Κανείς δε θυμότανε πότε είχεν αρχίσει το μακρύ ταξίδι της φυλής. Η χώρα κείνη με τις αχανείς πεδιάδες που ‘χεν αποτελέσει το πρώτο τους σπίτι, δεν ήταν πια παρά ένα μισοξεχασμένο όνειρο. Για χρόνια ολάκερα ο Σαν κι ο λαός του, διασχίζανε μια χώρα με χαμηλούς λόφους, αστραφτερές λίμνες και τώρα τεράστια βουνά ορθώνονταν μπροστά τους. Έπρεπε να τα διασχίσουνε μέσα στο καλοκαίρι, να φτάσουνε στον νότο και δεν υπήρχε καιρός για χάσιμο.
Ο λευκός τρόμος που ‘χε κατέβει από τον Βόρειο Πόλο, κονιορτοποιώντας ολάκερες ηπείρους και παγώνοντας ακόμα και τον αγέρα, βρισκότανε σ’ απόσταση μικρότερη της μιας μέρας δρόμο. Ο Σαν αναρωτήθηκε αν οι παγετώνες μπορούσαν να καλύψουν ακόμα και τα βουνά μπροστά τους και βαθιά μες στη καρδιά του έλαμψε η ελπίδα για το αντίθετο. Τα βουνά μπορεί ν’ αποδεικνύονταν εμπόδιο στην αδυσώπητη πορεία του πάγου. Στις νότιες χώρες, για τις οποίες μιλούσαν οι θρύλοι, ο λαός του θα ‘βρισκεν επιτέλους καταφύγιο.
Τους πήρεν αρκετές εβδομάδες μέχρι ν’ ανακαλύψουνε πέρασμα, που μέσα του μπορούσαν να ταξιδέψουν άνθρωποι και ζώα. Στα μέσα του καλοκαιριού κατασκηνώσανε σε μιαν έρημη κοιλάδα, που ο αγέρας ήταν αραιός και τ’ αστέρια λάμπανε μ’ απίστευτην ένταση. Το καλοκαίρι έφτανε στο τέλος του, όταν ο Σαν πήρε τους δυο γιους του και ξεκίνησε να εξερευνήσει τη περιοχή μπροστά τους. Σκαρφαλώνανε τρεις μέρες και τις νύχτες κοιμόντουσαν όσο καλύτερα μπορούσανε στα παγωμένα βράχια.
Το πρωί της τέταρτης μέρας δεν είχε τίποτ’ άλλο μπροστά τους, πέρ’ από ένα βωμό, από γκρίζες πέτρες που τις είχανε τοποθετήσει κάποιοι άλλοι ταξιδιώτες πριν από αιώνες. Ο Σαν ένιωσε να τρέμει κι όχι από το κρύο, καθώς πλησιάζανε τη μικρή πυραμίδα από πέτρες. Οι γιοι του ξεμείνανε πιο πίσω και κανείς τους δε μιλούσε τώρα που διακυβεύονταν τόσα πολλά. Σε λίγο θα μάθαινα αν οι ελπίδες τους ήταν βάσιμες ή όχι.
Τα βουνά αγκαλιάζανε το τοπίο σε δύση κι ανατολή. Ακριβώς από κάτω τους υπήρχε μια ατέλειωτη καταπράσινη καταπράσινη πεδιάδα, που τη διέσχιζεν ένα μακρύ φιδωτό ποτάμι. Η χώρα ήταν εύφορη κι η φυλή θα μπορούσε να τη καλλιεργήσει, γνωρίζοντας ότι δε θα χρειαζόταν να την εγκαταλείψει εσπευσμένα πριν από την εποχή του θερισμού. Όταν όμως ο Σαν σήκωσε το βλέμμα προς το νότο, ένιωσε τις ελπίδες του να διαλύονται. Εκεί, στην άλλη άκρη του κόσμου, λαμπύριζε κείνη η φονική λάμψη που τόσο συχνά αντίκρυζε στη κατεύθυνση του βορρά, η λάμψη του πάγου κάτω από τον ορίζοντα. Δεν υπήρχε καμμιά διέξοδος. Όλα κείνα τα χρόνια της πορείας τους, οι παγετώνες από τα νότια, ανέβαιναν να τους συναντήσουν. Σύντομα θα συνθλίβονταν κάτω από τα κινούμενα τείχη του πάγου…
Οι νότιοι παγετώνες χρειάστηκαν άλλη μια γενιά για να φτάσουνε στα βουνά. Κείνο το τελευταίο καλοκαίρι, οι γιοι του Σαν μεταφέρανε τους ιερούς θησαυρούς της φυλής, προς το μοναχικό βωμό που επόπτευε τη πεδιάδα. Ο πάγος που φεγγοβολούσε κάποτε μακριά στον ορίζοντα, βρισκότανε τώρα σχεδόν κάτω από τα πόδια τους, -ως την άνοιξη θα κονταροχτυπιόταν με τις πλαγιές του βουνού. Κανείς πια δε γνώριζε τι χρείαν είχαν οι θησαυροί, -προέρχονταν από τόσο μακρινό παρελθόν, που κανένας άνθρωπος της τωρινής εποχής δε θα μπορούσε να τους κατανοήσει. Η προέλευσή τους χανότανε στις ομίχλες που κάλυπταν τον Χρυσόν Αιώνα και κανείς δεν ήξερε πως είχανε φτάσει στα χέρια της περιπλανώμενης αυτής φυλής.
