(ὄχι ὅτι ἐμεῖς τὰ τηροῦμε ὅλα ἀλλὰ τὰ λέμε γιὰ σᾶς)
ΚΑΘΟΤΙ ΠΛΟΥΣΙΑ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΠΟΛΥ ΔΥΣΚΟΛΗ...
Σύνταξη: Δ. Κρασανάκης, καθηγητὴς 1ου Ἑνιαίου Πειραματικοῦ Λυκείου Ἀθηνῶν
1. Δὲν εἶναι ζήτημα ἁπλῶς προσωπικό, ἀλλὰ μᾶς ἀφορᾶ ὅλους (καὶ ὄχι: ἁπλά). Ἁπλῶς = μόνο. Συμπεριφέρεται ἁπλὰ (=μὲ ἁπλό, ἀνεπιτήδευτο τρόπο).
2. Ἡ ὑπόθεση δὲν τὸν ἀφορὰ ἄμεσα (ἀλλὰ ἔμμεσα) (τροπικὸ ἐπίρρημα). Νὰ παρουσιαστεῖ ἀμέσως (καὶ ὄχι: ἄμεσα) (χρονικὸ ἐπίρρημα).
3. Πιθανῶς ἢ πιθανόν, προηγουμένους, συγχρόνως, κυρίως, ὁλογράφως, ἐνδεχομένως, αὐτοδικαίως, ἑπομένως (καὶ ὄχι σὲ-α).
5. Τὸ οὐσ. λάθος δὲν μπορεῖ νὰ χρησιμοποιεῖται ὡς ἐπιθετικὸς προσδιορισμός: λανθασμένη ἄποψη (καὶ ὄχι: λάθος ἄποψη).
6. Κακῶς χρησιμοποιοῦνται ἀδόκιμες λέξεις ὅπως: νεολαῖος, πισωγύρισμα, ἀντιπαλότητα κλπ.
7. Ἀποφεύγουμε κατάχρηση δημιουργίας οὐσ. σὲ -ποίηση: ἐλαχιστοποίηση, ἀνωτατοποίηση κλπ.
8. Πρόσκληση σὲ συγκέντρωση (καὶ ὄχι: κάλεσμα σὲ μάζωξη).
9. Τὰ προπαροξύτονα οὐδ. οὐσ. σὲ -ὁ κατεβάζουν τὸν τόνο στὴν παραλήγουσα στὴ γέν. ἐν. καὶ πλ. (πανεπιστημίου, -ίων, πολέμου, θριάμβου) ἐκτὸς ἀπὸ τὶς λαϊκὲς λέξεις (σίδερου, ἀλλά: σιδήρου).
10. Καθιερωμένες λέξεις καὶ φράσεις στὴν καθαρεύουσα δὲ μεταγλωττίζονται: Μικρὰ Ἀσία, Ἐρυθρὰ θάλασσα, Μέλας Δρυμός, ἡ Ἀριστερά, Λευκὸς Οἴκος, βαρὺ ὕδωρ, ἐκδοτικὸς οἶκος, χειμερία νάρκη, Μικρὰ Ἄρκτος, ἡ μάστιγα (τοῦ αἰώνα), ἡ πτέρυγα (τῆς Βουλῆς), κλάδος (τῆς ἐπιστήμης), σινικὴ μελάνη, δαμόκλειος σπάθη κλπ.
11. Διατηροῦμε ἀναλλοίωτες τὶς τουλάχιστον 2000 ἀρχαϊστικὲς φράσεις καὶ λέξεις ποὺ χρησιμοποιοῦμε στὸ γραπτὸ (χωρὶς νὰ θέτουμε εἰσαγωγικὰ) καὶ προφορικὸ λόγο, ὅπως: ἐν πάση περιπτώσει, σὺν τοῖς ἄλλοις, καὶ οὕτω καθ' ἑξῆς, ἐκ τοῦ σύνεγγυς, ἐν κρύπτω καὶ παραβύστω, χάρμα ἰδέσθαι, ἐν τῷ μεταξύ, παραδείγματος χάριν, ἐξ ἄλλου, ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ, αὐτὸς κὰθ΄ ἑαυτόν, ἐκ προοιμίου, τοῖς μετρητοῖς, ἂφ΄ ἑνὸς μὲν - ἂφ΄ ἑτέρου δέ, ὓπ΄ ὄψιν, φὲρ΄ εἰπεῖν, ἐν γένει, αὐθωρεὶ καὶ παραχρῆμα, εἰρήσθω ἐν παρόδω), τύποις, εἴθισται, τιμῆς ἕνεκεν, ἒφ΄ ὄρου ζωῆς, ἐν κατακλείδι, ἐν μέρει, ἐπὶ πληρωμή, λίαν καλῶς, ἐν ριπὴ ὀφθαλμοῦ, κοινὴ συναινέσει, ἁβρόχοις ποσίν, ἐν γνώσει, ἐξ αἰτίας κλπ. Ὁρισμένες φράσεις γράφονται στὴ δημοτικὴ σὲ μία λέξη: ἐξαιτίας, ἐξάλλου, ἀφενός, ὑπόψιν κλπ.
