το εύρημα του Κόνιγκ αποφάσισε να φτιάξει ένα ακριβές αντίγραφο της «μπαταρίας».


Ως ηλεκτρολύτης χρησιμοποιήθηκε θειικός χαλκός.


Προς έκπληξη (και ικανοποίηση!) του Γκρέι, η μπαταρία έδωσε ρεύμα με τάση περίπου 2 βολτ!


Το πείραμα του Γκρέι προκάλεσε επιστημονικό ενδιαφέρον για τις μυστηριώδεις συσκευές που εντόπισε ο Κόνιγκ.


Υπάρχουν όμως και άλλες απόψεις που διαφωνούν με τα συμπεράσματα του Κόνιγκ και του Γκρέι. 

Γιατί δημιουργήθηκε; Πως χρησιμοποιήθηκε; Έγινε πράγματι στη Μεσοποταμία ή ήρθε από αλλού; Ήταν γνωστή η μέθοδος της ηλεκτρόλυσης στην αρχαιότητα;



(Στοιχεία από oursociety.ru)


Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ

Γιὰ νὰ προχωρήσουμε ἐμπρὸς πρέπει νὰ τελειώσουμε μέ τὰ …πίσω!!!

$
0
0


Μὲ ἁπλᾶ λόγια…
Γιὰ νὰ ξεκινήσουμε γιὰ κάπου, ὁπουδήποτε, πρέπει νὰ μὴν ἀφήσουμε τὴν ὁποιανδήποτε ἐκκρεμότητα πίσω μας, ποὺ θὰ ἐμποδίζη κάθε μελλοντικό μας βῆμα.
Ἤ, γιὰ νὰ τὸ θέσουμε καὶ σὲ πιὸ …ἱστορικὲς βάσεις, ἐὰν δὲν κόψουμε ὁριστικῶς κάθε γέφυρα μὲ τὸ παρελθόν μας, δὲν μποροῦμε νὰ ξεκινήσουμε γιὰ τὸ ὁποιοδήποτε ταξείδι.
Ἔχουμε μάθη νὰ κουβαλᾶμε μαζὺ μὲ τὰ ὄνειρα, τὰ ὁράματα καὶ τὶς ὅποιες ἀποσκευές μας ὅλα ἐκεῖνα τὰ συναισθήματα, τὶς πεποιθήσεις καὶ τὶς προσκολλήσεις, ποὺ μᾶς περιορίζουν καὶ τὸ βλέμμα καὶ τὸ βῆμα. Δὲν γίνεται νὰ ἀποζητοῦμε, γιὰ παράδειγμα, Ἐλευθερία, ἐὰν ἐμεῖς δὲν ἔχουμε μέσα μας γκρεμίση ἤδη κάθε μορφὴ φυλακῆς, πραγματικῆς καὶ φανταστικῆς, ποὺ μᾶς κρατᾶ ἀγκυλωμένους κι ἀκινητοποιημένους. 
Δὲν μποροῦμε ἐν ὀλίγοις νὰ ἐλπίζουμε σὲ καλὲς ἐκβάσεις ἢ σὲ ἐλεημοσύνες ἢ στὴν τύχη, ἐὰν δὲν θεωροῦμε τοὺς ἑαυτούς μας ἱκανοὺς κι ἀξίους νὰ διανύσουν καί, ταὐτοχρόνως, νὰ ἀπολαύσουν κάθε ἐπὶ μέρους βῆμα ἀλλὰ καὶ προετοιμασία, ποὺ θὰ μᾶς ὁδηγήσῃ στὸ νὰ φθάσουμε στοὺς στόχους μας. Κατ’ ἐπέκτασιν, ἐὰν δὲν ἀντέχουμε νὰ «σκαλίσουμε» ὅλα αὐτὰ ποὺ μᾶς διατηροῦν μερικῶς ἢ ὁλικῶς περιορισμένους, δὲν γίνεται νὰ ξεκινήσουμε γιὰ νὰ διεκδικήσουμε τὸ ὁ,τιδήποτε.

Ἐὰν ἐπὶ πλέον ὅμως δὲν ἔχουμε συνειδητοποιήση πὼς πράγματι δικαιούμεθα τοὺς καρποὺς τῶν κόπων μας, πάλι θὰ εἶναι σὰν νὰ μὴν κάναμε κάτι. Γιὰ αὐτὸ ἀκριβῶς κι ἀπαιτεῖται πλέον, ὅλο καὶ πιὸ συνειδητά, νὰ ἀφήνουμε πίσω μας κάθε τὶ ποὺ μᾶς κρατᾶ δεσμίους σὲ καταστάσεις καὶ σὲ συναισθήματα ἀλλά, κυρίως, σὲ τέτοιου εἴδους πεποιθήσεις, ποὺ μᾶς αὐθυποβάλλουν γιὰ τὸ ἀδύνατον. Δὲν ὑπάρχει ἀδύνατον. Ὑπάρχει μόνον αὐτὸ ποὺ ἐμεῖς πιστεύουμε γιὰ τὸ δυνατὸν καὶ τὸ ἀδύνατον. Δὲν ὑπάρχει ἄτοπο ἀγών. Ὑπάρχει καλῶς καὶ  κακῶς προετοιμασμένος ἀγωνιστής. Δὲν ὑπάρχει νικητὴς καὶ ἡττημένος. Ὑπάρχει αὐτὸς ποὺ πιστεύει πὼς δικαιοῦται, ἐκ τῶν πρωτέρων, τὴν νίκη ἢ τὴν ἥττα.
Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ

Μια στιγμή είναι όλο αυτό που χρειάζεσαι

$
0
0
Μια στιγμή είναι όλο αυτό που χρειάζεσαι
Το 1915 ο Einstein εισήγαγε τη Θεωρία της Σχετικότητας, προσπαθώντας να εξηγήσει στην ανθρωπότητα με πολύπλοκες πράξεις και εξισώσεις πως… ο χρόνος είναι εντελώς υποκειμενική έννοια…
Οι ανθρώπινες σχέσεις όμως φαντάζουν πιο πολύπλοκες από κάθε φυσική θεωρία. Ολόκληρες βιβλιοθήκες, δε φτάνουν για να τις αποκρυπτογραφήσουν.
Καμία μαθηματική πράξη δεν είναι αρκετή ώστε να εξηγήσει γιατί εγκλωβίζεσαι σε σχέσεις που δεν σε καλύπτουν.
Για ποιο λόγο επαναλαμβάνεις ξανά και ξανά τα ίδια λάθη με τεράστια επιτυχία, θεωρώντας πως έχεις όλο τον καιρό μπροστά σου για να τα διορθώσεις; Χρησιμοποιείς σαν άλλοθι τα νιάτα για να πληγωθείς και να πονέσεις.
Χαρίζεις απλόχερα πολύτιμες στιγμές σου σε ανθρώπους, ενώ οι δικές τους δε σε συμπεριλαμβάνουν. Είσαι καθηλωμένος πίσω από ένα γραφείο, ενώ από μικρός ονειρευόσουν να γυρίσεις τον κόσμο.
Διατηρείς κατά συνθήκη φιλίες και σχέσεις για να μη θυσιαστείς στο βωμό της μοναξιάς. Αφήνεις για αύριο όσα μπορείς να κάνεις σήμερα. Και την ίδια στιγμή η ζωή περνάει. Περνάει από μπροστά σου και δε στέκεται λεπτό.

Σε χαιρετάει ειρωνικά φωνάζοντας «πόσο χρόνο νομίζεις ότι έχεις;» κι εσύ την παρατηρείς από το σημείο αναφοράς σου, χωρίς να κάνεις το παραμικρό για να την αλλάξεις. Ζητάς από εκείνη κι άλλες εμπειρίες και μόλις σου δοθούν ξεκινάς πάλι από το μηδέν. Επαληθεύοντας την ίδια εξίσωση. Όλα βρίσκονται σε μιά διαρκή κίνηση εκτός από σένα.
Κι όταν αυτά δεν έρχονται, θυμώνεις με τη ζωή που σου φέρθηκε σκληρά. Τα λάθη που έχεις κάνει μέσα στον χωροχρόνο δεν αλλάζουν. Πόσες φορές κοιτώντας πίσω παραδέχτηκες πως αν γυρνούσες για λίγο πίσω τη ζωή, θα έπραττες διαφορετικά; Πως αν σου δινόταν μία ευκαιρία ακόμα, θα έλεγες εκείνο το «σ’ αγαπώ»;
Πως θα διεκδικούσες περισσότερο εκείνη τη θέση που έψαχνες καιρό; Πως δε θα άφηνες να φύγουν από κοντά σου άνθρωποι που σας έδεναν τόσα; Κανείς δε θα σου δώσει πίσω το χαμένο έδαφος. Οι ευκαιρίες που έδωσες, αλλά κι αυτές που έχασες, δεν επιστρέφουν. Το ερώτημα είναι, τι άφησαν πίσω τους. Τι έμεινε σε σένα.
Το παρελθόν πέρασε ανεπιστρεπτί κι έδωσε τη θέση του στη γνώση. Την κρατάς και πορεύεσαι. Την έχεις ως «ένα το κρατούμενο» στο μυαλό σου, και τη χρησιμοποιείς στο μέλλον. Για να πάψεις να λειτουργείς ως απλός παρατηρητής της ζωής σου. Τρέξε. Προλαβαίνεις. Δώσε τέλος σε μισοτελειωμένες καταστάσεις που σε κρατούσαν δέσμιο για χρόνια.
Βγες εκεί έξω και πραγματοποίησε όσα ονειρευόσουν και δεν τολμούσες να ξεστομίσεις. Μην περιμένεις να πέσουν οι κατάλληλες συνθήκες ως μάννα εξ ουρανού, φτιάξε τες. Κάνε εκείνο το ταξίδι που ήθελες, αλλά δεν προλάβαινες λόγω δουλειάς.
Γεφύρωσε τις σχέσεις σου με ανθρώπους που τελικά θέλεις στην καθημερινότητά σου. Δούλεψε για να ζήσεις. Μη ζεις για να δουλεύεις. Αντιμετώπισε τους φόβους σου για να νιώσεις ελεύθερος. Μη ζητάς τη ζωή, κυνήγησέ τη.
Κράτησε μέσα σου μόνο όσα σε πάνε μπροστά. Κάνε το χρόνο σύμμαχο, στη δική σου αιωνιότητα.
Γιατί αυτός είναι το νόμισμα της ζωής σου. Είναι το μοναδικό νόμισμα που έχεις και μόνο εσύ μπορείς να αποφασίσεις πώς θα το ξοδέψεις. Στο χέρι σου είναι να μην αφήσεις άλλους ανθρώπους να το ξοδέψουν εκείνοι για σένα.

Δεν έχει καμμιά σημασία ποιός ήσουν μέχρι χθες
και πόσο βαρύ είναι το φορτίο σου.
Από τη στιγμή που θα πάρεις την απόφαση να αλλάξεις τη ζωή σου,
υπάρχει μια δύναμη που θα σε φροντίσει και θα σε καθοδηγήσει.
Μια στιγμή χρειάζεται για να ξαναθυμηθείς όλη σου τη δύναμη,
μια στιγμή για να εμπιστευτείς ξανά,
μια στιγμή για να στείλεις μια προσευχή ψηλά,
μια στιγμή είναι όλο αυτό που χρειάζεσαι.
7 Ομόκεντροι Κύκλοι Αυτογνωσίας
Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ

Το “άστρο του Δαίμονα” και το άστρο της Βηθλεέμ

$
0
0

• Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι ενδέχεται να είχαν καταγράψει ένα άστρο, γνωστό με το όνομα «Δαίμων», ίσως το πρώτο γνωστό παλλόμενο άστρο στην ιστορία, σύμφωνα με τους αστρονόμους.

• Τέτοια εποχή, το άστρο του Δαίμονα καταυγάζει τον ουρανό, καλώντας μας να ανακαλύψουμε τον “δαίμονα” που κρύβουμε μέσα μας.

Το Άστρο του Δαίμονα βρίσκεται στον αστερισμό του Περσέα, σαν ένα από τα μάτια στο κεφάλι της Μέδουσας (Γοργόνιο). Απόσπασμα από την Ουρανογραφία του Πολωνού αστρονόμου Γιάννα Χεβέλιους (Johannes Hevelius). Πηγή: Wikimedia Commons
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ Αιγύπτιοι αστρονόμοι διατηρούσαν ημερολόγια με τυχερές και δυσμενείς ημέρες που βασίζονταν σε αστρονομικά και μυθολογικά γεγονότα, τα οποία πίστευαν ότι επηρέαζαν την καθημερινή ζωή.
Το καλύτερα διατηρημένο από αυτά τα ημερολόγια είναι το Ημερολόγιο του Καΐρου, με αριθμό 86637, ένας πάπυρος που χρονολογείται μεταξύ 1163 και 1271 π.Χ.  Η κάθε μέρα ξεκινά με τρία ιερογλυφικά που δείχνουν αν είναι ευμενής ή δυσμενής και τα οποία συχνά απεικονίζουν χαρακτήρες από τη μυθολογία.
Οι αστρονόμοι στο Πανεπιστήμιο του Ελσίνκι παρατήρησαν ότι μερικές από τις τυχερές ημέρες εμφανίζονται τακτικά, κάθε 29,6 μέρες. Η περίοδος αυτή συμπίπτει σχεδόν με το σεληνιακό κύκλο, το διάστημα δηλαδή μεταξύ δύο Πανσελήνων. Η Νέα Σελήνη συνδεόταν με την κακή τύχη.

Το τρεμοφέγγισμα ενός άστρου

Οι επιστήμονες όμως παρατήρησαν και κάτι άλλο στο αιγυπτιακό ημερολόγιο, κάτι που επαναλαμβανόταν κάθε 2,85 ημέρες. Σήμερα, οι ερευνητές γνωρίζουν ότι αυτό είναι το διάστημα που αρχίζει να τρεμοπαίζει το φως του Αλγκόλ, ή αλλιώς “Άστρο του Δαίμονα”, που βρίσκεται σε απόσταση περίπου 93 ετών φωτός από τη Γη στον αστερισμό του Περσέα και είναι ένα από τα μάτια στο κεφάλι της Μέδουσας. Το όνομά του προέρχεται από την αραβική φράση ρας αλ-γκουλ, που σημαίνει «κεφάλι του δαίμονα».
Ο Αλγκόλ είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός εκλειπτικού διπλού άστρου, δηλαδή δύο άστρα σε κοντινή τροχιά που κινείται το ένα γύρω από το άλλο, με το αμυδρότερο άστρο (Αλγκόλ Β), να περνάει μπροστά από το λαμπρότερο άστρο (Αλγκόλ Α) μια φορά ανά τροχιά, και το ποσό του φωτός που φθάνει στη Γη να μειώνεται προσωρινά. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, το φως του Αλγκόλ που φτάνει στη Γη να τρεμοφέγγει.
Αυτό γίνεται σε μια περίοδο 2 ημερών, 20 ωρών και 49 λεπτών. Την περίοδο αυτή το φως του Αλγκόλ κυμαίνεται σε φωτεινότητα από 2,3 έως 3,5. (Σύμφωνα με την κλίμακα λαμπρότητας που καθόρισε ο Έλληνας αστρονόμος και μαθηματικός Ίππαρχος το 129 π.Χ., τα άστρα με αριθμό 1 είναι τα πιο λαμπρά, ενώ με τον αριθμό 6 αυτά που μόλις διακρίνονται με γυμνό οφθαλμό).
Το μεταβλητό άστρο Αλγκόλ, ή Άστρο του Δαίμονα, στον αστερισμό του Περσέα. Το άστρο είναι καλύτερα ορατό κατά τη χειμερινή περίοδο που το φως του αυξάνει, από το τέλος του Νοεμβρίου έως το τέλος του Δεκεμβρίου. Ο κύκλος φωτεινότητας επαναλαμβάνεται κάθε 3 περίπου ημέρες. Πηγή: Wikimedia Commons
«Φαίνεται ότι η πρώτη παρατήρηση ενός μεταβλητού άστρου έγινε 3.000 χρόνια νωρίτερα από όσο νομίζαμε», λέει ο Λάουρι Ζέτσου, αστρονόμος από το Πανεπιστήμιο του Ελσίνκι.
Το Ημερολόγιο του Καΐρου περιγράφει πώς το ουτζάτ, το Μάτι του Ώρου, μεταμορφώνεται κάθε 3 περίπου ημέρες από γαλήνιο σε μαινόμενο, ασκώντας αντίστοιχα καλές και κακές επιρροές στη ζωή. Ο Ώρος ήταν ο θεός προστάτης των βασιλέων της αρχαίας Αιγύπτου.
«Η έκλειψη (το πέρασμα του αμυδρού άστρου μπροστά από το λαμπρό) φαίνεται ότι συνδεόταν με τις τυχερές μέρες γιατί συμβολίζει τον εξευμενισμό του Ματιού του Ώρου», αναφέρει ο Σεμπάστιαν Πορσέντου αστρονόμος και αιγυπτιολόγος του Πανεπιστημίου του Ελσίνκι, μιλώντας στο Live Science. «Ένα λαμπερό Μάτι του Ώρου σήμαινε ότι ήταν οργισμένο και γι’ αυτό αποτελούσε απειλή για την ανθρωπότητα».

Μια ενδιαφέρουσα θεωρία

Σήμερα, το φως του Αλγκόλ χαμηλώνει κάθε 2,867 ημέρες. Οι ερευνητές υποθέτουν ότι η ασυμφωνία των 0,017 ημερών –περίπου 25 λεπτά της ώρας– μεταξύ των μετρήσεων των αρχαίων Αιγυπτίων και των σύγχρονων αστρονόμων οφείλεται ίσως σε αλλαγές που έχει υποστεί το άστρο τις τελευταίες χιλιετίες.
Πώς όμως συνδέεται το άστρο του Δαίμονα με το άστρο της Βηθλεέμ για το οποίο έχουν δοθεί από επιστήμονες και θεολόγους τόσες πολλές και διαφορετικές εξηγήσεις;
Το άστρο της Βηθλεέμ αναφέρεται μόνο από τον Ευαγγελιστή Ματθαίο. Κατά αυτόν δεν ήταν ένα έντονο φως στον ουρανό, αλλά ένα διακριτικό σημάδι, μήνυμα μόνο για όσους γνώριζαν τα μελλούμενα και μπορούσαν να κατανοήσουν τη σημασία του.
Και αυτοί που μπόρεσαν να ερμηνεύσουν επιτυχώς το ουράνιο αυτό σημάδι ήταν οι Μάγοι.
Γνωστοί στον Ηράκλειτο, τον Ηρόδοτο και τον Ξενοφώντα, οι Μάγοι ήταν η τάξη των κληρονομικών ιερέων και σοφών στην Περσία και στη Μηδεία που ήταν μυημένοι στην αστρονομία και στην επιστήμη που αργότερα έγινε γνωστή ως Αλχημεία. Η λέξη Μάγος προέρχεται από το Mâha, μεγάλος, και αργότερα έγινε mog ή mag, ένας ιερέας στη διάλεκτο Παχλεβί.
Ο νεοπλατωνικός Πορφύριος τους περιγράφει (Περί αποχής εμψύχων Δ΄ 16) ως εξής: «Μορφωμένοι άνδρες στη χώρα των Περσών που ασχολούνται με την υπηρεσία της θεότητας και ονομάζονται Μάγοι». Η Σούδα μάς πληροφορεί ότι «ανάμεσα στους Πέρσες, οι λάτρεις της σοφίας (φιλαλήθεις) ονομάζονται Μάγοι».
Ο Αιλιανός (Ποικίλη ιστορία Β΄ 17) γράφει γι’ αυτούς: «Η σοφία των Μάγων της Περσίας επεκτείνεται και σε όλους τους άλλους τομείς γνώσης που είναι θεμιτό να κατέχει κάποιος, αλλά και στον τομέα της μαντείας», προσθέτοντας (Δ΄ 20) ότι κοντά «στους Χαλδαίους στη Βαβυλώνα και στους Μάγους και στους σοφούς της Ινδίας» σπούδασε και ο φιλόσοφος Δημόκριτος, γι’ αυτό και μπορούσε να προβλέπει το μέλλον.
Ένας Μάγος (με τον στρογγυλό πίλο δεξιά) κάνει προβλέψεις ενώπιον του Πέρση βασιλιά και της αυλής, κατά τις εορτές του νέου έτους (20 ή 21 Μαρτίου). Ανάγλυφο από την Περσέπολη. Image: Supplied
Οι Μάγοι, των οποίων οι αστρολόγοι και οι μάντεις ονομάζονταν Χαλδαίοι, ήταν ταυτόσημοι με τους Ιεροφάντες των μυστηρίων, όπως αυτά τελούνταν στην Ελλάδα και στην Αίγυπτο.
Αυτοί λοιπόν ήταν οι Μάγοι που ξεκίνησαν το μακρινό ταξίδι τους από την Ανατολή, έχοντας ως οδηγό ένα άστρο που θα μπορούσε να είναι το “άστρο του Δαίμονα” – το ένα από τα μάτια στο κεφάλι της Μέδουσας. (Ας μην ξεχνάμε πώς το αίμα από το κεφάλι της Μέδουσας ανάσταινε νεκρούς, θεράπευε ασθένειες και χάριζε την αιώνια ζωή).
Η ιστορία μας λέει ότι το «υπέρλαμπρο άστρο» (όπως αναφέρεται στο λεγόμενο Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου – ένα μη-βιβλικό κείμενο), που στην πραγματικότητα δεν ήταν καθόλου υπέρλαμπρο, σταμάτησε να φαίνεται για λίγο καιρό, όταν οι Μάγοι βάδιζαν προς την Ιερουσαλήμ για να εμφανιστεί λίγο αργότερα, οδηγώντας τους στη φάτνη. Το άστρο δηλαδή αρχικά εμφανίστηκε, εξαφανίστηκε και επανεμφανίστηκε ύστερα από λίγες μέρες, όπως συμβαίνει με τον Αλγκόλ.
Εάν η υπόθεση των σύγχρονων αστρονόμων είναι σωστή, ότι δηλαδή οι Αιγύπτιοι γνώριζαν τη συμπεριφορά αυτού του εκλειπτικού διπλού αστέρα πριν από 3.000 χρόνια, είναι βέβαιο ότι τη γνώριζαν και οι Μάγοι, των οποίων η ιστορία είναι ακόμη πιο παλιά. Και οι Μάγοι γνώριζαν ότι εκείνη την εποχή επρόκειτο να γεννηθεί ένας ημίθεος.
Οι τρεις Μάγοι. Βυζαντινό μωσαϊκό (περ. 565 μ.Χ.). Βασιλική του Sant’ Apollinare Nuovo, Ραβέννα, Ιταλία (αναπαλαιώθηκε κατά τον 18ο αιώνα). Οι Μάγοι απεικονίζονται με περσική ενδυμασία που περιλαμβάνει παντελόνι, μανδύα και φρυγικό σκούφο. Πηγή: Wikimedia Commons

Ημίθεοι και δαίμονες

Ημίθεος (θεάνθρωπος) είναι αυτός του οποίου ο ένας γονέας είναι θεός και ο άλλος άνθρωπος. Ο πιο γνωστός ημίθεος είναι ο Ηρακλής, γιος του Δία και μιας θνητής, της Αλκμήνης. Στα ιστορικά χρόνια, ο πιο γνωστός ημίθεος είναι ο Αλέξανδρος, τον οποίο συνέλαβε η Ολυμπιάδα ερχόμενη σε επαφή με ένα θείο πνεύμα ή δαίμονα. Αλλά και στην αρχή της χρονολογίας μας γεννήθηκε ένας άλλος ημίθεος, ο Απολλώνιος Τυανέας, όπως μας πληροφορεί ο Φιλόστρατος.
Στα μυθικά χρόνια ημίθεοι υπήρξαν πολλοί – άνδρες και γυναίκες: Αχιλλέας, Αιακός, Αινείας, Αρμονία, Αρκάς, Ασκληπιός, Βελλεροφόντης, Δάρδανος, Διόνυσος, Ελένη της Σπάρτης, Έπαφος, Θησέας, Ίασος, Ιππολύτη, Μέμνονας, Ορφέας, Πενθεσίλια, Περσέας, Πολυδεύκης, Ωρίων κ.ά.
Οι τρεις Μάγοι επισκέφθηκαν λοιπόν –σύμφωνα με την χριστιανική μυθολογία­– έναν ημίθεο και ήταν επόμενο τα βήματά τους να τα οδηγεί το “άστρο του Δαίμονα”, καθώς η λέξη “δαίμων” στα αρχαία κλασικά έργα έχει νόημα ταυτόσημο με αυτό του “θεού”, “αγγέλου” ή “πνεύματος”.
Πράγματι, η λέξη δαίμων είναι ταυτόσημη με τη λέξη δαήμων (ειδήμων, γνώστης, σοφός) και ασφαλώς δεν έχει καμία σχέση με τους δαίμονες της χριστιανικής Κόλασης ή της ορθόδοξης χριστιανικής θεολογίας. Ο Οδυσσέας είναι δαιμόνιος, ενώ το Δαιμόνιο του Σωκράτη είναι το άφθαρτο μέρος του ανθρώπου, ή μάλλον ο αληθινός εσωτερικός, πυρηνικός Εαυτός, τον οποίο οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι αποκαλούσαν Νου ή λογικό θείο Εγώ.
«Ήθος ανθρώπω δαίμων», έλεγε ο Ηράκλειτος∙ η μοίρα του ανθρώπου είναι ο χαρακτήρας του, όχι όμως ο χαρακτήρας που σμιλεύεται μέσα από τη συμμετοχή του ατόμου σε συλλογικές δραστηριότητες, πλάθεται από το πνεύμα της εποχής και διαμορφώνεται από τις επιλογές που κάνει κάποιος, αλλά ο εσωτερικός χαρακτήρας, ο ένθεος, ο αληθινός.
Mutatis mutandis, όλοι είμαστε ημίθεοι, κατά το ήμισυ άνθρωποι και κατά ήμισυ θεοί –«πάντες γαρ υιοί Θεού έστε» λέει ο Παύλος στην Προς Γαλάτας Επιστολή (3:26)– μόνο που το έχουμε ξεχάσει.

Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ

Τα απομεινάρια μιας αιγυπτιακής Σφίγγας στον Άρη (vid)

$
0
0

Οι ερευνητές χαιρετίζουν την ανακάλυψη ενός βραχώδους σχηματισμού στον Άρη, παρόμοιου με αυτόν της Σφίγγας στην Αίγυπτο.

Οι κυνηγοί εξωγήινης ζωής πιστεύουν ότι βρήκαν τα ερείπια (δεξιά) ενός αρχαίου πολιτισμού στον κόκκινο πλανήτη από κάτι που θα μπορούσε να είναι ένα γλυπτό μνημείο παρόμοιο με αυτό της Σφίγγας της Αιγύπτου (αριστερά). Πηγή: Youtube
Η ΜΕΓΑΛΗ Σφίγγα της Γκίζας, το αρχαιότερο άγαλμα μνημειακού τύπου που σώζεται, απεικονίζει ένα πλάσμα με σώμα λιονταριού και κεφάλι ανθρώπου σε καθήμενη στάση. Το άγαλμα βρίσκεται στο οροπέδιο της Γκίζας στην Αίγυπτο και οι κατασκευαστές του εκμεταλλεύτηκαν κάποιον υπάρχοντα βραχώδη σχηματισμό για να το διαμορφώσουν.
Είναι επίσης το μεγαλύτερο μονολιθικό άγαλμα στον κόσμο, με μήκος 73,5 μέτρα, πλάτος 6 και ύψος 20.22 μέτρα. θεωρείται ότι κτίστηκε από τους αρχαίους Αιγύπτιους του Παλαιού Βασιλείου, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του φαραώ Χεφρήνου (2558 – 2532 π.Χ.).
Συνηθισμένοι στα γήινα μέτρα είναι δύσκολο να εξοικειωθούμε με την αρειανή τοπιογραφία και να υπολογίσουμε με σαφήνεια έναν σχηματισμό στην επιφάνεια του κόκκινου πλανήτη, που έχει περίπου το 53% του μεγέθους της Γης. Παρ’ όλα αυτά, αν και έχει το μισό σχεδόν μέγεθος του πλανήτη μας, ο Άρης έχει το πιο ψηλό βουνό του ηλιακού συστήματος. Πρόκειται για το όρος Όλυμπος που έχει ύψος 26 χιλιόμετρα, είναι δηλαδή τρεις φορές πιο ψηλό από το Έβερεστ!
Σε αυτόν τον πλανήτη, όπου το ιλιγγιωδώς μεγάλο συγκρούεται με το απείρως μικρό, οι ερευνητές ανακάλυψαν έναν βραχώδη σχηματισμό που θα μπορούσε να είναι το πρόσωπο μιας Σφίγγας.