Η ιστορία κείνου του πολιτισμού είχε πια ξεχαστεί. Κάποτε, όλα τούτα τ’ αξιοθρήνητα απομεινάρια, είχανε διατηρηθεί για να εξυπηρετήσουνε κάποιο σκοπό, τώρα πια όμως, θεωρούνταν ιερά κειμήλια, παρότι το νόημά τους είχε ξεχαστεί από καιρό. Τα γράμματα στα παλιά βιβλία είχανε ξεθωριάσει εδώ κι αιώνες, μολονότι κάμποσα απ’ αυτά μπορούσαν ακόμα να διαβαστούν, αν υπήρχε κανείς να τα διαβάσει. Πολλές γενιές όμως είχανε περάσει και κανείς δεν ήξερε τι να κάνει με τους επταψήφιους λογάριθμους, τον παγκόσμιον άτλαντα ή τις νότες της Εβδόμης Συμφωνίας του Σιμπέλιους, που ‘χανε τυπωθεί, σύμφωνα με τη πρώτη σελίδα, από τη Χ. Κ. Τσου στο Πεκίνο, το 2021 μ.κ.ε.
Τα παλιά βιβλία τοποθετήθηκαν μ’ ευλάβεια στη μικρή κρύπτη που ‘χε κατασκευαστεί για να τα φιλοξενήσει, μαζί με μιαν ακόμη μικρή συλλογήν ετερόκλητων αντικειμένων: χρυσά και πλατινένια νομίσματα, ένας σπασμένος τηλεφακός, ένα ρολόι, μια λυχνία ψυχρού φωτός, ένα μικρόφωνο, η λεπίδα μιας ηλεκτρικής ξυριστικής μηχανής, μερικές μικροσκοπικές λυχνίες ραδιοφώνου, -τα υπολείμματα που ξεβράστηκαν από το μεγάλο ναυάγιο του πολιτισμού. Όλ’αυτά τοποθετηθήκανε προσεχτικά στον χώρον ανάπαυσής τους. Στη συνέχεια, ακολουθήσανε τρία ακόμα λείψανα, τα πιο πολύτιμα και τα πιο ακατανόητα.
Το πρώτο ήταν ένα κομμάτι μέταλλο με παράξενο σχήμα που ‘χε χρωματιστεί με υπερβολικά ψηλή θερμότητα. Ήτανε, κατά κάποιο τρόπο, το πλέον αξιοθρήνητο απ’ όλα τούτα τα σύμβολα του παρελθόντος, γιατί διηγούνταν την ιστορία του πιο σημαντικού απ’ όλα τα κατορθώματα του ανθρώπου και του μέλλοντος που κείνος θα μπορούσε να ‘χει. Το βάθρο από μαόνι, που πάνω του στηριζότανε το αντικείμενο, έφερεν ασημένια ταμπέλα με την επιγραφή: »Βοηθητικός αναφλεκτήρας του δεξιού προωθητικού κινητήρα του διαστημοπλοίου Μόρνινγκ Σταρ, Γη-Σελήνη, 1985 μ. κ.ε.»