12. Ἡ συνάδελφος (καὶ ὄχι: συναδέλφισσα).
13. Δέσμη μέτρων (καὶ ὄχι: πακέτο), ἐκδοχὴ πολιτικῶν ἐξελίξεων (καὶ ὄχι: σενάριο).
14. Ἀποφεύγουμε ξένες λέξεις καὶ ἐκφράσεις, ὅταν ὑπάρχουν ἀντίστοιχες ἑλληνικές: ρισκάρω (διακινδύνευα), μοντάρω (συναρμολογῶ), καριέρα (σταδιοδρομία), σαμποτὰζ (δολιοφθορά), ἴματζ (εἰκόνα, ἐντύπωση), πρεστὶζ (κύρος), γκλάμουρ (σαγήνη, αἴγλη), σνόμπαρα (περιφρονῶ, ὑποτιμῶ), μίτινγκ (συνάντηση), κοὺλ (ψύχραιμος), πρὲς ροὺμ (αἴθουσα τύπου), πρὲς κόνφερανς (συνέντευξη τύπου), σπόνσορας (χρηματοδότης, χορηγός), τὶμ (ὁμάδα), προτζεκτ (ἔργο, μελέτη), ντιζάιν (σχέδιο), τάιμινγκ (συγχρονισμὸς) κλπ.
15. Τῆς γραμματέως, τῆς γιατροῦ, τῆς γυμνασιάρχου.
16. Ἀποφεύγουμε ἑρμηνεύματα ἀγγλικῶν λέξεων ἑλληνικῆς προελεύσεως ποὺ οἱ ἀντίστοιχές τους ἑλληνικὲς ἔχουν ἄλλη σημασία (π.χ. φανταστικός: ὁ τῆς φαντασίας, τρομερός: ὁ προξενῶν τρόμο, καὶ ὄχι καταπληκτικός, ὑπέροχος, ποὺ σημαίνουν οἱ ἀγγλικὲς fantastic, terrific). Ἐπίσης, δὲ μεταφράζονται ἀγγλισμοί: δῶσε μου τὸ πιάτο (καὶ ὄχι: πέρασέ μου τὸ πιάτο), ἀπευθείας μετάδοση (καὶ ὄχι: ζωντανὴ μετάδοση), κάνω λάθος (καὶ ὄχι: εἶμαι λάθος), θὰ σοὺ ξανατηλεφωνήσω (καὶ ὄχι: θὰ σὲ πάρω πίσω).
17. Πρὶν ἀπὸ τὴν ἔναρξη (καὶ ὄχι: πρὶν τὴν ἔναρξη).
18. Τριάμισι κιλά, τρεισήμισι μέρες.
19. Πτώσεις ἐπιθ. σὲ -ής/ής: ο/ἡ διεθνής, τοῦ/τῆς διεθνοῦς, τὸν/τὴ διεθνῆ, τὸ διεθνές, τὰ διεθνῆ, ο/ἡ συνήθης, τοῦ/τῆς συνήθους, τὸν/τὴν συνήθη, τὸ σύνηθες, τὰ συνήθη, τῶν συνήθων. Προσοχὴ (μόνο γιὰ ἀρσ.): Τοῦ εὐγενοῦς ἀγώνα, ἀλλά: τοῦ εὐγενῆ (=ἀριστοκράτη) (ἐπίθ. τὸ α΄, οὐσ. τὸ (Γ). Ἐπιστήμη συγγενοῦς (ἐπίθ.) κλάδου. Εἶναι φίλος ἑνὸς στενοῦ μου συγγενῆ (οὔσ.).
20. Ὁ τόνος τῶν προπαροξύτονων ἐπιθ. σὲ -ός κατεβαίνει στὴν παραλήγουσα τῆς γέν. ἐν. καὶ γέν. καὶ αἰτ. πλ., ὅταν αὐτὰ χρησιμοποιοῦνται ὡς οὐσιαστικά: συμπεριφορὰ βάρβαρων ἀνθρώπων, ἀλλά: οἱ ἐπιδρομὲς τῶν βαρβάρων.