Σύμφωνα με τους ερευνητές, το μέρος αυτό του κόκκινου πλανήτη θα μπορούσε να είναι απομεινάρι μιας περιτειχισμένης πόλης ενός αρχαίου πολιτισμού.
Η τοποθεσία όπου βρίσκεται ο βραχώδης σχηματισμός ονομάζεται Aeolis Mons (Αιολικά Βουνά) και αποτελεί την κύρια προεξοχή στο κέντρο του κρατήρα Γκέιλ, όπου εκτελεί έρευνες το ρομποτικό όχημα της NASA “Curiosity”. Η φωτογραφία που εξετάστηκε από τους ερευνητές συνετέθη από 13 διαφορετικές λήψεις που έγιναν σε διαφορετικές μέρες.
Το μέρος στην επιφάνεια του Άρη, όπου εντοπίστηκε το υποτιθέμενο αρχαίο μνημείο. Πηγή: Youtube
Το μισοθαμμένο κεφάλι της αρειανής “Σφίγγας” με την φαραωνική καλύπτρα και το πρόσωπο να κοιτάζει προς τον ουρανό. Πηγή: Youtube
Το βίντεο που αναρτήθηκε στο Youtube έχει τον (επιτυχημένο) τίτλο “Ο ΦΑΡΑΩ ΤΟΥ ΑΡΗ”, καθώς το πρόσωπο του αρειανού “μνημείου” φαίνεται να φέρει καλύπτρα μορφής διπλής τιάρας, όπως οι φαραώ της Αιγύπτου, αλλά και η Σφίγγα.
Το ρομποτικό όχημα Curiosity, το οποίο εξερευνά τον κρατήρα Γκέιλ στον Άρη, ως μέρος της αποστολής της NASA “Mars Science Laboratory mission”, εκτοξεύθηκε στις 26 Νοεμβρίου 2011 από το ακρωτήριο Κανάβεραλ και προσαρειώθηκε στην περιοχή Aeolis Palus (Τέλματα του Αιόλου) στον κρατήρα Γκέιλ, στις 6 Αυγούστου 2012. Έκτοτε εξερευνά τον κρατήρα Γκέιλ που αν και είναι μικρός είναι γεμάτος μυστήρια που οι επιστήμονες της Γης προσπαθούν να εξηγήσουν.
ν
ν

Ιστορική αναδρομή του θεσμού της φυλακής

$
0
0


Η δημιουργία του ποινικού δικαίου, μια από τις διαστάσεις του οποίου αποτελεί κι ο τρόπος αντιμετώπισης των ατόμων που διαπράττουν αδικήματα, συμβαδίζει με τον πρώτο σχηματισμό οργανωμένου κράτους. Από τότε μέχρι σήμερα, τα στοιχεία που το συνθέτουν, όπως είναι οι διαφορετικές συμπεριφορές που θεωρούνται ως αδικήματα, οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για την καταστολή τους κι η μεταχείριση των εγκληματιών, διαφοροποιούνται συνεχώς, ανάλογα πάντα με τις εκάστοτε κοινωνικές συνθήκες. Τα διαφορετικά κοινωνικά δεδομένα κάθε εποχής επιδρούν σε μεγάλο βαθμό τόσο στην ποινικοποίηση ή αποποινικοποίηση συγκεκριμένων μορφών συμπεριφοράς, όσο και στην κοινωνική αλλά και θεσμοθετημένη αντίδραση που αυτές προκαλούν. Με τον ίδιο τρόπο, η γέννηση της φυλακής, ως μέθοδος ποινικής καταστολής κι η ιστορική της εξέλιξη έως ότου αυτή λάβει τη σημερινή της μορφή, συνιστούν αποτέλεσμα διαδοχικών κοινωνικών μεταβολών.

Παρά το γεγονός ότι η στέρηση της ελευθερίας κι ο περιορισμός, μέσω της φυλάκισης, ατόμων που διαπράττουν αδικήματα ανάγεται στα βάθη των αιώνων, ακόμη κι από την ελληνική αρχαιότητα, η καθιέρωση της φυλακής ως χώρου έκτισης της θεσμοθετημένης τιμωρίας αποτελεί ένα σχετικά σύγχρονο φαινόμενο, η εμφάνιση του οποίου τοποθετείται χρονικά στην εποχή του Μεσαίωνα. Η δημιουργία της φυλακής συνιστά την αφετηρία ανθρωπιστικών τρόπων εκτέλεσης της ποινής, σε αντίθεση με τα βασανιστήρια, δηλαδή τις σκληρές και βάναυσες σωματικές κυρώσεις, που χρησιμοποιούνταν πριν την συγκρότησή της. Για το λόγο αυτό και σε σύγκριση με τα προηγούμενα είδη τιμωριών, η φυλακή χαρακτηρίζεται ως «ποινή κάθε πολιτισμένης κοινωνίας» (Τσαλίκογλου, 1989. Αλεξιάδης, 1993. Παύλου & Γιούνη, 2003).

Η πρώτη φυλακή, το πρώτο «σωφρονιστήριο», ιδρύθηκε στο Λονδίνο, το 1557 κι ακολούθησε η ίδρυση δύο σωφρονιστηρίων στο Άμστερνταμ, το 1596 και λίγο αργότερα στη Γερμανία και την Ελβετία. Μέχρι την ίδρυσή τους οι κρατούμενοι τοποθετούνταν σε διαφόρων ειδών ιδρύματα, χωρίς να εξυπηρετεί η κράτησή τους κάποιο συγκεκριμένο σκοπό. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα ιδρύματα αυτά οι κρατούμενοι συνυπήρχαν με ασθενείς με ανίατες νόσους, άστεγους, εγκαταλειμμένα παιδιά κι άλλες κατηγορίες ανθρώπων. Αργότερα, το 1704, εγκαινιάστηκε από τον πάπα Κλήμη 11ο το πρώτο σωφρονιστικό ίδρυμα για ανήλικους εγκληματίες. Στην Ελλάδα οι πρώτες φυλακές δημιουργήθηκαν περίπου το 1887, ενώ πριν από την ίδρυσή τους το σκοπό αυτό εξυπηρετούσαν κυρίως τα ενετικά φρούρια (Κουράκης, 1985. Αλεξιάδης, 1993. Χάιδου, 2002).


Ωστόσο, κατά την Τσαλίκογλου (1989), τα σωφρονιστήρια αυτά δεν θεμελίωναν την τιμωρία του εγκληματία κατά τη δημιουργία τους. Αρχικά, είχαν χαρακτήρα φύλαξης, καθώς σε αυτά κρατούνταν οι υπόδικοι μέχρι την παραπομπή τους σε δίκη και τον ορισμό της ποινής. Η θέσπιση της φυλακής σαν χώρος εκτέλεσης της ποινής ή οι ποινές κατά τις ελευθερίας, που αποτελούν τις ποινικές κυρώσεις της εποχή μας, έκαναν την εμφάνισή τους μόλις στα τέλη του 18ου αιώνα.

Πιο συγκεκριμένα, μέχρι το 18ο αιώνα οι διάφορες μέθοδοι ποινικής καταστολής στόχευαν στην ανταπόδοση για το διαπραχθέν έγκλημα και στην εξόντωση ή το στιγματισμό του δράστη. Είδη κυρώσεων αποτελούσαν η θανατική ποινή, που μπορούσε να πραγματοποιηθεί με 150 περίπου διαφορετικούς τρόπους, όπως περιγράφεται στην Constitutio Criminalis Carolina του 1532, οι σωματικές ποινές, όπως η αποκοπή μελών του σώματος, το μαστίγωμα ή ο στιγματισμός, η καταδίκη σε καταναγκαστική εργασία, για παράδειγμα σε γαλέρες, η εξορία ή η αποστολή σε αποικίες, καθώς κι οι χρηματικές ποινές. Η στέρηση της ελευθερίας ήταν άγνωστη σαν τρόπος τιμωρίας. Η κράτηση αποσκοπούσε είτε στον περιορισμό του εγκληματία μέχρι να πραγματοποιηθεί η δίκη και να εκτελεστεί η ποινή είτε στην εκμετάλλευση της εργασίας του, με τη μορφή καταναγκαστικής εργασίας σε γαλέρες, δημόσια έργα ή μεταλλεία (Κουράκης, 1985. Αλεξιάδης, 1993. Χάιδου, 2002).

Η υιοθέτηση των ποινών κατά της ελευθερίας συνιστά επίδραση του κινήματος του Διαφωτισμού. Σύμφωνα με την Τσαλίκογλου (1989), η ατομική ελευθερία ανάγεται σε ύψιστο αγαθό κατά τη συγκεκριμένη εποχή, με αποτέλεσμα η αφαίρεσή της να συνιστά από μόνη της τιμωρία. Παράλληλα, οι υπάρχουσες μορφές ποινικής καταστολής, δηλαδή η καταδίκη σε θάνατο ή τα βασανιστήρια, προκαλούν την αντίδραση των οπαδών του Διαφωτισμού, οι οποίοι αποσκοπούν στην ανθρωπιστική κι ορθολογική αντιμετώπιση του εγκληματία. Μέσα σε αυτό το κλίμα, η χρήση των σωματικών ποινών εγκαταλείπεται σταδιακά κι οι ποινές κατά της ελευθερίας εξαπλώνονται (Αλεξιάδης, 1993).

 Από την πρώτη εμφάνιση των «ποινών κατά της ελευθερίας» έως τη σημερινή εποχή, τόσο ο τρόπος εκτέλεσής τους, όσο κι η κατάσταση των ιδρυμάτων, στα οποία αυτές εκτίονται, δηλαδή των φυλακών, έχουν μεταβληθεί, προσαρμοζόμενα στα εκάστοτε κοινωνικά δεδομένα. Ο τρόπος εκτέλεσης της ποινής αφορά το ιδιαίτερο περιεχόμενο και τους στόχους, στους οποίους η ποινή αποβλέπει, στοιχεία που οδηγούν σε συγκεκριμένη μορφή οργάνωσής της, ώστε αυτά να επιτευχθούν. Η κατάσταση των ιδρυμάτων αναφέρεται στη μέθοδο οργάνωσής τους, ανάλογα με τους διαφορετικούς τρόπους έκτισης της ποινής. Οι δύο αυτοί παράγοντες, οδήγησαν στη διαμόρφωση συγκεκριμένων συστημάτων οργάνωσης της εκτέλεσης των ποινικών κυρώσεων, των «σωφρονιστικών συστημάτων». Τα σωφρονιστικά συστήματα μπορούν να διαχωριστούν σε δύο κατηγορίες: τα σωφρονιστικά συστήματα κλειστής μεταχείρισης και τα σωφρονιστικά συστήματα ανοιχτής μεταχείρισης (Αλεξιάδης, 1993).

Τα σωφρονιστικά συστήματα κλειστής μεταχείρισης κατατάσσονται σε τέσσερις κατηγορίες, κάθε μια από τις οποίες διαθέτει διαφορετικά χαρακτηριστικά κι επικράτησε σε διαφορετικές χρονικές περιόδους. Αυτές είναι: το κοινοβιακό σύστημα, το απομονωτικό ή πενσυλβανικό σύστημα, το μικτό ή ωβούρνειο σύστημα και το προοδευτικό ή ιρλανδικό σύστημα (Αλεξιάδης, 1993. Χάιδου, 2002).

Το κοινοβιακό σύστημα στηριζόταν στη συνεχή επαφή των κρατουμένων, με τη διαβίωσή τους σε κοινούς θαλάμους, όπου εργάζονταν, έτρωγαν και κοιμούνταν.
Το σωφρονιστικό αυτό σύστημα επικράτησε περίπου από το 1600 μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα. Το απομονωτικό σύστημα ήταν αποτέλεσμα της επιρροής των θρησκευτικών κι ανθρωπιστικών μεταρρυθμιστικών ιδεών, που εξαπλώθηκαν στα τέλη του 18ου αιώνα. Υπό την επίδρασή τους οι έγκλειστοι παρέμεναν σε πλήρη απομόνωση, στο κελί τους, σε όλη τη διάρκεια της ημέρας και της νύχτας. Μοναδική δραστηριότητα των κρατουμένων ήταν η μελέτη της Αγίας Γραφής, μέσω της οποίας θεωρούνταν ότι οι κατάδικοι θα ακολουθούσαν το δρόμο της μετάνοιας και της «σωτηρίας». Το σύστημα αυτό καταργήθηκε οριστικά περίπου στις αρχές του 20ου αιώνα, ενώ στην Ελλάδα καθιερώθηκε το 1911, στις δικαστικές φυλακές για ποινές διάρκειας έως ένα μήνα (Αλεξιάδης, 1993. Χάιδου, 2002).

Το απομονωτικό σύστημα αντικαταστάθηκε από το μικτό, το οποίο αποτελεί συνδυασμό των δύο προηγούμενων. Αυτό εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στη φυλακή του Auburn της Νέας Υόρκης, το 1816, ενώ σε κάποια σωφρονιστικά ιδρύματα εξακολουθεί να χρησιμοποιείται, με κάποιες παραλλαγές. Σύμφωνα με το μικτό σύστημα, η διαβίωση κι η εργασία των εγκλείστων κατά τη διάρκεια της ημέρας είναι κοινή, ενώ τη νύχτα επικρατεί πλήρης απομόνωση. Ωστόσο, παρά τη συνύπαρξη των κρατουμένων την ημέρα, τηρείται απόλυτη σιωπή κι αυστηρή πειθαρχία, μέτρο που στη σημερινή εποχή έχει καταργηθεί. Τέλος, το προοδευτικό σωφρονιστικό σύστημα δημιουργήθηκε στην Ιρλανδία μετά το 1850. Σύμφωνα με αυτό, η διάρκεια εκτέλεσης της ποινής χωρίζεται σε τρία στάδια, τα οποία οι έγκλειστοι διανύουν διαδοχικά, με τελικό σκοπό τη βελτίωση του ατόμου με δική του ευθύνη και πρωτοβουλία. Το προοδευτικό σύστημα καθιερώθηκε στην Ελλάδα το 1911 και εφαρμόζεται και σήμερα, απευθυνόμενο σε κρατούμενους που εκτίουν μακροχρόνιες ποινές (Αλεξιάδης, 1993. Χάιδου, 2002).

Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου και την κοινωνική κι επιστημονική εξέλιξη οι αδυναμίες των σωφρονιστικών συστημάτων έγιναν εμφανείς. Έτσι, κυρίως μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο η αντίληψη ότι η εκτέλεση των ποινών πρέπει να γίνεται κατά συγκεκριμένο σύστημα άρχισε σταδιακά να εγκαταλείπεται και δόθηκε έμφαση στην εξατομικευμένη μεταχείριση των εγκλείστων. Μέσα στο πνεύμα αυτό άρχισαν να διαδίδονται νέες μέθοδοι σχετικά με την οργάνωση των φυλακών και την αντιμετώπιση των κρατουμένων. Σήμερα, τα διαφορετικά εθνικά ποινικά δίκαια προβλέπουν την ύπαρξη ποικιλίας φυλακών με διαφορετικούς σκοπούς και κανόνες λειτουργίας, για παράδειγμα φυλακές ανδρών και γυναικών, ανήλικων κρατουμένων ή ψυχικά διαταραγμένων ατόμων, στις οποίες κάθε έγκλειστος αντιμετωπίζεται διαφορετικά. Στα πλαίσια των σύγχρονων μεθόδων μεταχείρισης των κρατουμένων τοποθετούνται και τα σωφρονιστικά συστήματα ανοικτής μεταχείρισης, όπως είναι οι βιομηχανικές ή αγροτικές φυλακές όπου τα άτομα εργάζονται είτε στο ύπαιθρο είτε σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις απομακρυσμένες από τα κτίρια της κυρίως φυλακής.

Αλεξιάδης, Σ. (1993). Σωφρονιστική. Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Σάκουλα.
Τσαλίκογλου, Φ. (1989). Μυθολογίες Βίας και Καταστολής. Αθήνα: Εκδόσεις
Παπαζήση.
Θεμελή, Ο. (2000). Εγκλεισμός και υγεία – η κατάλυση ενός ακόμα έννομου
αγαθού. Ποινική Δικαιοσύνη, 8-9, σελ. 885-889.
Παύλου, Σ., & Γούνη, Μ. (2003). Αρχαίες φυλακές. Ελευθεροτυπία, Ιστορικά,
214, σελ. 6-12.
Χάιδου, Α. (2002). Το Σωφρονιστικό Σύστημα: Ζητήματα Θεωρίας και
Πρακτικής. Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη.
  


*Άπόσπασμα από την εργασία "Η επίδραση της φυλακής στην ψυχική υγεία των εγκλείστων", Νικολέττα Τουρλεντέ, Πανεπιστήμιο Κρήτης, Τμήμα Ψυχολογίας


kratoumenoi

Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΠΥ ΚΥΜΑΤΟΣ

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΕΝΟΣ ΓΕΛΟΙΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ 

$
0
0

Αποτέλεσμα εικόνας για ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΕΝΟΣ ΓΕΛΟΙΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

Fyodor Dostoyevsky 
  Φανταστικό παραμύθι  
Μετάφραση: Σωτήρης Γουνελάς   

—1— 

Είμαι  γελοίος  άνθρωπος.  Τώρα  με  λένε  τρελό.  Αυτός  θα  ήταν  ανώτερος  τίτλος,  αν  δεν  έπαυα να  είμαι  γελοίος  για  τους ανθρώπους. Μα  τώρα  πια  δεν  θυμώνω,  γιατί  όλοι είναι  αρκετά «ευγενικοί μαζί μου, και όταν με κοροϊδεύουν, είναι, θάλεγες, ακόμα πιο ευγενικοί. Ευχαρίστως  θα  γελούσα  μαζί  τους,  όχι  τόσο  με  τον  εαυτό  μου,  όσο  για  να  τους  είμαι  ευχάριστος,  αν  δεν  ένοιωθα  τόση  θλίψη  κοιτάζοντάς  τους. Θλίβομαι  που  βλέπω  πως  δεν  γνωρίζουν την αλήθεια, αυτή την αλήθεια που εγώ την γνωρίζω. Τι σκληρό που είναι να την  γνωρίζεις μόνο εσύ! Μα δεν θα καταλάβουν. Όχι, δεν θα καταλάβουν.

 Άλλοτε, υπόφερα πολύ που φαινόμουν γελοίος. Δεν φαινόμουν, ήμουν. Πάντα μου ήμουν  γελοίος και ξέρω πως σίγουρα θα είμαι από γεννησιμιού μου. Θα ήμουν και δε θα ήμουν  επτά  χρονών  όταν  έμαθα  πως  ήμουν  γελοίος.  Ύστερα  σπούδασα  στο  Πανεπιστήμιο —  κι  όσο  σπούδαζα,  τόσο  μάθαινα  πως  ήμουν  γελοίος.  Κι  έτσι,  φαίνεται  πως  όλη  η  πανεπιστημιακή  μου  επιστήμη,  υπήρχε  μόνο  και  μόνο  για  να  μου  αποδείξει  και  να  μου  εξηγήσει, όσο την εμβάθυνα, πως ήμουν γελοίος. Και με τη ζωή μου έγινε το ίδιο όπως και  στην επιστήμη μου. Χρόνο με το χρόνο, αποκτούσα όλο και περισσότερο τη βεβαιότητα πως  απ'  όλες  τις  απόψεις  φαινόμουν  γελοίος.  

Παντού  και  πάντα,  όλοι  με  κορόιδευαν  μα  κανένας δεν θα μπορούσε να υποπτευθεί πως αν υπήρχε ένας άνθρωπος στον κόσμο που  ήξερε καλύτερα απ' όλους πως ήμουν γελοίος, αυτός ο άνθρωπος ήμουν εγώ. Έτσι, ένιωθα  κάτι  σαν  πείσμα  διαπιστώνοντας  πως  κανένας  δεν  το  υποπτευόταν.  Σ'  αυτό  φταίω  εγώ, γιατί  πάντα  η  περηφάνια  μου  μ'  εμπόδιζε  να  ομολογήσω  το  μυστικό  μου. 

 Κι  αυτή  η  περηφάνια  όλο  και  μεγάλωνε  όσο  περνούσαν  τα  χρόνια,  κι  αν  παρασυρόμουν  κι  αναγνώριζα  μπροστά  σε  οποιοδήποτε  πως  είμαι  γελοίος,  νομίζω  πως  το  ίδιο  βράδυ  θάσπαζα  το  κεφάλι  μου  με  μια  πιστολιά.  

Πόσο  υπόφερα,  όταν  ήμουν  έφηβος  και  σκεφτόμουν πως δεν θα μπορούσα ν' αντέξω και θα τ' ομολογούσα ξαφνικά στους φίλους  μου.  Μα  σαν  έγινα  παλικάρι,  μ'  όλο  που  κάθε  χρόνο  που  περνούσε  βεβαιωνόμουν  περισσότερο  για  την  τρομερή  μου  ιδιορρυθμία,  κατάφερα,  όσο  νάναι,  να  ησυχάσω. 

 Κι  αυτό, γιατί ακριβώς ως και τότε αγνοούσα το πώς και το γιατί. Ίσως εξ αιτίας της απέραντης  μελαγχολίας  που  γέμισε  την  ψυχή  μου  ένα  γεγονός  πολύ  ανώτερο  από  τον  εαυτό  μου, δηλαδή  η  πεποίθηση  που  είχε  εδραιωθεί  μέσα  μου,  πως  εδώ‐κάτω  τίποτα  δεν  έχει  σημασία.  

Αυτό  το  υποπτευόμουν  από  πολύ  καιρό,  μα  ξαφνικά  βεβαιώθηκα  εντελώς  και  ολοκληρωτικά γι' αυτό: ξαφνικά ένοιωσα πως θα μου ήταν αδιάφορο αν υπήρχε ο κόσμος ή  δεν υπήρχε τίποτα πουθενά. Άρχισα να καταλαβαίνω και να νοιώθω πως κατά βάθος δεν  υπήρχε τίποτα για μένα. Ως τα τότες, μου φαινόταν πάντα πως υπήρχαν πολλά πράγματα  πριν από μένα. 

Κι εκείνη τη στιγμή άρχισα ν' αντιλαμβάνομαι πως δεν υπήρχε τίποτα πριν ή  μάλλον πως μόνο φαινόμενα υπήρχαν. Σιγά‐σιγά απόκτησα την πεποίθηση πως ποτές δεν  υπήρχε  τίποτα.  Και  τότε,  έπαψα να εξοργίζομαι  με  τους ανθρώπους και κατέληξα να  μην  τους  προσέχω  πια.  


Αυτή  η  διάθεση  εκδηλωνόταν  στα  πιο  μικρόχαρα  γεγονότα  της  ζωής: παραδείγματος χάρη, τύχαινε καμιά φορά, καθώς περπατούσα στο δρόμο, να σκοντάφτω  πάνω στους ανθρώπους. Όχι επειδή ήμουν απορροφημένος από καμιά σκέψη, αφού τότες  δεν σκεφτόμουν πια τα πράγματα που θάπρεπε να σκάφτομαι: αδιαφορούσα για όλα. Να  είχα τουλάχιστον στα χέρια μου την λύση των προβλημάτων! 

Ούτε ένα δεν είχα λύσει. Κι  ένας  Θεός  ξέρει  πόσα  και  πόσα  προβλήματα  είχαν  παρουσιαστεί  στο  μυαλό  μου!  Μα  επειδή αδιαφορούσα για το κάθε τι, είχα πετάξει και τα προβλήματα. Να  λοιπόν  που  ξέρω  την  αλήθεια.  Αυτή  την  αλήθεια,  την  έμαθα  πέρυσι  το  Νοέμβρη  ακριβώς στις τρεις του Νοέμβρη, και από τότες την έχω πάντα μέσα στο μυαλό μου. 

Ήτανε  μια θεοσκότεινη νύχτα, η πιο σκοτεινή νύχτα που μπορεί ποτές να γίνει. Γύριζα σπίτι μου, θυμάμαι, κατά τις έντεκα η ώρα, και ακριβώς σκεφτόμουν πως θάτανε αδύνατο να δεις μια  νύχτα  πιο  σκοτεινή  από  εκείνη.  

Όλη  τη  μέρα  έβρεχε,  μια  απ'  τις  πιο  κρύες  και  τις  πιο φοβερές  βροχές,  κάτι  σαν  απειλητική  βροχή,  θυμάμαι,  γιομάτη  εχθρότητα  για  τους  ανθρώπους, όταν ξαφνικά, κατά τις έντεκα σταμάτησε, κι άρχισε να σηκώνεται μια φριχτή  υγρασία, πιο υγρή και πιο κρύα απ' την υγρασία της βροχής. 

Κάτι σαν ατμός αναδινόταν απ'όλες τις πλάκες του δρόμου, από κάθε δρομάκο σαν κοίταζες πιο μακριά σε προοπτική απ'τη μια άκρη του δρόμου ως την άλλη. 

Και ξαφνικά, μου φάνηκε πως αν έσβηνε από παντού  το γκάζι, τότε θάτανε λιγότερο λυπητερή η εντύπωση, τόσο πολύ σου θλίβανε την καρδιά  τα  φώτα  του  γκαζιού  που  τα  φωτίζανε  όλ'  αυτά.  Δεν  είχα  φάει  'κείνη  τη  μέρα  κι  είχα  περάσει το βράδυ στο σπίτι ενός μηχανικού μαζί με δυο άλλους φίλους του. Δεν μιλούσα, και νομίζω πως με βρήκαν ανιαρό.

 Εκείνοι μιλούσανε με πύρινα λόγια, και για μια στιγμή  μάλιστα, τους έπιασε θυμός: Μα στην πραγματικότητα, όλ' αυτά τους ήταν αδιάφορα∙ αυτό  τόβλεπα  καλά,  κι  αν  θυμώνανε,  το  κάνανε  μόνο  για  τον  τύπο.  

Και  ξαφνικά,  τους  είπα: «Κύριοι,  κατά  βάθος  όλ'  αυτά  σας  είναι  αδιάφορα».  

Και  'κείνοι  δε  θυμώσανε,  μόνο  γελάσανε μ' αυτά τα λόγια μου. Τους τάπα χωρίς κανένα τόνο μομφής μόνο και μόνο γιατί  μου  φαινόταν  αδιάφορο.  Κι  εκείνοι  παρατήρησαν  αυτή  την  αδιαφορία  και  σκάσανε  στα  γέλια. Όταν  συλλογίστηκα  στο  δρόμο  το  φως  του  γκαζιού,  σήκωσα  τα  μάτια  μου  στον  ουρανό. Όλος  ο  θόλος  απλωνότανε  φριχτά  σκοτεινός  και  ξεχώριζες  καθαρά  τα  κουρελιασμένα  σύννεφα  που  τα  όργωναν  βαθιές  μελανές  κηλίδες.  

