Όλες οι εποχές, όλοι οι πολιτισμοί και όλοι οι άνθρωποι, ασχολήθηκαν, ασχολούνται και θ’ ασχολούνται με τον Έρωτα. Έχουν δοθεί πάρα πολλοί ορισμοί, εξηγήσεις και ερμηνείες,σε τέτοιο βαθμό ώστε δε θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι ο καθένας ταυτίζει τον Έρωτα μ’ αυτό που ο ίδιος αντιλαμβάνεται ότι είναι.
Όπως η Φιλοσοφία σε κάθε εποχή αναζητάει τόσο για τον Έρωτα όσο και για κάθε τι που σχετίζεται με την ζωή και την ύπαρξη, αυτό που πραγματικά είναι και όχι τις υποκειμενικές και σχετικές αντιλήψεις. Στόχος της εργασίας αυτής είναι να προσεγγίσει την άποψη για το Έρωτα όπως αυτή εκφράστηκε μέσα από τη Φιλοσοφία της Κλασικής Ελληνικής Αρχαιότητας και ακόμα να συσχετίσει αυτή την άποψη με τις σημερινές αντιλήψεις περί σεξουαλικής διαστροφής στην Αρχαία Ελλάδα.
ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΣΥΜΠΟΣΙΟΥ: Ανάμεσα στις ιστορικές πηγές που μπορούμε να έχουμε γι’ αυτό το θέμα, ξεχωρίζει ο διάλογος του Πλάτωνα «Συμπόσιο» ή «Περί Έρωτος Ηθικός». Σ’ αυτό το διάλογο οι Φαίδρος, Ερυξίμαχος, Παυσανίας, Αριστοφάνης, Αγάθων, Σωκράτης και Αλκιβιάδης, θα μιλήσουν με τη σειρά και θα τοποθετηθούν πάνω στο θέμα του Έρωτα.
Ο Φαίδρος λοιπόν, παρουσιάζει τον Έρωτα σαν ένα Θεό Μέγα, γεννημένο πρώτο απ’ όλους τους Θεούς, ο οποίος προξενεί όλα τα αγαθά. Τη ντροπή για τα άσχημα και το φιλότιμο για τα ωραία. Προκαλεί ανδρεία, γιατί μόνο οι ερωτευμένοι είναι πρόθυμοι να θυσιάσουν τη ζωή τους για το αγαπημένο τους πρόσωπο κι όχι μόνο οι άνδρες αλλά και οι γυναίκες.
Έπειτα ο Παυσανίας θα κάνει το διαχωρισμό ανάμεσα στον ουράνιο και τον πάνδημο Έρωτα ανάλογα με την ουράνια και την πάνδημο Αφροδίτη. Πάνδημος είναι αυτό του χυδαίου ανθρώπου με αντικείμενο περισσότερο τις γυναίκες παρά τα παιδιά. Οι εμπνευσμένοι από τον ουράνιο Έρωτα απέχουν από κάθε αδιαντροπιά. Τους αρέσει το αρσενικό επειδή έχει περισσότερη δύναμη σωματικά και πνευματικά.
Αυτός ο Έρωτας γεννά στις ψυχές των πολιτών μεγάλα φρονήματα, δυνατές φιλίες και συντροφιές. Στις Ελληνικές πόλεις προστατεύεται από το νόμο και τον ονομάζει Παιδεραστία.
Σκοπός της Παιδεραστίας είναι η απόκτηση της αρετής, με την προϋπόθεση ότι ο εραστής είναι ικανός να διαμορφώσει τον ερωμένο ο οποίος όντως αισθάνεται την ανάγκη για μόρφωση και σοφία. Θα πρέπει να προσέξουμε ότι τόσο για αυτή την παιδεραστία όσο και για άλλα φαινόμενα της αρχαίας Ελληνικής κοινωνίας θα πρέπει να προσεγγίζονται στις σωστές ιστορικές τους διαστάσεις και όχι να μελετώνται αναχρονιστικά.
Ο Ερυξίμαχος θα προσθέσει ότι ο έρωτας αναφέρεται και στα ζώα και στα φυτά και αλλά και σε όλο το σύμπαν. Στα ανθρώπινα σώματα ο Ουράνιος Έρωτας προκαλεί υγεία ενώ ο Πάνδημος νοσηρότητα.
Η Ιατρική συντελεί ώστε τα σώματα να υιοθετούν τον ωραίο έρωτα μέσα από τη συμφιλίωση των εχθρικών στοιχείων του σώματος. Αυτός ο δυαδισμός υπάρχει και για τη μουσική, ώστε υπάρχει αυτή που εξυψώνει ηθικά αλλά και αισθητικά, αλλά και αυτή που προκαλεί ακολασία. Το ίδιο ισχύει και για όλα τα πράγματα ανθρώπινα και Θεία.
Τέλος ο Ουράνιος Έρωτας είναι παντοδύναμος γιατί εγκαθιδρύει την φιλία μεταξύ ανθρώπων και Θεών, μέσα από τη χρήση της μαντικής επιστήμης.Ο Αριστοφάνης θα παρουσιάσει τον Έρωτα σαν τη τάση των ανθρώπων για ξανά-ολοκλήρωση, εφόσον σε κάποια παλαιότερη εποχή διχοτομήθηκαν από τους Θεούς.
Αναλύει τη διαδικασία της επανένωσης, στην οποία τοποθετεί τον έρωτα για αρχηγό ο οποίος απαιτεί από τους ανθρώπους να έχουν σεβασμό προς τους Θεούς, για να επιτευχθεί η οριστική επανένωση του καθενός με το έτερο ήμισυ και ν’ αποφευχθεί πιθανή δεύτερη διχοτόμηση.
Ακολουθεί ο Αγαθών που παρουσιάζει τον Έρωτα σαν τον πιο ευτυχισμένο, ωραίο και άριστο από τους Θεούς. Είναι πάντα νέος,τρυφερός και ελαστικός. Ακόμα έχει τις αρετές της δικαιοσύνης, της φρόνησης και της ανδρείας.
Πέρα από άριστος ποιητής είναι και μεγάλος σε κάθε τέχνη, εφ’ όσον και οι Θεοί με τον έρωτα για οδηγό αποκτούν μαστοριά στις τέχνες τους. Έτσι πριν τον Έρωτα βασίλευε η Ανάγκη. Με την γέννηση του έγιναν και όλα τα αγαθά στους θεούς και στους ανθρώπους.
Στη συνέχεια αναλαμβάνει ο Σωκράτης, που αποδεικνύει στο Αγάθωνα ότι ο Έρωτας δεν είναι ούτε όμορφος, ούτε αγαθός γιατί αυτά είναι που στερείται εφόσον πάντα τα αναζητάει. Ακολουθεί η διήγηση από το Σωκράτη της διδασκαλίας της Διοτίμας που μάλλον πρόκειται για γυναίκα «σαμάνο» της εποχής.
Ο Έρωτας λοιπόν δεν είναι ωραίος όπως τους Θεούς αλλά ούτε και άσχημος. Είναι κάτι ανάμεσα, όπως η σωστή δοξασία μεταξύ της γνώσης και της άγνοιας. Είναι λοιπόν ανάμεσα στους ανθρώπους και στους Θεούς.Ένας δαίμονας μεσάζων και οι άνθρωποι επικοινωνούν με τους Θεούς μέσω αυτού, χρησιμοποιώντας την Ιερατική και τη Μαντική τέχνη.
Ο Έρωτας είναι γιος του Πόρου και της Πενίας, που η σύλληψή του έγινε στα γενέθλια της Αφροδίτης. Έτσι είναι πάντα φτωχός, άσχημος και στερημένος. Κυνηγάει όμως τα ωραία και τα αγαθά με ορμή, ανδρεία και εξυπνάδα. Αγαπάει τη γνώση και είναι εφευρέτης της.Πάντα φιλοσοφεί. Το αντικείμενο του Έρωτα είναι η παντοτινή κατοχή του αγαθού και η αθανασία. Και η αθανασία αρχικά επιτυγχάνεται μέσα από την αναπαραγωγή των σωμάτων, που διαιωνίζει το είδος.
Αυτός όμως που εγκυμονεί ψυχικά δηλαδή (φρόνηση, δικαιοσύνη,σωφροσύνη) αναζητάει μια όμορφη, έξυπνη και ευγενική ψυχή για να γεννήσει τις αρετές του. Στη συνέχεια το γεννημένο ανατρέφεται από κοινού και αυτό δημιουργεί ένα πιο σπουδαίο δεσμό από αυτό των παιδιών και μια πολύ πιο σταθερή φιλία.
Αυτά βέβαια τα παιδιά (οι αρετές) είναι πιο ωραία και πιο αθάνατα ώστε καθένας θα προτιμούσε τέτοια να γεννήσει και όχι ανθρώπινα. Για παράδειγμα τα «παιδιά» του Λυκούργου σώζουν τη Σπάρτη και αυτά «νόμοι» του Σόλωνα σώζουν και γεννούν αρετή στην Αθήνα.