21. Εὐχαριστοῦμε ὅλους ὅσοι μᾶς συμπαραστάθηκαν (καὶ ὄχι: ὅσους, διότι εἶναι ὑποκ. στὸ ρ. ποῦ ἀκολουθεῖ), η: εὐχαριστοῦμε ὅσους ...
22. Οἱ ἀναδιπλασιασμοὶ τῶν πάθ. μτχ. ἄλλοτε διατηροῦνται καὶ ἄλλοτε ὄχι: συγκαλυμμένος, ἀποκομμένος, διαλυμένος, παραταγμένος, συμφωνημένος, μυημένος κλπ. (καὶ ὄχι πιά: συγκεκαλυμμένος, ἀποκεκομμένος, διαλελυμένος, παρατεταγμένος, συμπεφωνημένος, μεμυημένος), ἀλλὰ μόνο: παρατεταμένος, πεπειραμένος, διακεκριμένος, ἐπιτετραμμένος(=ἀναπληρωτὴς πρεσβευτή), καταβεβλημένος, βεβιασμένος, ἀποδεδειγμένος, δεδηλωμένος, τὰ πεπραγμένα, ἡ πεπατημένη, ἀναμεμιγμένος, μεμονωμένος κλπ. Προσοχή: θεωρῶ δεδομένη τὴν ἐκλογή του. Ἐνήργησα βάσει τῶν δεδομένων ποὺ εἶχα στὴ διάθεσή μου. Ἀλλά: Εἶμαι δοσμένος στὸν ἀγώνα. Μίλησε μὲ τετριμμένες φράσεις. Ἀλλά: Φοράει τριμμένα ροῦχα κλπ.
23. Ἀσχολούμαστε, ἀσχολούμασταν (καὶ ὄχι: ἀσχολιόμαστε κλπ. διότι τὸ ρ. εἶναι ἀσχολοῦμαι καὶ ὄχι ἀσχολιέμαι).
24. θορυβώδης, ὀγκώδης, θυελλώδης, ἐνστικτώδης κλπ. (καὶ ὄχι: σὲ -ώδικος).
25. Τὸ σὰν χρησιμοποιεῖται γιὰ παρομοίωση καὶ ὡς σύνδεσμος χρονικὸς ἢ αἰτιολογικός: Ψηλὸς σὰν κυπαρίσσι. Σὰν ἔρθεις μὲ τὸ καλό. Ἐσὺ σὰν συγγενὴς ἔπρεπε νὰ ἐπέμβεις. Τὸ ὡς συνοδεύει κατηγορούμενα: Ὑπηρετεῖ ὡς καθηγητής. Τὸ κατηγορούμενο μπαίνει στὴν ἴδια πτώση μὲ τὴ λέξη στὴν ὁποία ἀναφέρεται: Ἡ ἐκλογή του ὡς καθηγητῆ (καὶ ὄχι: ὡς καθηγητής).
26. Τὸ πάνω καὶ τὸ κάτω στὴ δημοτικὴ εἶναι μόνο τοπικὰ ἐπιρρ. καὶ κακῶς μεταγλωττίζονται τὰ ἐπὶ καὶ ὑπὸ τῆς καθαρεύουσας σὲ περιπτώσεις ὅπως οἱ ἑξῆς: Μίλησε πάνω στὸ θέμα ποὺ μᾶς ἀπασχολεῖ (σωστό: γιὰ τὸ θέμα ἢ ἐπὶ τοῦ θέματος), θὰ προσπαθήσουμε κάτω) ἀπ΄ αὐτὲς τὶς συνθῆκες (σωστό: μὲ αὐτὲς ἢ ὑπ΄ αὐτές).
27. Τὸ ρ. προοιωνίζομαι εἶναι ἀποθετικό, δηλ. δὲ διαθέτει ἐνεργητικὴ φωνή.
28. Ἀνενημέρωτος (καὶ ὄχι: ἀνημέρωτος), κοινολογῶ (καὶ ὄχι: κοινωνιολογῶ), δὲ θὰ προετίθεσθε (καὶ ὄχι: προετίθεσθο), τίθενται (καὶ ὄχι: τίθονται.), κοινότοπος, κοινοτοπία (καὶ ὄχι: κοινότυπος, κοινοτυπία), μεγεθύνω, μεγέθυνση (καὶ ὄχι: μεγενθύνω, μεγένθυση), ἐμβάθυνση (καὶ ὄχι: ἐμβάνθυνση), ἀπαθανατίζω (καὶ ὄχι: ἀποθανατίζω), ἀντεπεξέρχομαι (καὶ ὄχι: ἀνταπεξέρχομαι), μελαψὸς (καὶ ὄχι: μελαμψός), Ὀκτώβριος (καὶ ὄχι: Ὀκτώμβριος), χειρουργὸς (καὶ ὄχι: χειροῦργος), παρεισφρέω (καὶ ὄχι: παρεισφρύω), παρεμπιπτόντως (καὶ ὄχι: παρεπιπτόντως), ἔχω ἀπαυδήσει (καὶ ὄχι: ἔχω ἀπηυδήσει), λιποβαρὴς (καὶ ὄχι: ἐλλιποβαρής), ὑποθάλπω, περιθάλπω (καὶ ὄχι: ὑποθάλπτω, περιθάλπτω), ἀκατονόμαστος (καὶ ὄχι: ἀκατανόμαστος), ἀθυρόστομος (καὶ ὄχι: ἀνθηρόστομος).
