Ο Ιταλός έγειρε τη πλάτη του πίσω και με τις παλάμες του έτριψε το πρόσωπο του. Τα βλέμμα του έμεινε πάνω στα χρήματα κι η σκέψη του ζύγισε τη κατάσταση. «Πείτε μου τι ακριβώς θέλετε;» ρώτησε κοιτώντας εξεταστικά τον συνομιλητή του. «Ας μιλήσουμε λίγο γι αυτά που διάβασα σ’ αυτό το άρθρο» του είπε βγάζοντας απ’ τη τσέπη του το απόκομμα της εφημερίδας.
«Μάλιστα!» είπε σκεφτικός ο Μάσιμο ρίχνοντας μια λοξή ματιά στο χαρτί που κρατούσε ο άλλος «Τώρα τι είναι αυτό που ρωτάτε;» Το βλέμμα του τρυπούσε το κρανίο του Φελίξ προσπαθώντας να βρει τη πηγή των σκέψεων του. «Ρίξτε λίγο φως σ’ αυτά τα λόγια! Τι υπονοεί μ’ αυτά που λέει;»
Ο Μάσιμο πρόσεξε πάλι τη γνώριμη λάμψη στα μάτια του Γάλλου. Ξερόβηξε πριν μιλήσει. «Προσπαθώ να βρω τις κατάλληλες λέξεις να σας πω κάποια πράγματα για τον Ντα Βίντσι που δεν έχουν δει ακόμη το φως της δημοσιότητας αλλά μου είναι δύσκολο. Χρειάζεται πολύ ανοιχτό μυαλό.» είπε με δισταγμό τις τελευταίες λέξεις κι έκανε μια παύση παρατηρώντας τις αντιδράσεις του άλλου που έδειχνε να κάθεται σε αναμμένα κάρβουνα «Προσπαθήστε» τον παρότρυνε ο Φελίξ «δοκιμάστε με» συμπλήρωσε με λαχτάρα. «Για να δούμε!» είπε ο Ιταλός ξεφυσώντας κι χαμήλωσε το βραχίονα του δεξιού του χεριού προς το συρτάρι του γραφείου. Ο Γάλλος με την άκρη του ματιού του αντιλήφθηκε την κίνηση του Ιταλού κι ενστικτωδώς έφερε το χέρι του στην εσωτερική τσέπη του σακακιού του αλλά θυμήθηκε ότι δεν οπλοφορεί και ταυτόχρονα μάλωσε νοερά τον εαυτό του επειδή παντού έβλεπε τον κίνδυνο να τον απειλεί. Ο Μάσιμο που δεν έδειξε να ενδιαφέρεται για τον Γάλλο πίεσε ένα κρυφό κουμπί στρέφοντας το βλέμμα στα δεξιά του στη μεγάλη βιβλιοθήκη η οποία μ’ ένα ελαφρύ τρέμουλο χώρισε στα δυο κι αποκάλυψε πίσω της μια θωρακισμένη πόρτα.«Ελάτε μαζί μου» είπε στον έκπληκτο Φελίξ που είχε μείνει άναυδος κοιτώντας με μάτια διάπλατα τη μυστική δίοδο.
Ο Ιταλός ξεκλείδωσε και μπήκε σε ένα μικρό χαμηλοτάβανο δωμάτιο φωτισμένο απαλά από μικρές απλίκες που ήταν καρφωμένες στους γύρω τοίχους. Το χλωμό τους φως έκανε την ατμόσφαιρα να ακτινοβολεί μυστήριο κι υπνώτισε το βλέμμα του Γάλλου που προσπαθούσε με μιας να ρουφήξει τα πάντα γύρω του. Παμπάλαια βιβλία με χοντρό δέσιμο και σκαλιστά γράμματα στις ράχες τους ήταν αραδιασμένα πάνω στα ράφια μιας βιβλιοθήκης που κάλυπτε όλο το τοίχο απέναντι του. Στο κέντρο έστεκε ένα τρίποδο που πάνω του στηριζόταν ένα τεραστίων διαστάσεων βιβλίο ανοιχτό έτοιμο για μελέτη. Οι σελίδες του ήταν γεμάτες παράξενα σχέδια και σκόρπιες σημειώσεις που αδυνατούσε να διαβάσει. Ο γραφικός χαρακτήρας ήταν εξαιρετικά δύσκολος στην ανάγνωση αλλά κι η παλαιότητα των κειμένων τα έκανε να μοιάζουν έτοιμα να χαθούν απ’ τα μάτια του. Με ανοικτό το στόμα περιεργάστηκε σκόρπια αντικείμενα πάνω σε ένα γραφείο στα δεξιά που του φάνηκαν αλλόκοτα.