Γι’ αυτά τα παιδιά τους έχουν τιμηθεί και τους έχουν αφιερωθεί πολλά ιερά.Στη συνέχεια σ’ αυτό το λόγο η Διοτίμα διδάσκει στο Σωκράτη το σωστό δρόμο για τη μύηση στα «τέλεια και εποπτικά» μυστήρια του Έρωτα.
Πρώτα λοιπόν πρέπει από νεαρή ηλικία κάποιος να πλησιάσει νέους με ωραία σώματα, να αγαπήσει κάποιον και σ’ αυτόν να γεννήσει ωραίους λόγους, μετά να διευρύνει την αγάπη του προς όλα τα ωραία σώματα,ανακαλύπτοντας την ομορφιά του είδους, έπειτα ν’ ανακαλύψει την ομορφιά των ψυχών που είναι ανώτερη από αυτή των σωμάτων και που εκδηλώνεται στους ωραίους τρόπους ζωής και στους νόμους.
Στη συνέχεια αναζητώντας την ομορφιά των επιστημών, θα στρέψει το βλέμμα του στη μια και μοναδική επιστήμη. Την επιστήμη της ομορφιάς καθ’ αυτής.
Με αυτό λοιπόν το δρόμο της παιδεραστίας φτάνει κανείς ως τη θέση της ίδιας της ιδέας της ομορφιάς ώστε να μπορεί πια να γεννήσει όχι είδωλο αρετής παρά αληθινή αρετή. Έτσι θα γίνει αγαπημένος στους Θεούς και αθάνατους περισσότερο από κάθε άλλον.
Ακολουθεί ο λόγος του Αλκιβιάδη που θα εγκωμιάσει τον ίδιο τον Σωκράτη. Αναφέρει ότι ο Σωκράτης ήταν ο μόνος που τον έκανε να ντραπεί, εκθειάζει την ανωτερότητα και τις αρετές της ανδρείας και της φρόνησης του Δαιμόνιου Σωκράτη, που όμοιος ούτε υπήρξε, ούτε υπάρχει.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Βλέπουμε λοιπόν ότι για τη Φιλοσοφία ο Έρωτας ταυτίζεται με τη δύναμη που τείνει στην ολοκλήρωση και στην κατάκτηση της αθανασίας. Σαν πρωταρχική ελκτική δύναμη ο Θεός Έρωτας είναι μια δύναμη ικανή να ταξινομεί και να δίνει ζωή στα πάντα. Πλάθει διαφορετικά σκαλοπάτια από ένα λεπτότατο ουρανό σε μια απτή γη, όπου σε κάθε επίπεδο υπάρχει και μια διαφορετική μορφή Έρωτα.
Και για να φτάσουμε στην ουσία του Έρωτα, πρέπει να μάθουμε να ανακαλύπτουμε τη σκάλα ανάβασης ξεκινώντας από τη ομορφιά. Αυτή που υπάρχει στα σώματα, στις ψυχές, στις δράσεις, στους Νόμους της φύσης, στην Επιστήμη και στην Τέχνη και ακόμα πιο πέρα φτάνουμε στο Ωραίο καθ’ αυτό, στην αγνή ιδέα, στην αφηρημένη ομορφιά καθαρή και άψογη, η οποία όμως συμπίπτει και με το Καλό, το Δίκαιο και το Αληθές.
Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΑΠΟΨΗ ΚΑΙ Η ΠΑΡΕΡΜΗΝΕΙΑ: Σήμερα αυτές οι αντιλήψεις σε μεγάλο βαθμό έχουν παρερμηνευθεί ολοκληρωτικά. Μέσα από ξένες αλλά και Ελληνικές επίσημες εκδόσεις ακόμα και από ντοκιμαντέρ πολιτιστικού περιεχομένου υιοθετείται και επαναλαμβάνεται η εσφαλμένη αντίληψη πως οι Αρχαίοι Έλληνες ασκούσαν την ομοφυλοφιλία και την παιδεραστία με την έννοια του σεξ στα πλαίσια ενός κοινωνικά και νομικά αναγνωρισμένου θεσμού.
Έτσι, προσπαθούν να μας πείσουν ότι οι άνθρωποι αυτοί, που αναζητούσαν την αρετή, την ανδρεία, την τιμή, την αξιοπρέπεια, την υπευθυνότητα, τη δικαιοσύνη και που άφησαν για το μέλλον αθάνατα μνημεία πολιτιστικής και πνευματικής κληρονομιάς, δεν ήταν παρά κίναιδοι που με κάθε ελευθεριότητα επιδίδονταν σε κάθε είδος σεξουαλικές περιπτύξεις. Αλλά αυτό είναι ένα μεγάλο λάθος.
Η ουσία της παρερμηνείας εντοπίζεται κυρίως στη ύποπτα λανθασμένη απόδοση ορισμένων λέξεων που το νόημα και οι λέξεις οι σχετικές με το έρω, έρως, εραστής και παιδικά. Σχετικά γράφει ο Γιάννης Γιουδέλης στο βιβλίο του «η Ερωτική φιλία των Αρχαίων Ελλήνων», σελίδα 69-70 ότι:
«Το έρω σημαίνει και αγαπώ θερμά, κατ’ έννοια απολύτως άσχετη προς το μεταξύ των φύλων έρωτα, περιβάλλω τινά διά θερμής αγάπης, αφοσιώσεως, λατρεύω, εμφαντικότερο του φιλώ» (Σταματάκου, Μέγα Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας, Δ.Δημητράκου).
Εδώ κλείνεται και η έννοια της ερωτικής φιλίας, ενός αισθήματος ανώτατου που, αν και βρισκόταν τότε σε ακμή, τώρα έχει χαθεί τελείως από τη γλώσσα και τη καρδιά μας, και βέβαια βρίσκεται πέρα από τα όρια της αντίληψης των σημερινών ανθρώπων. Γι’ αυτό και αδυνατώντας να ερμηνεύσουν μια σχέση που εγείρει και δεν διαφθείρει, παρερμήνευσαν εξωραΐζοντας το χυδαίο.
Η λέξη έρως, πέρα από τη γνωστή έννοια σημαίνει και: η μετά πάθους αφοσίωση, προσήλωση σε κάτι, αντικείμενο, πρόσωπο, ιδέα ( Μ.Λεξ. Δ.Δημητράκου ). Ειδικά όλον τον Πλάτωνα τι άλλο τον χαρακτηρίζει πέρα από τον έρωτα των ιδεών; Η λέξη εραστής, εκτός από τη σημασία που δίνουμε έχει και τις εξής: α)θαυμαστής, θιασώτης, λάτρης. β) μτφ.εν. αναφ. προς πράγμ., ενέργεια, κατάσταση, θεωρία κ.α., λίαν αγαπών τι, ο μετά πάθους ορεγόμενο, ο θιασώτης τινός. (Μ. Λεξ. Δ.Δημητράκου )
Παίδων εραστής = ο επιθυμών να έχει τέκνα και σε προέκταση η επιθυμία να φέρεις στον κόσμο παιδιά της ψυχής σου, ομοιώματα του ανώτερου σου εγώ και αυτό ήταν έρως όπως λέει ο Ιωάννης Συκούρτης στη σελ. 33. Να σημειώσουμε εδώ ότι ο Ι. Συκουρτής, Ακαδημαϊκός, στην επανέκδοση του Συμποσίου του Πλάτωνα από την Ακαδημία των Αθηνών στα 1949 παραθέτει εισαγωγή με μελέτη και σχόλια 250 σελίδων (16 κεφάλαια όπου δημιουργεί μια πραγματική σύγχυση για το θέμα.
Στο κεφ. 4 για π.χ.,σχετικά με τον παιδικό έρωτα στους Αρχαίους Έλληνες αναφέρει ότι: «ήτο θεσμός κοινωνικώς αναγνωρισμένης με τας συνήθειας και τους κανονισμούς του με την παράδοση και την τεχνική του, όπως ο ιπποτικός έρως εις το μεσαίωνα.»
Ακόμα «το θέμα βέβαια είναι πολύ λεπτό. Αναφέρεται σε κάτι απολύτως ξένο προς τις συνήθειες και τις ηθικές αντιλήψεις της σημερινής κοινωνίας, αλλά αυτό δε μας απαλλάσσει από την υποχρέωση να το αντικρίσουμε με ψυχραιμία και αγνότητα … Δι’ εκείνους ο έρως ο παιδικός δεν θεωρείτο και δεν ήτο απλώς μια ηθική διαστροφή, διαδεδομένη και σήμερον περισσότερον απ’ ότι ομολογούμε,την οποία προσπαθούμε για λόγους ηθικούς και αισθητικούς να ανακαλύψωμεν με ένα πέπλον σιγής αισχυντηλής…» με παρρησία και υπερηφάνεια τον ανέφεραν ως ένα σημείο ανωτερότητας από τους βάρβαρους λαούς, ως ένα κατ’ εξοχήν δείγμα πολιτισμού.