29. Τὰ ρήματα τῶν προτάσεων ποὺ ἀκολουθοῦν συντάσσονται μὲ αἴτ. καὶ ὄχι μὲ γέν. Δὲν ἐπιδέχεται ἀναβολή. Δὲ χρειάζεται περαιτέρω συστάσεις. Διέφυγε τὴν προσοχή μου. Στεροῦμαι τὰ ἀπαραίτητα. Ἀπεκδύομαι τὶς εὐθύνες μου.
30. Τὰ ἄρθρα τὸν, τὴν καὶ τὰ μόρια δέν, μὴν διατηροῦν τὸ ν ὅταν ἀκολουθεῖ λέξη ποὺ ἀρχίζει ἀπὸ φωνῆεν, ἀπὸ στιγμιαῖο σύμφωνο (κ, π, τ, μπ, ντ, γκ, τσ, τζ) καὶ ἀπὸ τὰ διπλὰ ξ, ψ. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὴν πρόσ. ἀντων. τὴν, ἐνῶ ἡ ἀντων. τὸν διατηρεῖ τὸ ν πάντοτε: τὸν ἄνθρωπο, τὴν πόλη, τὸ δρόμο, δὲ φοβᾶμαι, μὴν περάσεις, τὴ βλέπω, τὸν βλέπω.
31. Οἱ τύποι τῆς ἐρωτηματικῆς ἀντων. ποιὸς εἶναι μονοσύλλαβοι καὶ δὲν τονίζονται: ποιές, ποιοί, ποιοὺς κλπ.
32. Οἱ μτχ. σὲ -ντας γράφονται μὲ ώ ὅταν αὐτὸ τονίζεται καὶ μὲ ο ὅταν δὲν τονίζεται: κάνοντας, τραβώντας.
33. Γι’ αὐτὸ (καὶ ὄχι: γιαυτό).
34. Ἡ ἔγκλιση τόνου στὸ μονοτονικὸ διατηρεῖται: ὁ ἄνθρωπός τους.
35. Πού (ἀναφ. ἀντων.), ποῦ (ἐρωτημ. ἐπίρρ.), πώς (εἴδ. σύνδ.), πῶς (ἐρωτημ. ἐπίρρ.): ρώτησα αὐτὸν ποὺ ἦταν ὑπεύθυνος ποῦ μποροῦσα νὰ σὲ βρῶ. Πῶς μποροῦσα νὰ πῶ πώς δὲ σὲ ξέρω;
36. Μία, μία (=μιά), δύο, δύο (=δυό).
37. Κλητική: κυρία Πρόεδρε (καὶ ὄχι: κυρία Πρόεδρος).
38. Ἡ ἀναπληρώτρια διευθύντρια / ὑπουργὸς (καὶ ὄχι: ἡ ἀναπληρωτὴς διευθυντὴς / ὑπουργός).
39. Δίνω, ἀλλά: παραδίδω, ἀναδίδω, ἀποδίδω κλπ. / δείχνω, ἀλλά: ἀναδεικνύω, ἐπιδεικνύω, ἀποδείκνυα) κλπ. / ρίχνω, ἀλλά: ἀπορρίπτω, καταρρίπτω, ἐπιρρίπτω κλπ. / λύνω, ἀλλά: ἐπιλύω, διαλύω κλπ. / στέλνω, ἀλλά: ἀποστέλλω, διαστέλλω κλπ. / κλείνω, ἀλλά: ἀποκλείω, περικλείω κλπ. / κόβω, ἀλλά: ἀποκόπτω, διακόπτω κλπ.
40. Γίνονται ὅλοι δεκτοὶ ἀνεξαρτήτως ἡλικίας καὶ φύλου (καὶ ὄχι: ἀνεξαρτήτου ἡλικίας ...).
41. Ἀπολαύει τῆς ἐμπιστοσύνης (καὶ ὄχι: ἀπολαμβάνει).