Ακολουθούσεν άλλον ένα θαύμα της αρχαίας επιστήμης: Μια διάφανη πλαστική σφαίρα, που ‘χε σφηνωμένα μέσα της, μεταλλικά ψήγματα σε διάφορα σχήματα. Στο κέντρο της υπήρχε μικροσκοπική κάψουλα με κάποιο συνθετικό ραδιοϊσότοπο, πλαισιωμένον απ’ ανακλαστικές επιφάνειες, που κατευθύνανε την ακτινοβολία στο άλλον άκρο του φάσματος. Όσο το στοιχείο παρέμενεν ενεργό, η σφαίρα θ’ αποτελούσε μικροσκοπικό ραδιοφωνικό πομπό που θα εξέπεμπε προς όλες τις κατευθύνσεις. Δεν είχανε κατασκευαστεί παρά ελάχιστες τέτοιες σφαίρες για να χρησιμεύσουν ως αέναοι ραδιοφάροι που θα σηματοδοτούσανε τις τροχιές των αστεροειδών. Ο άνθρωπος όμως δε πρόλαβε να φτάσει τους αστεροειδείς κι οι ραδιοφάροι δε χρησιμοποιηθήκανε ποτέ.
Τέλος, υπήρχεν έν’ επίπεδο στρογγυλό τσίγκινο κουτί, φαρδύ και ρηχό. Ήταν καλά σφραγισμένο και κροτάλιζε κάθε φορά που το κουνούσαν. Οι παραδόσεις της φυλής προέβλεπαν καταστροφή, αν το κουτί άνοιγε και κανείς δε γνώριζε πως περιείχεν έν’ από τα σημαντικότερα έργα τέχνης που ‘χε δημιουργηθεί πριν από χίλια περίπου χρόνια.
Η δουλειά τους είχε πια τελειώσει. Οι δυο άντρες κυλήσανε τις πέτρες πίσω στη θέση τους κι άρχισαν αργά να κατεβαίνουνε τη πλαγιά του βουνού. Ακόμα και τις τελευταίες του στιγμές, ο άνθρωπος είχε τη σκέψη του στο μέλλον και προσπαθούσε να διατηρήσει κάτι για τις επόμενες γενιές.
Το χειμώνα κείνο τα τεράστια κύματα του πάγου αρχίσανε τη πρώτη τους επίθεση στα βουνά, από βορρά κι από νότο. Οι πρόποδες δεν άντεξαν εκείνη τη πρώτη σφοδρήν επίθεση κι ο παγετώνας τους μετέτρεψε σε σκόνη. Τα βουνά όμως εξακολούθησαν να στέκονται όρθια και με την έλευση του καλοκαιριού ο πάγος υποχώρησε λιγάκι. Μ’ αυτό τον τρόπο, κάθε χειμώνα η μάχη ξανάρχιζε κι η βοή από τις χιονοστιβάδες που κατρακυλούσαν, ο ήχος από τ’ άλεσμα του βράχου που τριβότανε κι οι εκρήξεις του πάγου που ‘σπαζε, γεμίζανε τον αγέρα.
Κανένας ανθρώπινος πόλεμος δεν ήταν πιο αδυσώπητος, ούτε είχε σαρώσει την υφήλιο τόσον ολοκληρωτικά, όσο τούτος ‘δω. Στο τέλος, τα παλιρροϊκά κύματα του πάγου αρχίσαν να υποχωρούνε και να κατηφορίζουν αργά τις πλαγιές των βουνών που δε καταφέρανε ποτέ να κατακτήσουνε, μολονότι οι κοιλαδες και τα περάσματα βρίσκονταν ακόμα θαμμένα κάτω από τη μέγγενή τους. Ήταν αδιέξοδο -οι παγετώνες είχανε βρει το δάσκαλό τους. Όμως η ήττα τους αυτή, ήρθε πολύ αργά για τον άνθρωπο. Κι έτσι πέρασαν οι αιώνες και τελικά συνέβη κάτι που πρέπει να συμβαίνει τουλάχιστον μια φορά στην ιστορία κάθε πλανήτη στο σύμπαν, όσον απομακρυσμένος και μοναχικός κι αν είναι.
Το διαστημόπλοιο από την Αφροδίτη κατέφτασε με καθυστέρηση πέντε χιλιάδων ετών, το πλήρωμά του όμως δεν είχε τη παραμικρή ιδέα γι’αυτό. Από απόσταση εκατομμυρίων χιλιομέτρων, τα τηλεσκόπιά τους είχαν εντοπίσει το τεράστιο παγωμένο σάβανο που ‘χε μετατρέψει τη Γη στο πιο λαμπρό αντικείμενο του ουρανού, μετά τον Ήλιο. Εδώ κι εκεί το κατάλευκο σεντόνι του πάγου ήταν διάστικτο με μαύρες κηλίδες που σηματοδοτούσαν τη παρουσία των μισοθαμμένων βουνών. Αυτό ήταν το μόνο που διακρινόταν.