Ως θεσμόν κοινωνικών και όχι ως παρεκτροπήν, ιστορικώς και ψυχολογικώς, πρέπει να εξετάσωμεν αυτή τη συνήθεια.
Να εισδύσωμεν δηλαδή εις τη νοοτροπίαν εκείνων και να την εννοήσομεν. Αυτή είναι η υποχρέωσή μας που δε θα είναι επιδοκιμασία αλλά ούτε και απδοκιμασία..αυτή η προσπάθεια κατανόησης εγκλείει πολύ μεγαλυτέρα δικαιοσύνην και σεβασμό προς τους πατέρας του ωραίου και του αληθινού, παρ’ όσον η μονοκόμματος καταδίκη ή, το χειρότερον, η δήθεν ευλαβής και μηδέν λέγουσα, πολλά δε σημαίνουσα παρασιώπησις.»
Με τις αντίστοιχες παραπομπές στους αρχαίους συγγραφείς αναφέρει πως ήταν ένας θεσμός κυρίως των Δωριέων που επικρατούσε στην Ηλεία,Θεσσαλία, Βοιωτία, Σπάρτη και Κρήτη. Έπειτα επηρεασμένοι από τους Δωριείς τον υιοθέτησαν οι Ίωνες στην Εύβοια και στη Αθήνα.« Εις την Σπάρτην η σχέσις εράστου (εισπλήνας ελέγετο) προς τον (αϊταν τον ερωμένον) τόσο νόμιμος εθεωρείτο ώστε ο εραστής επείχε θέσιν ανεγνωρισμένου κηδεμόνος και ήτο υπεύθυνος απέναντι της πολιτείας δια τας παρεκτροπάς εκείνου. Δια την Κρήτη, την κοιτίδα του εθίμου μας προσφέρει ο Έφορος παρά Στράβωνι ( σελ.483 ) λεπτομερή περιγραφή της εθιμοτυπίας.
Ο εραστής ( φιλήτωρ ελέγετο ) προανήγγελλε από τριών ημερών εις τους οικείου του νέου την εκλογήν του και εκείνοι έκριναν αν έπρεπε να επιτρέψουν τη σχέση αυτή. Κριτήριο ήταν όχι αν η σχέση αλλά αν ο εραστής ήταν αντάξιος του υιού τους. Αν προτιμούσαν άλλον εραστή φρόντιζαν να ματαιώσουν την αρπαγή, διαφορετικά η αρπαγή του νέου ήταν εικονική όπως και η αντίσταση των συγγενών.
Το ζεύγος κατέφευγε στα βουνά όπου για δύο μήνες διδάσκονταν ο νέος τη σκληραγωγία, το κυνήγι και τη χρήση των όπλων, ιδιαίτερα των δύσκολων τεχνικών όπλων ( τόξο, σφενδόνα κτλ.) στα οποία διακρίνονταν στην αρχαιότητα οι Κρήτες. Έπειτα επέστρεφαν και ο εραστής χάριζε στο νέο μια πανοπλία, την πρώτη που θα φορούσε, ένα κύπελλο και ένα βόδι που θυσιάζονταν στο Δία.
Ο νέος έπαιρνε τότε το όνομα κληνός και απολάμβανε μεγάλες τιμές. Η μεγαλύτερη ντροπή για ένα νέο ήταν να μη βρεθεί γι’ αυτόν ένας φιλήτωρ. Η σχέση εξακολουθούσε ειδικά στους πολέμους όπου ο ερωμένος λεγόταν περασταθένς δηλαδή παραστάτης.» Το δρώμενο αυτό–γιατί περί αυτού πρόκειται–έχει αρκετές προεκτάσεις με την ιδέα της σχέσης πολίτη-οπλίτη.
Πρόκειται επίσης και για μία διαβατήρια διαδικασία. Ουσιαστικά έξοδος από την παιδική ηλικία, από την κοινωνότητα, από την οργανωμένη ζωή και είσοδος στην ενηλικίωση και στην ενεργή συμμετοχή τόσο στην πολιτική ζωή, αλλά και την αναπαραγωγική αφού με την επιστροφή στην κοινότητα πραγματοποιούνταν και «ιεροί γάμοι». Πρόκειται για έναν συμβολικό θάνατο και αναγέννηση, αναπροσδιορισμός μέσω του έρωτα.
Αυτός βέβαια ο δεσμός υπήρχε σε όλες τις πόλεις όπως και στην Αθήνα όπου ο εραστής με τη συγκατάθεση των γονέων προετοίμαζε τον νέο ώστε να μπορέσει να γίνει ικανός και άξιος πολίτης ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί σε κάθε υποχρέωση προς την πόλη και να μπορεί να έχει αξιοπρεπή ιδιωτική ζωή.Στην Αθήνα λοιπόν έχουμε εραστή και ερωμένο, στη Σπάρτη εισπλήνα και αϊτα, στην Κρήτη Φιλήτωρ και κληνόν ή παρασταθένς.
Γιατί όμως θα πρέπει να δεχτούμε ότι στη σχέση αυτή μαθητείας απαραίτητο στοιχείο ήταν το σεξουαλικό; Και έχει θέση το σεξ σε μια τέτοια σχέση ανάμεσα σε άνδρες; Ο Γιάννης Γουδέλης μας δίνει τις έννοιες των λέξεων φιλήτωρ και κληνής ως εξής: «φιλήτως: φίλος της καρδιάς, καρδιακός φίλος=εραστής ,η έννοια της λέξης φαίνεται και στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο (18,55) ‘Ιησούς δ’ ανέκοψε φιλήτορι Πέτρον…’ όπου ο Ιησούς αναφέρεται στο φιλήτορα.
Η λέξη Κληνής είναι λάθος, που σημαίνει αγαπητικός της κλήνης, ενώ η σωστή που θα έπρεπε να γράφεται είναι: κλεινός που σημαίνει ‘»ο πλήρης κλέους, ο ένδοξος, ο επιφανής»
Στο ίδιο βιβλίο σελ.35 διαβάζουμε: «Πώς μπορεί ένα παιδί να παράδινε τη νεανική του σάρκα για μια σειρά ετών, να άλλαζε ρόλο εραστή ερωμένου και να λαμβάνει αποστολή στην οικογένεια και στην κοινωνία; Δεν χρειάζονται πολλά χρόνια αρσενοκοιτίας για να παραμορφώσουν και να διαστρεβλώσουν πλήρως τη φύση. Έτσι που να μην επανορθώνεται σε καμιά περίπτωση.
Αντίθετα, η περίπτωση της φιλίας, στη δυνατή μορφή της, που αναφέρεται με τις λέξεις εραστής και ερωμένος, αποσκοπούσε στη φήμη και όχι στη δυσφήμιση. Ήταν δεσμός δασκάλου, φροντιστή,καθοδηγητή και που μια αναλογία μπορούμε να βρούμε και σήμερα στις σχέσεις νονού-βαφτιστήρα.»
Στη σελίδα 52 γράφει: «Ο έρωτας των αρχαίων Ελλήνων πρέπει να έχει αντιπαρατεθεί στη περίπτωση της ερωτικής φιλίας με τη Χριστιανική αγάπη, με τους Γιόγκι ( δάσκαλος γκουρού και μαθητής ) και με κάθε δεσμό που το δόσιμο δένει τα άτομα. Τα δυναμώνει δεν τα εκφυλίζει. Σκεφτείτε όλους αυτούς τους χριστιανικούς αγίους που εμφανίζονται σε ζευγάρια και έχουν κοινή δράση και πορεία. Πρόκειται για μία συγκεκαλυμμένη μορφή του έρωτα των αρχαίων Ελλήνων, όπως πέρασε στη χριστιανική διδασκαλία.
Τέτοιες περιπτώσεις υπάρχουν αρκετές, σε όλους τους χώρους και όλους τους χρόνους. Πρόσφατο παράδειγμα οι σταυραδερφοί. Ακόμα να φέρνουμε στο νου τη χριστιανική αγάπη, το δεσμό λ.χ. Ιησού και Λαζάρου και ειδικά τους πρώτους χριστιανούς, ακόμα και μοναχούς εκείνους, που τηρούσαν την αυστηρή και απαρέγκλιτη σχέση Γέροντα και νεοφώτιστου που θα τον διαδέχονταν τη λέξη έρως έχει εγκολπωθεί και η εκκλησία και τη συναντάμε με δοξαστική έννοια σε πολλούς αίνους: «…πάντες οι των λόγων αυτών εραστές συνελθόντες ύμνοις τιμήσωμεν…’Ψάλλουν προς τους τρις Ιεράρχες οι χριστιανοί. Χρειάζεται σχόλιο;»
ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΠΕΡΙ ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ: Στις σελίδες 73,82, ο Γουδέλης παραθέτει αποσπάσματα από την νομοθεσία της Σπάρτης και της Αθήνας που είναι και πολύ διαφωτιστικά για το θέμα μας. Ενδεικτικά αναφέρουμε δυο αποσπάσματα. «Όποιος παρακινεί σε ακολασία παιδιά ή γυναίκα ή άνδρα ελεύθερο ή δούλο, ή παρανομεί σε βάρος κάποιου από αυτούς, να καταγγέλλεται από οποιοδήποτε Αθηναίο έχει το δικαίωμα (επίτιμο δηλαδή ) στους θεσμοθέτες.