Ξαφνικά,  πάνω  σε  μια  απ'  αυτές  τις  κηλίδες,  είδα  ένα  μικρό  αστεράκι,  κι  άρχισα  να  το  κοιτάω  καλά‐καλά.  Γιατί,  πραγματικά, αυτό  το  αστεράκι  μου  ξύπνησε  μέσα  μου  μιαν  ιδέα.  Αποφάσισα  να  σκοτωθώ  εκείνη  τη  νύχτα.  Αυτό  το  σχέδιο  το  είχα  καταστρώσει  πριν  δυο  μήνες  και  μ'  όλη  μου  τη  φτώχεια, αγόρασα  ένα  θαυμάσιο  περίστροφο  και  το  γέμισα  την ίδια  μέρα. 

 Είχανε  περάσει  λοιπόν  δυο μήνες, και το περίστροφο κοιμότανε μέσα στο συρτάρι, μα όλα μου είχανε γίνει τόσο  αδιάφορα  που  μούρθε  η  όρεξη  να  περιμένω  την  ώρα  που  θα  μου  φαινότανε  λιγότερο  αδιάφορο. Γιατί; δεν ξέρω. 

Λοιπόν, δυο μήνες. τώρα, κάθε φορά που έπαιρνα το δρόμο για  να γυρίσω σπίτι μου, σκεφτόμουν να τινάξω τα μυαλά μου. Μόνον περίμενα την κατάλληλη  στιγμή:  Και  να  που  μούφερε  μια  ιδέα  αυτό  το  αστεράκι:  αποφάσισα  πως  θα  τόκανα  εξάπαντος εκείνη τη νύχτα. Μα όσο για το πώς μου ξύπνησε μέσα μου αυτή την ιδέα δεν το  ξέρω καθόλου αυτό. Και τότε, ενώ κοίταζα τον ουρανό, μ' άρπαξε απ' τον αγκώνα εκείνο το μικρό κοριτσάκι. Ο  δρόμος  ήταν  έρημος  εκείνη  τη  στιγμή,  ή  τουλάχιστον  δεν  περνούσε  κανένας  από  κει. 

Εκεί‐κάτω, ένας αμαξάς λαγοκοιμότανε πάνω στο κάθισμά του. Το κοριτσάκι θάταν ως οκτώ  χρονών: φορούσε  στο  κεφάλι  του  ένα  μαντήλι  κι  ήτανε  ντυμένο  μ'  ένα φτωχικό φόρεμα, έσταζε  ολόκληρο  απ'  τη  βροχή,  μα  προπαντός  πρόσεξα  τα  σκασμένα  παπούτσια  του  που  μπάζανε  νερό,  και  το  θυμάμαι  ακόμα  κι  αυτή  τη  στιγμή:  Μου  είχανε  κάνει  ιδιαίτερη  εντύπωση.  Είχε  αρχίσει  ξαφνικά  να  με  τραβάει  απ'  τον  αγκώνα  και  να  με  φωνάζει.  Δεν  έκλαιγε,  μα  με  φώναζε  με  κομμένη  φωνή,  λέγοντας  λόγια  που  δεν  κατάφερνε  να  τα  προφέρει  γιατί  έτρεμε  από  το  κρύο.  Φαινόταν  σαν  κάτι  να  την  τρόμαζε,  και  φώναξε  με  απελπισία: «Μαμά  μου,  μαμάκα  μου!»  

Γύρισα  και  την  κοίταξα,  μα  δεν  είπα  λέξη,  και  συνέχισα το δρόμο μου. Εκείνη έτρεξε ξοπίσω μου και με τραβούσε από το μπράτσο, ενώ  από το λαρύγγι της έβγαινε ένας βραχνός ήχος, εκείνος ο ήχος που δείχνει την απόγνωση  όταν βγαίνει απ' τα μικρά παιδιά. Τον ξέρω καλά αυτό τον τόνο. Μ' όλο που δεν πρόφερνε  καμιά λέξη, κατάλαβα πως κάπου η μητέρα της αγωνιούσε ή πως κάτι τέτοιο της συνέβαινε  εκείνη τη στιγμή. 

Είχε τρέξει για να βρει κάποιον ή κάτι για να βοηθήσει τη μητέρα της. Μα  εγώ δεν την ακολούθησα∙ αντίθετα, μούρθε στο νου μου ξαφνικά να την διώξω. 

Στην αρχή  της είπα να φωνάξει κανέναν αστυφύλακα. Μα αμέσως, εκείνο ένωσε τα χεράκια του και  με  λυγμούς,  καταλαχανιασμένο,  εξακολούθησε  να  περπατάει  δίπλα  μου  χωρίς  να  με  παρατάει. 

Τότες εγώ την έβρισα και χτύπησα κάτω το πόδι μου. Μα εκείνο φώναξε μονάχα: Κύριε, Κύριε!...» κι ύστερα ξαφνικά με παράτησε και πέρασε σα βέλος στην άλλη άκρ δρόμου. Σίγουρα, κάποιος άλλος διαβάτης θα φάνηκε εκεί— κάτω, και θα μ' άφησε για να  τρέξει  σ'  εκείνον.  Εγώ  ανέβηκα  τη  σκάλα  που  φέρνει  στο  πέμπτο  μου  πάτωμα.  Το  διαμέρισμα  είναι ένα  επιπλωμένο  σπίτι  όπου «μένουν  διάφοροι ενοικιαστές. Το  δωμάτιό  μου  είναι  μικρό  και  φτωχικό,  κι  έχει  για  παράθυρο  το  ημιθόλιο  ενός  παραθυριού  της  σοφίτας.

 Έχω ένα ντιβάνι σκεπασμένο μ' ένα μουσαμά, ένα τραπέζι με τα βιβλία μου, δυο  καρέκλες και μια παλιά ξεχαρβαλωμένη πολυθρόνα μα που έχει χαμηλό κάθισμα και ψηλή  πλάτη. Κάθισα, άναψα το κερί κι άρχισα να συλλογιέμαι. Στο πλαϊνό δωμάτιο, δηλαδή από  την άλλη μεριά του χωρίσματος, γινότανε χαροκόπι που κρατούσε δυο μέρες τώρα. Αυτός  που καθότανε σ' αυτό το δωμάτιο, ήταν ένας απόστρατος λοχαγός. Είχε επισκέψεις, καμιά  δεκαριά  αλήτες  που  μεθοκοπούσαν  με  ρακί  και  παίζανε  φαραώ  με  μια  παλιά  τράπουλα. 

Την περασμένη νύχτα είχε ξεσπάσει καυγάς, κι ήξερα πως δυο από δαύτους είχανε πιαστεί  στο ξύλο. Βέβαια, η σπιτονοικοκυρά πήγε και έκανε παράπονα, μα τον φοβότανε το λοχαγό. Οι  άλλοι  νοικάρηδες  ήτανε  μια  μικροκαμωμένη  κυρία  καχεκτική  και  αδύνατη,  χήρα  ενός  αξιωματικού,  κι  είχε  τρία  παιδιά,  που  μόλις  ήρθανε  σ'  αυτή  την  τρώγλη,  πέσανε  αμέσως  άρρωστα.  Εκείνη  και  τα  παιδιά  φοβόνταν  τόσο  πολύ  το  λοχαγό,  που  όλη  τη  νύχτα  δεν  κάνανε άλλο παρά να τρέμουν και να προσεύχονται, και μάλιστα, το μικρότερο παιδί είχε  πάθει κάτι σαν νευρική κρίση. 

Ήξερα πως αυτός ο λοχαγός σταματούσε τους διαβάτες στη  λεωφόρο  Νέφσκυ  και  τους  ζητούσε  ελεημοσύνη.  Κανένας  δεν  του  εμπιστευόταν  την  παραμικρή δουλειά, κι όμως, περίεργο πράγμα (και μιλάω γι' αυτόν μόνο και μόνο για να  τονίσω  αυτό  το  γεγονός),  ένα  ολόκληρο  μήνα  που  έμενε  στο ίδιο  σπίτι  με  μένα,  δεν  είχε  ξυπνήσει  μέσα  μου  το  παραμικρό  συναίσθημα απέχθειας.  Βέβαια, από  την  πρώτη  κιόλας  μέρα, φρόντισα να μην του συστηθώ, και άλλωστε θα βαριότανε τη συντροφιά μου. 

Μα μ'όλο το θόρυβο που κάνανε από την άλλη μεριά του χωρίσματος, και όσο πολλοί κι αν ήτανε  —μου ήταν αδιάφορο. Συνήθως, δεν κοιμόμουν όλη τη νύχτα, και για να πω την αλήθεια, δεν  τους  άκουγα,  κι  έτσι  ξεχνούσα  την  παρουσία  τους.  Δεν  μπορώ  να  κλείσω  μάτι  πριν  ξημερώσει: και να φανταστείς, αυτό κρατάει τώρα κι ένα χρόνο! 

Περνάω λοιπόν τη νύχτα  μου μπρος στο τραπέζι μου, καθισμένος στην πολυθρόνα, χωρίς να κάνω τίποτα. Διαβάζω  μόνο  τη  μέρα.  

Έτσι,  μένω  καθισμένος  χωρίς  ούτε  να  σκέφτομαι  τίποτα,  κι  αφήνω  τις  σκέψεις μου να πετούν 'δω και 'κει όπως τους αρέσει. Στο κρεβάτι πήρα το περίστροφο και  το  ακούμπησα  δίπλα  μου.  

Θυμάμαι,  πως  τη  στιγμή  που  το  ακουμπούσα,  αναρωτήθηκα: 

«Είναι βέβαιο;» κι απάντησα ο ίδιος στον εαυτό μου, με απόλυτη βεβαιότητα: 

«Ναι, είναι  βέβαιο!» Δηλαδή, θα σκοτωνόμουν. 

Ήξερα πως ήταν απόλυτα βέβαιο πως θα σκοτωνόμουν  εκείνη τη νύχτα, μα πόση ώρα θα εξακολουθούσα ακόμα να κάθομαι έτσι δα μπροστά στο  τραπέζι,  περιμένοντας  την  τελευταία  στιγμή;  Αυτό,  δεν  τόξερα.  Και  σίγουρα,  θα  σκοτωνόμουν, αν δεν ήταν εκείνο το κοριτσάκι. 


Αποτέλεσμα εικόνας για ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΕΝΟΣ ΓΕΛΟΙΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

—2— 

Βλέπετε, όσο κι αν ήμουν αδιάφορος, ωστόσο είχα και κάποια ευαισθησία, έστω και για τον  πόνο,  παραδείγματος  χάρη.  Αν  με  χτυπούσε  κανένας,  θα  πονούσα.  

Μα  κι  από  ηθική  άποψη, αν μου συνέβαινε κάτι πολύ δυσάρεστο, θα λυπόμουν όπως και πριν, ενώ στη ζωή  αδιαφορούσα  για  τα  πάντα.  Και  είχα  αισθανθεί  και  οίκτο,  πριν  από  λίγο:  βέβαια,  θα  μπορούσα να είχα  βοηθήσει εκείνο  το κοριτσάκι. 

Μα γιατί δεν  το βοήθησα; 

Απλούστατα, γιατί μου ήρθε εκείνη η ιδέα, τη στιγμή που με τραβούσε από το μανίκι και με φώναζε, κι  επειδή  είχε  τεθεί  ξαφνικά  μπροστά  μου  εκείνο  το  ερώτημα,  που  δεν  μπορούσα  να  απαντήσω. 

Ήτανε  τιποτένιο ερώτημα,  μα  με  εξερέθιζε.  Και  ο  θυμός  μου  προερχόταν από  τον  εξής  συλλογισμό: 

 Αφού  αποφάσισα  να  βάλω  μόνος  μου  τέλος  στη  ζωή  μου,  κατά  συνέπεια, κι εκείνη τη στιγμή περισσότερο από κάθε άλλη φορά, θάπρεπε ν' αδιαφορώ για  όλα.  Γιατί  λοιπόν  να  νοιώσω  ξαφνικά  πως  δεν  μου  ήτανε  όλα  αδιάφορα  και  πως  το  λυπόμουν αυτό το κοριτσάκι; Θυμάμαι πως το λυπόμουν πολύ, ως το σημείο να υποφέρω  εξ  αιτίας  του,  με  εντελώς  ανάρμοστο  τρόπο  για  την  κατάστασή  μου.  

Πραγματικά,  δεν μπορώ να περιγράψω το λιγόλεπτο αίσθημα που με κυρίεψε τότε, μα αυτό το συναίσθημα  επέμενε  μέσα  μου  και  έκατσα  μπροστά  στο  τραπέζι  μου  σε  χειρότερη  κατάσταση  ερεθισμού από πριν. 

Οι συλλογισμοί έρχονταν ο ένας πίσω από τον άλλο: «Είναι φανερό, έλεγα  μέσα  μου,  πως  αφού  είμαι  άνθρωπος,  δεν  είμαι  μηδενικό,  και  όσο  δεν  γίνομαι  μηδενικό, ζω, και κατά συνέπεια μπορώ να υποφέρω, να εξοργίζομαι, και να ντρέπομαι για  τις  πράξεις  μου.  Εντάξει,  μα  αν  σκοτωθώ,  ας  πούμε  σε  δυο  ώρες,  τι  με  νοιάζει  για  το  κοριτσάκι  κι  αν  ντρέπομαι  και  τα  λοιπά;  Θα  γίνω  μηδενικό,  απόλυτο  μηδενικό.  

Είναι  δυνατόν  η  συνείδηση  του  ότι  ξέρω  πως  σε  λίγο  θα  πάψω  εντελώς  να  υπάρχω,  πως  ας  πούμε δεν θα υπάρχει τίποτα στον κόσμο, να μην επηρεάζει καθόλου ούτε το συναίσθημα  του  οίκτου  μου  για  το  κοριτσάκι  ούτε  το  συναίσθημα  της  ντροπής μου  για  την  ανανδρία  που έδειξα; 

Γιατί επιτέλους, χτύπησα το ποδάρι μου κάτω, κι έβρισκα το κοριτσάκι κι αυτή  την απάνθρωπη ανανδρία την έκανα, όχι μονάχα για ν' αποδείξω πως ήμουν αναίσθητος ως  προς τον οίκτο, αλλά γιατί όλα θα τέλειωναν μέσα σε δυο ώρες. Πιστεύετε ειλικρινά πως γι'αυτό  φώναξα;  Σχεδόν  μούρχεται  να  το  πιστέψω  και  'γώ  αυτή  τη  στιγμή.  Φανταζόμουν  ολοκάθαρα πως μόνο από μένα εξαρτιόταν η ζωή και ο κόσμος. Και μάλιστα μπορούσε να  πει  κανένας  πως  ουσιαστικά  για  μένα  είχε  πλαστεί  ο  κόσμος: Μόλις  θα  τίναζα  τα  μυαλά  μου  στον  αέρα,  ο  κόσμος  θάπαυε  να  υπάρχει,  τουλάχιστον  για  μένα.  

Χωρίς  να  λογαριάσουμε πως πραγματικά μπορεί, μόλις εξαφανιστεί η συνείδησή μου, να χαθεί σαν  φάντασμα κι ολόκληρος ο κόσμος∙ αφού δεν είναι κι αυτός άλλο από ένα αντικείμενο της  συνείδησής μου, μπορεί να εκμηδενιστεί, αφού μπορεί εγώ νάμαι όλος ο κόσμος κι όλοι οι  άνθρωποι. 

Θυμάμαι λοιπόν, πως καθώς καθόμουν και συλλογιζόμουν έλυνα διαδοχικά όλ'αυτά τα ζητήματα και τα εξηγούσα με εντελώς διαφορετική άποψη, ανακαλύπτοντάς τους  εντελώς  καινούργιες  όψεις.  Παραδείγματος  χάρη,  ξαφνικά  ήρθε  στο  μυαλό  μου  μια  περίεργη  σκέψη.  

Ας  υποθέσουμε,  έλεγα,  πως  κάποτε  έζησα  στο φεγγάρι  ή  στον  Άρη,  και  πως κει—πέρα είχα κάνει ένα εξαιρετικά βρωμερό κι ατιμωτικό έγκλημα, το χειρότερο που  μπορεί  να φανταστεί  κανένας,  ας  υποθέσουμε  πως  έγινα  τέτοιο  αντικείμενο  ντροπής  και  καταφρόνιας,  που  μόνο  στον  ύπνο  σου και  μάλιστα  σε  εφιάλτη  μπορείς  να  το  δεις κι αν, ξυπνώντας ξαφνικά πάνω στη γη, «είχα συνείδηση του τι είχα κάνει στον άλλο πλανήτη και  ήμουν  βέβαιος  πως  οτι  κι  αν  γίνει  δεν  θα  ξαναγύριζα  ποτές  εκεί,  τότε,  ναι  ή  όχι,  θα  μου  ήταν αδιάφορο το καθετί που θ' αφορούσε τη σελήνη; 

Θα ένοιωθα ναι ή όχι ντροπή, όταν  θυμόμουν το έγκλημά μου; 

Όλ' αυτά ήταν άσκοπα και άτοπα ζητήματα, και μάλιστα αφού  είχα  μπρος  μου  το  περίστροφο,  κι  ήξερα  από  τα  κατάβαθα  του  είναι  μου  πως  θα  το  εκτελούσα  αυτό,  μα  αυτό  μούφερνε  πυρετό,  κι  η  ταραχή  μου  άγγιζε  στα  όρια  του  παροξυσμού. Τώρα,  μου  ήτανε  κατά  κάποιον  τρόπο  αδύνατο  να  πεθάνω  αυτή  τη  στιγμή, εκτός πια αν εύρισκα προηγουμένως τη λύση κάποιου προβλήματος. 

Με δυο λόγια, αυτή η  μικρούλα  με  είχε  σώσει,  γιατί  από  το  ένα  ζήτημα  στο  άλλο,  ανέβαλα  τη  στιγμή  τον  πυροβολισμού. Τώρα. Στο μεταξύ, και στο δωμάτιο του λοχαγού, άρχισε να γίνεται ησυχία. Σταματήσανε  να  παίζουνε  χαρτιά,  τακτοποιηθήκανε  για  να  κοιμηθούνε,  και  πια  δεν  άκουγες άλλο από μακρινά μουγκρητά και κάπου‐κάπου και  καμιά  βρισιά  που λέγανε  με  νυσταλέα φωνή. 

Τότε ακριβώς, με πήρε και μένα ξαφνικά ο ύπνος, πράγμα που ποτές δεν  μούχε ξανασυμβεί ως τα τότε μπροστά στο τραπέζι μου, στην πολυθρόνα μου. Κοιμήθηκα  χωρίς να το καταλάβω. Όλοι το ξέρουμε, πως τα όνειρα είναι κάτι πολύ παράξενο: μερικά  σου  παρουσιάζονται  με  τον  πιο  τρομακτικό  οξύ  τρόπο,  με  τη  λεπτόλογη  ακρίβεια  του  λεπτοδουλεμένου χρυσαφικού, ενώ σε άλλα, διασχίζεις χωρίς να το καταλάβεις το χώρο και  το χρόνο.

 Όπως φαίνεται, δεν είναι το λογικό εκείνο που υποκινεί το όνειρο, μα η επιθυμία, το  κεφάλι,  η  καρδιά,  κι  όμως  πόση  λεπτότητα  δε  φανέρωσε  το  λογικό  μου  στο  όνειρο! Επιτελεί  πραγματικούς  άθλους,  που  είναι  ανεξήγητοι.  Τον  αδελφό  μου,  παραδείγματος  χάρη,  που  πέθανε  πριν  από  πέντε  χρόνια,  τον  βλέπω  καμιά  φορά  στ'  όνειρό  μου  να  συμμετέχει στις δουλειές μου, ενδιαφερόμαστε κι οι δυο μας πολύ γι' αυτές, και όμως ούτε  μια  στιγμή  την  ώρα  που  τον  ονειρεύομαι,  δεν  μου  διαφεύγει  πως  ο  αδελφός  μου  έχει  πεθάνει και τον θάψαμε. 

Πώς γίνεται λοιπόν να μην παραξενεύομαι, αφού ξέρω πως έχει  πεθάνει, να τον βλέπω να κάθεται δίπλα μου και να δουλεύει μαζί μου; Πώς γίνεται να τα  δέχεται τόσο εύκολα όλ' αυτά το λογικό μου; Μα αρκετά είπαμε. Έρχομαι τώρα στ' όνειρο  μου. Ναι, τότε το είδα αυτό το όνειρο, το όνειρό μου της 3 του Νοέμβρη. Πολλοί  σήμερα  με  κοροϊδεύουν,  και  λένε  πως  ήταν  μόνο  όνειρο. Μα  τι  σημασία  έχει  αν  ήταν όνειρο ή όχι, αφού αυτό το όνειρο ήτανε για μένα ο άγγελος της αλήθειας; 

Αφού είδα  μια  για  πάντα  την  αλήθεια,  αυτό  σημαίνει  πως  πραγματικά  ήταν  η  αλήθεια  και  πως  δεν  μπορεί  να  υπάρχει  άλλη  απ'  αυτήν,  είτε  στ'  όνειρό  μου  την  είδα,  είτε  στο  ξύπνιο  μου.  Τι  σημασία  έχει  λοιπόν  αν  ήτανε  μόνο  όνειρο,  αφού  αυτή  τη  ζωή  που  την  βάζετε  τόσο  πιο  πάνω, ήμουν έτοιμος να την εξαφανίσω με μια πιστολιά, ενώ το όνειρό μου, ω! το όνειρό  μου  υπήρξε  για  μένα  ο  άγγελος  μιας  καινούργιας  ζωής,  μιας  ζωής  απέραντης, αναζωογονημένης και δυνατής. Ακούστε, λοιπόν. 



Αποτέλεσμα εικόνας για ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΕΝΟΣ ΓΕΛΟΙΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
—3— 

Είπα  πως  είχα  αποκοιμηθεί  χωρίς  να  το  καταλάβω,  τη  στιγμή  που  εξακολουθούσα  να  σκέφτομαι τα ίδια πράγματα. Ξαφνικά, ονειρεύτηκα πως έπαιρνα το περίστροφο και πως, καθισμένος όπως ήμουνα, το πήγαινα ολόισια στην καρδιά μου — στην καρδιά και όχι στο  κεφάλι.  Κι  όμως,  είχα  αποφασίσει  να  χώσω  μια  σφαίρα  στο  αριστερό  μου  μηνίγγι. 

 Αφού  λοιπόν το ακούμπησα στο στήθος μου, περίμενα ένα — δυο δευτερόλεπτα και το κερί μαζί  με  το  τραπέζι  και  τον  απέναντι  τοίχο  αρχίσανε  ξαφνικά  να  κουνιούνται  σα  να  τρικλίζανε. Πυροβόλησα βιαστικά  Πολλές  φορές  τυχαίνει  να  βλέπεις  στ'  όνειρό  σου  πως  πέφτεις  από  πολύ  ψηλά,  πως  σε  πληγώνουν  ή  πως  σε  δέρνουνε.  

Μα  ποτές  δεν  νοιώθεις  πόνο,  εκτός  πια  αν  τύχει  να  κτυπήσεις στο σίδερο του κρεβατιού, οπότε δεν μπορεί παρά να πονέσεις. Όμως εμένα μου  φάνηκε πως ένοιωσα κάποιον κλονισμό απ' αυτήν την πιστολιά —και ξαφνικά όλα σβήσανε  κι  έμεινα  βυθισμένος  μέσα  σε  βαθύ  σκοτάδι.  Σαν  να  τυφλώθηκα  και  να  βουβάθηκα. 

Ύστερα, είμαι ξαπλωμένος ανάσκελα κάτω από κάτι σκληρό, χωρίς να βλέπω τίποτα κι ούτε  να  μπορώ  να  κάνω  την  παραμικρή  κίνηση.  Γύρω  μου  περπατάνε,  φωνάζουνε,  ο  λοχαγός  ουρλιάζει,  η  σπιτονοικοκυρά  ωρύεται.  Και  πάλι,  γίνεται  μια  ξαφνική  διακοπή  και  με  μεταφέρουν  ξέσκεπο  μέσα  σ'  ένα  φέρετρο.  Νοιώθω  το  φέρετρο  που  σκαμπανεβαίνει,  το  συλλογιέμαι αυτό, και για πρώτη φορά μούρχεται στο νου μου η ιδέα πως είμαι πεθαμένος, πεθαμένος για τα καλά.

 Το ξέρω χωρίς καμιά αμφιβολία, αφού ούτε βλέπω ούτε κουνιέμαι, κι όμως αισθάνομαι και σκέφτομαι. Αλλά πολύ γρήγορα συνηθίζω, σύμφωνα με τη λογική  των ονείρων παραδέχομαι ασυζητητεί την πραγματικότητα. Και να που με κατεβάζουν μέσα στη γη. Όλοι φεύγουν, και ’γώ μένω μόνος, ολομόναχος. Δεν κουνάω ούτε ένα μέλος μου. 

Πριν, στα νυχτέρια μου, όταν συλλογιόμουν πως θα ήμουν  μέσα  στον  τάφο,  η  μόνη  ιδέα  που  μου  ερχόταν  ήτανε  το  αίσθημα  της  υγρασίας  και του  κρύου. Έτσι και τώρα, ένοιωθα πως κρύωνα πολύ, και προπαντός στην άκρη των δαχτύλων  των ποδιών μου, μα δεν ένοιωθα τίποτε άλλο απ' αυτό. Κειτόμουν,  και,  παράξενο  πράγμα,  δεν  περίμενα  τίποτα,  και  παραδεχόμουν  χωρίς  να  το  αμφισβητώ  πως  ένας  πεθαμένος  δεν  πρέπει  τίποτα  να  περιμένει.  Μα  είχε  υγρασία.  Δεν  ξέρω πόσο έμεινα έτσι, μια ώρα, ίσως και μερικές μέρες, μπορεί και πολλές μέρες. 

Και να  που ξαφνικά, πάνω στο κλειστό αριστερό μου μάτι, μέσ' από το σκέπασμα του φέρετρου, έπεσε μια σταγόνα νερό, κι ύστερα μια άλλη, κι έτσι συνέχεια, σε κάθε λεπτό της ώρας. Ένα  βαθύ  πείσμα  μούκαψε  την  καρδιά,  κι  ένοιωσα  ένα  αίσθημα  φυσικής  αδιαθεσίας: «Είναι από  την  πληγή  μου,  σκέφτηκα —  είναι  η  πιστολιά  που  τράβηξα,  και  η  σφαίρα  βρίσκεται  αυτού». Κι οι σταγόνες μαζεύονταν μια κάθε λεπτό. Πέφτανε ολόισια πάνω στο κλειστό μου  μάτι. Και τότε, ξαφνικά φώναξα, όχι βέβαια με τη φωνή μου αφού ήταν παράλυτη, μα με  όλο μου  το είναι,  τον αυθέντη εκείνον  που ήμουν παίγνιό  του. «—

Όποιος κι αν είσαι, αν  παραδεχτώ ότι είσαι και πως υπάρχει κάτι το πιο λογικό απ' αυτό που είμαι παίγνιό του, ε! άφησε  να  γίνει  εδώ  αυτό.  Αν  μου  επιβάλλεις  αυτή  τη  γελοιοποίηση  κι  αυτή  τη  βλακώδη  επιβίωση  για  να  με  εκδικηθείς  για  τη  βλακώδη  αυτοκτονία  μου,  ποτέ,  όσο  μεγάλο  κι  αν  είναι το μαρτύριο που μπορεί να μου επιβληθεί, δεν θα φτάσει την σιωπηλή περιφρόνηση  που θα νοιώσω, έστω κι αν βαστάξει χιλιάδες χρόνια αυτό το μαρτύριο!» 