«Αυτός ο τόμος του Ατλαντικού κώδικα» είπε ο Ιταλός σπάζοντας τη σιωπή «είναι πολύ πιθανό να γυρίσει τον κόσμο ανάποδα»συμπλήρωσε κάνοντας τον Φέλιξ να ριγήσει άθελα του. «Δηλαδή;» ψέλλισε γυρνώντας το βλέμμα του στον Ιταλό. «Δε ξέρω ακόμη τι υπονοεί ο Ντα Βίντσι με το γρίφο του και τι κρότο θα κάνει αλλά εδώ έχω ανακαλύψει πράγματα που φοβάμαι ότι η ανθρωπότητα δεν είναι έτοιμη να τα μάθει» είπε δείχνοντας το μεγάλο βιβλίο.
«Είμαι όλος αυτιά!» είπε ο Γάλλος γεμάτος ενθουσιασμό. «Θα σου πω κάτι» είπε ο Μάσιμο σχεδόν ψιθυριστά και πλησίασε προς το τρίποδο «Βρέθηκε ακόμη ένα τέτοιο περίεργο σημείωμα στο περιθώριο μιας σελίδας. Δυσανάγνωστο μεν αλλά όπως μπορείς να διακρίνεις ο Ντα Βίντσι δεν ήταν ποτέ εύκολος στους ερευνητές. Πολλοί συνάδελφοι έχουν πέσει σε σφάλματα κι άθελα τους εξαπάτησαν και τον κόσμο αφού δε κατάφεραν να αποκωδικοποιήσουν σωστά το έργο του. Ίσως μάλιστα να χρησιμοποιήσανε την αυθεντία του σαν βάση για να παραπλανήσουν όσους δεν ερευνούν για την αλήθεια αλλά αρέσκονται απλά να πιστεύουν».
Πήρε μια ανάσα και συνέχισε «Αυτοί που αποδέχονται την αυθεντία παραδίδουν άνευ όρων τη κατανόηση τους. Το καινούριο δε θα βρει έδαφος να ριζώσει επειδή το παλιό απλώνεται όπως το ζιζάνιο και πνίγει τα πάντα. Είναι απαραίτητο να είμαστε ανοικτοί και να ερευνούμε συνεχώς μέχρι η αλήθεια να γίνει βίωμα μας. Αυτή η αλήθεια είναι μια και μοναδική κι είναι ακλόνητη»
Ο τρόπος που μιλούσε ο Ιταλός έκανε το Γάλλο να παραδεχθεί ότι ο άνθρωπος που καθόταν απέναντι του είχε πολλές γνώσεις για την ακρίβεια του φάνηκε σα να βρήκε το συνδυασμό ενός χρηματοκιβωτίου γεμάτο με τιμαλφή. Κάθε λέξη ακουγόταν σα μια στροφή του μηχανισμού που κούμπωνε ακριβώς.«Χτύπησα φλέβα χρυσού!»είπε μέσα του. «Έχετε απόλυτο δίκιο, σας ακούω με μεγάλη προσοχή» είπε ο Φελίξ με πραγματικό ενδιαφέρον «Συνεχίστε, συνεχίστε» τον παρότρυνε. «Ναι» είπε ο άλλος σκεφτικός σα να προσγειώθηκε απότομα στη πραγματικότητα.
Έξω το φως της μέρας έσβηνε απ’ τα μαύρα σύννεφα που ξερνάγανε νερό με το τουλούμι. Τατζάμια του κτιρίου είχαν θολώσει απ’ τη διαφορά θερμοκρασίας κι ο Μάσιμο πριν συνεχίσει βγήκε απ’ το κρυφό δωμάτιο κι άναψε τα φώτα του γραφείου που σιγά-σιγά το τύλιγε το σκοτάδι.