Οι δε θεσμοθέτες μέσα σε τριάντα μέρες από την καταγγελία να εισάγουν προς δίκην τον τούτον ( τον ένοχον ) ετώπιον της Ηλιαίας, εάν οι δημόσιες ασχολίες το επιτρέπουν (εάν δεν υπάρχει κάποιο δημόσιο κόλλημα). Εδ’ αλλιώς, όταν καταστεί δυνατόν. Αφού δε, δικαστεί πρώτα από την Ηλιαία, εάν κηρυχθεί ένοχος, καταδικάζεται πάραυτα σε φυλάκιση ή πρόστιμο. Αν δε, αποτιμηθεί η ύβρις με θάνατο, να παραδίδεται στους ένδεκα και να θανατώνεται αυθημερόν.»
«Δημοσθένους, Κατά Μειδίου» «Εάν κάποιος αποδεικνυόταν ότι επιθυμούσε παιδικό σώμα, ο Λυκούργος το έκανε με νόμο στη Σπάρτη να είναι αισχρότατο, ώστε οι εραστές να αποφεύγουν τα παιδικά σώματα καθόλου λιγότερο απ’ ότι οι γονείς τα παιδιά τους.» ‘Ξεν. Λακαιδ. Πολιτ. //,13′
Ακόμη ο Πλούταρχος στον ‘Ερωτικό’ (769 α.β.) αναφέρει ότι: «…ο Σόλωνας στάθηκε εμπειρότατος νομοθέτης του γάμου, που όρισε να μη σμίγει λιγότερο από τρις φορές το μήνα ο άντρας με τη γυναίκα του, όχι βέβαια για τη σαρκική ηδονή, αλλά γιατί, όπως οι πόλεις ανανεώνουν ύστερα από ορισμένο χρόνο τις συμμαχίες αναμεταξύ τους, έτσι ήθελε να ανανεώνεται ο γάμος από τη φθορά του κάθε φορά βυθώντας μέσα σε μια τέτοια ευχαρίστηση.»
Βλέπουμε λοιπόν ότι, τόσο ο Ι. Συκουρτής όσο και ο Άγγλος καθηγητής Κ.J.Dover,(βλ. «Η Ομοφυλοφιλία στην Αρχαία Ελλάδα» Copyright 1978 by K.J.Dover,ελληνική έκδοση Π. Χιωτέλη, Αθήνα 1990) αλλά και τόσοι άλλοι σχολιαστές ήδη από τη Ρωμαϊκή εποχή, δεν επιθυμούν μια πραγματικά και αντικειμενική προσέγγιση της νοοτροπίας των Αρχαίων Ελλήνων όπως ισχυρίζονται εφ’ όσον δεν λαμβάνουν υπ’ όψιν τους ξεκάθαρα στοιχεία όπως τα παραπάνω.
Νοοτροπία όμως πολύ ξεκάθαρη που εκφράζεται και μέσα από το γνωστό μύθο του Έρωτα και της Ψυχής ( Απουλήιου ‘Μεταμορφώσεις’ ) όπου η Ψυχή μέσα από τη σχέση της με τον Έρωτα καταφέρνει να ξεπεράσει όλες εκείνες τις δοκιμασίες που θα της επιτρέψουν να γίνει δεκτή αθάνατη στον Όλυμπο.
Έναν άλλο μύθο μας διηγείται ο Αίσωπος.
ΑΙΣΩΠΟΥ ΕΠΩΔΟΣ ΖΕΥΣ ΚΑΙ ΑΙΣΧΥΝΗ: «Ο Ζευς πλάθοντας τους ανθρώπους, έβαλε μέσα τους διάφορες ψυχικές αρετές και μόνο την ντροπή λησμόνησε να βάλει. Γι’ αυτό, μη έχοντας άλλο δρόμο να την τοποθετήσει, την πρόσταξε να μπει απ’ τον πισινό των ανθρώπων. Εκείνη αρχικά αρνήθηκε και διαμαρτυρήθηκε για τη προσβολή.
Επειδή όμως ο Ζευς τη ζόρισε πολύ, είπε: «Ας είναι, θα μπω, υπό τον όρο ότι από κει δε θα μπει ο έρωτας. Γιατί αν τύχει και μπει, εγώ θα βγω αμέσως». Από τότε συμβαίνει όλοι οι ανώμαλοι να είναι και αδιάντροποι.» Ο μύθος σημαίνει ότι είναι αδιάντροποι όσοι κατέχονται από ανώμαλες ερωτικές επιθυμίες. (Αισώπου Μύθοι, Αρχαίο κείμενο, μετάφραση στη δημοτική Τάσου Βουρνά, τομ. Ά, Εκδόσεις Αφών Τολίδη).
Στα ‘Ορφικά’, μετάφραση Ιωάννου Δ. Πασσά, Αθήναι, Εκδόσεις Εγκυκλωπαίδειας του « ΗΛΙΟΥ» υπάρχει ένας ωραίος ύμνους για τον Έρωτα, που έχει ως εξής:
ΕΡΩΤΟΣ θυμίαμα, αρώματα Επικαλούμαι τον μεγάλον, τον αγνόν,
τον Περιπόθητον, τον γλυκύν Έρωτα.
Τον ισχυρόν τοξότη, τον φτερωτόν, που φλογίζει με δύναμιν τους ανθρώπους, τον ταχύν και ορμητικό
που παίζει με τους θεούς και με τους θνητούς ανθρώπους, τον έξυπνον, τον εφευρετικόν,
με των πάντων, τα κλειδιά του επουράνιου αιθέρος, της θαλάσσης και της γης,
και όσα πνεύματα που γεννούν εις τους ανθρώπους,
τρέφει η θεά, παράγουσα χλωρούς καρπούς,
και όσα έχει ο ευρύς Τάρταρος και η θορυβώδης θάλασσα
διότι μόνον εσύ κρατείς το πηδάλιον ( είσαι κυρίαρχος ) όλων αυτών.
Αλλά ω μακάριε, με καθαρές διαθέσεις έλα Μαζί με τους μύστας,
Και απομάκρυνε από αυτούς τις φαύλες και Παράδοξες ορμές.
Τι ήταν λοιπόν ο έρωτας στην Αρχαία Ελλάδα; Σεξουαλικά διαστροφή ή σχέση μαθητείας που οδηγούσε προς την ηθική τελείωση και τον αυθεντικό άνθρωπο; Η απάντηση είναι ξεκάθαρα η δεύτερη αν πιστέψουμε ότι οι άνθρωποι αυτοί θέλησαν να ζουν σε αρμονία με τη φύση και τους νόμους της. Ακολουθούν κάποιες αναφορές σχετικά με το πόσο αυστηροί ήταν οι φιλόσοφοι και οι νόμοι για την ομοφυλοφιλία και όλες τις σεξουαλικές παρεκκλίσεις στην αρχαία Ελλάδα.
Πλουτάρχου, Περί Αλεξάνδρου Τύχης ή Αρετής Λόγος Α’ 12«Αλέξανδρος δε, Φιλοξένου του της παραλίας υπάρχου γράψαντος, ότι παίς εν Ιωνία γέγονεν οίος ουκ άλλος ώραν και είδος, και πυνθανομένου δια των γραμμάτων ει αναπέμψη, πικρώς αντέγραψεν ω κάκιστ’ ανθρώπων, τι μοι πώποτε τοιούτο συνέγνως, ίνα τοιαύταις με κολακεύσης ηδοναίς;»
«Και ο Αλέξανδρος, όταν του έγραψε ο Φιλόξενος, ο κυβερνήτης της παραλίας ότι υπάρχει στην Ιωνία ένα παιδί που, όμοιο στην ομορφιά του δεν ξανάγινε ποτέ, και ζητούσε να πληροφορηθή με γράμμα, αν ήθελε να του το στείλη, ο Αλέξανδρος του έγραψε απαντώντας αυστηρά: «Ω πιο κακέ απ’ όλους τους ανθρώπους, με ξέρεις ανακατεμένο, ποτέ, με τέτοιες βρωμοδουλειές, για να με κολακεύσης με τέτοιου είδους απολαύσεις;».