Ωκεανοί, κοιλάδες και δάση, είχανε θαφτεί κάτω από τον πάγο, ίσως για πάντα. Το διαστημόπλοιο πλησίασε τη Γη και μπήκε σε τροχιά σ’ απόσταση χιλίων πεντακοσίων χιλιομέτρων απ’ αυτή. Πέντε μέρες περιφερόταν γύρω από τον πλανήτη, ενώ φωτογραφικές μηχανές κατέγραφαν ό,τι φαινόταν από κάτω τους κι εκατοντάδες όργανα συλλέγανε πληροφορίες που θα δίνανε στους επιστήμονες της Αφροδίτης, τόνους δουλειάς. Δεν είχαν ακόμα σκοπό να προσγειωθούν, άλλωστε δε βλέπανε το λόγο.
Την έκτη όμως μέρα του ταξιδιού τους, τα πράματα άλλαξαν. Το σήμα ενός πανοραμικού δέκτη, που ‘χε μεγεθυνθεί σε τεράστιο βαθμό, εντόπισε την εξασθενημένη ακτινοβολία του, ηλικίας 5.000 ετών, ραδιοφάρου. Κατά τη διάρκεια όλων αυτών των αιώνων, εκείνος εξακολουθούσε να στέλνει σήμα, με την ισχύ του να μειώνεται σταθερά, όσο η ραδιενεργή καρδιά του εξασθενούσε.
Ο δέκτης εντόπισε τη συχνότητα του ραδιοφάρου κι ένα καμπανάκι ήχησε στο θάλαμο διακυβέρνησης του διαστημόπλοιου, για να τραβήξει τη προσοχή του πληρώματος. Λίγον αργότερα, το σκάφος από την Αφροδίτη βγήκε από τη τροχιά του και πήρε κλίση προς τη Γη και συγκεκριμένα προς μιαν οροσειρά που οι κορυφές της ξεχώριζαν ακόμα περήφανα πάνω από τον πάγο και προς ένα βωμό από γκρίζες πέτρες που τα χρόνια μόλις και τον είχαν αγγίξει.
O τεράστιος δίσκος του Ήλιου πυρπολούσε τον ουρανό και δεν ήταν πια καλυμμένος από ομίχλη, καθώς τα νέφη που κρύβανε κάποτε την Αφροδίτη είχανε χαθεί. Όποια κι αν ήταν η αιτία που ‘χε προκαλέσει αυτή την αλλαγή στην ηλιακή ακτινοβολία, είχεν οδηγήσει ένα πολιτισμό στη καταστροφή κι είχε γεννήσει έναν άλλο. Πριν από περίπου 5.000 χρόνια, οι ημιάγριοι κάτοικοι της Αφροδίτης αντίκρισαν πρώτη φορά τον Ήλιο και τ’ άστρα.
Όπως στη Γη η επιστήμη είχε ξεκινήσει από τη παρατήρηση των άστρων, έτσι συνέβη και στην Αφροδίτη. Η πρόοδος σ’ αυτό το ζεστό, πλούσιο πλανήτη που ο άνθρωπος ποτέ δε θα ‘βλεπε, ήταν ιδιαίτερα γρήγορη. Ίσως οι κάτοικοι της Αφροδίτης να ‘ταν απλά τυχεροί. Δε γνωρίσανε ποτέ το Μεσαίωνα, που κράτησε τον άνθρωπο αιχμάλωτο για 1.000 χρόνια. Αντί ν’ ακολουθήσουνε τη μακρά πορεία της εξέλιξης της χημείας και της μηχανικής, έφτασαν απευθείας στους πιο θεμελιώδεις φυσικούς νόμους της ραδιενέργειας.
Στο χρόνο που ο άνθρωπος είχε χρειαστεί για να φτάσει από τις πυραμίδες στο πυραυλοκίνητο διαστημόπλοιο, οι κάτοικοι της Αφροδίτης περάσαν από την ανακάλυψη της γεωργίας, στην ίδια την αντιβαρύτητα, το απόλυτο μυστικό που ο άνθρωπος δε πρόλαβε ποτέ ν’ ανακαλύψει.