Έτσι είπα, και σώπασα. Πέρασα κοντά ένα λεπτό μέσα σε βαθειά σιωπή, και μάλιστα έπεσε  άλλη μια σταγόνα, μα ήξερα, ήξερα και πίστευα με απόλυτη κι ακλόνητη βεβαιότητα πως  όλα  θ'  αλλάζανε  την  ίδια  στιγμή.  Και  να,  που  ξαφνικά  άνοιξε  ο  τάφος  μου.  Δηλαδή,  δεν  ξέρω  αν  άνοιξε  και  άδειασε,  μα  με  άρπαξε  ένα  σκοτεινό  και  άγνωστο  ον  και  βρεθήκαμε  μέσα στο διάστημα. 

Ξαφνικά, ξαναβρήκα το φως μου∙ η νύχτα ήτανε βαθειά και ποτέ, ποτέ  μου  δεν  είχα  ξαναδεί  τέτοια  σκοτάδια!  Πηγαίναμε  μέσα  στο  διάστημα  κι  είχαμε  κιόλας  ξεμακρύνει  πολύ  από  τη  γη.  Δε  ρώτησα  τίποτε  αυτόν  που  με  μετέφερε.  Περίμενα, κλεισμένος  αλαζονικά  μέσ'  στη  σιωπή  μου∙  ήμουν  βέβαιος  πως  δεν  φοβόμουνα  —  κι  αναγάλλιαζα από ενθουσιασμό με τη σκέψη πως δε φοβόμουν.

 Δε θυμάμαι, κι ούτε μπορώ  να  υπολογίσω  πόσο  καιρό  πετούσαμε∙  όλ'  αυτά  γίνονταν  όπως  γίνεται  πάντα  στ'  όνειρο  όταν  διασχίζουμε  το  χρόνο  και  το  χώρο,  παραβιάζοντας  όλους  τους  νόμους  του  είναι  και  της λογικής, και δε στεκόμαστε παρά μόνο στα σημεία που ποθεί η καρδιά μας. Θυμάμαι, πως ξαφνικά είδα έν' αστεράκι μέσ' στα σκοτάδια. 

— Είν' ο Σύριος; ρώτησα χωρίς να μπορώ  να  κρατηθώ,  μ'  όλο  που  τόθελα  πολύ. 

—«Όχι,  είναι  τ'  αστέρι  που  είχες  δει  μέσ'  απ'  τα  σύννεφα,  σα  γύριζες  σπίτι  σου»,  μου  απάντησε  το  ον  που  με  μετέφερε.  Ήξερα  πως  ήταν  ανθρώπινης καταγωγής, μα περίεργο πράγμα, δεν το συμπαθούσα καθόλου αυτό το ον, και  μάλιστα μου προκαλούσε βαθειά απέχθεια. Περίμενα πως θάβρισκα το απόλυτο μηδέν, και  γι'  αυτό  έχωσα  τη  σφαίρα  στην  καρδιά  μου.  Και  τώρα,  να  που  βρισκόμουν  στην  αγκαλιά  ενός όντος, όχι ανθρώπινου βέβαια, μα που ήταν και υπήρχε. 

«Ώστε υπάρχει λοιπόν πέραν  του  τάφου  ζωή!»  σκέφτηκα  μ'  εκείνη  την  παράξενη  ζαλάδα  του  ονείρου,  μα  ωστόσο,  η  καρδιά  μου  διατηρούσε  κατά  βάθος  την  ουσιαστική  αρετή  της: «αφού  θα  ξαναϋπάρξω, έλεγα μέσα μου, και θα ξαναζήσω επειδή το θέλει μια αδυσώπητη βούληση, δε θέλω ούτε  να νικηθώ ούτε να ταπεινωθώ!»

— «Ξέρεις πως σε φοβάμαι και γι' αυτό με περιφρονείς», είπα ξαφνικά στο σύντροφό μου μη μπορώντας να συγκρατήσω την ταπείνωση αυτής της  ερώτησης  όπου  διαφαινόταν  μια  ολόκληρη  ομολογία,  και  νοιώθοντας  πως  αυτή  η  δειλία  μου τριβέλιζε την καρδιά σα να με τσιμπούσε βελόνα. 

Εκείνος δεν απάντησε στην ερώτησή  μου, μα  ξαφνικά ένοιωσα πως  δε με  περιφρονούσε, πως  δε με κορόιδευε κι  ούτε καν με  λυπόντανε,  και  πως  το  ταξίδι  μας  έτεινε  σ'  ένα  μυστηριώδη  κι  άγνωστο  σκοπό  που  μόνο  εμένα αφορούσε. Ο τρόμος μεγάλωνε μέσα στην καρδιά μου. Η σιωπή του συντρόφου μου  μεταδόθηκε και σε μένα και με διαπότιζε, όχι χωρίς πόνο, με την σιωπηλή παρουσία του. 

Πηγαίναμε  μέσ' από αβυθομέτρητα  σκοτάδια. Από καιρό,  δεν έβλεπα  πια  τους  γνωστούς  μου αστερισμούς. Ήξερα πως στο βάθος τ' ουρανού υπάρχουν αστέρια που οι αχτίνες τους  φτάνουνε στη γη μόνο ύστερα από χιλιάδες κι εκατομμύρια χρόνια. Ίσως νάχαμε περάσει  κιόλας αυτά τα χρονικά διαστήματα. 

Περίμενα κάτι, γεμάτος από ένα νοσταλγικό πόνο που  μου  ράγιζε  την καρδιά.  Και  ξαφνικά  ένα  πολύ  γνωστό  συναίσθημα  που  μούφερνε  βαθιές  αναμνήσεις με συγκλόνισε ολόκληρο. Ξανάβλεπα τον ήλιο μας! Ήξερα πως δεν μπορούσε  να  είναι  ο  ήλιος  μας,  εκείνος  που  γέννησε  τη  γη  μας,  και  πως  βρισκόμαστε  σε  άπειρη  απόσταση  από  τον  ήλιο  μας,  μα  μέσα  μου  καταλάβαινα  πως  ήταν  ένας  ήλιος  απόλυτα  όμοιος  με  τον  δικό  μας,  κάτι  σαν  αντίλαλος  και  σαν  σωσίας  του.  

Μια  απέραντη, τρυφερότητα πλημμύρισε την ψυχή μου, φέρνοντάς της ενθουσιασμό: Το φως εκείνου που  με  δημιούργησε  αντιλαλούσε  μέσ'  στην  καρδιά  μου  και  την  ανάσταινε,  κι  ένοιωσα  για  πρώτη φορά από τότε που κατέβηκα στον τάφο το γυρισμό της ζωής, της παλιάς ζωής. —
Μ' αφού είναι ο ήλιος, ακριβώς ο ίδιος ήλιος με τον δικό μας, τότε που είναι η γη;

— Κι ο  σύντροφός μου μούδειξε έν' αστέρι σα σμαράγδι που αστραφτοκόπαγε μέσα στη νύχτα. Πετούσαμε ολόισια καταπάνω του. —Μα είναι δυνατόν να γίνονται τέτοιες επιστροφές μέσα στο σύμπαν, είναι δυνατό να είν'αυτός  ο φυσικός  νόμος;  Κι  αν  είναι  γης  αυτό  μπορεί  νάναι  η ίδια  γης  με  τη  δικιά  μας;... Εντελώς όμοια, το ίδιο δύστυχη και το ίδιο φτωχιά, κι όμως αγαπητή, αιώνια αγαπημένη, μια  γης  που  ξέρει  ν'  αγαπιέται  ακόμα  και  απ'  τα  πιο  αχάριστα  παιδιά  της;...  

Φώναξα  αναρριγώντας από αβάσταγη, αγάπη γι' αυτή τη γης που γεννήθηκα και που λιποτάχτησα  απ' αυτήν. Και εμπρός μου, σαν αστραπή, πέρασε η εικόνα του μικρού κοριτσιού που είχα  προσβάλλει. —
Θα τα μάθεις όλα, μου απάντησε ο σύντροφός μου και στα λόγια του, διαφαινόταν ένας  θλιμμένος τόνος. 

Μα γρήγορα ζυγώναμε στον πλανήτη. Μεγάλωνε μπρος στα μάτια μου, κι άρχισα κιόλας να  διακρίνω  τον  ωκεανό  και  τα  περιγράμματα  της  Ευρώπης,  όταν  ξαφνικά  ένα  παράξενο  αίσθημα  ζήλειας  —  μία  ευγενική  και  άγια  ζήλεια  —  άναψε  μεσ'  στην  καρδιά  μου.  

Πώς  μπορεί να γίνεται μια τέτοια επανάληψη, είπα μέσα μου, και για ποιο σκοπό; Αγαπώ, και  μόνο αυτή τη γης που άφησα μπορώ ν' αγαπήσω, που πάνω της έμειναν οι στάλες απ' το  αίμα μου, όταν, σαν αχάριστος γιος, έβαλα τέλος στη ζωή μου με μια πιστολιά πάνω στην  καρδιά μου. Μα ποτέ, όχι, ποτέ δεν έπαψα να την αγαπώ αυτή τη γης, ακόμα και κείνη τη  νύχτα που την αποχαιρέτησα. 

Να υπάρχει τάχα ο πόνος πάνω σ' αυτή την καινούργια γης; Εκεί  ‐  πέρα,  στη  γης  μας,  μόνο  με  πόνο  μπορούμε  ν'  αγαπήσουμε,  και  μόνο  μέσ  απ'  τον  πόνο. Δεν ξέρουμε ν' αγαπούμε διαφορετικά, κι ούτε ξέρουμε άλλη αγάπη. Ζητώ τον πόνο  για να μπορέσω ν' αγαπήσω, ποθώ, διψώ ν' αγκαλιάσω κλαίγοντας αυτή τη μοναδική γης  που παράτησα, και δε θέλω να ζήσω∙ αρνιέμαι να ζήσω σ' οποιανδήποτε άλλη! 

Μα κιόλας, ο σύντροφός μου μ' είχε παρατήσει. Ξαφνικά, χωρίς να το καταλάβω, βρέθηκα  σ' αυτή την άλλη γης, μέσα στο εκθαμβωτικό φως μιας ηλιόλουστης μέρας, όμορφης σαν  τον  παράδεισο.  Μου  φαινότανε  σα  να  βρισκόμουν  σ'  ένα  από  κείνα  τα  νησάκια  του  ελληνικού  αρχπελάγου  της  γης  μας∙  ή  κάπου  αλλού  στα  ερείπια  μιας  ηπείρου  κοντά  στο  αρχιπέλαγος.  

Σ'  εκείνα  τα  μέρη,  όλα  ήτανε  ακριβώς  όπως  και  σε  μας,  κι  όμως  όλα  αχτινοβολούσανε  με  μια  σοβαρή  κι  επίσημη  χαρά,  που  έφτανε  ως  το  υπέροχο.  Μια  σμαραγδένια  θάλασσα  έσκαζε  απαλά  στην  ακρογιαλιά,  χαϊδεύοντάς  την  με  φανερή, σαρκική και σχεδόν συνειδητή αγάπη. 

Δέντρα με θαυμαστά κλωνάρια ορθώνονταν μ' όλο  τον  οργιώδη  χυμό  τους  και  τ'  αναρίθμητα  φυλλαράκια  τους,  κι  είμαι  βέβαιος  πως  με  χαιρετούσανε  με  το  γλυκό  τους  θρόισμα  και  μοιάζανε  σα  να  ψιθυρίζανε  ερωτόλογα.  

Το  λιβάδι αστραφτοκοπούσε με τη φλογερή και χυμώδη άνθησή του. Τα πουλιά σκίζανε σμήνη  ‐ σμήνη τον αέρα, κι έρχονταν άφοβα ν' ακουμπήσουνε στους ώμους και στα χέρια μου με  χαρούμενα  φτεροκοπήματα..  Ύστερα,  είδα  επιτέλους  και  τους  κατοίκους  αυτής  της  μακάριας γης. Ήρθανε μόνοι  τους κοντά μου, με περιτριγύρισαν και με φιλούσαν. 

Παιδιά  του ήλιου, παιδιά του ήλιου τους — ω! τι ωραίοι που ήταν! Ποτές στη γης μας δεν είχα δει  τόση ομορφιά στον άνθρωπο! Μόνο στα παιδιά μας, και μάλιστα στα πρώτα παιδικά τους  χρόνια, μπορούσες να διακρίνεις κάτι σα μια μακρινή ανταύγεια, μα πολύ εξασθενημένη, αυτής της ομορφιάς. 

Τα μάτια αυτών των μακάρων λάμπανε ολοκάθαρα. Τα πρόσωπά τους  ακτινοβολούσαν τη σοφία και τη συνείδηση, μια συνείδηση που είχε φτάσει στην υπέρτατη  γαλήνη, όμως, αυτά τα πρόσωπα μένανε χαρούμενα και μια παιδιάστικη χαρά αντηχούσε  μέσα στα λόγια και στη φωνή αυτών  των όντων! 

Ω!  τα είχα καταλάβει όλα, όλα, από την  πρώτη ματιά! Εδώ ήταν η γης, προτού την μολύνει το προπατορικό αμάρτημα: οι κάτοικοί  της, μια και δεν ξέρανε το κακό, ζούσανε στον ίδιο εκείνο παράδεισο όπου, σύμφωνα με τις  παραδόσεις  της  ανθρωπότητας,  είχανε  ζήσει  κι  οι  ένοχοι  προπάτορές  μας,  με  μόνη  τη  διαφορά πως εδώ η γης ήτανε παντού ένας και ο αυτός παράδεισος. Αυτοί οι άνθρωποι με  το χαρούμενο χαμόγελο με περιτριγυρίζανε και μου χάριζαν άφθονα χάδια. Με πήγανε στα  σπίτια τους και όλοι τους θέλανε να με ξεκουράσουν. Δε μου κάναν ερωτήσεις∙ φαίνονταν  πως  τα  ξέρανε  όλα, και  μόνο ένα  πράγμα  θέλανε:  να  διώξουνε  το  γρηγορότερο αυτή  την  οδύνη που ήτανε χαραγμένη πάνω στα χαρακτηριστικά μου.

Αποτέλεσμα εικόνας για ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΕΝΟΣ ΓΕΛΟΙΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ


 —4— 

Το καταλαβαίνετε, άλλη μια φορά,  τι σημασία έχει που ήταν όνειρο; Η αγάπη αυτών  των  αθώων  και  λαμπρών  πλασμάτων  μου  έκανε  αλησμόνητη  εντύπωση  και  νοιώθω  πως  η  αγάπη τους στάζει παντοτινά από κει ‐ πέρα πάνω στην ψυχή μου. Γιατί τους γνώρισα, τους  αγάπησα, κι υπόφερα ύστερα γι' αυτούς. 

Ω,  το κατάλαβα αμέσως, απ'  την πρώτη  στιγμή, πως  σε  πολλά  σημεία  δεν  τους  καταλάβαινα:  παραδείγματος  χάριν,  δεν  μπορούσε  να  χωρέσει  το  μυαλό  μου,  εμένα  του  μοντέρνου  Ρώσου  προοδευτικού  και  βρωμισμένου  Πετρουπολίτη,  πώς  μπορούσαν,  αυτοί  που  ξέρανε  τόσα  και  τόσα  πράγματα,  να  περιφρονούν  την  επιστήμη  μας.  

Μα  δεν  άργησα  να  καταλάβω  πως  η  γνώση  τους  ήτανε  τέλεια, πως στηριζόταν και είχε για κανόνες εντελώς άλλες διαισθήσεις απ' τις δικές μας και  πως όμοια διαφορετικοί ήτανε κι οι πόθοι τους. Δεν είχαν επιθυμίες και μέσα στη γαλήνη  τους  δε  διψούσανε  σαν  εμάς να  γνωρίσουν  τη  ζωή, αφού είχανε φτάσει  στην κατάσταση  της τελειότητας. 

Μα η γνώση τους ήτανε βαθύτερη και ανώτερη από τη δική μας επιστήμη, γιατί η δική μας επιστήμη ζητάει να εξηγήσει τι είναι η ζωή και προσπαθεί να τη γνωρίσει  για  να  μάθει  στους  άλλους  πώς  να  ζούνε.  Ενώ  εκείνοι,  δεν  είχανε  καμιά  ανάγκη  την  επιστήμη,  κι  αυτό  το  καταλάβαινα,  χωρίς  να  μπορώ  να  εννοήσω  την  γνώση  τους.  Μου  δείχνανε τα δέντρα τους και τους μιλούσανε σα να μιλούσαν σε όντα όμοιά τους. 

Γιατί, να  το ξέρετε, δεν πιστεύω να γελιέμαι σαν λέω πως τους μιλούσανε! Ναι, είχανε ανακαλύψει  τη  γλώσσα  τους,  κι  είμαι  σίγουρος  πως  και  κείνα  τους  καταλαβαίνανε.  Έτσι  βλέπανε  τη  φύση. 

Με τα ζώα, ζούσανε ειρηνικά, και δεν τους κάνανε κανένα κακό∙ τ' αγαπούσανε, και  τα είχανε μερώσει με την αγάπη τους. Μου δείχνανε τ' αστέρια και μου μιλούσανε γι' αυτά, μου  λέγανε  πράγματα  που  δεν  μπορούσα  να  τα  καταλάβω,  μα  είμαι  βέβαιος  πως  θα  επικοινωνούσανε  με  τ'  αστέρια  τ'  ουρανού,  και  όχι  μονάχα  με  τη  σκέψη,  μα  με  κάποιο  ζωντανό  τρόπο! Ω!  αυτά  τα  όντα  δεν  καταφέρνανε  να  με  κάνουν  να  τα  καταλάβω,  μα  μ'αγαπούσανε κι έτσι, αλλά ήξερα πως ούτε κείνοι με καταλάβαιναν και γι' αυτό σχεδόν δεν  τους μιλούσα για  τη γης  μας. Φιλούσα μόνο μπροστά  τους  τη  γης  όπου  ζούσανε, και γω, χωρίς να λέω λέξη, τους λάτρευα. Αυτοί το βλέπανε, κι αφήνανε να τους λατρεύω χωρίς να  ντρέπονται για τη λατρεία μου αφού κι οι ίδιοι ήτανε γεμάτοι αγάπη. Δεν λυπόνταν, ακόμα  κι όταν τους φιλούσα καμιά φορά με δάκρυα τα πόδια τους, γιατί είχανε στην καρδιά τους  τη χαρούμενη βεβαιότητα πως ανταποκρίνονταν στην αγάπη μου, με τη δύναμη της δικής  τους  της  αγάπης.  

Πολλές  φορές  αναρωτιόμουν  με  έκπληξη,  πως  γινόταν,  σ'  όλο  αυτό  το  διάστημα, να μην καταφέρουν ούτε μια φορά να προσβάλουν ένα ον σαν εμένα, κι ούτε να  ξυπνήσουν  μέσα  μου  αισθήματα  ζήλειας  και  φθόνου.  Πολλές  φορές  αναρωτήθηκα  πως  μπορούσα, εγώ ο καυχησιάρης και ψεύτης, και δεν τους μιλούσα για γνώσεις που σίγουρα  ούτε ακουστά θα τις είχανε. 

Πώς δε μουρχόταν η επιθυμία να τους καταπλήξω, έστω κι από  αγάπη γι' αυτούς; Παιζογελούσανε χαρούμενοι σα μικρά παιδιά. Περιπλανιόνταν μέσα στα  θαυμαστά δασάκια και στα πυκνά δάση τους. 

Τραγουδούσαν τα όμορφα τραγούδια τους∙  ζούσανε με λαφριά τροφή, με τους καρπούς από τα δέντρα τους, με το μέλι από τα δάση  τους και με το γάλα από τις ήμερες κατσίκες τους. Λίγη δουλειά έφτανε για να κερδίζουν  την τροφή, και τα ρούχα τους. 

Ο έρωτας ήταν κοινός και γεννιόντανε παιδιά, μα ποτές μου  δεν είδα εκείνη τη σκληρή ηδυπάθεια που χαρακτηρίζει όλα σχεδόν τα όντα του πλανήτη  μας, όλα μαζί και το καθένα χωριστά, και που είναι η πηγή σχεδόν όλων των αμαρτημάτων  της  ανθρωπότητάς  μας∙  χαίρονταν  σαν  ερχόντανε  παιδιά  στον  κόσμο,  σαν  να  ήτανε  σύντροφοι  σ'  αυτό  το  χαρούμενο  γλέντι.  Ποτές  δε  γίνονταν  καυγάδες  ή  ζήλιες  ανάμεσά  τους,  και  μάλιστα  ούτε  καταλάβαιναν  τι  σημαίνουν  αυτά  τα  πράγματα.  

Τα  παιδιά  τους  ήτανε παιδιά ολονώνε, γιατί όλοι τους αποτελούσανε μιαν οικογένεια. Σχεδόν δεν ξέρανε τι  θα  πει  αρρώστια,  μ'  όλο  που  ξέρανε  το  θάνατο,  μα  στον  τόπο  τους  ο  γέρος  είχε  ήσυχο  θάνατο, σα ν' αποκοιμόταν, περιτριγυρισμένος από  τους δικούς  του, και τους ευλογούσε, τους χαμογελούσε, κι εκείνοι συνοδεύανε αυτή την αγωνία με τα φωτεινά τους χαμόγελα. 

Ποτέ μου, σ' αυτή την περίπτωση, δεν τους είδα να θλίβονται ή να κλαίνε: ήτανε μόνο μια  αύξηση της αγάπης που έφτανε ως την έκσταση, μια γαλήνια έκσταση, είν' αλήθεια, τέλεια  και στοχαστική. Θάλεγες πως κι ύστερα από το θάνατο, εξακολουθούσαν να επικοινωνούν  με  τους  νεκρούς  τους,  και  πως  τη  γήινη  ένωση  μεταξύ  τους  δεν  τη  διέκοπτε  ο  θάνατος. Σχεδόν  δε  με  κατάλαβαν  όταν  τους  ρώτησα  για  την  αιώνια  ζωή∙  μα  έβλεπες  καλά  πως, χωρίς  να  το  αντιλαμβάνονται,  ήτανε  τόσο  σίγουροι  γι'  αυτό,  που  ούτε  καν  τους  ετίθετο  αυτό  το  ζήτημα.  

Δεν  είχαν  εκκλησιές  και  ζούσανε  σαν  σε  αδιάκοπη  επικοινωνία  με  το  μεγάλο Παν∙ δεν είχανε θρησκεία, μα ξέρανε πως, αφού θα γέμιζαν με τις χαρές της ζωής  ως εκεί που έφταναν  τα  όρια  της γήινης φύσης,  τότες γι' αυτούς, και  τους  ζωντανούς και  τους  πεθαμένους,  θα  γινόταν  πλατύτερη  η  επαφή  με  το  μεγάλο  Παν.  Και  περιμένανε  με  χαρά  αυτή  τη  στιγμή  χωρίς  βιάση  και  χωρίς  νοσταλγία,  σα  να  την  είχανε  κιόλας  με  τα  προαισθήματα της καρδιάς τους, κι αυτά τα προαισθήματα τα ανακοινώνανε ακούραστα ο  ένας στον άλλο. 

Το βράδυ, πριν κοιμηθούνε, τους άρεσε ν' ακούνε τέλειες χορωδίες. Μ' αυτά τα τραγούδια  εξωτερικεύανε  όλα  τα  αισθήματα  που  τους  έδινε  η  μέρα  πούφευγε  και  την  ευλογούσαν  αποχαιρετώντας  την.  Υμνούσανε  τη  φύση,  τη  γης,  τη  θάλασσα,  τα  δάση.  

Τους  άρεσε  να  συνθέτουν τραγούδια ο ένας για τον άλλο, να αλληλοεξυμνούνται τραγουδώντας σα μικρά  παιδιά,  με  απλά  τραγούδια  που,  επειδή  έρχονταν  από  την  καρδιά,  αγγίζανε  τις  καρδιές  τους. 

Κι ύστερα, φαίνεται πως δε γυρεύανε μόνο με τα τραγούδια τους ν' αρέσουν ο ένας  στον  άλλο,  μα  και  μ'  όλες  τις  πράξεις  της  ζωής.  Κάτι  σαν  ερωτική  ζέση,  καθολική  και  αμοιβαία  τους  γέμιζε  τον  έναν  για  τον  άλλο.  Ορισμένοι  απ'  αυτούς  τους  επίσημους  και  θριαμβευτικούς ύμνους μου ήταν ακατανόητοι. Μπορεί να καταλάβαινα τα λόγια, μα ποτέ  δεν μπορούσα να εμβαθύνω σ' όλο το νόημά τους. Ήταν σαν απρόσιτο για το μυαλό μου, όμως,  η  καρδιά  μου,  χωρίς  να  το  προσέξω,  διαποτιζόταν  ολοένα  και  περισσότερο  απ'αυτούς.  

Συχνά  τους  έλεγα  πως  άλλοτε,  τότε  που  ζούσα  ακόμα  στη  γη  μας,  τα  είχα  προαισθανθεί όλ' αυτά, και μου είχαν αποκαλυφθεί αυτή η χαρά κι αυτή η αγαλλίαση, σα  μια  νοσταλγική  θλίψη  που  έφτανε  καμιά  φορά  ως  τη  στενοχώρια∙  πως  τους  είχαν  προαισθανθεί, κι αυτούς και  τη δόξα  τους, στα ονειροπολήματα  της καρδιάς μου και  στα  όνειρα του νου μου∙ πως συχνά, στη γης μας, δε μπορούσα να δω τον ήλιο που βασίλευε  χωρίς να με πάρουν τα κλάματα... πως στο μίσος μου για τους κάτοικους της γης μας, είχα  πάντα μέσα μου κάτι σαν κρυφή οδύνη. Γιατί να μην μπορέσω να τους μισήσω αφού δεν  τους  αγαπούσα,  γιατί  να  μη  μπορώ  να  τους  συγχωρήσω,  και  γιατί  να  έχει  τόση  θλίψη  η  αγάπη μου γι' αυτούς; 

Γιατί να μη μπορώ να τους αγαπώ χωρίς να τους μισώ ταυτόχρονα; Εκείνοι μ' ακούγανε κι έβλεπα πως δεν μπορούσαν να εισχωρήσουν στο νόημα αυτών που  τους έλεγα: μα δε λυπόμουν που τους τάλεγα, το ήξερα πως καταλάβαιναν τη θλίψη μου  που σκεφτόμουν εκείνους που είχα αφήσει! Ναι, τότε με κοιτάζανε με το γλυκό κα γεμάτο  αγάπη βλέμμα τους, κι εγώ ένοιωθα μπροστά τους να γίνεται η καρδιά μου όμοια καλή κι  αγνή με τη δική τους και δε λυπόμουν που δεν τους καταλάβαινα. Σ' αυτό το αίσθημα της  πληρότητας, σταματούσε η ανάσα μου και προσευχόμουν σιωπηλά γι' αυτούς. Ω! Τώρα όλοι θα γελάνε μαζί μου και θα λένε πως δεν είναι δυνατό να βλέπεις στ' όνειρό  σου  τόσο  μικρές λεπτομέρειες  σαν αυτές  που  περιγράφω  τούτη  τη  στιγμή,  και  πως;  στον  ύπνο μου δεν είδα και δεν ένοιωσα παρά μόνο το αίσθημα που μου υποκινούσε η καρδιά  μου  μέσα  στο  παραλήρημά  της  όσο  για  τις  λεπτομέρειες,  θα  λένε  πως  τις  φαντάστηκα  μόνος  μου  μιας  και  ξύπνησα. Μα  κι  αν  ομολογούσα  πως ίσως  νάγιναν  έτσι  τα  πράγματα  —Θε  μου,  τι  χάχανα  θα  ξεσηκώνονταν,  και  πόσο  θα  ευθυμούσαν  όλοι!  