Aισχύνου, Kατά Tιμάρχου § 21«Eάν κάποιος Aθηναίος εκδίδεται ως παθητικός ομοφυλόφιλος, να μην επιτρέπεται σ’ αυτόν να εκλέγεται ως ένας εκ των εννέα αρχόντων, ούτε να αναλαμβάνει το αξίωμα του ιερέως, ούτε να γίνεται σύνδικος του δήμου, ούτε να αναλαμβάνει κανένα απολύτως αξίωμα ούτε στο εσωτερικό, ούτε στο εξωτερικό, ούτε κληρωτό, ούτε αιρετό, ούτε να αποστέλεται σε διπλωματική αποστολή, ούτε να εκφέρει τη γνώμη του, ούτε να εισέρχεται στα δημόσια ιερά, ούτε να έχει δικαίωμα να φέρει στεφάνι στις Eορτές που συνηθίζεται αυτό, ούτε να πηγαίνει στα περιαντήρια που βρίσκονται μέσα στην αγορά. EAν δε κάποιος κάνει κάτι από αυτά και εφόσον αυτό αποδειχθεί δικαστικώς, τότε να τιμωρείται με θάνατο».
Δημοσθένους, Kατά Aνδροτίωνος § 21«Δεν επιτρέπεται στους ομοφυλοφίλους ούτε να ομιλούν, ούτε να γράφουν».
Aιλιανού, Ποικίλη Iστορία III 12«O Σπαρτιατικός έρωτας δεν είχε καμία σχέση με αισχρότητες. Εάν ποτέ κάποιος έφηβος τολμούσε να ανεχθεί ασέλγεια εις βάρος του ή εάν κάποιος άλλος έφηβος επιχειρούσε να ασελγήσει εις βάρος κάποιου άλλου, δεν συνέφερε κανέναν απ’ τους δύο να καταντροπιάσουν την Σπάρτη, αφού σε τέτοια περίπτωση ή εξοριζόντουσαν εφ’ όρου ζωής από την Σπάρτη ή έχαναν την ζωή τους».
Πλουτάρχου, Λακεδαιμονίων Eπιτηδεύματα 7,237c
Mάξιμος Tύριος, 20,8d,e«O ψυχικός δεσμός μεταξύ των νέων δεν έχει καμία σχέση με σωματικές επαφές. Όποιος νέος επιχειρήσει να ασελγήσει εις βάρος άλλου θα στερηθεί διά βίου τα πολιτικά του δικαιώματα».
Ξενοφώντος Λακεδαιμονίων Πολιτεία ΙΙ, 13«Ο δε Λυκούργος Εναντία και τούτοις πάσι γνούς, ει μεν τις αυτός ων οίον δει αγασθείς ψυχήν παιδός πειρώτο άμεμπτον φίλον αποτελέσασθαι και συν-είναι, επήνει και καλλίστην παιδείαν ταύτην ενόμιζεν. Ει δε τις παιδός σώματος ορεγόμενος φανείη, αίσχιστον τούτο θείς εποίησεν εν Λακεδαίμονι μηδέν ήττον εραστάς παιδικών απέχεσθαι ή γονείς παίδων ή και αδελφοί αδελφών εις αφροδίσια απέχοντα».
«Ο Λυκούργος όμως, αντιθέτως προς όλα ταύτα πιστεύων, επεδοκίμαζε μόνον το εάν σημαίνων άνθρωπος, θαυμάσας την ψυχική αρετήν του παιδίου, προσεπάθη να κάμη αυτόν φίλον με δεσμούς αναμεταξύ των αμέμπτους και να τον συναναστρέφεται, διότι τούτο ενόμιζε μέσον καλλίστης ανατροφής. Εάν όμως επαρουσιάζετο κανείς επιθυμών το παιδικόν σώμα, επειδή ο Λυκούργος εθεώρη τούτο πολύ αναίσχυντον, ενομοθέτησεν εις την Σπάρτην να απέχουν οι ερασταί από τα αγαπώμενα παιδιά, όπως αποφεύγουν εις αφροδισίους (ερωτικάς) σχέσεις οι γονείς από τα τέκνα των και οι αδελφοί από τους αδελφούς των».
Πλουτάρχου Βίοι Παράλληλοι, Λυκούργος ΧVII«Λακεδαιμόνιοι δε οι νομίζοντες, εάν και ορεχθή τις σώματος, μηδενός αν έτι καλού καγαθού τούτον τύχειν, ούτω τελέως τους ερωμένους αγαθούς απεργάζονται ως και μετά ξένων καν μη εν τη αυτή [πόλει] ταχθώσι τω εραστή, ομοίως αιδούνται τους παρόντας απολείπειν. Θεάν γάρ ου την Αναίδειαν αλλά την Αιδώ νομίζους»ι.
«Οι Λακεδαιμόνιοι, αντιθέτως, που πιστεύουν ότι το μόνο αν επιθυμήσει κανείς το σώμα νέου, αυτός δεν είναι δυνατόν πια να επιτύχη τίποτε το ωραίο και το αγαθό, καθιστούν τους ερωμένους τόσον τελείους αγαθούς, ώστε και αν ακόμη ταχθούν στην μάχη μεταξύ ξένων και όχι στην ίδια πόλη με τον εραστή, εξ ίσου από αιδώ δεν εγκαταλείπουν τους συμπολεμιστές των. Γιατί πιστεύουν ως θεά όχι την Αναίδεια, αλλά την Αιδώ».
«Εκοινώνουν δε οι ερασταί τοις παισί της δόξης επ’ αμφότερα και λέγεταί ποτε παιδός εν των μάχεσθαι φωνήν αγεννή προεμένου ζημιωθήναι τον εραστήν υπό των αρχόντων. Ούτω δε του εράν εγκεκριμένου παρ’ αυτοίς, ώστε και των παρθένων εράν τας καλάς και αγαθάς γυναίκας, το αντεράν ούκ ην, αλλά μάλλον αρχήν εποιούντο φιλίας προς αλλήλους οι των αυτώ ερασθέντες, και διετέλουν κοινή σπουδάζοντες, όπως άριστον απεργάσαιντο τον ερώμενον».
«Οι ερασταί δε των παίδων μετείχον της φήμης αυτών και εις τάς δύο περιπτώσεις (δηλαδή = της φήμης και επί καλώ και επί κακώ). Και διηγούνται σχετικώς ότι, όταν κάποτε εις παίς εξεφώνησε κατά την διάρκειαν της μάχης μίαν απρεπή κραυγήν, οι άρχοντες ετιμώρησαν δια τούτο τον εραστήν του παιδός.
Ενω δε ο έρως επεδοκιμάζετο κατ’ αυτόν τον τρόπον υπό των Σπαρτιατών, ώστε και αι αγαθαί και ευγενείς γυναίκες να τρέφουν έρωτα προς τας παρθένους, δεν υπήρχεν όμως αντιζηλία εις τας ερωτικάς των σχέσεις, αλλά μάλλον εύρισκον αφορμήν να συνάψουν μεταξύ των στενήν φιλίαν εκείνοι , οι οποίοι είχον αγαπήσει τους ιδίους παίδας, και κατέβαλλον από κοινού, συνεχείς φροντίδας, δια να εξεύρουν τον καλύτερον τρόπον, με τον οποίον θα ήτο δυνατόν να γίνη άριστος ο υπ’ αυτών αγαπώμενος νέος».
Πλάτωνος Νόμοι 636c«Εννοητέον ότι τη θηλεία και τη των αρρένων φύσει εις κοινωνίαν ιούση της γεννήσεως ή περί ταύτα ηδονή κατά φύσιν αποδεδόσθαι δοκεί, αρρένων δε προς άρρενας ή θηλέων προς θηλείας παρά φύσιν»
«Είναι λοιπόν κατανοητό ότι η φύσις ωθεί τα θηλυκά να είναι σε επαφή με τα αρσενικά από την γέννηση τους, και η ηδονή σε αυτά είναι φανερό ότι έχει δοθεί σύμφωνα με την φύσιν, ενώ (η επαφή ενν.) των αρσενικών με τα αρσενικά και θηλυκών με τα θηλυκά ενάντια στην φύσιν (παρά φύσιν).»