Τα κύματα του ζεστού ωκεανού, που ‘κλεινεν ακόμα μέσα του τις περισσότερες μορφές ζωής του νέου πλανήτη, σκάγανε στην αμμουδιά. Η ήπειρος αυτή ήτανε τόσο νέα, ώστε ακόμα κι η άμμος ήταν χοντρή σα χαλίκι, γιατί δεν είχε περάσει ακόμα αρκετός χρόνος για να ραφιναριστεί από τη θάλασσα. Οι επιστήμονες βρίσκονταν στο νερό, βυθισμένοι ως τη μέση, με τα πανέμορφα φιδίσια κορμιά τους να λάμπουνε στο φως του ήλιου. Τα δυνατότερα μυαλά της Αφροδίτης είχανε διαλέξει, απ’ όλα τα νησιά του πλανήτη, να συγκεντρωθούν σ’ αυτή τη παραλία. Δεν ήξεραν ακόμα τι επρόκειτο ν’ ακούσουν, εκτός ότι αφορούσε στον 3ο Πλανήτη και στο μυστηριώδες είδος που ‘χε ζήσει κει, πριν από την έλευση του πάγου.
Ο Ιστορικός στεκότανε στη στεριά, γιατί τ’ όργανο που ‘θελε να χρησιμοποιήσει δεν έπρεπε να ‘ρθει σ’ επαφή με το νερό. Δίπλα του βρισκόταν ένα μεγάλο μηχάνημα που τραβούσε τα περίεργα βλέμματα των συναδέλφων του. Προφανώς είχε κάποια σχέση με την επιστήμη της οπτικής, γιατί έφερε σύστημα φακών, που προεξείχε κι ήταν στραμμένο προς μια λευκή οθόνη, λίγο πιο πέρα. ‘Αρχισε να μιλά. Ανακεφαλαίωσεν αργά τις λίγες πληροφορίες που γνωρίζανε σχετικά με τον 3ο Πλανήτη και τους κατοίκους του.
Αναφέρθηκε στους αιώνες των άκαρπων ερευνών, που δεν είχανε καταφέρει να ερμηνεύσουν ούτε μια λέξη από τα γραπτά ευρήματα της Γης. Ο πλανήτης αυτός είχε κατοικηθεί στο παρελθόν, από ‘να είδος μ’ εξαιρετικές τεχνικές ικανότητες -αυτό τουλάχιστον είχεν αποδειχτεί απο τα μηχανικά εξαρτήματα που ‘χανε βρεθεί στο βωμό, στη κορφή του βουνού.
-»Δε γνωρίζουμε γιατί χάθηκεν ένας τόσο προηγμένος πολιτισμός. Είναι σίγουρο πως οι γνώσεις του επαρκούσανε για να επιζήσει της Εποχής των Παγετώνων. Προφανώς υπήρχε κάποιος άλλος παράγοντας που μας είν΄’ άγνωστος, ίσως κάποια νόσος ή κάποιου είδους εκφυλισμός. Προτάθηκε ακόμα κι η θεωρία, πως οι φυλετικές διαμάχες που ‘ταν ενδημικές και στο δικό μας είδος κατα τους προϊστορικούς χρόνους, μπορεί να συνεχιστήκανε στον 3ο Πλανήτη και μετά την ανακάλυψη της τεχνολογίας.Ορισμένοι φιλόσοφοι υποστηρίζουν, ότι οι μηχανικές γνώσεις δε συνεπάγονται απαραίτητα και ψηλό πολιτισμικόν επίπεδο κι είναι θεωρητικά πιθανό να υπάρξουνε πόλεμοι, σε μια κοινωνία που κατέχει τη μηχανική ενέργεια κι έχει ανακαλύψει τη πτήση και τα ηλεκτρομαγνητικά κύματα. Μια τέτοια ιδέα ηχεί παράξενα στ’ αφτιά μας, αλλά πρέπει να παραδεχτούμε πως υπάρχει κι αυτή η πιθανότητα. Σίγουρα θα εξηγούσε γιατί εξαλείφθηκε το είδος αυτό.Υποθέταμε πάντα πως δε θα μαθαίναμε ποτέ το παραμικρό για την όψη των πλασμάτων που ζήσανε στον 3ο Πλανήτη. Εδώ κι αιώνες, οι καλλιτέχνες μας, απεικονίζανε σκηνές από την ιστορία του νεκρού αυτού πλανήτη, προσδίδοντας στους κατοίκους του κάθε είδους, φανταστική μορφή. Τα περισσότερα από τα προϊόντα αυτά της καλλιτεχνικήες φαντασίας μοιάζανε λίγο-πολύ με μας, αν και κατά καιρούς έχει διατυπωθεί η άποψη, πως επειδή εμείς ανήκουμε στα ερπετά δε σημαίνει απαραίτητα πως το ίδιο θα ισχύει και για κάθε νοήμον είδος ζωής.Μάθαμε επιτέλους την απάντηση, σ’ έν’ από τα πιο βασανιστικά ερωτήματα της ιστορίας. Επιτέλους, έπειτα από 500 χρόνια έρευνας, ανακαλύψαμε την ακριβή μορφή και φύση των κατοίκων του 3ου Πλανήτη».