42. Τῶν (πρώην) τριτόκλιτων θηλυκῶν οὐσιαστικῶν νὰ προτιμᾶται ἡ γενικὴ σὲ -ἕως ἀντὶ σὲ -ής μετὰ ἀπὸ λόγιες προθέσεις ἢ λόγιες ἢ μὴ λόγιες τυποποιημένες φράσεις: πρὸ τῆς ἀποφάσεως, ὑπὲρ τῆς λύσεως, περὶ τῆς σχέσεως, σχέδιο πόλεως, πρώτης τάξεως, ὁδηγίες χρήσεως, ἡμερομηνία λήξεως, ὁμάδα κρούσεως, κρίση συνειδήσεως, χαίρω ἐκτιμήσεως, πάσης φύσεως, πορεία πλεύσεως, ἔτος ἱδρύσεως κλπ.
43. Δὲ χρειάζονται εἰσαγωγικὰ ὅταν χρησιμοποιοῦμε μεταφορικὴ σημασία λέξεων: ἡ ρίζα τοῦ προβλήματος, τραβάω τὴν προσοχὴ (καὶ ὄχι: ἡ «ρίζα» ..., «τραβάω» ...) κλπ. Χρησιμοποιοῦμε εἰσαγωγικά, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς γνωστὲς περιπτώσεις τῶν αὐτολεξεὶ ἐπαναλαμβανόμενων, τῶν γνωμικῶν καὶ τῶν τίτλων ἔργων, ὀνομάτων πλοίων, ἱδρυμάτων κλπ., ὅταν μία λέξη ἢ φράση τὴ λέμε εἰρωνικά, ἐννοώντας τὴν ἀκριβῶς ἀντίθετη σημασία, ἡ ὁποία στὸ γραπτὸ λόγο δὲν μπορεῖ ἀλλιῶς νὰ ἀποδοθεῖ, ἐνῶ, ἀντίθετα, στὸν προφορικὸ ἡ φωνὴ παίρνει τὴν ἀνάλογη χροιά: μοῦ ἐπιφύλαξε «θερμὴ» ὑποδοχὴ (δήλ. ψυχρή).
44. Ὑπὲρ τὸ δέον (καὶ ὄχι: ὑπὲρ τοῦ δέοντος).
45. Τὰ ρ. διαρρέω καὶ λειτουργῶ εἶναι ἀμετάβατα: διέρρευσε ἀπὸ πολιτικοὺς κύκλους ἡ πληροφορία ὅτι... η: πολιτικοὶ κύκλοι φρόντισαν νὰ διαρρεύσει ἡ πληροφορία ὅτι ... (καὶ ὄχι: πολιτικοὶ κύκλοι διέρρευσαν τὴν πληροφορία ὅτι ...). θὰ θέσω τὸ μηχάνημα σὲ λειτουργία (καὶ ὄχι: θὰ τὸ λειτουργήσω).
46. Ἐξελέγην, ἐξεπλάγην, προήχθης, συνέβη, ἐπλήγη, συνελήφθησαν, διεξήχθησαν κλπ., κατὰ τοὺς πάθ. ἀορ. β΄ τῆς ἀρχαίας (καὶ ὄχι: ἐκλέχτηκα, ἐκπλάγηκα, προάχθηκες, συνέβηκε, πλήχτηκε, συλλήφθηκαν, διεξάχθηκαν κλπ).
47. Αὐτὸς κὰθ΄ ἑαυτόν, αὐτοῦ κὰθ΄ ἑαυτόν, αὐτὸν κὰθ΄ ἑαυτόν, αὐτοὶ κὰθ΄ ἑαυτούς, αὐτῶν κὰθ΄ ἑαυτοὺς κλπ. (καὶ ὄχι: αὐτοῦ κὰθ΄ ἑαυτοῦ, αὐτῆς κὰθ΄ ἑαυτῆς, αὐτοὶ κὰθ΄ ἐαυτοὶ κλπ.).
48. Ὅσον ἀφορᾶ τὸ θέμα αὐτὸ (καὶ ὄχι: ὅσο ἀφορᾶ στὸ θέμα αὐτό, διότι ἀποτελεῖ μεταγλώττιση τῆς λόγιας σύνταξης: ὅσον ἀφορᾶ εἰς τὸ θέμα αὐτό).