Πλάτωνος Νόμοι 836c-e«…ει γάρ τις ακολουθών τη φύσει θήσει τον προ του Λαίου νόμον, λέγων ως ορθώς είχεν το αρρένων και νέων μη κοινωνείν καθάπερ θηλειών προς μίξειν αφροδισίων, μάρτυρα παραγόμενος την θηρίων φύσιν και δεικνύς προς τα τοιαύτα ουχ απτόμενον άρρενα άρρενος δια το μη φύσει τούτο είναι, ταχ’ αν χρώτο πιθανώ λόγω…
«Όποιος, υπακούοντας στην φύση, προτείνει την επανακαθιέρωση του νόμου, όπως ήταν πριν από τον Λάιο-(ο οποίος εθεωρείτο ο μυθικός εφευρέτης της ομοφυλοφιλίας, με τον βιασμό του Χρυσίππου, για τον οποίο και τιμωρήθηκε από την μοίρα με το να δολοφονηθεί από τον ίδιο του τον γιό) και διακηρύσσει ότι δεν είναι σωστό να έρχεσαι σε σεξουαλική επαφή με άνδρες και αγόρια, όπως με τις γυναίκες, και προσάγει ως απόδειξη γι’ αυτό, την φύση των Ζώων και επισημαίνει ότι (ενν. Ανάμεσα τους) το αρσενικό δεν αγγίζει αρσενικό με σεξουαλικό σκοπό, αφού αυτό δεν είναι φυσικό, βρίσκεται, νομίζω, σε πολύ ισχυρή θέση…»
Πλάτωνος Νόμοι 840de«…ως ου χείρους ημίν είναι τους πολίτας ορνίθων και άλλων θηρίων πολλών, οι κατά μεγάλας αγέλας γεννηθέντες, μέχρι μεν παιδογονίας η ίθεοι και ακήρατοι γάμων τε αγνοί ζώσιν, όταν δ’ εις τούτο ηλικίας έλθωσι, συνδυασθέντες άρρην θηλεία κατά χάριν και θήλεια άρρενι, τον λοιπόν χρόνον οσίων και δικαίως ζώσιν, εμμένοντες βεβαίως ταίς πρώταις της φιλίας ομολογίαις δειν δη θηρίων γε αυτούς αμείνους είναι.»
«Οι πολίτες μας δεν πρέπει να είναι κατώτεροι από τα πουλιά και πολλά άλλα είδη ζώων, που γεννιούνται σε αγέλες και ζουν αζευγάρωτα, ως την ηλικία της τεκνοποιίας, αγνά και αμόλυντα από τον γάμο, αλλά, όταν φτάσουν σ’ εκείνη την ηλικία, ζευγαρώνουν αρσενικό με θηλυκό και θηλυκό με αρσενικό σύμφωνα με τις διαθέσεις τους και για το υπόλοιπο της ζωής τους ζουν με ευλάβεια και είναι νομοταγή, μένοντας πιστά στις συμφωνίες που ήταν η αρχή της σχέσεώς τους. Πρέπει λοιπόν αυτοί (δηλ οι πολίτες) να είναι ακόμη καλύτεροι από τα θηρία».
Πλάτωνος Νόμοι 841d«Ή μηδένα τολμάν μηδενός άπτεσθαι των γενναίων άμα και ελευθέρων πλην γαμέτης εαυτού γυναικός, άθυτα δε παλλακών σπέρματα και νόθα μη σπείρειν, μηδέ άγονα αρρένων παρά φύσιν ή το μέν των αρρένων πάμπαν αφελοίμθ’άν..»
«Ή κανένας να μην τολμά να έρχεται σε επαφή με τους γενναίους και ελευθέρους εκτός από την ίδια τους την γυναίκα, ούτε να επιτρέπεται να σπείρουν νόθα σπέρματα στις παλλακίδες, είτε σε άνδρες άγονα παρά φύσιν ή μάλλον καλύτερα την μεταξύ ανδρών επαφή να την απαγορεύσουμε εντελώς».
Ξενοφώντος Απομνημονεύματα Α,ΙΙ30«Κριτίαν μεν τοίνυν αισθανόμενος ερώντα Ευθυδήμου και πειρώντα χρήσθαι, καθάπερ οι προς τ’ αφροδίσια των σωμάτων απολαύοντες, απέτρεπε φάσκων ανελεύθερόν τε είναι και ου πρέπον ανδρί καλώ καυγαθώ τον ερώμενον, ω βούλεται πολλού άξιος φαίνεσθαι, προσαιτείν ώσπερ τους πτωχούς ικετεύοντα και δόμενον προσδούναι, και τύτα μηδενός αγαθού του δε Κριτίου τοις τοιούτοις ουχ υπακούοντος ουδέ αποτρεπομένου, λέγεται τον Σωκράτην άλλων τε πολλών παρόντων και του Ευθυδήμου ειπείν ότι υιικόν αυτώ δοκοίη πάσχειν ο Κριτίας, επιθυμών Ευθυδήμω προσκνήσθαι ώστπερ τα ύιια τοις λίθοις, εξ ων δη και εμίσει τον Σωκράτην ο Κριτίας».
«Αντιθέτως όμως, όταν αντιλήφθηκε πως ο Κριτίας ήταν ερωτευμένος με τον Ευθύδημο και επροσπαθούσε να τον χρησιμοποιήση καθώς εκείνοι που απολαμβάνουν τα σώματα αφροδιασικά, τον απέτρεπεν ο Σωκράτης λέγοντας ότι και ανάξιο για ελεύθερον άνθρωπο είναι και ανάρμοστο για έναν άνδρα μορφωμένον ενάρετα, εκείνον που αγαπά, χάριν του οποίου θέλει να φαίνεται πως αξίζει πολύ, να τον ζητιανεύει, ικετεύοντας και παρακαλώντας να του στέρξει σε κάτι, που μάλιστα κάθε άλλο παρά αγαθό είναι.
Επειδή δε ο Κριτίας δεν άκουσε αυτά τα λόγια και δεν απομακρυνόταν από τον σκοπό του, λέγεται ότι ο Σωκράτης, παρουσία και πολλών άλλων και του Ευθύδημου, είπεν ότι του φαίνεται πως ο Κριτίας υποφέρει από κάτι που παθαίνουν οι χοίροι, αφού επιθυμεί να τρίβεται επάνω στον Ευθύδημο, όπως ακριβώς τρίβονται τα χοιρίδια στις πέτρες. Εξ αιτίας αυτών ακριβώς ο Κριτίας εμισούσε τον Σωκράτη».
Αισχίνου Κατά Τιμάρχου 72:«Ου γαρ έγωγε υπολαμβάνω ούτως υμάς επιλήσμονας είναι, ώστε ασχημονείν ων ολίγω πρότερον ηκούσατε αναγιγνωσκομένων <των> νόμων, εν οις γέγραπται, εάν τις μισθώσηται τινα Αθηναίων επί ταύτην την πράξιν, ή εάν τις εαυτόν μισθώση ένοχον είναι τοις μεγίστοις και τοις ίσοις επιτιμίοις».
«Εγώ τουλάχιστον, δεν νομίζω πως ξεχνάτε τόσο εύκολα, ώστε να μη θυμάστε αυτά που ακούσατε προηγουμένως, όταν γινόταν η ανάγνωση των νόμων. Θυμάστε ασφαλώς, ότι οι νόμοι αναφέρανε ότι, όποιος πληρώσει άλλον άνδρα γι΄ αυτή τη δουλειά, ή πληρωθεί για να ικανοποιήσει τέτοιες επιθυμίες, και στις δύο περιπτώσεις η τιμωρία είναι ίδια και μάλιστα από τις πιο βαριές».