Βέβαια,  κατά  τα  λεγόμενά  τους,  βρισκόμουν  υπό  την  επήρεια  των  αισθημάτων  αυτού  του  ονείρου,  γιατί  μόνο  αυτό  είχε  διατηρηθεί  μέσα  στη  σπαραγμένη  καρδιά  μου∙  αντίθετα,  οι  πραγματικές  εικόνες,  οι  ονειρικές μορφές, εκείνες  δηλαδή  που  πραγματικά είχα  ζήσει εκείνη  την ώρα, είχανε  τέτοια  αρμονική  τελειότητα,  ήτανε  τόσο  μαγευτικές,  τόσο  όμορφες  μα  και  τόσο  αληθινές,  που  σαν  ξύπνησα  δεν  είχα  τη  δύναμη  να  τις  ενσαρκώσω  με  τα  αδύναμα  λόγια  μου, κι  έτσι  σταμάτησαν  μέσα  στο  νου  μου, και  έτσι  μπορούσα  θαυμάσια  να αναγκαστώ  εγώ ο ίδιος, ασυναίσθητα, να ανασυγκροτήσω ύστερα τις λεπτομέρειές τους, και, εννοείται, παραμορφώνοντάς  τες,  εξ  αιτίας  προπαντός  του  φλογερού  πόθου  που  είχα  να  τις  ανακοινώσω όσο γινόταν γρηγορότερα, και όπως‐όπως. Μα και πώς να μην πιστέψω πως  όλ' αυτά συνέβησαν πραγματικά; Ναι, ίσως τόνειρο να ήτανε χίλιες φορές πιο εκθαμβωτικό  και  πιο  χαρούμενο  απ'  όσο  μπορώ  να  το  αποδώσω.  Μάθετε  λοιπόν,  πως  θα  σας  εμπιστευθώ  ένα  μυστικό.  Ίσως  νάτανε  μόνο  όνειρο!  Γιατί  έγινε  κάτι,  κάτι  τόσο  φριχτά  αληθινά που δεν μπορεί να ήταν όνειρο. 

Αν παραδεχτώ πως αυτό το όνειρο γεννήθηκε στην  καρδιά μου, θα είχε τάχα η καρδιά μου τη δύναμη να φανερώσει τη φριχτή αλήθεια που  μου συνέβη αργότερα; Πώς μπορούσα να το φανταστώ μόνος μου ή να το ονειρευτώ στην  καρδιά  μου;  Είναι  ποτέ  δυνατό  η  φτωχή  παιδιάστικη  καρδιά  μου,  το  ιδιότροπο  και  κενό  πνεύμα  μου  να  μπόρεσαν  να  υψωθούν  ως  την  ανακάλυψη  της  αλήθειας;  Κρίνετέ  το  και  μόνοι σας∙ ως τα τώρα τόκρυβα, μα τώρα θα πω όλη την αλήθεια. Γιατί, πραγματικά... τους  διέφθειρα όλους!

Αποτέλεσμα εικόνας για ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΕΝΟΣ ΓΕΛΟΙΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ


 —5 — 

Ναι,  ναι,  στο  τέλος,  τους  διέφθειρα  όλους! Πώς  έγινε  αυτό; —  δεν  ξέρω,  μα  το  θυμάμαι  πολύ  καλά.  Το  όνειρό  μου  που  διέσχισα  χιλιάδες  χρόνια,  έχει  αφήσει  μέσα  μου  ένα  αίσθημα  συνεχείας∙  το  μόνο  που  ξέρω,  είναι  πως  εγώ  ήμουν  η  αιτία  του  πρώτου  αμαρτήματος. 

Σα  μολυσματική αρρώστια,  σαν ένα  μόριο  χολέρας  που  μπορεί  να  μολύνει  ολόκληρη αυτοκρατορία, έτσι και ‘γώ μόλυνα με την παρουσία μου την γη της ευτυχίας που  ως τα τότες ήτανε αθώα. Μάθανε να λένε ψέματα και τους άρεσε το ψέμα, και μάθανε την  ομορφιά  του  ψέματος.  Ίσως,  όλ'  αυτά  ν'  αρέσανε  πολύ  αθώα,  για  τ'  αστεία,  από  απλή  φιλαρέσκεια, σαν ένα ευχάριστο παιχνίδι, κι ίσως πραγματικά εξ αιτίας κάποιου μορίου, μα  αυτό  το μόριο εισχώρησε μεσ' στην καρδιά  τους και  τους φάνηκε ευχάριστο. Ύστερα από  λίγο,  γεννήθηκε  κι  η  ηδυπάθεια,  η  ηδυπάθεια  γέννησε  τη  ζηλοτυπία,  η  ζηλοτυπία  τη  σκληρότητα... 

Α, δεν ξέρω, δε θυμάμαι, μα σε λίγο, πολύ γρήγορα, χύθηκε το πρώτο αίμα: αυτό τους κατέπληξε, τους τρόμαξε, κι άρχισαν ν' απομακρύνονται ο ένας από τον άλλο, και  να χωρίζονται. Σχηματίστηκαν συμμαχίες, μα εναντίον των άλλων. Ακούστηκαν μομφές και  κατηγορίες.  Μάθανε  τ'  είναι  ντροπή,  και  κάνανε  αρετή  τη  ντροπή.  Τους  γεννήθηκε  μέσα  τους το αίσθημα της τιμής, και κάθε συμμαχία ύψωσε πάνω της το λάβαρό της. Άρχισαν να  κακομεταχειρίζονται τα ζώα, και τα ζώα φύγανε από κοντά τους για να κρυφτούνε μεσ' στα  δάση  και  τους  εχθρεύτηκαν.  

Άρχισε  ένας  αιώνας  αγώνων  για  την  ιδιοτέλεια,  τον  ατομικισμό, την προσωπικότητα, τη διάκριση του δικού μου και του δικού σου. Αρχίσανε να  μιλούνε  διαφορετικές γλώσσες. Μάθανε  τη  θλίψη κι αγαπήσανε  τη  θλίψη. Ποθήσανε  την  οδύνη κι είπανε πως μόνο με την οδύνη αποκτιέται η αλήθεια. Κι έκανε την εμφάνισή της η  επιστήμη.  Σα  γίνανε  κακοί,  τότες  αρχίσανε  να  μιλάνε  για  την  αδελφοσύνη  και  τον  ανθρωπισμό,  και  τότες  καταλάβανε  αυτές  τις  ιδέες.  

Σαν  γίνανε  εγκληματίες,  τότες  επινοήσανε  τη  δικαιοσύνη  και  θεσπίσανε  πλήρεις  κώδικες  για  να  τη  διατηρήσουν,  κι  ύστερα,  για  να  εξασφαλίσουν  το  σεβασμό  γι'  αυτούς  τους  κώδικες,  θεσπίσανε  τη   λαιμητόμο.  

Τώρα  πια,  πολύ  αμυδρά  θυμούνταν  αυτά  που  είχανε  χάσει,  και  μάλιστα  δε  θέλανε να πιστέψουνε πως άλλοτε ήτανε αθώοι κι ευτυχισμένοι. Κοροϊδεύαν αδιάκοπα το  ότι μπορεί παλιότερα να ήταν ευτυχισμένοι, και λέγανε πως ήταν όνειρο. Και μάλιστα δεν  μπορούσαν  να  το  φανταστούν  αισθητά  ή  εικονικά,  κι  όμως,  τι  θαυμαστό  και  παράξενο  πράγμα! μ' όλο που είχαν χάσει την πίστη τους στη παλιά τους ευτυχία, μ' όλο που λέγανε  πως  ήτανε  παραμύθι  για  μωρά  παιδιά,  ωστόσο,  τόσο  μεγάλη  ήταν  η  επιθυμία  τους  να  ξανακατακτήσουν  την αθωότητα και  την ευτυχία,  που γονατίσανε μπροστά  στους πόθους  της καρδιάς τους, χτίσανε ναούς και προσεύχονταν στην ιδέα τους, στην «επιθυμία» τους, μ'  όλο  που  ξέρανε  πως  ήταν  απραγματοποίητη,  μα  δεν  παύανε  να  τη  λατρεύουν  με  προσευχές  και  δάκρυα.  Κι  όμως,  αν  μπορούσαν  να  ξαναγυρίσουν  σ'  αυτή  την  κατάσταση  της  αθωότητας  και  της  ευτυχίας  που  είχανε  χάσει,  κι  αν  τους  έδειχναν  αμυδρά  και  τους  ρωτούσαν  αν  πραγματικά  θέλανε  να  ξαναγυρίσουν —  σίγουρα  θ'  αρνιόνταν.  

Σ'  αυτό  μου  απαντούσαν: 
«Είμαστε ψεύτες, κακοί και άδικοι∙ έστω∙ το ξέρουμε, κλαίμε κι υποφέρουμε  γι' αυτό και επιβάλλουμε  στους εαυτούς μας μαρτύρια και  τιμωρίες  χειρότερες ίσως από  κείνες που θα μας επιβάλει ο Φιλεύσπλαχνος Κριτής σα μας δικάσει, και που ούτε τ' όνομά  του δεν ξέρουμε. Μα έχομε την επιστήμη και χάρη σ' αυτήν θα ξαναβρούμε την αλήθεια, και τότες θα την αποδεχτούμε συνειδητά. Η γνώση είναι ανώτερη απ' το συναίσθημα, κι η  συνείδηση της ζωής ανώτερη απ' τη ζωή. Η επιστήμη θα μας δώσει τη σοφία, η σοφία θα  μας  αποκαλύψει  τους  νόμους  και  η  γνώση  των  νόμων  της  ευτυχίας  είναι  πάνω  από  την  ευτυχία.» Αυτά λέγανε και, ύστερα από κάτι τέτοια λόγια, ο καθένας ξανάρχιζε ν' αγαπάει  τον  εαυτό  του  με  ολοένα  πιο  εγωιστική  αγάπη,  γιατί  θα  τους  ήταν  αδύνατο  να  κάνουν  διαφορετικά.  Και  τότε,  ο καθένας  τους αγαπούσε  τόσο  ζηλότυπα  την προσωπικότητά  του  που προσπαθούσε να εξευτελίσει και να ταπεινώσει με κάθε μέσο την προσωπικότητα των  άλλων∙  ήτανε  ζήτημα  ζωής.  Εμφανίστηκε  η  δουλεία,  και  μάλιστα  και  η  εθελοδουλεία. 

 Οι  αδύνατοι υποτάχθηκαν πρόθυμα στους ισχυρότερους, φτάνει αυτοί να τους βοηθούσαν να  συντρίψουν  τους  πιο  αδύνατους  απ'  αυτούς.  Εμφανίστηκαν  και  οι  δίκαιοι,  που  ήρθαν  σ'αυτούς  τους  ανθρώπους  για  να  τους  μιλήσουν,  θρηνώντας  για  την  αλαζονεία  τους  και  κατηγορώντας  τους  που  έχασαν  το  μέτρο  και  την  αρμονία,  που  χάσανε  την  αιδημοσύνη  τους.  Μα  τους  κορόιδεψαν  και  τους  λιθοβόλησαν.  Το  αίμα  των  αγίων  έτρεξε  πάνω  στα  προαύλια  των  ναών.  Εξ  άλλου,  ήρθαν  κι  άλλοι  που  σκέφτηκαν  ν'  αποκαταστήσουν  την  αρμονία ανάμεσα στους ανθρώπους σε τρόπο που, χωρίς ο καθένας να παύει να αγαπά τον  εαυτό  του  περισσότερο  από  τον  πλησίον  του,  να  μην  αποτελεί  ωστόσο  εμπόδιο  και  ενόχληση  για  τους  άλλους  και  όλοι  μαζί  να  σχηματίσουν  ένα  είδος  κοινωνίας  όπου  να  ζούσανε  μονιασμένοι.

  Μακρόχρονοι  πόλεμοι  υποδαυλίστηκαν  για  να  επιβληθεί  αυτή  η  αρχή.  Οι  μαχητές  δεν  πιστεύανε  λιγότερο  σταθερά  πως  η  επιστήμη,  η  σοφία  και  το  συναίσθημα  της  προσωπικής  ασφάλειας  θα  αναγκάζανε  επιτέλους  τους  ανθρώπους  να  συμφωνήσουν  για  τις  βάσεις  μιας  λογικής  κοινωνίας  και  γι'  αυτό,  στο  μεταξύ,  για  να  επισπεύσουν τα πράγματα, οι «πούροι» προσπαθούσαν να απαλλαγούν απ' όλους όσοι δεν  ήτανε πούροι και δεν καταλάβαιναν την ιδέα τους, για να μην εμποδίζουν το θρίαμβό τους. Μα γρήγορα εξασθένισε το συναίσθημα της προσωπικής αυτοσυντήρησης, κι ανέβηκαν οι  αλαζόνες  κι  οι φιλήδονοι  που  απαιτούσαν  όλα,  ή  τίποτα.  Και  για  ν'  αποκτήσουν  αυτά  τα  όλα, χρειάστηκε να καταφύγουν στην αγριότητα, κι όταν δεν πετύχαιναν, στην αυτοκτονία. 

Έγιναν θρηακείες για τη λατρεία της ανυπαρξίας και της αυτοκαταστροφής, εν ονόματι της  αιώνιας γαλήνης στους κόλπους του μηδενός. Τελικά, αυτοί οι άνθρωποι κουράστηκαν από  τον χωρίς νόημα μόχθο και τα πρόσωπά τους πήρανε τα στίγματα της οδύνης∙ έτσι, αυτοί οι  άνθρωποι  διακήρυξαν  πως  η  οδύνη,  είναι  ομορφιά,  αφού  μόνο  απ'  την  οδύνη  υπάρχει  η  σκέψη,  άρχισαν  να  υμνούν  την  οδύνη  στα  τραγούδια  τους.  Εγώ  τριγύριζα  απελπισμένος  ανάμεσά τους κι έκλαιγα γι' αυτούς, μα τώρα τους αγαπούσα ίσως περισσότερο από πριν, τότε που τα πρόσωπά τους δεν είχανε γνωρίσει την οδύνη και ήτανε αθώα και τόσο ωραία. Ξανάρχισα  ν'  αγαπάω  τη  βρώμικη  γης  τους  πιο  πολύ  από  τότες  που  ήτανε  παράδεισος, μόνο και μόνο γιατί ήρθε ο πόνος. Αλλοίμονο, πάντα μου αγάπησα τον πόνο και τη θλίψη, μα  μόνο  για  μένα,  κι  έκλαψα  για  κείνους  και  τους  λυπόμουν.  Άπλωνα  τα  χέρια  μου  σ'αυτούς  και  κατηγορούσα  τον  εαυτό  μου  μέσ'  στην  απελπισία  μου  και  περιφρονούσα  τον  εαυτό  μου. 

Τους  είπα  πως  εγώ  τα  είχα  κάνει  όλ'  αυτά,  εγώ  και  μόνο,  πως  εγώ  τους  είχα  φέρει  τη διαφθορά, τη πανούκλα και  το ψέμα! Τους παρακάλεσα να με σταυρώσουν, και  τους είπα πως να φτιάξουν το σταυρό. Δεν μπορούσα, δεν είχα τη δύναμη να σκοτωθώ, μα  ήθελα να πάρω πάνω μου όλους τους πόνους, ποθούσα την οδύνη και ποθούσα να χύσω  μέσα  σ'  αυτή  την  οδύνη  ακόμα  και  την  τελευταία  ρανίδα  απ'  το  αίμα  μου.  Μα  εκείνοι  καγχάζανε, και στο τέλος με πήρανε για τρελό μυστικιστή. Έτσι, αυτοί με δικαιολογούσανε  και λέγανε πως απόκτησαν εκείνο που γυρεύανε, και πως δε μπορούσε παρά να γίνει αυτό  που έγινε. Στο τέλος, μου δηλώσανε πως άρχισαν να με βρίσκουν επικίνδυνο και πως αν δε  σώπαινα  θα  με  κλείνανε  στο  φρενοκομείο.  Και  τότε  η  ψυχή  μου  πλημμύρισε  από  τόσο  δυνατή  θλίψη  που  σφίχτηκε  η  καρδιά  μου,  ένοιωσα  πως  θα  πέθαινα,  και  τότε  ∙∙∙  τότε  ξύπνησα. 

Αποτέλεσμα εικόνας για ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΕΝΟΣ ΓΕΛΟΙΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ


—6— 

Είχε αρχίσει να χαράζει, δεν είχε ξημερώσει ακόμα, είν' αλήθεια, μα θάτανε περίπου έξι η  ώρα. Ξανάνοιξα  τα μάτια μου καθισμένος στην πολυθρόνα μου. Το κερί μου είχε λειώσει  ως  το  τέλος,  και  στο  δωμάτιο  του  λοχαγού  όλοι  κοιμόνταν,  γύρω  βασίλευε,  πολύ  σπάνιο  πράγμα, η σιωπή. Η πρώτη μου κίνηση ήτανε να πηδήξω όρθιος απ' την πολυθρόνα μου, γεμάτος  κατάπληξη∙  ποτές  δε  μούχε  ξανατύχει  τέτοιο  πράγμα  και  μάλιστα —  αυτό  ήτανε  τιποτένια  λεπτομέρεια,  να  κοιμηθώ  έτσι  δα  στην  πολυθρόνα  μου.  

Ξαφνικά,  ενώ  σηκωνόμουν και συνερχόμουνα, το μάτι μου έπεσε πάνω στο γεμάτο κι έτοιμο περίστροφο  — μα αμέσως  τόσπρωξα  μακριά μου. Ω! να  ζήσω,  τώρα  θέλω  να  ζήσω! Σήκωσα ψηλά  τα  χέρια  μου,  και  προσευχήθηκα  στην  αιώνια  Αλήθεια∙  δεν  προσευχόμουν,  έκλαιγα,  και  μια  ζέση,  μία  απροσμέτρητη  ζέση  μου  αναστάτωνε  όλο  μου  το  είναι.  Ναι,  να  ζήσω  και  να  κηρύξω! Αμέσως έκανα το τάμα να κηρύξω και — εννοείται — για τη ζωή! Θα πήγαινα να  κηρύξω,  ήθελα να  κηρύξω —  τι; Την  Αλήθεια, αφού  την έβλεπα,  την  έβλεπα  με  τα  μάτια  μου, την έβλεπα σ' όλη της τη δόξα! Κι από τότες, όλο κηρύττω! Κι από τότε, αγαπώ όλους όσους γελούν μαζί μου, και μάλιστα  περισσότερο από τους άλλους. Γιατί; 

... Δεν ξέρω κι ούτε μπορώ να το εξηγήσω, μα δεν έχει  σημασία που είναι έτσι. Λένε πως τώρα πια έχω πάρει στραβό δρόμο, ή μάλλον πως αφού  από  τώρα  έχω  πάρει  στραβό  δρόμο  τι  θα  γίνει  παραπέρα;  Ολοκάθαρη  αλήθεια:  πήρα  στραβό  δρόμο,  κι ίσως  τα  πράγματα  να  πάνε  απ'  το  κακό  στο  χειρότερο.  Βέβαια,  πολλές  φορές θα γελαστώ ώσπου ν' ανακαλύψω πώς πρέπει να κηρύττω, δηλαδή με τι λόγια και τι  πράξεις,  γιατί  δεν  είναι  εύκολο  αυτό.  Όλ'  αυτά,  τα  βλέπω  από  τώρα  ολοφάνερα,  μα  ακούστε: και ποιος δεν παίρνει  στραβό δρόμο; Κι  όμως όλοι περπατούν και  τείνουν προς  τον  ίδιο  σκοπό,  από  τον  πιο  σοφό  ως  τον  χειρότερο  ληστή,  μόνο  που  βαδίζουν  από  διαφετικούς δρόμους. Αυτή είναι παλιά αλήθεια, μα να και κάτι καινούργιο: δεν μπορεί να  γελιέμαι πολύ. Γιατί την είδα την αλήθεια, το είδα και το ξέρω πως μπορούνε οι άνθρωποι  να είναι ωραίοι κι ευτυχισμένοι χωρίς να χάσουν την ικανότητά τους να ζήσουνε στη γης. Δε  θέλω κι ούτε μπορώ να πιστέψω πως  το κακό είναι η φυσική κατάσταση  των ανθρώπων. 

Και ομως, μόνο γι' αυτή μου την πεποίθηση με κοροϊδεύουν. Μα πώς να μη με πιστέψουν; Την  είδα  την  αλήθεια,  δεν  την  έβγαλα  απ'  το  μυαλό  μου,  την  είδα,  λέω,  την  είδα,  κι  η  ζωντανή  εικόνα  της  μου  γέμισε  για  πάντα  την  ψυχή  μου.  Την  είδα  σε  τόση  απόλυτη  τελειότητα, που δεν μπορώ να πιστέψω πως δε θα υπήρχε στους ανθρώπους. Πώς λοιπόν  πήρα  στραβό  δρόμο;  Βέβαια  και  θα  πλανηθώ  πολλές  φορές  κι  ίσως  να  πω  αταίριαστα  λόγια, μα όχι για πολύ. Η ζωντανή εικόνα που είδα είναι πάντα μπροστά στα μάτια μου, και  θα με ανορθώνει και θα με κατευθύνει. Ω! είμαι γενναίος, εγώ, έχω γερές δυνάμεις, και θα  προχωρήσω, έστω και για χίλια χρόνια. Βλέπετε, στην αρχή ήθελα να το κρύψω πως τους  είχα  όλους  διαφθείρει  ...  κι  όμως,  ήτανε  σφάλμα,  ήτανε  κιόλας  το  πρώτο  σφάλμα. Μα  η  Αλήθεια μούπε σιγανά πως έλεγα ψέματα, και με προφύλαξε, και με καθοδήγησε.

 Πώς να  κάνω, για να φτιάξω τον παράδεισο; 

— Δεν ξέρω, γιατί δεν ξέρω να το εκφράσω με λόγια. Από  τότε  που  είδα  το  όνειρο,  ξέχασα  να  μιλάω,  ή  τουλάχιστον  ξέχασα  τις  κυριώτερες  κι  απαραίτητες  λέξεις. Μα  τι  σημασία  έχει;  θα  πάω  και  θα  τα  πω  όλα,  ακούραστα,  γιατί  το  είδα με τα μάτια μου, κι ας μην ξέρω να πω αυτά που είδα. Αυτοί οι καλλίτεροι δε θα το  καταλάβουν. «Όνειρο,  λένε,  είδε  εφιάλτη,  παραίσθηση> ...»  Ε...  ε...  όλ'  αυτά  δεν  είναι  σπουδαίες  εξυπνάδες.  Κι  όμως  είναι  αρκετά  περήφανοι!  Όνειρο;  Μα  μήπως  όνειρο  δεν  είναι η ζωή μας; Και μάλιστα θάλεγα τι σημασία έχει, τι σημασία έχει αν δεν ξανάρθει ποτέ  πια ο παράδεισος κι αν δεν υπάρχει πια (αφού σας λέω, το καταλαβαίνω), κι όμως, εγώ θα  κηρύξω τον παράδεισο. Κι όμως, τι απλό που είναι! θα μπορούσαν μέσα σε μια μέρα, μέσα  σε μιαν ώρα μόνο, να ξαναγίνουν όλα. Το ουσιώδες, είναι ν' αγαπούμε τον πλησίον μας σαν  τον  εαυτό  μας,  ναι,  αυτό  είναι  το  ουσιώδες  και  το  παν,  χωρίς  να  χρειάζεται  τίποτ'  άλλο: τότε, αμέσως θα ξέρουμε πώς να χτίσουμε τον παράδεισο. Κι όμως, αυτή είναι παμπάλαια  αλήθεια, την έχουμε διαβάσει και αναμασήσει εκατομμύρια φορές, μα δεν παύει να είναι  αποτελεσματική. 

«Η συνείδηση της ζωής είναι ανώτερη απ' τη ζωή∙ η γνώση των νόμων της  ευτυχίας  είναι  ανώτερη,  από  την  ευτυχία».  Αυτά  πρέπει  να  καταπολεμήσουμε!  Και  θα παλέψω. Φτάνει να το θελήσουν όλοι, κι αμέσως όλα θα χτιστούν. Όσο για το κοριτσάκι, έψαξα να το βρω ... Και θα εξακολουθήσω να ψάχνω, να ψάχνω!

Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ

Κάμα Σούτρα: «Aν ο άντρας δεν μπορεί να προσφέρει απόλαυση στη γυναίκα του, αυτή πρέπει να την αναζητήσει αλλού». Κι όμως δεν είναι ένα βιβλίο μόνο για το σεξ

$
0
0


Κάμα Σούτρα ίσον αισθησιακές εικόνες και σεξουαλικές στάσεις τόσο περίπλοκες, που δύσκολα μπορούν να επιτευχθούν από «κοινούς θνητούς».
Το βασικό μήνυμα που περνάει, είναι ότι για έναν πετυχημένο γάμο, το ανδρόγυνο πρέπει να γνωρίζει καλά την τέχνη της ευχαρίστησης, της σωματικής, αλλά και της εγκεφαλικής.

Η μεγάλη πρωτοπορία του Κάμα Σούτρα ήταν η αντίληψη για τη θέση της γυναίκας. Όταν στην Ευρώπη του 3ου αιώνα, οι γυναίκες θεωρούνταν «κατώτερα όντα», το ινδικό κείμενο τις παρουσίαζε ως ισάξιες του άντρα και αφιέρωνε μεγάλο κομμάτι στη γυναικεία ικανοποίηση. Έλεγε, μάλιστα, ότι αν ο άντρας δεν μπορεί να προσφέρει απόλαυση στη γυναίκα του, εκείνη ήταν ελεύθερη να την αναζητήσει αλλού.

Η γλώσσα του κειμένου, όμως, ήταν μία αρχαϊκή μορφή των Σάνσκριτ. Ήταν τόσο δύσκολη στην κατανόηση, που το κείμενο ξεχάστηκε με το πέρασμα του χρόνου. Διατηρήθηκε μόνο μια πιο σύγχρονη μορφή του, που κυκλοφόρησε τον 15ο αιώνα, με τον τίτλο «Ανάνγκα-Ράνγκα».

Η σύγχρονη έκδοση, όμως, είχε τροποποιήσει αρκετά σημεία του αρχαίου κειμένου, για να συμβαδίσει με την πιο συντηρητική κοινωνία του 15ου αιώνα. Ειδικά τα σημεία που αναφέρονταν σε αυξημένη ελευθερία και δύναμη των γυναικών, είχαν μειωθεί σημαντικά, ή ακόμα και εξαλειφθεί.

Στην πραγματικότητα , το αρχαίο ινδικό κείμενο είχε μεγαλύτερη σημασία από ότι ένας απλός οδηγός του σεξ. 


kama3

Ο μύθος λέει, ότι τα κείμενα του Κάμα Σούτρα είχαν θεϊκή προέλευση. Ο Νάντι, ο ιερός ταύρος που προστάτευε το Θεό Σίβα, είχε δει τον Θεό να κάνει έρωτα με τη γυναίκα του, Παρβάτι. Η σκηνή ενέπνευσε τον ιερό ταύρο, ο οποίος έδωσε στους ανθρώπους τις οδηγίες για μία ευτυχισμένη ζωή.

Η σοφία του ταύρου μεταφερόταν από στόμα σε στόμα για πολλούς αιώνες, μέχρι τον 3ο αιώνα μ.Χ. Τότε, ο Ινδός σοφός, Βατσιαγιάνα, συνέλλεξε τη λαϊκή σοφία και έγραψε το Κάμα Σούτρα.

Το όνομα του κειμένου σημαίνει κυριολεκτικά «Οδηγίες για σεξουαλική απόλαυση». Το περιεχόμενό του, όμως, δεν αποτελείται μόνο από τεχνικές οδηγίες για καλύτερο σεξ. Το κομμάτι που γνωρίζουμε σήμερα, η αρχαία μορφή του «Κοσμοπόλιταν», είναι μόνο ένα κεφάλαιο απ’ το αρχαίο βιβλίο. Τα υπόλοιπα μιλάνε, για το πώς ο άνθρωπος μπορεί να ζήσει μια ευτυχισμένη ζωή με τον σύντροφό του, αλλά και ως μέλος της ευρύτερης κοινωνίας.