49. Ὅταν, δύο συνήθως, συνεχόμενα ἐπίθετα ἀποτελοῦν ἐπιθετικοὺς προσδιορισμοὺς οὐσιαστικοῦ ποὺ ἀκολουθεῖ, ἀλλὰ τὸ τελευταῖο ἀποδίδει μία οὐσιώδη ἔννοια σ΄ αὐτό, δὲ χωρίζονται μεταξύ τους μὲ κόμμα: ἐλαφρὸ δίτροχο μόνιππο, εἶδος ἰταλικοῦ ἀφρώδους κρασιοῦ, ὁλόσωμο γυναικεῖο μαγιό.
50. Τὰ ἐπίθετα σὲ -εἰος / -ἰὸς ποὺ προέρχονται ἀπὸ κύρια ὀνόματα πραγματικῶν προσώπων γράφονται μὲ εἰ (ἀριστοτέλειος), ἐνῶ αὐτὰ ποὺ προέρχονται ἀπὸ τοπωνύμια μὲ ἰ (μετσόβιο). Ὅσα προέρχονται ἀπὸ κύρια ὀνόματα μυθικῶν προσώπων, μποροῦν νὰ γράφονται καὶ μὲ τοὺς δύο τρόπους (ἀπολλώνιος, ἀπολλώνειος).
51. Σὲ πολλὰ ρήματα ἡ χρονικὴ αὔξηση διατηρεῖται: ἤλεγξα, διηύθυνα, διενήργησα, ἀπέκτησα κλπ. (καὶ ὄχι: ἔλεγξα, διεύθυνα κλπ).
52. Εἰδωλολατρία, πρωτοπορία κλπ. (καὶ ὄχι σὲ -εἴα), διότι προέρχονται ἀπὸ οὐσιαστικὰ (εἰδωλολάτρης κλπ.) καὶ ὄχι ἀπὸ ρήματα.
53. Προσοχὴ στὶς προστακτικὲς ἀορίστων: παρήγγειλα ἕνα ποτὸ / παράγγειλέ μου ἕνα ποτό, αὐτὸς ἀντέγραψε τὶς σημειώσεις / ἀντίγραψέ μου τὶς σημειώσεις, αὐτὸς ἀπέρριψε τὴν πρόταση τοῦ / ἐσὺ ἀπόρριψε τὴν πρότασή του.
54. Οἱ μέθοδοι αὐτὲς (καὶ ὄχι: οἱ μέθοδοι αὐτοί).
55. Ἡ φράση «ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων» σημαίνει παιδιόθεν, ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἡλικία (καὶ ὄχι: ἁδρομερῶς, ἀκροθιγῶς).
56. Ὁποιοσδήποτε, ὁτιδήποτε (καὶ ὄχι: ὁ ὁποιοσδήποτε, τὸ ὁτιδήποτε).
57. Τέως βασιλιάς: ὁ μέχρι πρὸ τίνος βασιλιάς. Πρώην βασιλιάς: ὁ πρὶν ἀπὸ πολὺ καιρὸ βασιλιάς.
58. Χιλιετία: περίοδος χιλίων ἐτῶν. Χιλιετηρίδα: ἡ ἐπέτειος χιλίων ἐτῶν.
59. Ὁ κύριος Κοντολέων, τοῦ κ. Κοντολέοντος, ἡ κυρία Κοντολέοντος, τῆς κ. Κοντολέοντος κλπ. (καὶ ὄχι τοῦ κ. Κοντολέων, ἡ κ. Κοντολέων).
60. Συμμετέχω, πρτ. συμμετεῖχα, μέλλ. ἑξακολ. θὰ συμμετέχω ὅλο τὸ χρόνο στὶς ἐκδηλώσεις, μέλλ. στίγμ. Θὰ συμμετάσχιυ στὴν ἐκδήλωση, ἀόρ. συμμετέσχον, πρκ.-ὑπρσ. ἔχω-εἶχα συμμετάσχει.
61. Δὲν ἀποφάσισα ἀκόμη, γιατί δὲν ἔχω τὰ ἀπαιτούμενα στοιχεῖα (καὶ ὄχι: Δὲν ἀποφάσισα ἀκόμη. Καὶ αὐτὸ γιατί...).
62. Ἀνῆκα, ἀνῆκες, ἀνῆκε κλπ. (καὶ ὄχι: ἄνηκα, ἄνηκες, ἄνηκε κλπ.)
63. Παρατατικὸς συνηρημένων ρημάτων σὲ -οῦμαι: Σχολικὴ γραμματικὴ δημοτικῆς: στερούμουν (!), στερούσουν (!), στεροῦνταν, στερούμασταν, στερούσασταν (!), στεροῦνταν. Γραμματικὴ καθαρεύουσας: ἐστερούμην, ἐστερεῖσο, ἐστερεῖτο, ἐστερούμεθα, ἐστερεῖσθε, ἐστεροῦντο. Προτεινόμενη κλίση: (ε)στερούμην, (ε)στερεῖσο, (ε)στερεῖτο, στερούμασταν, (ε)στερεῖσθε, στεροῦνταν.