«Κοντεύει μεσημέρι» είπε κοιτώντας το χρυσό ρολόι στο καρπό του «Να προτείνω κάτι;» ρώτησε τον Φελίξ που έδειχνε να παρακολουθεί κάθε του κίνηση. «Παρακαλώ» είπε κοφτά. «Πάμε σε μια κοντινήν τρατόρια να μιλήσουμε τρώγοντας; Έχουμε πολλά ενδιαφέροντα να πούμε και θα πάρουν ώρα».«Ω! Μα αυτό είναι σπουδαία ιδέα και να σας πω δίστασα να το προτείνω μιας και δε ξέρω την ελευθερία που έχετε». «Ελευθερία πφ» είπε απαξιωτικά ο Ιταλός«Ότι κάνω είναι από μεράκι σιγά το μισθό που μου δίνουν αλλά έτσι κι αλλιώς όπου να είναι σχολάω» συμπλήρωσε με μια δόση πικρίας. Ο Γάλλος τον κοίταξε σκεφτικός κ ιεντελώς μηχανικά ακολούθησε το βήμα του άλλου που προπορεύτηκε αρπάζοντας βιαστικά το μαύρο μακρύ παλτό του απ’ τον καλόγερο.
Η βροχή έμοιαζε με υδάτινη κουρτίνα αφημένηστα χέρια του βοριά που την ανέμιζε μουσκεύοντας την Ιταλική πόλη. Ο Μάσιμο έβαλε για ασπίδα ένα παρασόλι κι επιτέθηκε στο νερό τρέχοντας προς το πεζοδρόμιο που τον περίμενε παρκαρισμένη μια μαύρη άλφα ρομέο.
Χώθηκε βιαστικά πίσω απ’ το τιμόνι κι έγνεψε στο Γάλλο να καθίσει στη θέση του συνοδηγού. Οδήγησε προσεκτικά παρόλο που οι δρόμοι ήταν άδειοι και το οδόστρωμα είχε ξεπλυθεί καλά.
Η διαδρομή ήταν αρκετά σύντομη και δε πρόλαβαν να ανταλλάξουν παρά ελάχιστες κουβέντες κι αυτές περί ανέμων και υδάτων. Ο Φελίξ ήθελε να ρωτήσει πολλά αλλά προτίμησε να αφήσει τα πράγματα να πάρουν το δρόμο τους να ακολουθήσουν τη ροή έτσι ώστε να μοιάζει περισσότερο με μια κουβέντα ακαδημαϊκού ενδιαφέροντος.
Ίσως η ορμή και το πάθος, σκέφτηκε, έκαναν το συνομιλητή του να κουμπωθεί. Ήδη η κίνηση με τα χρήματα θα μπορούσε να αποβεί μοιραία να γίνει μπούμερανγκ και να τελειώσουν όλα. Αφού αυτό πέρασε ανώδυνα συλλογίστηκε δεν υπήρχε λόγος να παίξει με τη τύχη του άλλωστε σε λίγα λεπτά θα είχε την ευκαιρία να μάθει αρκετά πράγματα. Ένα ρίγος τον διαπέρασε και παρόλο που είχε ψύχρα ένιωσε πως δεν ήταν απ’ το κρύο αλλά απ’ τη καυτή του επιθυμία να αγγίξει το μυστήριο να γυρίσει το κλειδί της πόρτας και να βρεθεί στη κάμαρα των κρυμμένων μυστικών.
Το αυτοκίνητο σταμάτησε έξω από μια κλασική αναπαλαιωμένη μονοκατοικία πουστέγαζε το εστιατόριο του Μπρούνο στη διασταύρωση των οδών Σάντα Μαρία και Μεντίσι. Ένα αδύναμο κιτρινωπό φως έβγαινε απ’ τα θολά τζάμια. Ένα λευκό κουρτινάκι που έτρεχε πέρα ως πέρα πάνω σε μια μπρούτζινη βέργα στα μισά των παραθύρων έκρύβε τους θαμώνες από αδιάκριτα μάτια περαστικών. Όταν τρυπώσαν εμέσα μυρωδιές σκόρδου και βασιλικού γαργάλισαν τις μύτες τους απ’ τη κουζίνα που ήταν σε κοινή θέα. Ένα σύννεφο καπνού ξεπήδησε απ’ το βαθύ τηγάνι του μάγειρα με προορισμό τηκαμινάδα καθώς καψάλιζε φρέσκο βούτυρο που μοσχομύρισε.