Ειδικότερα δε για τον Ιερό Λόχο των Θηβαίων φαίνεται ότι στην αρχαιότητα κάποιοι θιασώτες της ομοφυλοφιλίας είχαν προσπαθήσει να συσχετίσουν αυτά τα ζευγάρια των εραστών και ερωμένων με ζευγάρια που είχαν σαρκικές σχέσεις, γι’ αυτό ο Πλούταρχος, ο οποίος βέβαια γράφει τον 2ο μ.κ.ε. αιώνα, άρα έχει περάσει ολόκληρη την Ρωμαϊκή εποχή της πλήρους διαστροφής και διαφθοράς των ηθών, βάζει μετά την μάχη της Χαιρωνείας στο στόμα του νικητού της μάχης, Φιλίππου τα εξής συνταρακτικά λόγια:
Πλουτάρχου, Βίοι Παράλληλοι: «ας έχουν κακό τέλος εκείνοι που τόλμησαν να υπονοήσουν ότι κάτι αισχρό συνέβαινε μεταξύ αυτών των (πολεμικών) ζευγαριών»
Ξενοφώντος Συμπόσιον VIII, 28-32«επιθυμώ δε σοι, έφη, ω Καλλία, και μυθολογήσαι ως ου μόνον άνθρωποι αλλά και θεοί και ήρωες την της ψυχής φιλίαν περί πλείονος ή την του σώματος χρήσιν ποιούνται. Ζεύς τε γάρ όσων μεν θνητών ουσών μορφής ηράσθη, συγγενόμενος εία αυτάς θνητάς είναι όσων δε ψυχαίς αγαθαίς αγασθείη, αθανάτους τούτους εποίει ων Ηρακλής μεν και Διόσκουροί είσι, λέγονται δε και άλλοι και εγω δε φημι και Γανυμήδην ου σώματος αλλά ψυχής ένεκα υπό Διός εις ΅Ολυμπον ανενεχθήναι, μαρτυρεί δε και τούνομα αυτού έστι μεν γάρ δήπου και Ομήρω γάνυται δε τ’ακούων, τούτο δε φράζει ότι ήδεται δε τ’ακούων έστι δε και αλλοθί που πυκινά φρεσί μήδεα ειδώς τούτο δ’ αυ λέγει σοφά φρεσί βουλεύματα ειδώς, εξ ούν συναμφοτέρων τούτων ουχ ηδυσώματος ονομασθείς ο Γανυμήδης αλλ’ ηδυγνώμων εν θεοίς τετίμηται αλλά μην, ω Νικήρατε, και Αχιλλεύς Ομήρω πεποίηται ουχ ως παιδικοίς Πατρόκλω αλλ’ ως εταίρω αποθανόντι εκπρεπέστατα τιμωρήσαι και Ορέστης δε και Πυλάδης και Θησεύς και Πειρίθους και άλλοι δε πολλοί των ημιθέων οι άριστοι υμνούνται ου διά το συγκαθεύδειν αλλά δια το άγασθαι αλλήλους τα μέγιστα και κάλλιστα κοινή διαπεπράχθαι, τι δε, τα νυν καλά έργα ου παντ’ αν εύροι τις ένεκα επαίνου υπο των και πονείν και κινδυνεύειν εθελόντων πραττόμενα μάλλον ή υπό των εθιζομένων ηδονήν αντ’ ευκλείας αιρείσθαι;»
«28. Επιθυμώ τέλος, Καλλία, εξηκολούθησεν ο Σωκράτης, να σου αποδείξω και με την μυθολογία ότι όχι μόνο οι άνθρωποι αλλά και οι θεοί και οι ήρωες προτιμούν περισσότερο την φιλία της ψυχής παρά την χρησιμοποίηση του σώματος. 29. Ο Ζεύς, ως γνωστόν, όσες γυναίκες θνητές ερωτεύθηκε για τη σωματική τους ομορφιά, αφού συναντιόταν μαζί τους, τις άφηνε να μένουν θνητές όσους όμως αγάπησε για την ομορφιά της ψυχής τους, αυτούς τους καθιστούσε αθάνατους. Ανάμεσα σ’ αυτούς είναι ο Ηρακλής, οι Διόσκουροι και άλλοι.
30. Εγώ επίσης υποστηρίζω ότι και ο Γανυμήδης μεταφέρθηκε στον ΅Ολυμπον επάνω όχι για την ομορφιά του σώματός του, αλλά για την ομορφιά της ψυχής του. Επιβεβαιώνει δε την γνώμη μου και το όνομά του, διότι και σε κάποιο χωρίον του Ομήρου υπάρχει γάνυται δε τ’ ακούων τούτο δε σημαίνει «ευχαριστείται να τον ακούη» υπάρχει επίσης και κάποιο άλλο χωρίον του Ομήρου: πυκίνα φρεσί μήδεα ειδώς κι’ αυτό πάλι λέγει «αυτός που είχε σοφές σκέψεις». Απ’ αυτά τα δύο λοιπόν ο Γανυμήδης αφού πήρε τ’ όνομα όχι ηδυσώματος αλλά ηδυγνώμων έχει τιμηθή μεταξύ των θεών.
31. Αλλ’ επίσης και ο Αχιλλεύς, Νικήρατε, έχει παρασταθή από τον Όμηρον ότι περιφανέστατα εκδικήθηκε τον θάνατο του Πατρόκλου όχι ως ερωμένου του, αλλ’ ως φίλου του. Και επίσης ο Ορέστης και ο Πυλάδης και ο Θησεύς και ο Περίθους και άλλοι πολλοί απο τους ημιθέους οι άριστοι εξυμνούνται, όχι γιατί εκοιμούντο μαζί, αλλά γιατί εθαύμαζε ο ένας τον άλλον και από κοινού έχουν κάμει μέγιστα και ωραιότατα κατορθώματα.
32. Και ως προς τ’ σύγχρονα έργα τι γνώμην έχεις; Όλα δεν θα εύρισκε κανείς ότι γίνονται από εκείνους που συνηθίζουν να προτιμούν αντί της δόξας την ηδονή;»
Ξενοφώντος, Λακεδαιμονίων Πολιτεία II 13«Eάν κάποιος επιθυμούσε το σώμα μικρού παιδιού, αυτό εθεωρείτο τόσο αισχρό όσο και το να επιθυμεί κάποιος αδελφός το σώμα του αδελφού του ‘ή κάποιος γονέας το σώμα του παιδιού του».
Ξενοφώντος, Λακεδαιμονίων Πολιτεία«Λεκτέον δε μοι δοκεί είναι και περί των παιδικών ερώτων έστι γαρ τι και τούτο πρός παιδείαν»
«Μου φαίνεται και περί παιδεραστίας πρέπει να ομιλήσω, διότι και τούτο είναι κάτι, το οποίον έχει σχέσι με την αγωγήν».
(Παιδεραστία: O Nοητικός Έρως του Διδασκάλου προς τον Mαθητή, ανάλογον του σημερινού «Oι εκπαιδευτικοί πρέπει να αγαπούν τα παιδιά».)
Ξενοφώντος Κύρου Ανάβασις II,VI28«Αριαίω δε βαρβάρω όντι, ότι μειρακίοις καλοίς ήδετο…»
«στον Αριαίο εξ άλλου, που ήταν βάρβαρος, διότι ευχαριστιόταν με όμορφα παιδιά»
Aισχύνου, Nόμος Aττικού Δικαίου – Kατά Tιμάρχου 12«Oι διδάσκαλοι να μην ανοίγουν τα σχολεία πρίν ανατείλει ο ήλιος και να τα κλείνουν πριν από την δύση του. Nα μην επιτρέπεται σε όσους έχουν μεγαλύτερη ηλικία από τα παιδιά να εισέρχονται στα σχολεία, όταν υπάρχουν μέσα παιδιά, εκτός αν πρόκειται για τον υιό, τον αδελφό ‘ή τον γαμπρό του διδασκάλου.
Εάν κάποιος παραβεί αυτή την απαγόρευση και εισέλθει στο σχολείο, θα τιμωρείται με την ποινή του θανάτου. Επίσης οι επί κεφαλής της παλαίστρας να μην επιτρέπουν, επ’ ουδενί λόγο, σε κανέναν ενήλικο να κάθεται μαζί με τα παιδιά στις Εορτές του Eρμή. Εάν κάτι τέτοιο συμβεί ο επί κεφαλής της παλαίστρας είναι ένοχος παραβάσεως του νόμου περί διαφθοράς των ελευθέρων παίδων».
Aισχύνου, Nόμος Σόλωνος – Kατά Tιμάρχου 16«Eάν κάποιος ωθήσει σε ασέλγεια ελεύθερο παίδα, να καταγγέλλεται ενώπιον των θεσμοθετών από εκείνον που έχει την κηδεμονίαν του παιδός, αφού προηγουμένως αναγράψει στην μήνυση την ποινή που θεωρεί άξια για τον δράστη. Αν δε ο μηνυθείς καταδικασθεί, να παραδοθεί στους ένδεκα και να θανατωθεί αυθημερόν».
Αισχίνου Κατά Τιμάρχου 13«εάν τινά εκμισθώσει εταιρείν πατήρ ή αδελφός ή θείος ή επίτροπος ή όλως των κυρίων τις, κατ’ αυτού μεν του παιδός ουκ εά γραφήν είναι, κατά δε του μισθώσαντος και του μισθωσαμένου, του μεν ότι εξεμίσθωσε, του δε ότι, φησίν εμισθώσατο»
«εάν κάποιος ή πατέρας είναι αυτός ή αδελφός ή θείος ή κηδεμόνας ή τέλος πάντων ένας που έχει κάποια εξουσία πάνω στο παιδί, παραχωρήσει για χρήματα ένα παιδί, στην περίπτωσι αυτή, εναντίον του παιδιού δεν ασκείται ποινική δίωξη, ασκείται όμως εναντίον εκείνου που πλήρωσε και εκείνου που το παραχώρησε»
Δημοσθένους, Nόμος Σόλωνος – Kατά Mηδείου § 47«Όποιος παρακινεί σε ακολασία παιδί ‘ή γυναίκα ‘ή άνδρα ελεύθερο ‘ή δούλο ‘ή παρανομεί εις βάρος κάποιου απ’ αυτούς, να καταγγέλλεται από οποιονδήποτε Αθηναίο έχει το επίτιμο δικαίωμα, στους θεσμοθέτες. Oι δε θεσμοθέτες μέσα σε τριάντα ημέρες από την καταγγελία να εισάγουν προς δίκη τον κατηγορούμενο ενωπίον της Hλιαίας εφόσον οι δημόσιες ασχολίες το επιτρέπουν.