64. Ποιοῦμαι τὴν νήσσαν (κοινῶς: κάνω τὴν πάπια) (καὶ ὄχι: ποιῶ τὴν νήσσαν).
65. Τὸ ἐπιχείρημα ποὺ προβλήθηκε εἶναι ὑπὲρ αὐτοῦ (καὶ ὄχι: ὑπέρ του).
66. Ἐπιταχύνω / προωθῶ / ἐπισπεύδω τὸ θέμα / πρόγραμμα κλπ. (καὶ ὄχι: τρέχω τὸ θέμα / πρόγραμμα).
67. Ὁρισμένα ἀφηρημένα οὐσιαστικά, ὅπως: πολιτική, λογική, πρακτική, συμπεριφορά,ὑποδομὴ κλπ.δὲ χρησιμοποιοῦνται στὸν πλ.: ἡ πολιτικὴ ποὺ θὰ ἀκολουθηθεῖ σὲ πολλοὺς τομεῖς (καὶ ὄχι:οἱ πολιτικὲς ποὺ ...) κλπ.
68. Δρώμενα= α. τελετουργίες β. ὅσα παριστάνονται σὲ θεατρικὴ σκηνή. Τεκταινόμενα= μηχανορραφίες. Εἶναι λανθασμένο τὸ ἑρμήνευμα: διαδραματιζόμενα (π.χ. τὰ δρώμενα / τεκταινόμενα τῆς πολιτικῆς ζωῆς).
69. Ἀποτείνομαι, μέλλ. θὰ ἀποταθῶ (καὶ ὄχι: ἀποτανθῶ).
70. Χρόνοι συνθέτων τοῦ ἄγω: ἐνστ. ἐξάγω, πρτ. ἐξῆγα, μέλλ. ἐξακολ. κάθε χρόνο θὰ ἐξάγω, μέλλ. στιγμ. ἡ χώρα φέτος θὰ ἐξαγάγει ἑσπεριδοειδῆ, ἀόρ. ἐξήγαγα, πρκ.-ὑπρσ. ἔχω-εἶχα ἐξαγάγει.
71. Χρόνοι τῶν ρημάτων σὲ -λλῶ: ἔνστ. ἐπιβάλλω, πρτ. ἐπέβαλλα, μέλλ. ἑξακολ. θὰ καταβάλλω κάθε μήνα τὸ ἐνοίκιο, μέλλ. στίγμ. θὰ σοὺ καταβάλω τὸ ἀντίτιμο (ἅπαξ), ἀόρ. ἐπέβαλα, πρκ.-ὑπρσ. ἔχω-εἶχα ἐπιβάλει.
72. Ρήματα ποὺ στὸν ἀόρ. λήγουν σὲ -ησα, -ισα, -υσα, -οισα στὸ β΄ πλ. πρστ. ἐνεργ. ἀόρ. διατηροῦν τὴν ὀρθογραφία τῆς παραλήγουσας: κρατῆστε, καθαρίστε, λύστε, ἀθροῖστε.
73. Ὀρθογραφία λέξεων: βιοτικός, βίωμα, βιωματικός, βιώσιμος / ἄμεσος, ἔμμεσος / ἐκμεταλλεύομαι, ἐκμετάλλευση / ὠφελῶ, (ἀφέλεια, ὠφέλημα, ὠφέλιμος, ὠφελιμιστής, ὀφείλω, ὀφειλή, ὄφελος, ὀφειλέτης / ἐπιρροή, ἐπηρεάζω, ἐπήρεια / διάλειμμα, διάλυμα (χημικό), δίλημμα / ἔλλειψη, ἔλλειμμα, ἐλλιπὴς / ἐννέα, ἐννιακόσια, ἔνατος, ἐνενήντα / βορρᾶς, βοριὰς / ὑπερηφάνεια, περηφάνια / ποικίλλω, ποικίλος, ποικιλία / γέννηση, γένεση, γενέθλια / ἀλλιῶς, ἀλλιώτικος, ἀλλοιώνω, ἀλλοίωση / ἀμείβω, ἀμοιβὴ / ἀλείφω, ἀλοιφὴ / ἀναστήλωση, ὑποστύλωση / δυσφήμηση, διαφήμιση / μέσω, λόγω: τὸ ἔστειλα μέσω τοῦ κοινοῦ μας φίλου, δὲν πῆγα λόγω τῆς βροχῆς / ποιό, πιό: δὲν ξέρω ποιὸ εἶναι πιὸ καλὸ / κατάληξη ρ. σὲ -τὲ (β΄ πλ. ἐνεργ. φ.) καὶ -ταὶ (γ΄ ἐν. πάθ. φ.): νὰ μὴ θεωρεῖτε