Ακούστηκε μουρμουρητό έκπληξης από τους συγκεντρωμένους επιστήμονες. Κάποιοι απ’ αυτούς ξαφνιαστήκανε τόσον από τα νέα, ώστε εξαφανιστήκανε για λίγο, κάτω από τη καθησυχαστικήν επιφάνεια του νερού, όπως έκαναν όλοι οι κάτοικοι της Αφροδίτης σε στιγμές άγχους. Ο Ιστορικός περίμενε μέχρι να εμφανιστούν οι συνάδελφοί του ξανά μες από το στοιχείο που αγαπούσανε τόσο. Ο ίδιος ένιωθεν άνετα, χάρη στους μικροσκοπικούς πίδακες νερού που ραντίζανε διαρκώς το σώμα του. Με τη βοήθειά τους, μπορούσε ν’ αντέξει στη στεριά πολλές ώρες, προτού αναγκαστεί να επιστρέψει στον ωκεανό. Ο ενθουσιασμός μειώθηκε σταδιακά κι ο Ιστορικός συνέχισε τη διάλεξη.
-»Το πιο παράξενο απ’ όλα τ’ αντικείμενα που βρέθηκαν στον 3ο Πλανήτη, ήταν ένα επίπεδο μεταλλικό κουτί που περιείχεν έν εξαιρετικά μακρύ, διάφανο, πλαστικό υλικό, διάτρητο στην άκρη και προσεκτικά τυλιγμένο γύρω από ‘να καρούλι. Αυτή η διάφανη ταινία, έμοιαζε να μην έχει καμιά χρησιμότητα, μέχρι που μια εξέταση στο νέο υποηλεκτρικό μικροσκόπιο, έδειξε πως τα πράγματα δεν ήταν έτσι. Πάνω στην επιφάνεια του υλικού, αόρατες στα δικά μας μάτια, αλλά πεντακάθαρες κάτω από τη κατάλληλην ακτινοβολία, κρύβονται κυριολεκτικά, χιλιάδες μικροσκοπικές εικόνες.Πιστεύουμε πως τυπωθήκανε με κάποιο χημικό μέσο και ξεθωριάσανε με το πέρασμα του χρόνου. Οι εικόνες αυτές συνιστούν αρχείο ζωής έτσι όπως ήταν στον 3ο Πλανήτη, στην ακμή του πολιτισμού του. Δεν είν’ ανεξάρτητες η μια από την άλλη. Οι διαδοχικές εικόνες είναι σχεδόν πανομοιότυπες και διαφέρουν μόνο σε λεπτομέρειες κίνησης. Ο σκοπός του αρχείου αυτού είναι προφανής: οι σκηνές πρέπει να προβληθούνε με πολύ μεγάλη ταχύτητα για να δοθεί η αίσθηση της συνεχόμενης κίνησης.Κατασκευάσαμε μηχάνημα που το πετυχαίνει κι έχω ‘δω την ακριβήν αναπαραγωγή αυτής της αλληλουχίας εικόνων. Οι σκηνές που θα παρακολουθήσετε μας πάνε χιλιάδες χρόνια πίσω, στις μέρες της ακμής του αδελφού πλανήτη. Παρουσιάζουν ένα πολύ εξελιγμένο πολιτισμό, που αρκετές από τις δραστηριότητες του, μετά βίας μπορούμε να ερμηνεύσουμε. Η ζωή κει πρέπει να ‘ταν ιδιαίτερα βίαιη κι έντονη και πολλά απ’ όσα θα δείτε είν’ αρκετά περίεργα.Φαίνεται ξεκάθαρα πως τον 3ο Πλανήτη τονε κατοικούσε πλήθος διαφορετικών ειδών, που κανένα τους δεν ανήκε στα ερπετά. Αυτό αποτελεί βέβαια, πλήγμα για τη περηφάνια μας, αλλά το συμπέρασμα είν’ αναπόδραστο. Η κυρίαρχη μορφή ζωής ήταν ένα δίποδο με δυό χέρια. Περπατούσεν όρθιο και το σώμα του ήτανε καλυμμένο με κάποιου είδους εύκαμπτο υλικό, πιθανότατα για να προστατεύεται από το κρύο, καθώς ακόμα και πριν από την Εποχή των Παγετώνων, η θερμοκρασία που επικρατούσεν ήτανε πολύ χαμηλότερη απ’ ότι στον δικό μας. Δε θα καταχραστώ άλλο την υπομονή σας. Θα παρακολουθήσετε τώρα το αρχείο που σας είπα».