«Εδώ θα πούμε μερικά πράγματα με την ησυχίαμας απολαμβάνοντας ένα ωραίο γεύμα» είπε ο Ιταλός τραβώντας τη καρέκλα του πιοκοντά στο τραπέζι που ήταν στολισμένο με ένα ροζ καρό τραπεζομάντιλο. Ο Γάλλος συμφώνησε κουνώντας καταφατικά το κεφάλι του. Η όρεξη του για πληροφορίεςάνοιξε όπως η μυστική πόρτα για τους θησαυρούς του Αλί Μπαμπά που φώναζε τη μαγική φράση «σουσάμι άνοιξε» κάπως έτσι ήχησαν στ΄αυτιά του τα λόγια του Μάσιμο. «Είναι πολύ τρομερή η αίσθηση να ανακαλύπτεις με πόσο ψέμα έχει ποτιστεί η ανθρωπότητα»είπε ο Ιταλός πιάνοντας ταυτόχρονα τον κατάλογο.
Ο Φελίξ άφησε τον άλλο να διαλέξει και για τους δυο. Έτσι κι αλλιώς η κουζίνα του ήταν πιο οικεία κι επιπλέον θα κέρδιζε χρόνο τακτοποιώντας τις σκέψεις του.
«Δε ζεις μόνο μια φορά» είπε ξαφνικά ο Μάσιμο όταν απομακρύνθηκε ο σερβιτόρος. Ο άλλος τον κοίταξε ξαφνιασμένος«Ορίστε;» ρώτησε με το στόμα του να μένει ανοιχτό «Ηρέμησε θα σου εξηγήσω» είπε κοιτώντας το έκπληκτο ύφος του. Σιώπησε κι ανάδευσε το κόκκινο κρασί στο ποτήρι που μόλις του σερβίρανε για να κάνει την επιλογή του κι αφού έγνεψε καταφατικά έστρεψε και πάλι το βλέμμα του στον Γάλλο που τον παρακολουθούσε σαν μαγεμένος.
«Αυτό που βρήκα στα χειρόγραφα έχει να κάνει με τον πρώτο γρίφο του Ντα Βίντσι» είπε πίνοντας μια γουλιά. «Και τι ακριβώς λέει:» ρώτησε ανυπόμονα. «Λέει αυτά ακριβώς» είπε βγάζοντας μια διπλωμένη σελίδα απ’ τη τσέπη του σακακιού του. Ξεδίπλωσε το χαρτί κοιτώντας γύρω του συνωμοτικά κι άρχισε να διαβάζει χαμηλόφωνα σχεδόν ψιθυριστά έτσι που ανάγκασε το Γάλλο να σκύψει προς το μέρος του. «Άνθρωπε δε ζεις μόνο μια φορά όμως δε το θυμάσαι. Αλλά ακόμη και μέσα στη ζωή εσύ πάλι κοιμάσαι. Μυριάδες τα ονόματα μέσα σε άλλα σώματα μα πάντα ο ίδιος θα σαι» Σταμάτησε κι έγειρε πίσω κρύβοντας το χαρτί στο βάθος της τσέπης του. Ο Φελίξ πήρε το ποτήρι στο χέρι του και τ΄ έφερε στα χείλη κοιτώντας τον άλλο στα μάτια. «Λοιπόν;» ρώτησε «Τι λοιπόν;» αντέτεινε ο άλλος απορημένος. «Τι συμπέρασμα βγαίνει απ’ αυτό;» ρώτησε.
Άλλη μια φορά η κουβέντα κόπηκε μαχαίρια αφού τα πρώτα αχνιστά πιάτα μοιράστηκαν ανάμεσα τους κάνοντας το Γάλλο να εκνευριστεί αφού πεινούσε περισσότερο για να μάθει παρά για να φάει.
Δοκίμασε ανόρεκτα απ’ τη πλούσια σαλάτα λαχανικών που ήταν πασπαλισμένη με τρίματα παρμεζάνας και λουσμένη με σιρόπι μπαλσαμικού ξυδιού αλλά κύλησε αδιάφορα στο λάρυγγα του παρόλο που μια όμορφη αίσθηση διέγειρε τον ουρανίσκο του. Στον αντίποδα ο Μάσιμο έδειχνε ότι κάθε μπουκιά που μασουλούσε ήταν μια ιεροτελεστία.
Ο Ιταλός παρατήρησε την απουσία του Γάλλου και τσουγκρίζοντας το ποτήρι του με το δικό του είπε «Αν δε μάθεις να ζεις τη στιγμή δεν έχει σημασία πόσες φορές θα έρθεις. Δεν έχει νόημα να είσαι εδώ όταν ταξιδεύεις αλλού με το μυαλό» «Θα ακούσω τη συμβουλή σου αλλά το συμπέρασμα απ’ τα λόγια του Ντα Βίντσι;»«Σκέψου» του είπε κοφτά ο άλλος.
Κωνσταντίνος Σμιξιώτης
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