Το Κάμα Σούτρα στον Δυτικό Κόσμο

Ο άνθρωπος που έφερε τη σοφία της Αρχαίας Ινδίας στον δυτικό κόσμο ήταν ο Βρετανός Σερ Ρίτσαρντ Μπάρτον. Ήταν ο ίδιος που μετέφρασε τις «Χίλιες και Μία Νύχτες».

Ρίτσαρντ Μπάρτον

Ο Ρίτσαρντ Μπάρτον.

Το 1870, ο Μπάρτον και η ομάδα του μετέφραζαν στα αγγλικά το «Ανάνγκα-Ράνγκα», όταν παρατήρησαν ότι κάθε λίγες γραμμές, υπήρχαν αναφορές στα γραπτά ενός «σοφού Βάτσια».
Τότε, αναζήτησαν τα γραπτά του σοφού και η έρευνά τους, τους οδήγησε στο αρχαίο «Κάμα Σούτρα». Το βιβλίο δεν υπήρχε πουθενά σωσμένο ολόκληρο. Αναγκάστηκαν να το αναζητήσουν στις μεγαλύτερες βιβλιοθήκες σε όλη την Ινδία, συλλέγοντας κομμάτια, όπου τα έβρισκαν.

Το «Κάμα Σούτρα» εκδόθηκε στην Αγγλία το 1883. Όπως ήταν αναμενόμενο, σόκαρε τα ήθη της εποχής. Κυκλοφορούσε «πειρατικά», ως παράνομη πορνογραφία, μέχρι την έκδοση του βιβλίου «Ο Εραστής της Λαίδης Τσάτερλι», που έφερε στο προσκήνιο την ερωτική λογοτεχνία.


Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ

Μην κάνεις σε κανέναν την χάρη.....να χάσεις τον εαυτό σου!!!!!

$
0
0






Η απόρριψη είναι......
'Ενας από τους μεγαλύτερους φόβους σου!!!
Την εκλαμβάνεις ως τιμωρία....
Για όσες ενέργειες  δεν γίνονται αποδεκτές…
Από τον σύντροφο!!!!

Μόλις αυτό γίνει αντιληπτό…..
Οτιδήποτε δεν του αρέσει το παρουσιάζει ως ατόπημα…
Ρίχνοντας σε σένα όλες τις ευθύνες για την δυσφορία του!!!
Σε πείθει με αυτό τον τρόπο πως κάνεις λάθος…
Να μην τον ευχαριστείς…..
Και σε προτρέπει αν θέλεις να τα πάτε καλά…..
Να αλλάξεις….. αμέσως στάση!!!!!

Αντί να σκεφτείς ψύχραιμα εξετάζοντας…..
Τον λόγο που καταφεύγει σε αυτή την αναίσχυντη συμπεριφορά…..
Πανικοβάλλεσαι…βλέποντας να σου κρατάει μούτρα…..
Και υποκύπτεις αβασάνιστα….σε οποιαδήποτε επιθυμία....
Προβάλλει!!!!!

Αδιαφορείς ότι «πατάει» πάνω στην ανασφάλεια σου…..
Επιχειρώντας να υφαρπάξει αυτά που θέλει!!!!
Σε απασχολεί μόνο να τηρήσει την θετική του στάση!!!
Δεν σε ενδιαφέρει που ακυρώνει τα «θέλω» σου….
Απαιτώντας να μην εκφράζεις καμία αντίρρηση….
Αν δεν είναι σύμφωνος!!!!! Δεκάρα δεν δίνεις που.....
Στο απαγορεύει!!!!!

Σαν να μην έφτανε αυτό…..σου «πετάει» το μπαλάκι….
Των ευθυνών για το αρνητικό κλίμα που δημιουργεί ΕΚΕΙΝΟΣ……
Αν δεν υποταχτείς στο θέλημα του!!!!!
Ουσιαστικά…..γράφει στα παλιά του παπούτσια….
Τις επιθυμίες σου……αν δεν ταυτίζονται…
Με τα δικές του!!!!!
Κατάντια!!!!

Αντί να γυρίσεις την πλάτη και να φύγεις αμέσως…..
Από κάποιον που όχι μόνο δεν σε σέβεται….
Αλλά εκμηδενίζει ουσιαστικά την ανθρώπινη υπόσταση σου…..
Δεν αντιδράς!!!!!
Τον καμαρώνεις…..με το αιτιολογικό…
Πως αρκετά προβλήματα έχεις στην καθημερινότητα….
Για να  «φορτωθείς» παραπάνω  κάνοντας δυσάρεστες συζητήσεις!!!!!!

Η λογική του παραλόγου….σε όλο της το μεγαλείο!!!!!!

'Ετσι…τον αφήνεις ανενόχλητο να αλωνίζει…..
Εστιάζοντας πάντα σε αυτό που τον βολεύει…..
Η, τον εξυπηρετεί…..αδιαφορώντας πλήρως για σένα!!!!!

Αν τολμήσεις δε…..
Να εκφέρεις  άποψη με την οποία διαφωνεί…..
Στην «επιστρέφει» ως.... ελάττωμα 
Βρίσκοντας μάλιστα την ευκαιρία….
Να αραδιάσει  όλα τα υπόλοιπα….που τάχα μου έχεις….
Και δεν θα ήθελες ποτέ…να ακούσεις από τον σύντροφο σου!!!!!

Σε φτάνει στο σημείο να αμφιβάλλεις…..
Ακόμα για τον ίδιο σου τον εαυτό…αφού του επιτρέπεις…..
Να σε μειώνει με τέτοιο βάναυσο τρόπο…..
Μένοντας απαθής!!!!!

Σε χαρακτηρίζει εγωιστή… περίεργο…παράξενο….
Ακόμα και σνομπ σε μερικές περιπτώσεις….
Για να στηρίξει πόσο κατώτερος και «λίγος» είσαι!!!!!
Είναι ξεκάθαρο πως προσπαθεί να σε χειραγωγήσει!
Να σε κάνει έρμαιο των επιθυμιών του!!!!

Ένα άβουλο πλάσμα…χωρίς άποψη…γνώμη…
Προσωπικότητα….που ως μοναδικό σκοπό….
Πρέπει να έχει…… πως θα περνάει καλά η αφεντιά του!!!!!!
Αυτή την τραγική κατάσταση….
Ονομάζεις απλά……δυσάρεστη!!!!!!

Αποφεύγεις  να δεις την αλήθεια που φανερώνει…..
Πόσο μεγάλο λάθος κάνεις επειδή……
Φοβάσαι….. μη τυχόν χάσεις  το κελεπούρι που έχεις δίπλα σου!!!!
Για φαντάσου!!!!

Μόνο ντροπή πρέπει να αισθάνεσαι που πέφτει τόσο χαμηλά….
Εκμεταλλευόμενος για προσωπικό όφελος……την αδυναμία σου!!!!
Που αρνείται επιτακτικά να σε λογίσει…
Ως άνθρωπο…..επειδή  δεν αισθάνεται ο ίδιος έτσι!!!!

Βρίσκεις το θάρρος να υποκύψεις στην απρέπεια…..
Με όποια ανόητη δικαιολογία σκαρφίζεσαι αλλά…..
Σου φαίνεται αδύνατον να σηκώσεις ανάστημα…..
Απαγορεύοντας ρητά οποιαδήποτε ασχήμια εναντίον σου!!!!

Δεν κατανοείς  πως αυτό που βιώνεις…..
Γίνεται η αιτία….. να χάσεις τον εαυτό σου!!!!!
Ξημερώνει μια μέρα…
Που δεν αναγνωρίζεις πλέον…. ποιος είσαι!!!!
Τότε….. αναρωτιέσαι  τι έφταιξε που έφτασες σε αυτό το σημείο…..
Αλλά είναι αργά να το διορθώσεις!!!!
Ούτε το κουράγιο έχεις…ούτε την δύναμη……
Να επιβληθείς σε μια κατάσταση η οποία….
Αν δεν σε έχει φέρει στα όρια σου……σίγουρα….
Τα έχει ξεπεράσει!!!!!

Είναι ήδη τεράστια η ψυχική φθορά….
Απ’ όλα εκείνα που αναγκάστηκες να κάνεις….
Χωρίς να θέλεις…..με αποτέλεσμα να αισθάνεσαι χαμένος!!!!!
Μάταια προσπαθείς να πιαστείς από κάπου!!!!
Αισθάνεσαι πως σου λείπουν «κομμάτια»…..
Τα οποία δεν γνωρίζεις καν που βρίσκονται!!!!

Αφήνεις τα πάντα στην τύχη τους……
Περιμένοντας να βρεθεί μια λύση…που δεν υπάρχει!!!
Αδικείς με τόσο σκληρό τρόπο στον εαυτό σου…..
Γιατί δεν παίρνεις απόφαση να ξεμπερδέψεις…..
'Οσο το δυνατόν γρηγορότερα!!!!!

Φοβόσουν την μοναξιά…..
Μα τώρα….. την βιώνεις ώρες ατελείωτες….
Και μάλιστα μέσα στην σχέση!!!!!
Ότι χειρότερο δηλαδή!!!!

Τι παραπάνω θέλεις…..για να τον αφήσεις;;;;
Περιτριγυρίζεσαι από μια αβάσταχτη ψευτιά…..
Που σε κάνει δυστυχισμένο.....
Επειδή πίστεψες πως με τις «εκπτώσεις»…
Θα κερδίσεις….όσα επιθυμείς!!!!
Τεράστιο σφάλμα!!!!!

‘Οταν δεν μένεις σταθερός στις αρχές σου…
Μην περιμένεις να εκτιμηθεί…..
Από κάποιον…… που στο ζητάει δίχως αξιοπρέπεια!!!!!
Αυτός δεν θέλει σύντροφο!!!!
Ορντινάτσα γυρεύει….
Να του κάνει τα θελήματα!!!!!
Τα χατίρια…. και όλα τα γούστα για να αισθανθεί σημαντικός…
Ικανοποιώντας κάθε ανασφάλεια που τον βασανίζει!!!!

Δεν είσαι επιλογή! Πάρτο χαμπάρι!!! 
Αυτός ο ανεκδιήγητος….
Παραμένει δίπλα σε οποιοδήποτε θύμα βρεθεί στον δρόμο του….
Για  να αποδείξει πως αξίζει κάτι…..
Μπας και «αποτινάξει» από πάνω του.... 
Το «τίποτα»…..
Που τον «καταδιώκει»  χρόνια τώρα….
Υπενθυμίζοντας..... ποιος πραγματικά είναι!!!!!
Μην κάνεις την χάρη ….να του μοιάσεις!!!!!

«Βούτηξε» στην ψυχή σου…..
Παίρνοντας την δύναμη που χρειάζεσαι…..
Για να βγεις από  το «σκοτάδι»!!!!
Μην παραμένεις άλλο σε μια «αρρωστημένη» κατάσταση…..
Που δεν  «γιατρεύεται» με τίποτα!!!!!

Προχώρα μπροστά…..εκλαμβάνοντας ως μάθημα…..
'Οσα  πέρασες μέχρι τώρα….. το οποίο σου δίδαξε…..
Να μην χαρίζεσαι στον οποιονδήποτε…
Αν δεν το έχει κερδίσει πρώτα!!!!!

Πρόσφερε στον εαυτό σου…όσα στερήθηκε τόσο καιρό….
Βρίσκοντας πάλι το χαμόγελο που σου έλειψε!!!!
Νοιώσε τυχερός που παίρνεις ξανά την ζωή στα χέρια σου…..
Και  ξέρεις πλέον τι θέλεις….
Μα περισσότερο….. τι ΔΕΝ αντέχεις!!!!
Η γνώση είναι αυτή που μας οδηγεί…
Στην ευτυχία!!!

‘Οσοι αξίζουν να βρίσκονται πλάι μας….
Προσφέρουν πάντα ηρεμία και γαλήνη!!!!
Είναι υπερήφανοι για μας….
Δοτικοί… γεμάτοι καλοσύνη!!!!
Εκτιμούν…σέβονται…..
Δηλώνοντας με κάθε τρόπο….
Πόσο μας αγαπούν….. για αυτό που είμαστε…..
Ότι είμαστε…..όπως είμαστε!!!!!

Μόνο ένας  τέτοιος άνθρωπος  σου ταιριάζει!!!!
Σπουδαίος….μοναδικός…αναντικατάστατος….
Αφού το μεγαλείο της ψυχής του…
Δεν πρόκειται να σε προδώσει….
ΠΟΤΕ!!!!!!  

Και μην αναρωτηθείς…που θα τον βρεις!!!!
ΕΥΤΥΧΩΣ….ΔΕΝ είσαι…..
Ο ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ……σε αυτόν τον κόσμο!!!!!


Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ

10 Πανέξυπνες Λύσεις Για Να Αφαιρέσετε Τις Γρατζουνιές Από Τα Γυαλιά Σας!

$
0
0


Μια μόνο λάθος κίνηση, μπορεί να σας κάνει να γδάρετε τα καινούργια σας, ακριβά γυαλιά. Εάν δεν έχετε τη διάθεση να δώσετε μια περιουσία για να αντικαταστήσετε τα τζάμια, κάντε κάτι για να μπορέσετε να τα σώσετε.
Δείτε παρακάτω μερικά DIY κόλπα για να αφαιρέσετε τις γρατσουνιές από τα γυαλιά οράσεως ή τα γυαλιά ηλίου σας.
Προτού ξεκινήσετε, σιγουρευτείτε: ότι φοράτε γάντια και έχετε διαβάσει τις οδηγίες του κατασκευαστή, πριν χρησιμοποιήσετε οποιαδήποτε από αυτές τις λύσεις. Επίσης, ποτέ μην χρησιμοποιείτε λειαντικά διαλύματα ή οποιοδήποτε πανί στους φακούς σας.
Οδοντόκρεμα
Τρίψτε απαλά κάποια οδοντόκρεμα στον φακό σας με ένα βαμβακερό ύφασμα ή ένα μαλακό πανί με κυκλικές κινήσεις για περίπου 10 δευτερόλεπτα. Ξεπλύνετε με κρύο νερό και σκουπίστε τον φακό σας για να στεγνώσει. Επαναλάβετε για τις γρατσουνιές που επιμένουν και μέχρι να αφαιρεθεί η γρατσουνιά.
Μαγειρική σόδα
Φτιάξτε μια πάστα από μαγειρική σόδα και νερό. Βάλτε μέρος της πάστας στον φακό σας και τρίψτε τον με ένα βαμβακερό ή μάλλινο ύφασμα με κυκλικές κινήσεις. Ξεπλύνετέ τον με κρύο νερό και σκουπίστε τον. Μπορεί να χρειαστεί να το επαναλάβετε για να αφαιρέσετε πλήρως τη γρατσουνιά.

Armor Etch
Υπάρχει ένα προϊόν που ονομάζεται Armor Etch, το οποίο είναι μια γυάλινη ένωση και θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να βελτιώσει την επιφάνεια των πλαστικών φακών σας και να αφαιρέσει τις γρατσουνιές. Προσοχή! Δεν χρησιμοποιείται για γυάλινους φακούς, μόνο για πλαστικούς!
Τοποθετήστε μια παχιά επίστρωση του Armor Etch σε κάθε πλευρά από τους φακούς σας και αφήστε το να καθίσει για πέντε λεπτά. Στη συνέχεια ξεπλύνετε και σκουπίστε. Βεβαιωθείτε ότι δεν τρίβετε την ένωση στους φακούς.
Κερί αυτοκινήτου
Μπορείτε επίσης να χρησιμοποιήσετε κερί αυτοκινήτου για να αφαιρέσετε τις γρατζουνιές, εφαρμόζοντας λίγη ποσότητα στον φακό σας με ένα απαλό και καθαρό πανί και σκουπίζοντας απαλά τη γρατσουνιά.
Υγρό καθαριστικό για παρμπρίζ
Εφαρμόστε λίγο υγρό παρμπρίζ στο τζάμι σας και τρίψτε απαλά για μερικά δευτερόλεπτα. Αυτό λειτουργεί καλύτερα στα επιφανειακά σημάδια και απομακρύνει επίσης τη βρωμιά και την υγρασία, εμποδίζοντάς τα να θολώνουν.

Γυαλιστικό ασημικών
Άλλη μια μέθοδος που δεν πρέπει να χρησιμοποιήσετε ποτέ σε γυαλί. Ωστόσο, δουλεύει μια χαρά σε πλαστικούς φακούς. Προσθέστε λίγη ποσότητα. Αφαιρέστε την περίσσεια γυαλιστικού με ένα μαλακό πανί.
Βαζελίνη
Τοποθετήστε ένα λεπτό στρώμα βαζελίνης στον φακό σας και χρησιμοποιήστε ένα πανί για να τον γυαλίσετε με κυκλικές κινήσεις για 10 δευτερόλεπτα. Μπορείτε να το επαναλάβετε αν χρειαστεί. Χρησιμοποιήστε λίγο νερό και ένα νωπό πανί για να αφαιρέσετε την περίσσεια βαζελίνης.
Σπρέι για έπιπλα
Ψεκάστε τους φακούς των γυαλιών σας ελαφρά με ένα σπρέι επίπλων. Χρησιμοποιήστε ένα πανί χωρίς χνούδια για να τρίψετε τον φακό με κυκλικές κινήσεις μέχρι να φύγουν οι γρατσουνιές. Το μόνο πρόβλημα με αυτή τη μέθοδο, είναι ότι μπορεί να χρειαστεί να επαναλάβετε τη διαδικασία κάθε λίγες μέρες.
Στάχτη τσιγάρου
Πασπαλίστε λίγη στάχτη από τσιγάρο στο τζάμι (βεβαιωθείτε ότι είναι δροσερή και όχι φρέσκια από το τσιγάρο) και τρίψτε το απαλά. Ξεπλύνετε και επαναλάβετε εάν είναι απαραίτητο.
Υγρό για τους τραυματισμούς
Εφαρμόστε κάποιο υγρό για τους τραυματισμούς στον φακό και αφήστε τον να στεγνώσει. Χρησιμοποιήστε ένα πανί γυαλίσματος για να απορροφήσετε τυχόν περίσσεια υγρού.
Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ

Νέος Χρόνος, Νέος Εαυτός;

$
0
0

Νέος Χρόνος
Λίγο πριν το τέλος του χρόνου, έχουμε την ανάγκη να αποχαιρετήσουμε το παλιό, το ανασφαλές, το ανεπαρκές, αυτό που για πολλούς λόγους δεν μας κάνει πια και να συναντηθούμε με το νέο που, αν και άγνωστο, μας μιλάει περισσότερο στην καρδιά μας και βρίσκουμε νόημα σε αυτό. 

Οι κύκλοι που κλείνουν...

Συμβολικά, το τέλος του χρόνου αφορά σε κύκλους που κλείνουν, σε πρόσωπα, καταστάσεις, συναισθήματα που αποχαιρετούμε, ενώ παράλληλα ο ερχομός της νέας χρονιάς ακολουθείται απο κύκλους που ανοίγουν γεμάτοι προσδοκίες και νέες συναισθηματικές επενδύσεις. Εκεί που οι ψυχικές αποθήκες μπορεί να στερεύουν, με τη νέα χρονιά οι περισσότεροι με έναν "μαγικό τρόπο"ανακαλύπτουμε αποθέματα δύναμης, ενέργειας προκειμένου να ξεκινήσει το νέο ταξίδι, έτσι όπως το ονειρευόμαστε, το φανταζόμαστε και το επιθυμούμε. 

Από το παλιό στο νέο

Λες και η προσμονή για τη νέα χρονιά να είναι αρκετή για επανεκκίνηση και ανεφοδιασμό. Λες και το πέρασμα απο τον παλιό στο νέο χρόνο να είναι κάτι παραπάνω απο αυτό. Να είναι ένα πέρασμα απο όλα αυτα που κατακτήσαμε σε όλα αυτά που θέλουμε να κατακτήσουμε, απο όλα αυτά που χάσαμε σε αυτά που θέλουμε να αποκτήσουμε, απο όλα αυτά που ζήσαμε/νοιώσαμε σε όλα αυτά που προσδοκούμε να ζήσουμε.

Το πέρασμα στο παρόν και η σύνδεση με το μέλλον

Είναι ένα πέρασμα απο το παρελθόν στο παρόν, με ματιά όμως και σύνδεση στο μέλλον. Ας επιτρέψουμε, λοιπόν, στον εαυτό μας να βιώσουμε ένα πέρασμα ομαλό, αποφασιστικό και δυναμικό, ώστε αυτά που θέλουμε να μη μείνουνε μόνο στη σφαίρα της επιθυμίας, αλλά του πραγματικού και εφικτού. Ας βρούμε τη δύναμη, ο καθένας μας με τον τρόπο που ξέρει ή που μαθαίνει εξαρχής, να κυνηγήσουμε τα όνειρά μας και γιατί όχι να τα ζήσουμε!

Δεν περιμένουν όλοι να έρθουν τα Χριστούγεννα

$
0
0
Μέρες γιορτής. Ήδη οι πόλεις φοράνε τα γιορτινά τους και ο κόσμος ξεχύνεται για να απολαύσει το θέαμα. Σε κάθε γωνιά αντικρίζει κανείς φωτάκια και στολίδια, μία εικόνα που σε γεμίζει χιλιάδες χαρούμενα συναισθήματα. Έχει ήδη ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση για τα Χριστούγεννα και εσύ έχεις ήδη αρχίσει να σκέφτεσαι πως θα περάσεις τις γιορτές και τι δώρο θα κάνεις στα αγαπημένα σου πρόσωπα. Η περίοδος που όλοι γινόμαστε παιδιά ακόμα και αν κουβαλάμε καμιά 20ετία και βάλε στην πλάτη μας…
Όμως δεν περιμένουν όλοι να έρθουν τα Χριστούγεννα. Υπάρχουν άνθρωποι που θα περάσουν αυτές τις μέρες μακριά από τα αγαπημένα τους πρόσωπα. Είτε γιατί βρίσκονται χιλιόμετρα μακριά, είτε γιατί κάποιο δικό τους πρόσωπο έχει φύγει από τη ζωή. Και γι’ αυτούς τα Χριστούγεννα δεν θα είναι όπως πρώτα. Κάτι θα λείπει. Για εκείνους τα Χριστούγεννα είναι μέρες μελαγχολίας και νοσταλγίας. Είναι και άλλοι που θα βγάλουν τις γιορτές στα νοσοκομεία αγωνιώντας για δικά τους πρόσωπα. Ή άλλοι που παλεύουν για την ίδια τους τη ζωή.
Είναι μερικοί ακόμα που αυτές τις μέρες δεν έχουν ούτε σπίτι και περιπλανιούνται μόνοι από εδώ και από εκεί. Εκείνοι που δεν θα νιώσουν τις γιορτές όπως τις ονειρεύεται και τις προσδοκεί ο περισσότερος κόσμος εκεί έξω. Δεν νιώθουν όλοι αυτοί τη μαγεία των ημερών. Άνθρωποι εκεί έξω βιώνουν τον δικό τους γολγοθά. Δεν έχουν ανάγκη από την εμπορική σημασία που έχει δοθεί στα Χριστούγεννα τα τελευταία χρόνια. Έχουν ανάγκη από ένα θαύμα, λίγη ελπίδα, λίγη ζεστασιά και πάνω απ’ όλα λίγη αγάπη.

Όλοι θέλουμε να αγγίξουμε λίγο από τη μαγεία της παιδικής αθωότητας αυτών των ημερών και να πιστέψουμε ότι υπάρχει κάποιος που μπορεί να εκπληρώσει κάθε βαθιά επιθυμία μας. Μπορεί τα Χριστούγεννα να έχουν χάσει το νόημα τους αλλά είναι στο χέρι μας να γίνουμε άνθρωποι.
Είναι ευκαιρία λοιπόν να αισθανθούμε τυχεροί που έχουμε δίπλα μας τα αγαπημένα μας πρόσωπα. Να νιώσουμε ευλογία, γιατί κάποιοι θα έδιναν τα πάντα αυτές τις μέρες για λίγες στιγμές με ένα δικό τους άτομο. Ας δείξουμε την αγάπη μας με πράξεις και όχι με υλικά αγαθά. Ας σκεφτούμε τους ανθρώπους που δεν είναι τόσο τυχεροί όσο εμείς και ας τους χαρίσουμε ένα χέρι βοηθείας.
Και όσοι από εμάς μπορούν ας επισκεφτούν ένα νοσοκομείο, ένα γηροκομείο ή ένα ορφανοτροφείο αυτές τις μέρες να προσφέρουν απλόχερα αγάπη και φροντίδα σε όσους την έχουν ανάγκη. Να δείξουμε λίγη ανθρωπιά τέλος πάντων, μία λέξη που κοντεύει να χάσει τη σημασία της. Μην αφήσουμε το πραγματικό νόημα των Χριστουγέννων να χαθεί. Κάθε χρόνο τέτοια εποχή είναι μία ευκαιρία να θυμηθούμε ότι είμαστε άνθρωποι.
Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ

Ο αποφευκτικός άνθρωπος

$
0
0
αποφευκτικός άνθρωπος

Ο άνθρωπος ο οποίος σχετίζεται επιφανειακά με τους άλλους, ο οποίος αισθάνεται ότι είναι καλύτερα μόνος του ή ότι δεν έχει και τόσο ανάγκη τους άλλους είναι μια φιγούρα που συχνά συναντάμε στις αφηγήσεις των ανθρώπων. Μια μερίδα των σύγχρονων ανθρώπων ζει σε ένα κλίμα στενής εξατομίκευσης για λόγους που διαμορφώθηκαν πολύ νωρίς στη ζωή τους και εγγράφηκαν ανεξίτηλα στο ρεπερτόριο συμπεριφορών και συναισθημάτων τους.

Δημιουργία συναισθηματικού δεσμού (attachmenttheory - Bowlby)

Ο άνθρωπος σε αντίθεση με τα άλλα θηλαστικά είναι ο μοναδικός που σαν «μικρό» περνάει μια μακρόχρονη περίοδο αδυναμίας και σωματικής εξάρτησης από κάποιον άλλο, συνήθως τη μητέρα του. Όπως και όλα τα «μικρά» είναι αδύνατο να επιβιώσει αν είναι απομονωμένος, γι’ αυτό περνάει αρκετούς μήνες εμφωλεύοντας στην αγκαλιά της.
Το μωρό αυτή την περίοδο αισθάνεται ότι η δυνατότητα της ύπαρξής του δεν βρίσκεται στον έλεγχο ή στη δική του δράση. Του δημιουργούνται καταστάσεις στις οποίες δεν μπορεί να κυριαρχήσει, ούτε να τις καταπνίξει. Καταστάσεις που εκκινούν από την ικανοποίηση των αναγκών του (πείνα, δίψα, υγιεινή κλπ) και του προκαλούν αισθήματα πόνου, άγχους ή και απειλής. Το ίδιο δεν μπορεί να κάνει τίποτα για να ανακουφιστεί πέρα από το να αναπτύξει συμβολικές κινήσεις εν είδει γλώσσας, όπως η κραυγή και το κλάμα, για να ενεργοποιήσει την αντίδραση κάποιου άλλου στο περιβάλλον του.
Ο τρόπος αντίδρασης της μητέρας σε αυτή την οδυνηρή για το μωρό κατάσταση μπορεί να ποικίλλει. Η άμεση αντίδραση στο κάλεσμα του μωρού δεν αρκεί από μόνη της. Αυτό που στιγματίζει την αλληλεπίδραση είναι η ποιότητά της, τα εγγενή χαρακτηριστικά της διαψυχικής επικοινωνίας μητέρας-βρέφους που θα επαναφέρουν και θα εγκαθιδρύσουν προσωρινά ένα μέρος ασφάλειας για το μωρό. Κάπου σε αυτό το σημείο της «επανεύρεσης» αρχίζουν να διαμορφώνονται στο μωρό και οι πρώτες εντυπώσεις για το πώς είναι οι σχέσεις, τι μπορεί να προβλέπει ή να προσμένει και τι συναισθηματική διάθεση αναμένεται να έχει το ίδιο ή οι άλλοι.