Ένα λαμπρό φως άστραψε από τη κατεύθυνση του προβολέα. Ακούστηκεν απαλός βόμβος κι αμέσως εκατοντάδες περίεργα όντα, που κινούνταν πάνω-κάτω, εμφανιστήκανε στην οθόνη. Η εικόνα επεκτάθηκε κι επικεντρώθηκε σ’ έν’ από τα πλάσματα αυτά κι οι επιστήμονες βλέπανε καθαρά, πόσο σωστή ήταν η περιγραφή του Ιστορικού. Το πλάσμα είχε δυο μάτια, τοποθετημένα κοντά μεταξύ τους, αλλά τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά του προσώπου του ήταν κάπως δυσδιάκριτα. Υπήρχε μεγάλο άνοιγμα στο κάτω μέρος του κεφαλιού που ανοιγόκλεινε διαρκώς, -προφανώς είχε κάποια σχέση με την ικανότητα του πλάσματος ν’ αναπνέει.
Οι επιστήμονες παρακολουθούσανε μαγεμένοι, καθώς τα παράξενα πλάσματα μπλέκανε σε σειρά περιπετειών. Μια ιδιαίτερα βίαιη σύγκρουση με κάποιο άλλο, ελαφρώς διαφορετικό πλάσμα, έλαβε χώρα μπροστά στα μάτια τους. Ήτανε σίγουρο πως κι οι δυο πλευρές θα σκοτώνονταν κι όμως όταν όλα τελειώσανε, κανείς τους δεν έμοιαζε να ‘χει πάθει το παραμικρό. Ακολούθησε τρελή διαδρομή που κάλυπτε πολλά μίλια μέσα σε μηχανικό κατασκεύασμα με 4 τροχούς, που ήταν ικανό να φέρει σε πέρας απίστευτα κινητικά θαύματα.
Η διαδρομή κατέληξε σε μια πόλη γεμάτη από παρόμοια οχήματα που κινούνταν προς όλες τις κατευθύνσεις με τρομερά μεγάλη ταχύτητα. Κανείς δε φάνηκε να εκπλήσσεται, όταν δυο απ’ αυτά συγκρουστήκανε μετωπικά, με καταστροφικά αποτελέσματα. Απο κει και πέρα, τα γεγονότα γίνονταν όλο και πιο μπερδεμένα. Ήτανε πλέον ολοφάνερο πως θα χρειάζονταν πολλά χρόνια έρευνας για ν’ αναλύσουνε και να καταλάβουν όλα όσα συμβαίνανε μπροστά στα μάτια τους. Ήταν επίσης σαφές ότι το αρχείο αποτελούσε καλλιτέχνημα, όντας αρκετά στυλιζαρισμένο κι όχι ακριβής αναπαραγωγή της πραγματικής ζωής του 3ου Πλανήτη.
Οι περισσότεροι επιστήμονες νιώθαν εντελώς αποδιοργανωμένοι, όταν επιτέλους η αλληλουχία εικόνων έφτασε στο τέλος. Υπήρξεν ένα τελευταίο πλάνο όλο κίνηση, που το πλάσμα που αποτελούσε το κέντρο του ενδιαφέροντος, μπλέχτηκε σε κάποια τεράστια κι ακατανόητη καταστροφή. Η εικόνα μίκρυνε, μέχρι που ‘γινε κύκλος επικεντρωμένος στο κεφάλι του πλάσματος. Η τελευταία σκηνή, ήτανε μια διευρυμένη άποψη του προσώπου του, που εκφραζότανε κάποιο έντονο συναίσθημα, αν και δε μπορούσαν να μαντέψουν αν επρόκειτο για οργή, λύπη, παραίτηση ή κάτι άλλο. Η εικόνα έσβησε.