Σε αντίθετη περίπτωση να δικαστεί με την πρώτη ευκαιρία. Αφότου δικαστεί από την Hλιαία και αν κριθεί ένοχος, καταδικάζεται σε φυλάκιση ‘ή πρόστιμο. Εάν το αδίκημα όμως είναι σοβαρό τότε να παραδοθεί στους ένδεκα και να θανατωθεί αυθημερόν».
Αισχίνου Κατά Τιμάρχου 16”τις Αθηναίων ελεύθερον παίδα υβρίση, γραφέσθω ο κύριος του παιδός προς τους θεσμοθέτας, τίμημα επιγραψάμενος ου δ’ άν το δικαστήριον καταψηφίσηται, παραδοθείς τοις ένδεκα τεθνάτω αυθημερόν, εάν δε εις αργύριον καταψηφισθή, αποτισάτω εν ένδεκα ημέραις μετά την δίκην, εάν μη παραχρήμα δύνηται αποτίνειν έως δε του αποτίσαι ειρχθήτω ένοχοι δε έστωσαν ταίσδε ταίς αιτίαις και οι εις τα οικετικά σώματα εξαμαρτάνοντες.]
«Αν κάποιος Αθηναίος προσβάλει έναν ελεύθερο νέο, να καταθέσει γραφή (μήνυση) ο κηδεμών προς τους θεσμοθέτες (εισαγγελείς) και να ζητάει την τιμωρία του. Εάν το δικαστήριο τον καταδικάσει, τότε να παραδοθεί στους ένδεκα δημίους και να εκτελεστή την ίδια ημέρα. Εάν καταδικαστεί σε χρηματικό πρόστιμο να το εξοφλήσει μέσα σε διάστημα ένδεκα ημερών από την καταδίκη του, εάν δεν έχει την δυνατότητα να το εξοφλήσει αμέσως και μέχρι να το εξοφλήσει να είναι σε κάθειρξη, ένοχοι δε για τις ίδιες πράξεις να είναι και όσοι τις κάνουν προς τους δούλους.
Αισχίνου Κατά Τιμάρχου 136«Εγώ δε ούτε έρωτα δίκαιον ψέγω, ούτε τους κάλλει διαφέροντας φημί πεπορνεύσθαι, ούτε αυτός εξαρνούμαι μη ου γεγονέναι <τ’> ερωτικός και έτικαι νυν είναι? Ορίζομαι δ’ είναι το μεν εράν των καλών και σωφρόνων φιλανθρώπου πάθος και ευγνώμονος ψυχής, το δε ασελγαίνειν αργυρίου τινά μισθούμενον υβριστού και απαιδεύτου ανδρός έργον είναι ηγούμαι.
Και το μεν αδιαφθόρως εράσθαι φημί καλόν είναι, το δ’ επαρθέντα μισθώ πεπορνεύσθαι αισχρόν?Οι γαρ πατέρες ημών, οθ’ υπέρ των επιτηδευμάτων και των εκ φύσεως αναγκαίων ενομοθέτουν, α τοις ελευθέροις ηγούντο είναι πρακτέα, ταύτα τοις δούλοις απείπον μη ποιείν?.»δούλον ελευθέρου παιδός μητ’ εράν μητ’ επακολουθείν, ή τύπτεσθαι τη δημοσία μάστιγι πεντήκοντα πληγάς» αλλά ου τον ελεύθερον εκώλυσεν εράν <και ομιλείν> και ακολουθείν, ουδέ βλάβην τω παιδί, αλλά μαρτυρίαν σωφροσύνης ηγήσατο συμβαίνειν?το δ’ επακολουθείν και εφοράν φρουράν και φυλακήν σωφροσύνης ηγήσατο είναι μεγίστην».
«Αλλά εγώ, κύριοι δικασταί, δεν κατηγορώ τον όμορφο έρωτα. Ούτε λέω ότι είναι πόρνος όποιος είναι όμορφος. Ούτε αρνούμαι, ότι έχω αγαπήσει, και αγαπώ τα παιδιά;. Και σας διευκρινίζω, ότι το να ερωτεύεται κανείς τα παιδιά τα όμορφα και με ανατροφή, αυτό είναι μια αδυναμία που χαρακτηρίζει ανθρώπους ανωτέρους. Αλλά το να ασελγή κάποιος πληρώνοντας, αυτό νομίζω είναι χαρακτηριστικό κακού και αμόρφωτου ανθρώπου. Υποστηρίζω ακόμη ότι το να αγαπηθεί ένας νέος με σκοπούς ανιδιοτελείς (αδιαφθόρως), είναι κάτι το ηθικό και όμορφο;
Οι πρόγονοί μας κύροι δικασταί, όταν θεσπίζανε νόμους για τις ασχολίες μας και τις ανάγκες της ανθρώπινης φύσεως, όσα, κατά την γνώμη τους, αρμόζουν σε ελευθέρους ανθρώπους, αυτά τα απαγόρευαν στους δούλους.Ο νόμος λέει ο δούλος απαγορεύεται να γίνεται εραστής ελευθέρου παιδιού, ή να το παίρνει από κοντά γι’ αυτό τον σκοπό.
Ο παραβάτης δε να μαστιγώνεται δημόσια με πενήντα κτυπήματα. Τον ελεύθερο άνθρωπο όμως, κύριοι δικασταί, δεν τον εμπόδισε να γίνεται εραστής του παιδιού, ούτε τον εμπόδισε να το παρακολουθεί. Και δεν νόμισε πως αυτό είναι ζημιά για το παιδί, παρά απόδειξη καλής ανατροφής; Πάντως το να συνοδεύει κανείς παιδιά και να εποπτεύει τις πράξεις τους, αυτό ο νομοθέτης το θεώρησε σαν πολύ σπουδαίο τρόπο περιφρουρήσεως της καλής ανατροφής του παιδιού»
Συμπερασματικά, αυτό που βγαίνει είναι ότι οι αρχαίες Ελληνικές κοινωνίες δεν έβλεπαν με καλό μάτι την ομοφυλοφιλία, την ανεχόντουσαν στα πλαίσια ενός μικρού φυσιολογικού ποσοστού απόκλισης από το φυσιολογικό. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν την πρόβαλαν ως αγαθό και ιδανικό.
Ασφαλώς και δεν τους έκαιγαν στην πυρά, αλλά απαιτούσαν να το δηλώσουν, έτσι ώστε να μην έχουν κανένα δικαίωμα σε δημόσια αξιώματα. Εάν το έπρατταν δεν τους ενοχλούσε κανείς. Εάν, όμως το έκρυβαν, τότε ο πέλεκυς του Νόμου έπεφτε πάνω τους βαρύς.
Στην αρχαία Ελλάδα το να είναι κάποιος ομοφυλόφιλος είχε τις εξής επιπτώσεις:
Δεν μπορούσε να γίνει ένας απο τους 9 άρχοντες
Ούτε ιερέας
Ούτε δικηγόρος δημοσίων δικώνή να καταλάβει οποιαδήποτε εξουσία, είτε εντός της πόλεως είτε έξω από τα όριά της,είτε με κλήρο είτε με εκλογή
Ούτε να μυηθεί στα ιερά μυστήρια
Ούτε να στέλνεται ώς κύρηκας
Ούτε να λέει τη γνώμη του(η γνώμη του σε δίκες είχε μηδενική αξία)
Ούτε να μετέχει σε δημόσιες θρησκευτικές τελετές
Ούτε να φοράει στεφάνι στις δημόσιες στεφανοφορίες
Ούτε να περιφέρεται στην δημόσια αγορά (αυτό ισχύει για αυτόν που ήταν «δηλωμένος» ομοφυλόφιλος).
Ο παραβάτης των παραπάνω ετιμωρείτο με την ποινή του θανάτου.
Ο ομοφυλόφιλος στην αρχαία Ελλάδα δεν είχε πολιτικά και ιερατικά δικαιώματα.
Βιβλιογραφία
۰ ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΣΥΜΠΟΣΙΟΝ. Κείμενο, μετάφραση και ερμηνεία υπό
Ιωάννου Συκουρτή «Εστία»
۰ Η ΕΡΩΤΙΚΗ ΦΙΛΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ Γιάννη Γουδέλη,
«ΔΙΦΡΟΣ» 1992
۰ ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΥ ΕΡΩΤΙΚΟΣ Μ.Γ. Μερακλής, « ΓΝΩΣΗ » 1985
۰ ΤΑ ΟΡΦΙΚΑ Σ. Μαγγίνα, Ι. Δ. Πασσά Εγκυκλοπαίδεια του « ΗΛΙΟΥ »
۰ ΑΠΟΥΛΗΙΟΥ «ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ»
۰ DELIA STEINBERG GUZMAN ‘ΠΛΑΤΩΝΙΚΟΣ ΕΡΩΤΑΣ ή σεξουαλικός έρωτας’
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