Η συστηματική και σταθερή θερμή ανταπόκριση στις ανάγκες του βρέφους θα διαμορφώσει ένα κλίμα ασφάλειας στο παιδί που σταδιακά θα εσωτερικευθεί ως αυτοεκτίμηση και αυτοαξία, ικανότητα για συναισθηματική αυτορρύθμιση, αίσθηση ασφάλειας στις διαπροσωπικές σχέσεις και κινητοποίηση για εξερεύνηση τόσο του εξωτερικού περιβάλλοντος όσο και του εσωτερικού. Από την άλλη, η διακοπή ή και διαρκής αναστολή της φροντίδας, η παραμέληση ή υποτίμηση των αναγκών του βρέφους, η έλλειψη συντονισμού επικοινωνίας μητέρας-βρέφους ή η μη συστηματικότητα στο τρόπο ανταπόκρισης διαμορφώνουν ένα ανασφαλή συναισθηματικό δεσμό, που διαμορφώνει συναισθήματα εξάρτησης / προσκόλλησης που εμποδίζουν την εξατομίκευση ή ωθούν προς μια ψευδοεξατομίκευση.

Ο αποφευκτικός συναισθηματικός δεσμός

Η ψευδοεξατομίκευση είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του αποφευκτικού συναισθηματικού δεσμού. Ξεδιπλώνοντας το προφίλ ενός τέτοιου ατόμου το πιο πιθανό είναι να ανιχνεύσουμε στο παρελθόν του μια γενναιόδωρη πινακοθήκη συναισθημάτων. Καλοπροαίρετος, αισιόδοξος, φιλικός, ο μέλλων γενέσθαι αποφευκτικός άνθρωπος ως μωρό ήταν πρόθυμος να επενδύσει συναισθηματικά στους άλλους ανθρώπους, ευεπίφορος στις διαπροσωπικές συναναστροφές, τολμηρός, ώστε να ρισκάρει να απογοητευτεί, και τολμηρός, ώστε να ξαναπροσπαθήσει.
Όπως κάθε μωρό, ήταν έτοιμος για τη συναισθηματική περιπέτεια.
Πώς πυροδοτείται μια τέτοια μετάλλαξη όπου η ψυχική ευρυχωρία μεταλλάσσεται σε ψυχική αφυδάτωση;
Αυτό μπορεί να εδραιώθηκε τους πρώτους κιόλας μήνες της ζωής του λόγω μιας μητέρας που για τους δικούς της λόγους δεν μπορούσε να παρέχει την προστατευτική σώμα με σώμα παρουσία και την οπτικοακουστική και αισθητηριακή επανασύνδεση με το παιδί της. Αναφέρομαι στη μητέρα όχι μόνο λόγω της συχνότητας με την οποία είναι η βασική τροφός και φροντιστής του μωρού αλλά και λόγω των συμβολικών μητρικών λειτουργιών που φέρει ένα τέτοιο πρόσωπο.
Μια μητέρα που δεν μπορούσε να επικοινωνήσει συναισθηματικά με το μωρό της το ώθησε αναπόφευκτα στη δημιουργία μιας αίσθησης ότι πρέπει να τα βγάζει πέρα μόνο του και ότι δεν έχει να περιμένει και πολλά από τους άλλους. Επομένως, δεν πρόκειται για μια επιλογή αλλά για μια ακούσια μα ρεαλιστική προσαρμογή. Μεγαλώνοντας και αν δεν επιτελεσθούν επανορθωτικές σχέσεις στην παιδική ηλικία και εφηβεία θα παγιωθεί αυτή η στάση απέναντι στους άλλους ανθρώπους και στον εαυτό.
Η διαδικασία είναι αργή και βασανιστική. Πρώτα η απογοήτευση και η πικρή δυσαρέσκεια στην έλλειψη ή μη διαθεσιμότητα του άλλου. Η προσπάθεια για σύνδεση και επικοινωνία θα συνεχιστεί ακόμη μια φορά. Το αποτέλεσμα, όμως, θα είναι το ίδιο. Χτίζεται ο τοίχος με «οι». Μετά η αγανάκτηση και η οργή. Οι προσπάθειες συναισθηματικής προσέγγισης μειώνονται αλλά παραμένει η λαχτάρα. Η αίσθηση του χαμένου χρόνου και της άκυρης προσπάθειας γεννά θλίψη και απογοήτευση από τη ματαιωμένη επικοινωνία με τον άλλο. Χτίζεται πλέον τείχος με «ει» που προστατεύει στο εσωτερικό του αλλά δεν επιτρέπει και σε κανέναν να το διαπεράσει. Στο τέλος έρχεται η παραίτηση καθώς η μετάλλαξη έχει επιτελεσθεί.
Ο αποφευκτικός καθρεπτίζεται, πλέον, μόνον στον εαυτό του. Λείπει ο άλλος. Και σιγά σιγά ο άλλος γίνεται το αντικείμενο της αντιπάθειας, της υποτίμησης, της περιφρόνησης.
Ως ενήλικας πλέον θα είναι ένας άνθρωπος αρκετά ικανός, αλαζονικός, ανάλγητος, κυνικός, φαινομενικά ανεξάρτητος και λειτουργικός σε πρακτικό επίπεδο αλλά συναισθηματικά περιχαρακωμένος στον εαυτό του, απρόσιτος, αφυδατωμένος, ένας άνθρωπος απών, ταυτόχρονα νικητής και ηττημένος.
Δυστυχώς δεν μπορούμε να σβήσουμε τις όποιες «ζημιές», μικρές ή μεγάλες, έγιναν μέσα μας κατά την παιδική ηλικία, αφού δεν μπορούμε να αλλάξουμε στο παραμικρό το παρελθόν μας.

Αποφευκτικός άνθρωπος και Ψυχοθεραπεία

Ακούγεται σχεδόν τρομαχτικό το πόσο καθοριστικά ήταν τα πρώτα μας βιώματα για τα οποία μπορεί να μην έχουμε καν αναμνήσεις. Έχουμε όμως μνήμη, προλεκτική και σωματική που αποκαλύπτεται μέσω των συναισθημάτων μας. Ο δρόμος της θεραπείας και της ενδοσκόπησης είναι η μόνη λύση για να συνειδητοποιήσουμε τη γνώση που έχουμε αποθηκεύσει στο σώμα μας.
Ένας αποφευκτικός άνθρωπος δύσκολα θα φτάσει σε ψυχοθεραπεία. Πιθανόν λόγω κάποιου συμπτώματος ή σωματικής ενόχλησης.
Εξίσου δύσκολα θα δεσμευτεί στη διαδικασία και θα παραμείνει. Ωστόσο μέσα από τη σιωπή του και την «αποφυγή» του αρθρώνει μια κραυγή αγωνίας. Αν ως θεραπευτές καταφέρουμε να την εντοπίσουμε και να την αναδείξουμε θα του δώσουμε στο «τώρα» τον χώρο που δεν είχε «τότε».
«Όποιος ζει απομονωμένος και επιθυμεί ωστόσο κατά καιρούς να έχει κάποια επαφή, όποιος θέλει το δίχως άλλο να αντικρίσει ένα κάποιο τυχαίο μπράτσο, από το οποίο θα μπορούσε να κρατηθεί — αυτός δεν θα αντέξει για πολύ χωρίς παράθυρο στο σοκάκι. Και ακόμα και αν δεν ζητά τίποτα συγκεκριμένο και μονάχα πλησιάζει στο περβάζι του ως ένας άνδρας κουρασμένος, με τα μάτια να πηγαινοέρχονται ανάμεσα στον ουρανό και τους θεατές, παρ'όλα αυτά θα τον παρασύρουν τα άλογα εκεί κάτω, με τις άμαξες τους και τον θόρυβο τους, και θα τον οδηγήσουν επιτέλους προς την ανθρώπινη αρμονική συνύπαρξη» - Κάφκα, «Έρευνες ενός σκύλου και άλλα διηγήματα»

Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ

«Βομβαρδισμοί των Χριστουγέννων» (1972). Ανηλεής βομβαρδισμός του Βιετνάμ από τις ΗΠΑ. Ο πόλεμος σε νούμερα. 70 φωτογραφίες.

$
0
0
Ο πόλεμος του Βιετνάμ σε νούμερα
Κείμενα - Επιμέλεια: Χρήστος Ζουλιάτης

Η μεγαλύτερη ήττα των ΗΠΑ, όχι, δεν ήταν στο Περλ Χάρμπορ της Χαβάης (1941), ήταν η ταπεινωτική ήττα στο Βιετνάμ, από ένα λαό ασύγκριτα μικρότερο, τόσο σε έμψυχο όσο και σε άψυχο υλικό. Η αναμέτρηση ήταν σκληρή, οι μεν ήθελαν την επικυριαρχία σε ολόκληρη την Ινδοκίνα και προπαντός να μην πέσει το Βιετνάμ στα χέρια των κόκκινων κομμουνιστών, οι δε μάχονταν για να μη γίνουν προτεκτοράτο και σκλάβοι των ΗΠΑ. Μάχονταν για να μη γίνει και το Βόρειο Βιετνάμ ένα απέραντο πορνείο και εμπόριο ναρκωτικών. Μάχονταν ακόμα για την εθνική τους αξιοπρέπεια και να ενωθούν σε ένα κράτος, μετά την ήττα των Γάλλων το 1954, που η διάσκεψη της Γενεύης, οδήγησε στον διαχωρισμό του Βιετνάμ, σε Βόρειο με την ονομασία Λαϊκή Δημοκρατία του Βιετνάμ και στο Νότιο Βιετνάμ.


Τέτοια εποχή, ήταν το 1972, οι Αμερικανοί εξαπέλυσαν ένα σφοδρό κύμα βομβαρδισμών, γνωρίζοντας πως τα ψωμιά τους τελείωναν και έπρεπε να καταναλώσουν τα πολεμικά προϊόντα των βιομηχανιών τους και έσπειραν εκατοντάδες τόνους βομβών και βόμβες ναπάλμ, εξαφανίζοντας χωριά με χιλιάδες νεκρούς, όπως η σφαγή του Mai Lai, αφήνοντας καμένη γη. Σύμφωνα με τον γνωστό μας Τζον Κέρι, βετεράνο τότε και κατά του πολέμου στο Βιετνάμ, οι «Αμερικανοί στρατιώτες βίασαν, έκοψαν αυτιά, αποκεφάλισαν, τύλιξαν καλώδια σε γεννητικά όργανα». Βέβαια, αν έβγαινε πρόεδρος των ΗΠΑ τα ίδια θα έκανε κι αυτός σαν τον Τζόνσον, τον Νίξον και τους νεότερους Κλίντον, Μπους και Ομπάμα.
Οι συγκρούσεις εντάθηκαν τον Δεκέμβριο του 1972, όταν ο Νίξον εξαπέλυσε μία σειρά αεροπορικών βομβαρδισμών εναντίον στόχων σε μεγάλες πόλεις στο Β. Βιετνάμ. Αυτές οι επιθέσεις, γνωστές σαν «Βομβαρδισμοί των Χριστουγέννων», καταδικάστηκαν άμεσα από την διεθνή κοινότητα και οδήγησαν τον Νίξον στην αναθεώρηση της τακτικής των διαπραγματεύσεων. Η υπόθεση πόλεμος στο Βιετνάμ έπρεπε να κλείσει οριστικά γιατί είχε τεράστιο πολιτικό και οικονομικό κόστος για τις ΗΠΑ. Στις 23 Ιανουαρίου 1973 μονογράφτηκε το τελικό προσχέδιο της συμφωνίας ειρήνης τερματίζοντας τις εχθροπραξίες μεταξύ ΗΠΑ και Β. Βιετνάμ. Η συμφωνία ειρήνης του Παρισιού δεν τερμάτισε τις συγκρούσεις στην περιοχή καθώς το καθεστώς της Σαϊγκόν συνέχισε να μάχεται τις δυνάμεις του Ανόι.

Το 1975 ο τελευταίος αμερικάνος στρατιώτης αποχωρούσε, κακήν κακώς, από το Βιετνάμ καθώς στις 30 Απριλίου 1975 καταλαμβάνεται η Σαϊγκόν.
(Διαβάστε περισσότερα ---> ΕΔΩ)

Ο πόλεμος σε νούμερα
1.Το πολεμικό υλικό
Εκτιμάται ότι οι βόμβες που ερρίφθησαν στο Βιετνάμ ήταν κατά τέσσερις φορές περισσότερες από αυτές που έπεσαν κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το γειτονικό Λάος, που παραμένει η πλέον βομβαρδισμένη χώρα της παγκόσμιας ιστορίας, με περισσότερο από έναν τόνο εκρηκτικών να αντιστοιχεί ανά πολίτη της χώρας! Η δε Καμπότζη δέχτηκε περισσότερο από το 350% των βομβών που έπεσαν στην Ιαπωνία κατά τον Β’ Παγκόσμιο!
Ο οπλισμός που χρειάστηκε κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Βιετνάμ ήταν υπερβολικός, αφού οι αριθμοί μαρτυρούν ότι ίσως να ήταν ο μεγαλύτερος που έχει χρησιμοποιηθεί σε πόλεμο όμοιας έκτασης της σύγχρονης ιστορίας.
Έρευνες που πραγματοποιήθηκαν αναφέρουν πως 7.800.000 τόνοι βομβών ερρίφθησαν από τον αμερικανικό στρατό μόνο στο βόρειο Βιετνάμ. Παράλληλα, χρησιμοποιήθηκαν 7.500.000 τόνοι χερσαίων πολεμοφοδίων και 200.000 ναυτικών πολεμοφοδίων. Ενώ, αναφέρεται ότι οι συμμαχικές δυνάμεις χρειάστηκαν περισσότερα από 15.000.000 όπλα κατά τη διάρκεια του 19ετούς πολέμου.

Σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, που υπάρχει λεπτομερής καταγραφή του πολεμικού εξοπλισμού που χρησιμοποιήθηκε στον πόλεμο, το Βόρειο Βιετνάμ δεν διαθέτει επίσημα στοιχεία για τα πολεμοφόδια που χρειάστηκαν. Είναι σίγουρο, πάντως, πως δεν έφταναν σε καμία περίπτωση ούτε σε ισχύ, αλλά ούτε και σε ποσότητα αυτά των συμμαχικών δυνάμεων του νότου.
Ωστόσο, η παρουσία πάνω από 500.000 Αμερικανών στρατιωτών δεν εξασφάλισε ούτε τη νίκη ούτε το γόητρό της σαν αήττητη υπερδύναμη.

2. Ο τραγικός απολογισμός
Ο πόλεμος της Ινδοκίνας υπήρξε μια από τις πιο θανατηφόρες πολεμικές συγκρούσεις τα αποτελέσματά της οποίας ήταν τραγικά. 
Οι αναλυτές εκτιμούν πως οι θάνατοι στο Βιετνάμ ανήλθαν στους 3.595.000 ανθρώπους. Εκ των οποίων τα 2 εκατομμύρια ήταν άμαχοι πολίτες και κυρίως γυναικόπαιδα, ενώ 1.595.000 ήταν στρατιώτες.
Αναλυτικότερα οι θάνατοι που καταγράφονται για το Β.Βιετνάμ από τις πολεμικές συγκρούσεις και τις εναέριες επιδρομές του αμερικανικού στρατού, φτάνουν τους 1.489.000 ανθρώπους, ενώ ο αντίστοιχος αριθμός για το Νότιο Βιετνάμ αγγίζει τα 1.119.000 θύματα, μεταξύ των οποίων ήταν 58.000 Αμερικανοί στρατιώτες.

3. Ο οικονομικός αντίκτυπος του πολέμου
Επειδή, η ένταση και η διάρκεια του πολέμου ήταν μεγάλες, τα οικονομικά ποσά που δαπανήθηκαν ήταν πρωτοφανή για την εποχή. Οι επίσημες καταγραφές των ΗΠΑ κάνουν λόγο για 168.1 δισεκατομμύρια δολάρια για την οργάνωση της επιχείρησης και τον οπλισμό. Ενώ, αναφέρουν ότι τα έξοδα, μετά το τέλος του πολέμου, άγγιξαν τα 900 δισεκατομμύρια δολάρια, ξεπερνώντας κατά πολύ αυτά του Β'Παγκοσμίου Πολέμου (664 δισεκατομμύρια). Παράλληλα, τονίζεται ότι στα έξοδα συμπεριλαμβάνεται η επιστροφή των πεζοναυτών και οι αποζημιώσεις αυτών, αλλά και των οικογενειών όσων έχασαν τη ζωή τους στον πόλεμο.
Σημαντικές ήταν οι οικονομικές συνέπειες του πολέμου και για το βόρειο Βιετνάμ που δαπάνησε δισεκατομμύρια δολάρια για πολεμικό εξοπλισμό που προερχόταν κυρίως από τη Σοβιετική Ένωση και τη Κίνα.
Παρόλο που δεν υπάρχουν επίσημες καταγραφές πρόχειροι υπολογισμοί κάνουν λόγο για περίπου 700.000.000 δολάρια.
(Βοήθεια πήρα από το news 247 και σκόρπιες ειδήσεις απο άλλα σάιτ).

Να σημειώσω πως ηγέτης του απελευθερωτικού αγώνων των Βιετναμέζων, τουλάχιστον μέχρι το τέλος της δεκαετίας του '50, άσχετα αν υπήρξε αιώνιος πρόεδρος, ήταν ο περιβόητος Χο Τσι Μινχ, ξεκινώντας την επαναστατική του διαδρομή και αγώνα στις 2 Σεπτεμβρίου του 1945. Μια εξέγερση σε πανεθνική κλίμακα, η επανάσταση του Αυγούστου, προετοίμασε μισό αιώνα πριν το τέλος του γαλλικού αποικιοκρατικού καθεστώτος στο Βιετνάμ. Στη πλατεία Μπα Ντινχ στην καρδιά του Ανόϊ, ένας μικρόσωμος, λιγνός πενηνταπεντάρης, διάβαζε με σταθερή φωνή ένα κείμενο,
δακτυλογραφημένο από τον ίδιο σε γραφομηχανή, σ΄ ένα απλό κομμάτι χαρτί, πάνω σε μια εξέδρα που στήθηκε βιαστικά τη νύχτα. Το κείμενο αυτό θα έμενε στην Ιστορία: ήταν η Διακήρυξη Ανεξαρτησίας της Λαϊκής Δημοκρατίας Βιετνάμ. Σχεδόν μισό εκατομμύριο άνθρωποι, γέροι και νέοι, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, εργάτες, αγρότες, στρατιώτες, βουδιστές κληρικοί, ακόμη και μέλη της εύπορης αστικής τάξης, συνέρρεαν απ΄ όλα τα τετράγωνα της πρωτεύουσας του Κόκκινου Ποταμού (Σονγκ Χονγκ) και τις γύρω επαρχίες. Όλοι αυτοί βλέπουν και ακούν για πρώτη φορά τον άνδρα εκείνο, το όνομα του οποίου ήταν Ντκουγιέν Αι Κουνγκ, που σε πολλούς από αυτούς ήταν ήδη από καιρό γνωστό ή και οικείο. Τώρα στέκεται μπροστά τους ολοζώντανος ως Χο Τσι Μινχ.

Σας παραθέτω ένα απόσπασμα απ΄το μακροσκελές βιογραφικό του που αξίζει να το διαβάσετε:

Στα τέλη του 1910 με αρχές του 1911, ο εικοσάχρονος 
Χο Τσι Μινχ διώχνεται από το σχολείο ως «στασιαστής». Φεύγει από την Χουέ με κατεύθυνση τη Σαϊγκόν. Μάλλον προς τα τέλη του 1911 ναυτολογείται ως βοηθός στα μαγειρεία με το όνομα Μπα. Ακολουθούν αρκετοί μήνες ταξιδιών με πλοία για την Αφρική, στα οποία εργάζεται ως βοηθός αξιωματικού και καμαρότος. Από το δεύτερο μισό του 1913 κάνει δουλειές του ποδαριού στην Αγγλία για να επιβιώσει και στα τέλη του 1914 βρίσκεται στο Παρίσι. Στη συνέχεια ακολουθεί μια μακρόχρονη παραμονή στις ΗΠΑ, κατά την οποία κάνει πάλι δουλειές του ποδαριού. Στη Γαλλία επιστρέφει πολύ πιθανώς στα τέλη του 1917 με την επωνυμία Νγκουγιέν Αι Κουόκ. Εδώ συνάπτει επαφές με το Σοσιαλιστικό Κόμμα (SFIO). Είναι η αρχή της πολιτικής και δημοσιογραφικής του δουλειάς. Το 1919 γίνεται μέλος του SFIO και το Δεκέμβριο του 1920 κάνει την εμφάνισή του ως αντιπρόσωπος της Ινδοκίνας στο 18ο Συνέδριο του Κόμματος, όπου κατηγορεί την αποικιοκρατία και επιπλέον ψηφίζει υπέρ της προσχώρησης του Κόμματος στην Κομμουνιστική Διεθνή (ΚΔ). Το Συνέδριο αποτελεί τη γέννηση του Γαλλικού ΚΚ και ο Νγκουγιέν Αι Κουόκ ένα από τα πρώτα μέλη του.
Περισσότερα διαβάστε ---> ΕΔΩ

Δείτε στη συνέχεια 70 φωτογραφίες απ΄τον πόλεμο στο Βιετνάμ







































































Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ

ένας πανέξυπνος τρόπος να καθαρίζουμε το ρόδι και να πέρνουμε το χυμό του!!!

$
0
0
Αποτέλεσμα εικόνας για ένας πανέξυπνος τρόπος να καθαρίζουμε το ρόδι και να πέρνουμε το χυμό του!!!

ας δούμε πόσο εύκολα μπορούμε να καθαρίσουμε ένα ρόδι αλλά και να πάρουμε το χυμό του!!!




Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ

Αυτό Είναι το Πρώτο Υποβρύχιο Εστιατόριο της Ευρώπης

$
0
0
Αυτό Είναι το Πρώτο Υποβρύχιο Εστιατόριο της Ευρώπης

Ντουμπάι, Μαλδίβες, Φλόριντα - τα υποβρύχια εστιατόρια βρίσκονται συνήθως σε εξωτικούς προορισμούς, ωστόσο ένα χωριό στο νοτιότερο άκρο της Νορβηγίας έρχεται να ανατρέψει τα δεδομένα.
Το «Under» ετοιμάζεται να ανοίξει τις πόρτες του για τους επισκέπτες το 2019. Πρόκειται για μια τσιμεντένια κατασκευή που βρίσκεται η μισή μέσα στη θάλασσα και η άλλη μισή έξω από αυτήν. Σχεδιασμένο από το Νορβηγικό αρχιτεκτονικό γραφείο «Snohetta» το εν λόγω εστιατόριο θα φαίνεται μισοβυθισμένο και θα παραπέμπει σε περισκόπιο και βυθισμένο πλοίο.
υποβρύχιο εστιατόριο
Όψη του εστιατορίου πάνω από τη θάλασσα.
«Θέλουμε να είναι μια συναρπαστική εμπειρία, αλλά ο κόσμο πρέπει ταυτόχρονα να νιώθει ασφάλεια όταν κάθεται εκεί κάτω» λέει ο Rune Grasdal, ο βασικός αρχιτέκτονας του σχεδιασμού.

υποβρύχιο εστιατόριο
Το εστιατόριο μοιάζει με μισοβυθισμένο πλοίο.
Με έμφαση στην τοπική κουζίνα, το εστιατόριο θα μπορεί να φιλοξενήσει μέχρι 100 ανθρώπους. Ένα τεράστιο πανοραμικό παράθυρο θα προσφέρει θέα στο βυθό της θάλασσας και στην πλούσια θαλάσσια ζωή που υπάρχει στο συγκεκριμένο σημείο.
υποβρύχιο εστιατόριο
Η είσοδος θα είναι από την ξηρά και ο επισκέπτης θα περνάει από τα τρία επίπεδα του χώρου.
Οι καλεσμένοι θα μπορούν να επισκεφθούν τα τρία επίπεδα του χώρου: το βεστιάριο, το μπαρ και τελικά το ίδιο το εστιατόριο. Δεν πρόκειται, όμως, μόνο για μια μοναδική γαστρονομική εμπειρία, αλλά το εστιατόριο θα εξυπηρετεί και ένα οικολογικό σκοπό.
υποβρύχιο εστιατόριο
Αυτή είναι η θέα που θα βλέπουν οι καλεσμένοι ενώ τρώνε.
«Το Under έχει σχεδιαστεί με ευαισθησία απέναντι στο γεωγραφικό του περιβάλλον και τους θαλάσσιους γείτονές του» γράφει στην ιστοσελίδα του το αρχιτεκτονικό γραφείο. «Η φόρμα του κτιρίου είναι κλεισμένη μέσα σε ένα τσιμεντένιο κέλυφος με τραχιά επιφάνεια η οποία είναι ιδανική για να προσελκύσει και να φιλοξενήσει θαλάσσια μαλάκια. Με τον καιρό και όσο η κοινότητα των μαλακίων θα γίνεται όλο και πιο πυκνή, ο μισοβυθισμένος μονόλιθος θα μετατραπεί σε έναν τεχνητό ύφαλο που αφενός θα καθαρίζει τη θάλασσα και αφετέρου θα προσελκύει περισσότερη θαλάσσια ζωή στα κρυστάλλινα νερά της».
υποβρύχιο εστιατόριο
Οι επισκέπτες θα έχουν την ευκαιρία να χαζέψουν τη θαλάσσια ζωή μέσα από το τεράστιο παράθυρο.
Καθώς το εστιατόριο θα μετατρέπεται σε ύφαλο, διάφορες διεπιστημονικές ομάδες θα μελετούν την θαλάσσια συμπεριφορά και την βιολογία των ψαριών. Αυτό σημαίνει πως τα ψάρια και τα όστρακα θα βρίσκονται πολύ κοντά στο εστιατόριο και οι λάτρεις των θαλασσινών θα μπορούν να επιλέξουν απευθείας αυτό που θέλουν στο… πιάτο τους. Αν, λοιπόν, έχετε φανταστεί κάποια στιγμή να τρώτε κάτω από τη θάλασσα χαζεύοντας τον βυθό, τώρα είναι η ευκαιρία σας!
Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ

Μάρω Βαμβουνάκη: Η σαρωτική εφηβεία της μέσης ηλικίας ή αλλιώς τα χαμένα όνειρα που «επιστρέφουν και ζητούν εκδίκηση»