Για μια στιγμή, εμφανιστήκανε γράμματα στην οθόνη κι ύστερα όλα τέλειωσαν. Επικράτησεν απόλυτη ησυχία για κάμποσα λεπτά, που την έσπαγε μόνον ο ήχος των κυμάτων που σκάγανε στην άμμο. Οι επιστήμονες δε μπορούσαν ν’ αρθρώσουνε λέξη από την έκπληξη. Αυτή η φευγαλέα ματιά στον πολιτισμό του 3ου Πλανήτη, τους είχε κάνει εντύπωση. Ύστερα, άρχισαν να συζητούν ανά ομάδες, πρώτα ψιθυριστά, έπειτα πιο δυνατά, καθώς οι εικόνες που ‘χανε δει, ξεκαθαρίζανε στο νου τους. Στο τέλος ο Ιστορικός ζήτησε και πάλι τη προσοχή τους κι απευθύνθηκε στην ομήγυρη:
-«Τώρα σχεδιάζουμε μεγάλο ερευνητικό πρόγραμμα για ν’ αποσπάσουμε κάθε δυνατή πληροφορία από το αρχείο τούτο. Χιλιάδες αντίγραφα έχουνε δημιουργηθεί για να διανεμηθούνε σ’ όσους εργαστούνε στο πρόγραμμα. Αντιλαμβάνεστε τα προβλήματα, ειδικά το έργο των ψυχολόγων θα ‘ναι τεράστιο. Όμως δεν αμφιβάλλω ότι θα πετύχουμε, ίσως σ’ άλλη γενιά. Ποιος ξέρει πόσα μπορούμε να μάθουμε απ’ αυτό το εκπληκτικόν είδος. Προτού φύγουμεν, ας ρίξουμεν άλλη μια ματιά στα μακρινά μας ξαδέρφια, που η σοφία τους μπορεί να ξεπερνά τη δική μας, αλλά που τόσα λίγα πράματα έχουνε μείνει απ’ αυτήν».
Η τελευταία εικόνα εμφανίστηκεν άλλη μια φορά στην οθόνη, χωρίς κίνηση αυτή τη φορά, γιατί η μηχανή προβολής είχε σταματήσει να λειτουργεί. Οι επιστήμονες κοιτάξανε με δέος σχεδόν, την ακίνητη φιγούρα από το παρελθόν, ενώ το μικρό δίποδο με τη σειρά του, τους κοιτούσε κι αυτό με κείνη τη χαρακτηριστικήν έκφραση ειρωνικού θράσους. Στο εξής και μέχρι το τέλος του Χρόνου, θα συμβόλιζε το ανθρώπινο είδος.
Οι ψυχολόγοι της Αφροδίτης θ’ ανέλυαν τις πράξεις του και θα παρατηρούσανε τη κάθε του κίνηση, μέχρι να καταφέρουν ν’ αναδομήσουνε το νου του. Χιλιάδες βιβλία θα γράφονταν γι’ αυτό. Περίπλοκες φιλοσοφικές θεωρίες θα προσπαθούσανε να ερμηνεύσουνε τη συμπεριφορά του. Όμως όλος αυτός ο κόπος, όλη αυτή η έρευνα θα ‘τανε μάταιη.
Ίσως η περήφανη, μοναχική φιγούρα στην οθόνη να χαμογελούσε σαρδόνια στους επιστήμονες που ξεκινούσανε τη χρονοβόρα, άσκοπη αναζήτησή τους. Το μυστικό της θα παρέμενεν ασφαλές μέχρι να καταστραφεί το Σύμπαν, γιατί κανείς πλέον δεν ήτανε σε θέση να διαβάσει τη χαμένη γλώσσα του 3ου Πλανήτη. Στα επόμενα χρόνια, οι τελευταίες αυτές λέξεις θα εμφανίζονταν εκατομμύρια φορές σε κάποιαν οθόνη και κανείς δε θα μπορούσε ποτέ να μαντέψει το νόημά τους:
Μια Παραγωγή Της Γουόλτ Ντίσνεϋ
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