$
0
0
Επειδή ο άνθρωπος ρέπει στην αμεριμνησία και τη νωθρότητα, συνεχώς αναβάλλει τις σοβαρές αποφάσεις του, τις βαθιές τίμιες εκτιμήσεις του, την αυτοκριτική και τους απολογισμούς του, για τότε που δε γίνεται πια να τις απωθήσει. Γιατί έρχεται ένας καιρός, ευτυχώς, που οι εκτιμήσεις τούτες, οι απολογισμοί, οι αυτοκριτι­κές, δεν αναβάλλονται: Δεν πάει άλλο!
woman11
Μια τέτοια κρίσιμη χρονική καμπή είναι και για τη ζωή μιας γυναίκας η μέση ηλικία. Η καμπή τού «δεν πάει άλλο», του «τώρα ή ποτέ». Για να ακολουθήσει η επι­κίνδυνη όσο και εσφαλμένη εγκατάλειψη στο «ποτέ…» Όλα συνηγορούν σ’ αυτά τα επώδυνα αισθήματα. Τα παιδιά ενηλικιώνονται και αυτονομούνται. Φεύγουν από το σπίτι για σπουδές, για τους δικούς τους έρωτες, για τις δικές τους παρέες, χωρίς να ενδιαφέρονται για τις συμβουλές της, τη φροντίδα της, τα παράπονα της, τις απειλές της. Φεύγουν με τρόπο ήπιο ή με τρόπο εμπόλε­μο και εκρηκτικό, ανάλογα- όμως φεύγουν.
Οι γονείς της, νεκροί ή γερασμένοι, δεν έχουν πια την ισχύ να επη­ρεάζουν μυαλό και αισθήματα όπως παλιά. Ο σύζυγος, συχνά, δεν είναι ο άντρας που ερωτεύτηκε. Δοσμένος τώρα στα δικά του μονοπάτια, μπερδεμένος στον δικό του ψυχολογικό χάρτη, έχει γίνει με τον καιρό ένας αδελ­φός, ένας συγκάτοικος, ένα παθητικό κουτί παραπό­νων, ένας αποφασισμένος αντίπαλος, ένας ξένος. Την εγκατέλειψε ίσως από χρόνια, είτε συναισθηματικά εί­τε και συνολικά, και τον εγκατέλειψε κι αυτή. Οι φίλοι, είτε χαμένοι σε άλλες επιλογές είτε πληκτικά δεδομένοι, δεν μπορούν να βοηθήσουν. Ζουν τα δικά τους βάσανα.

woman12Και τότε μια γυναίκα νιώθει μόνη. Έχει μάλλον το χρόνο να το παραδεχτεί πως είναι μόνη, πως ήταν μόνη από πολύ παλιά.
Εγώ θα έλεγα πως είναι ελεύθερη, όμως εκείνη νιώθει πως είναι μόνη. Και αποτυχημένη. Και άδεια. Και κουρα­σμένη. Διότι η ελευθερία που τώρα επιτέλους — θέλει δε θέλει— της προσφέρεται, την απαλλάσσει μεν από δεκαετιών ασφυκτικά και παραμορφωτικά για την ψυ­χή καθήκοντα, αλλά τη βρίσκει απροετοίμαστη, απαίδευ­τη στο να μπορεί να αναγνωρίζει τα πραγματικά της συ­ναισθήματα. Πολύ ανίκανη να τα διαχειρίζεται. Δεν έχει μάθει άλλωστε να ασχολείται με τον εαυτό της, δεν είχε χρόνο ποτέ. Της τον λεηλάτησαν οι άλλοι κι εκείνη αυτονόητα τον παρέδωσε.
Κοιτάει τώρα πίσω και βλέ­πει εκκρεμότητες. Ακρωτηριασμένες επιθυμίες. Ατρο­φικές απόπειρες. Προδοσίες. Σπανίως είναι ένας άλλος ο προδότης μας. Ο ίδιος ο εαυτός μας είναι που πρόδω­σε τον αληθινό εαυτό μας. Και τώρα, στη μέση ηλικία, αναγκάζεται να το υποπτευτεί αυτό. Να πονέσει. Να συντριβεί και να αποφασίσει τελειωτικά: Θα επανορ­θώσω ή θα αφεθώ στη φθορά;
Θα αντλήσω από εμπειρίες, γνώση, αναγεννημένες λαχτάρες, νέα ελευθερία ή θα ακολουθήσει η καρδιά και το πνεύμα μου — τούτα τα εν δυ­νάμει αιώνια κομμάτια του είναι μου — το μαρασμό που βλέπω πάνω στο σώμα μου και μέσα στον καθρέφτη; Θα παραδοθώ στην ηδονή της τεμπελιάς, της αδράνειας και της γκρίνιας ή θα πετάξω σε ταξίδια ζωής, συναρπαστι­κά; Θα κλείσω το ημερολόγιο μου ή θα ξεφυλλίσω το τε­ράστιο βιβλίο της ζωής σε παρακάτω κεφάλαια; Θα νι­κήσει η τωρινή ευκολία της παραίτησης ή η δύσκολη προοπτική της δράσης; Το εύκολο που με τον καιρό θα γίνεται όλο και πιο επαχθές ή το δύσκολο που με τον καιρό γοητεύει και λυτρώνει; […..]
Walensee_UnterterzenΤα χαρτάκια με τις επιθυμίες
Ο Ζίγκμουντ Φρόιντ γράφει πως Ευτυχία είναι η εκπλή­ρωση κάποιας παιδικής επιθυμίας. Γι’ αυτό ο πλούτος δίνει τόσο ελάχιστη ευτυχία. Το χρήμα δεν είναι επιθυ­μία της παιδικής ηλικίας.
Σε μια ομάδα ατόμων πάνω από σαράντα χρόνων έδωσα αυτήν ακριβώς την ερώτηση και ζήτησα να θυ­μηθούν τον παλιό, παιδικό, νεανικό κόσμο τους και να μου απαντήσουν γραπτά και ανυπόγραφα. Κανένα πρέ­πει, καμιά εικόνα τους να μην επηρεάσει δηλαδή ένα τόσο σημαντικό και ευαίσθητο ταξίδι στην ενδοσκόπη­ση.
Ελάχιστοι απάντησαν πως είχαν πραγματώσει το παι­δικό όνειρο τους. Κι όμως! Ήταν τόσο απλά και εφικτά τα περισσότερα από εκείνα τα παιδικά όνειρα που μου έγραψαν στα χαρτάκια: Ήθελα να γίνω δάσκαλος. Για­τρός. Νοσοκόμα. Πιλότος. Ιεραπόστολος. Μαμά. Τα κρά­τησα και τα έβαλα στο συρτάρι μου, σ’ ένα φάκελο που γράφει απ’ έξω: Τα χαρτάκια με τις επιθυμίες. Τα κοιτώ με θλίψη, με νοσταλγία, και ξαναθυμάμαι την κουβέντα του Τσέχωφ: «Θεέ μου, πόσο κοντά απ’ την ευτυχία περ­νάει ο άνθρωπος…»
Ακόμα, ο ίδιος ο Φρόιντ είπε: «Πάει καιρός που ανακάλυψα ότι χρειάζεται απλώς λίγο θάρ­ρος για να εκπληρωθούν επιθυμίες, θεωρούμενες μέχρι τότε ανέφικτες».
Λίγο θάρρος! Το έχουμε πει και θα το ξαναπούμε: Καλοσύνη χωρίς δύναμη δεν είναι καλοσύνη. Όποιος φοβάται ζει μισή ζωή.
Ο λόγος όμως που έβαλα την ομάδα να μου γράψει τις παλιές επιθυμίες της δεν ήταν για να τους στενοχω­ρήσω. Να συγκρίνουν αυτό που τώρα έχουν μ’ εκείνο που τότε ήθελαν, και να απογοητευτούν. Ο λόγος μου ήταν πιο υγιής και ζωηρός από την αυτοκριτική, την αυτομομφή και τη στάσιμη πίκρα. Ήθελα να σκεφτούν μό­νοι τους πως ίσως υπάρχει καιρός. Ειδικά τώρα, σ’ αυτή την ηλικία που, επιμένω, είναι επίσης μια ηλικία απε­λευθέρωσης —γι’ αυτό άλλωστε οι άνθρωποι τρομάζουν τόσο απ’ αυτήν —, μπορούν να επανορθώσουν κάτι απέ­ναντι στον παραπονεμένο, θυμωμένο, αυθεντικό τους εαυτό που κακοποίησαν. Να προσπαθήσουν τώρα να κάνουν κάτι από εκείνο που τότε επιθυμούσαν. Κι αν όχι ακριβώς εκείνο, κάτι παραπλήσιο, συγγενικό, που θα ξεδιψάσει την περιφρονημένη λαχτάρα και θα δώσει χαρά και δύναμη. Χαρά που είναι η γεύση του Παρα­δείσου.
eroteymenos-polonos[……] Αν σε ηλικία ώριμη και δύσκολη, μια γυναίκα —αλλά και άντρας, γιατί, ως γνωστόν, η κλιμακτήριος αφορά και στα δύο φύλα, μόνο που οι άντρες κρύβουν πιο συ­στηματικά και πιο νοσογόνα τα αισθήματα τους και δεν τα μαθαίνουμε – συνεχίζει να υποφέρει επί χρόνια με τα κλασικά συμπτώματα της δυσθυμίας, της κατάθλι­ψης, της παραίτησης, των ψυχοσωματικών, της υστερίας, κι όλα όσα χαρακτηρίζουν την κλιμακτήριο, είναι επει­δή, ξανά, κάτι αρνείται να κάνει για τον εαυτό της σω­στά. Θάβει ξανά τη νέα, μεγάλη της ευκαιρία. Είναι που δεν αξιοποιεί τη νέα πρόταση για ζωή αληθινή, ζωή δι­κή της, του πεπρωμένου της, και αυτοπροδίδεται πάλι. Ο εαυτός της, έστω και αργότερα, έστω και μέσα σε γκρί­ζο σκηνικό, την καλεί σπαραχτικά να συμφιλιωθούν, να συνομιλήσουν, να ενωθούν, να υπερβούν τον χρόνιο δι­χασμό που τους τυράννησε.
Είναι υπεύθυνη για το πώς θα ανταποκριθεί στην κλή­ση, πολύ περισσότερο υπεύθυνη από τότε, κατά τη φουρ­τουνιασμένη της, ερωτευμένη, άπειρη, καταπιεσμένη από γονείς, νιότη. Και το ξέρει. Γι’ αυτό θυμώνει, πικραίνε­ται, απελπίζεται και το ρίχνει στις διάφορες επιφανεια­κές φυγές: στα χαρτιά, στο φαγητό, στα ψώνια, στο άψυ­χο σεξ, στις γελοίες προσωρινές ερωτοδουλειές, στις πλαστικές εγχειρίσεις, στο κουτσομπολιό. Όμως το να φεύγεις απ’ τον εαυτό σου είναι προσπάθεια μάταιη. Όσο του φεύγεις τόσο εκείνος σε αλυσοδένει και σε τραβάει με βία πίσω. Όλο και πιο θυμωμένος.
Και πάλι εσύ αποφασίζεις. Σε όλα και για όλα αποφασίζεις εσύ. Ακόμα και για το θάνατο σου εσύ αποφα­σίζεις, υποστηρίζουν κάποιες αρχαίες διδασκαλίες. Και ο θάνατος είναι πολλών ειδών. Για να θυμηθούμε εκεί­νο το εύστοχο: «Πέθανε στα είκοσι του και τον έθαψαν στα ογδόντα πέντε του».
Τα αποσπάσματα προέρχονται από το βιβλίο της Μάρως Βαμβουνάκη «», εκδόσεις Ψυχογιός
Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ

Χωρίς έρωτα ο άνθρωπος μπορεί να ζήσει μια χαρά. Ιδίως, αν έχει δοκιμάσει την απάτη, μπορεί να μην αισθά­νεται καθόλου την έλλειψή του. Αλλά χωρίς στοργή τα πράγματα είναι δύσκολα και ο κόσμος άδειος.

$
0
0

Ώρα για το κουκούλι, Γιώργος Ιωάννου


Υπάρχουν ορισμένοι άνθρωποι, που ενώ τσουρουφλίζονται μονάχα για στοργή, βρίσκονται διαρκώς μπλεγμένοι μέσα σε ατέλειωτες και φτηνές ερωτικές ιστορίες. 

Φυσικά όλος αυτός ο ζήλος τους πη­γαίνει, κατά κανόνα, χαμένος, κι έρχονται στιγμές που η από­γνωση τους αρπάζει απ’ το λαιμό, και δεν ξέρουν πια τι κάνουν. 

Για να σταματήσουν, πάντως, τους είναι εντελώς αδύνατο. Συνή­θως μάλιστα οι εκλεκτότεροι απ’ αυτούς δικαιολογούνται, βαφτί­ζοντας όλη αυτή τη χυδαιότητα αναζήτηση.

Η αποτυχία τους οφείλεται, νομίζω, στο ότι ακολουθούν τον κοινό προαιώνιο δρόμο. Η απλή λογική βέβαια ισχυρίζεται ότι για να δεθείς πραγματικά μ’ έναν ξένο άνθρωπο πρέπει να τον κατέ­χεις ολότελα, όχι μονάχα στο πνεύμα αλλά και στο σώμα. Γι’ αυτό το λόγο κι ο έρωτας είναι τόσο πρώτος στη γενική εκτίμηση. Παρόλη όμως την ερωτική επίδοση, στον κόσμο επικρατεί φοβερή μοναξιά. Ξέρω εντούτοις πως το απελπιστικό αυτό κενό δεν το αντι­λαμβάνονται όλοι. Οι πιο πολλοί είναι απλώς δυστυχισμένοι.

Γι’ αυτό πιστεύω πως δεν είναι δυνατό, όχι να αγαπηθείς, αλλά ούτε να εκτιμηθείς από ένα πρόσωπο, εάν αρχίσεις απ’ την ερω­τική εμπειρία. Και επίσης, ότι δεν μπορεί με κανένα τρόπο να δια­τηρηθεί χωρίς σκιές η πρώτη στοργή, αν εν τέλει αποβλέψεις στο σώμα. Η στοργή είναι αφάνταστα ανώτερη απ’ τον έρωτα, και, εκ των πραγμάτων, ασυμβίβαστη μ’ αυτόν. Αφήνω πια ότι προσπαθώντας να συνδυάσεις στοργή και έρωτα κλείνεσαι μέσα στο ένα φύλο.

Το πράγμα φαίνεται καθαρά στο γάμο. Συνήθως κανένας απ’ τ’ αντρόγυνο δε βρίσκει και την ψυχική αυτάρκεια μέσα σ’ αυτή τη σχέση. Ακόμα και στην εποχή των ερώτων υπάρχουν οι φίλοι, η κάποια υπόσχεση της στοργής, που για χατίρι τους πολλές φορές θυσιάζονται τα ραντεβού ή και ο ίδιος ο έρωτας. 

Η στοργική όμως σχέση δε θυσιάζεται ποτέ για τον έρωτα, έστω κι αν παραμε­ρίζεται φαινομενικά, ιδίως στις αρχές του. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει μάλλον ζήτημα χρόνου, και όχι πραγματικής εξαλείψεως.

Πιστεύω πως χωρίς έρωτα ο άνθρωπος μπορεί να ζήσει μια χαρά. Ιδίως, αν έχει δοκιμάσει την απάτη, μπορεί να μην αισθά­νεται καθόλου την έλλειψή του. Αλλά χωρίς στοργή τα πράγματα είναι δύσκολα και ο κόσμος άδειος. Όταν υπάρχει στοργή, μπορεί να μην υπάρχει έρωτας — σου φαίνεται πως τίποτα δε λείπει. Αν μάλιστα απ’ αυτό κινδυνεύει η στοργή, επιβάλλεται έρωτας να μην υπάρχει. Πάντως το ίδιο πρόσωπο για να χαρίζει και τα δυο, μάλ­λον αποκλείεται. 

Γι’ αυτό συνήθως η στοργή αναπτύσσεται ανάμεσα σε πρόσωπα του ίδιου φύλου ή συγγενικά, όπου δεν ξεφυτρώ­νει κάθε τόσο το ερωτικό εμπόδιο. Εξάλλου, ούτε και συ ο ίδιος μπορείς να χαρίζεις και στοργή και έρωτα στο ίδιο πρόσωπο. Αν συμβαίνει να το νομίζεις αυτό, απλώς τυφλώνεσαι απ’ την επιθυ­μία και ξεγελάς τον εαυτό σου. Ίσως όμως να μην μπορούν να συνυπάρξουν μέσα σου, ούτε και στην περίπτωση που προέρχονται από διαφορετικά πρόσωπα. Ο έρωτας είναι ή μάλλον έχει καταν­τήσει καθαρή ιδιοτέλεια, ενώ η στοργή δεν αποβλέπει σε τίποτε τέτοιο.

Συμφωνώ ότι πολλοί άνθρωποι, που παραπονιούνται πως είναι έρημοι, φταίνε κι οι ίδιοι για την κατάστασή τους. Η στοργή τους δόθηκε, αλλά την απόδιωξαν, γιατί δεν ήρθε από κει που αυτοί θέλαν. Δεν καταδικάζω κανένα, αντίθετα καταλαβαίνω απόλυτα. Είναι αλήθεια ότι η στοργή αποχτά τη δύναμή της και γίνεται αποδεχτή, όταν προέρχεται από πρόσωπα που κατά βάθος συμπαθούμε. Πρέπει κατ’ αρχή να υπάρχει κοινή συμπάθεια, αλλιώς η προ­σφορά ξενίζει. Ποτέ όμως δεν επιτρέπεται η συμπάθεια αυτή να φουντώσει ή πολύ περισσότερο να εκδηλωθεί με λόγια και αμφί­βολες χειρονομίες. Αν συμβεί αυτό, η στοργή φτεροκοπά για λίγο διάστημα ανάμεσά τους, και μετά σβήνει. Τραβάει ο καθένας για τους έρωτές του. Κι έρωτες βρίσκεις αρκετούς· τον ένα καλύτερο απ’ τον άλλο.

Όταν όμως σ’ αγγίξει η στοργή, ξαφνικά ωριμάζεις. Νιώθεις σαν τον μεταξοσκώληκα, που έφτασε η ώρα του για το κουκούλι. Ούτε τρώει, ούτε ησυχάζει πια, παρά μονάχα κοιτάζει ψηλά, ζητώντας τόπο για απομόνωση.

Όταν σου δώσουν επιτέλους τη στοργή και σε τυλίξει η τέλεια σχέση, πρέπει να φεύγεις απ’ όλους μακριά, ακόμα κι απ'το πρό­σωπο που σε ανάστησε. Μέσα σε λίγο καιρό τα έχεις μάθει όλα. Γνώρισες πια την άλλη ύπαρξη, γνώρισες όλους τους ανθρώπους, κι επομένως και τον εαυτό σου. Δεν έχεις ανάγκη ούτε από έρω­τες, ούτε από άλλες περιπλανήσεις. 

Πρέπει να φύγεις γρήγορα μα­κριά και να κλειστείς. Είναι φόβος να τα καταστρέψει όλα η ζωή με τις μικρότητες που θα παρουσιάσει, κι επάνω σου, αλλά κι επάνω στο άλλο πρόσωπο, εφόσον προϋπάρχει και στους δυο τόση προϊστορία. Εκτός αυτού είναι κι ο κίνδυνος απ’ τους γύρω ανθρώ­πους, ιδίως τους πρώην φίλους.

Δεν ξέρω αν αυτά που σκέφτομαι προάγουν ή όχι την ανθρώπινη υπόθεση. Κι όχι βέβαια πως δε μ’ ενδιαφέρει κάτι τέτοιο. Το πρώτο όμως που προσπαθώ, είναι να μιλώ με ειλικρίνεια, με ευλάβεια μάλλον. Διψώ για εξομολόγηση, που πάντοτε ανακουφίζει κάπως.


Γιώργος Ιωάννου, Ώρα για το κουκούλι, για ένα φιλότιμο (σελ. 74-76), εκδόσεις Κέδρος


Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ

Η γριά κι η αλεπού – Ναζίμ Χικμέτ

$
0
0


Μια φορά κι έναν καιρό ήτανε μια γριά που ’χε μιαν αγελάδα. Δεν είχε τίποτε’ άλλο η καημενούλα. Το μόνο της βιός ήταν η αγελάδα· πουλούσε το γάλα της και ζούσε. Και κάθε μέρα, σαν τελείωνε το άρμεγμα, άφηνε το αγγειό με το γάλα στην αυλή της κι ύστερα έκανε τις άλλες της δουλειές.

Το ίδιο έκανε και κείνη την ημέρα. Σαν γύρισε όμως να πάρει το αγγειό με το γάλα, τι να δει; Το αγγειό ήτανε άδειο. Κάποιος είχε πιει το γάλα! Τα ’χασε η καημένη η γριά. Την άλλη μέρα πάλι το ίδιο. Και την παράλλη! Έ, ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι της. Κι αποφάσισε να παραμονέψει να δει ποιος ήταν αυτός ο κλέφτης που της έπινε το γάλα. Έτσι κι έκανε. Και κει που παραμόνευε βλέπει μια αλεπού να πλησιάζει το αγγειό. Κι αμέσως να χώνει τη μυτερή της μούρη και να ρουφάει το γάλα σαν τρελή. Δε χάνει κι η γριά καιρό, τρέχει σπίτι της, παίρνει ένα τσεκούρι και δίχως να την πάρει χαμπάρι η αλεπού έρχεται και στέκει πίσω της. Στάθηκε λίγο και προτού τελειώσει η αλεπού το γάλα σηκώνει το τσεκούρι και το κατεβάζει με δύναμη, με τόση δύναμη που κόβει την ουρά της κλέφτρας αλεπούς. 

Η αλεπού, με κομμένη την ουρά, δε λέει να κουνηθεί, μόνο παρακαλάει τη γριά:
–  Γιαγιάκα μου, γιαγιάκα μου, δώσ’ μου πίσω τη ναζιάρα ουρά μου.
–  Όχι, δε θα στη δώσω, της λέει η γριά. Εσύ όταν έπινες το γάλα μου, καλά ήτανε;
–  Γιαγιάκα μου, σε παρακαλώ, δώσ’ μου πίσω την ούρα μου λέει ξανά η αλεπού.
Τότε η  γριά της απαντάει:
– Αν μου δώσεις και συ πίσω το γάλα που ’πιες, τότε θα σου δώσω κι εγώ την ουρά σου.

Σαν τ’ άκουσε αυτό η αλεπού σηκώνεται και πάει στο πρόβατο:
– Αδελφάκι πρόβατο, του λέει, δώσ’ μου λίγο γαλατάκι να το πάω στη γριά να μου δώσει πίσω την ουρά μου.
– Πρέπει, της απαντάει το πρόβατο, να μου φέρεις πρώτα λίγο χορτάρι για να μπορέσω να σου δώσω γάλα.

Τι να κάνει η αλεπού, τρέχει στο λιβάδι και  το παρακαλάει.
– Λιβάδι, λιβαδάκι μου, δώσ’ μου λίγο φρέσκο χορταράκι να το πάω στο πρόβατο να μου κάνει γάλα να το δώσω στη γριά να μου δώσει πίσω την ουρά μου.
– Φέρε εσύ τα νέα κι όμορφα κορίτσια να παίξουν να γελάσουν πάνω μου, κι εγώ θα σου δώσω το χορτάρι που ζητάς, της αντιλέει το λιβάδι.

Πηγαίνει τότε στα όμορφα κοριτσόπουλα και λέει:
– Νιές κι όμορφες κοπέλες μου, ελάτε να παίξετε, να γελάστε πάνω στο λιβάδι για να μου δώσει το χορτάρι να το πάω στο πρόβατο να μου κάνει λίγο γάλα να το δώσω στη γριά για να μου δώσει πίσω την ουρά μου.
Κι οι κοπελιές:
– Και συ, αλεπού, φέρε μας πολλά στολίδια μαργαριταρένια για να χαρούμε και να γελάσουμε χοροπηδώντας πάνω στο λιβάδι.
Τρέχει τότε η αλεπού στο χρυσοχόο και του λέει:

– Σε παρακαλώ, χρυσοχόε μου, δώσ’ μου μαργαριτάρια να τα πάω στα όμορφα κορίτσια να παίξουνε και να γελάσουνε πάνω στο λιβάδι για να μου δώσει εκείνο λίγο χορταράκι να το πάω στο πρόβατο να μου κάνει γαλατάκι να το δώσω στη γριά για να μου δώσει πίσω την ουρά μου.
– Πήγαινε να μου φέρεις αυγά να σου πουλήσω τα μαργαριτάρια, της λέει ο χρυσοχόος.

Τι να κάνει η αλεπού, ρίχνει τα μούτρα της στις όρνιθες και τις παρακαλάει:
– Όρνιθες, ορνιθούλες μου, χρυσές μου ορνιθούλες, κάντε μου λίγα αυγά να τα πάω στο χρυσοχόο να μου πουλήσει μαργαριτάρια να τα δώσω στα όμορφα κορίτσια για να παίξουν πάνω στο λιβάδι και  να μου κόψει εκείνο λίγο χορταράκι να το φάει το πρόβατο και να κάνει γάλα να το πάω στη γριά για να μου δώσει πίσω την ουρά μου.
Δίνουν τόπο στην οργή οι όρνιθες αλλά της λένε κιόλας:
– Μα θα μας φέρεις καλαμπόκι πρώτα.

Σηκώνεται η αλεπού και τρέχει στο χωράφι:
– Χωράφι, χωραφάκι μου, του λέει, δώσ’ μου λίγο καλαμπόκι να το πάω στις όρνιθες να μου κάνουν αβγουλάκια να τα πάω στο χρυσοχόο να μου πουλήσει εκείνος μαργαριτάρια και να τα δώσω στα όμορφα κορίτσια για να χορέψουν πάνω στο λιβάδι για να κάνει χορταράκι να το πάω στο πρόβατο να κατεβάσει γαλατάκι να το πάω στη γριά για να μου δώσει πίσω την ουρά μου.
Και το χωράφι:
– Για να κάνω και να σου δώσω καλαμπόκι χρειάζομαι πρώτα νερό απ’ το ποτάμι της λέει.

Τρέχει πάλι η αλεπού:
– Ποτάμι, ποταμάκι μου, άσε να πιάσω λίγο νεράκι να ποτίσω το χωράφι να φυτρώσει καλαμπόκι για τις όρνιθες που θα μου κάνουν αυγά να τα πάω στο χρυσοχόο για ν’ αγοράσω όμορφα μαργαριτάρια να τα φορέσουν τα κορίτσια για να παίξουν στο λιβάδι να κάνει εκείνο χορταράκι να το κόψω για το πρόβατο να κατεβάσει γάλα που το θέλει η γριά για να μου δώσει πίσω την ουρά μου.
Και το ποτάμι την ακούει προσεχτικά και την αφήνει να πιάσει με τ’ αγγειό λίγο νεράκι!

Και η αλεπού κουβαλάει το νεράκι, ποτίζει το ‘χωράφι, κόβει το καλαμπόκι, ταΐζει τις όρνιθες, που της κάνουνε αυγά και τα πάει στο χρυσοχόο, αγοράζει το μαργαριτάρια, τα φοράει στα όμορφα κορίτσια που τρέχουν και γελάνε πάνω στο λιβάδι, που κάνει χορταράκι, το παίρνει η αλεπού το πάει στο πρόβατο, που της δίνει γάλα και το φέρνει στη γριά και παίρνει πίσω την ουρά της!

Pieter Snyers (1681-1752) 

Παίρνει λοιπόν την ουρά της η αλεπού και τραβάει για τη φωλιά της, μα καθώς περνάει απ’ το ποτάμι τ’ ακούει να της λέει:
– Αλεπού, ε κυρ -Αλεπού, αν σου πάρουν πάλι την ουρά σου, δε θα σου ξαναδώσω νερό. Ούτε το χωράφι για νερό καλαμπόκι, οι όρνιθες για καλαμπόκι αυγά, ο χρυσοχόος γι’ αυγά μαργαριτάρια, τα κορίτσια δε θα χορέψουν για τα μαργαριτάρια πάνω στο λιβάδι και κείνο δε θα σ’ αφήσει να κόψεις χορτάρι για το πρόβατο ούτε εκείνο θα σου κάνει για χόρτο γάλα κι ούτε η γριά για ένα αγγειό γάλα θα σου ξαναδώσει την ουρά. Κι έτσι θα γυρίζεις δίχως ουρά στην υπόλοιπη ζωή σου. Κι όπως ξέρεις, αλεπού δίχως ουρά αλεπού δεν είναι. 
Το καλό που σου θέλω, διάλεξε: για τις κλεψιές, για την ουρά σου!

***

Ναζίμ Χικμέτ

Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ
Viewing all 34553 articles
Browse latest View live


<script src="https://jsc.adskeeper.com/r/s/rssing.com.1596347.js" async> </script>