ἀναγκαστικὰ σωστὸ ὅ,τι θεωρεῖται γενικὰ ἀποδεκτὸ / ἔδωσα, θὰ δώσω, δόθηκα, θὰ δοθῶ / σάτιρα, σατιρίζθ3, σατιρικὸ ποίημα, Σάτυρος (μύθ. ἀκόλουθος τοῦ Διονύσου), σάτυρος (ἀσελγής), σατυρικὸς (ὁ τοῦ Σατύρου), σατυρικὸ δράμα (τὸ ἀρχαῖο λογοτεχνικὸ εἶδος) / Κέκροψ, Χέοψ / συνείδηση, συνειδητοποίηση / μήνυμα, μήνυση / κηρύσσω, κήρυγμα / μονώροφος, διώροφος, πολυώροφος / παραλήφθηκε σήμερα τὸ ἐμπόρευμα (< παραλαμβάνω), παραλείφθηκε μία γραμμὴ ἂπ΄ τὸ κείμενο (< παραλείπω) / ἔλεγχος, ἄγχος, μελαγχολία / ὅτι, ὅ,τι: εἶπε ὅτι θὰ πάει, πάρε ὅ,τι θέλεις / τυραννία, ἀπόρροια, εἰλικρίνεια, κοιτάζω, συνεννοοῦμαι, δεισιδαιμονία, συνδύαζα:), ἀνακαίνιση, ἐλάττωμα, πλατειασμός, συνδαιτυμόνας, μεγαλεπήβολος, βεβαρημένος, ἐπανειλημμένος, συνωμοσία, ὁρκωμοσία, φτώχεια, ὤσμωση, διαπίδυση, Εὐριπίδης, Θουκυδίδης, Ἰάσονας, ἀπόρριμμα, συνημμένος, εἰσιτήριο, ἀνταλλάσσω, διακεκριμένος συγκεκριμένος, ἐγκεκριμένος, καταχώριση, δικλίδα, δουλειά, δωσίλογος, ἐγχείρηση, διατεθειμένος, ἐκτεθειμένος, ἕλκηθρο.
74. Νέα ὀρθογραφία λέξεων: ἀβγό, ἀλίμονο, ἀνιψιός, ἀντικρίζω, Ἀράχοβα, ἀφήνω, βαθιά, βεζίρης, βρεμένος, βρικόλακας, βρόμα, γαβγίζω, γαρίφαλο, γλιτώνω, γόμα, δυόμισι κλπ., ζήλια, καβγάς, καημένος, καινούριος, καμιά, κόκαλο, κολόνα, κοπέλα, κρεβάτι, Λάρισα, λιμέρι, λιώνω, μακελιό, μακριά, Μανόλης, μαντίλι, μόλος, Μοριᾶς, μπίρα, Ναβαρίνο, νηστίσιμος, νιώθω, ξίδι, ξιπάζω, παλικάρι, πρίγκιπας, σάκος, σβήνω, σινάφι, σιντριβάνι, σιρίτι, Σλάβος, στάβλος, συγνώμη, συμπάθιο, τάλιρο, τρελός, Τρίκαλα, φιντάνι, φλιτζάνι, φτήνια, χλομός, χνότο, χρεοκοπία. Τὰ ξένα προσηγορικὰ καὶ κύρια ὀνόματα γράφονται μὲ τὸν ἁπλούστερο τρόπο: τρένο, Σέξπιρ.
75. Νὰ διαβάσετε μέχρι τὴ σελίδα 69 (καὶ ὄχι: μέχρι καὶ τὴ σελίδα 69).
76. Λανθασμένη γενικὴ ἢ λανθασμένος τονισμὸς ὀνομασιῶν ὁδῶν τῆς Ἀθήνας: λεωφόρος Κηφισιᾶς (καὶ ὄχι: Κηφισίας), ὁδὸς Μάρνη (καὶ ὄχι: Μάρνης), ὁδὸς Τράλλεων (καὶ ὄχι: Τραλλέων), ὁδὸς Βατάτζη (καὶ ὄχι: Βατατζή), ὁδὸς Κοροίβου (καὶ ὄχι: Κοροϊβου), ὁδὸς Χερσῶνος (καὶ ὄχι: Χέρσωνος), ὁδὸς Χάρητος (ὁ Χάρης, -ἠτος) (καὶ ὄχι: Χάριτος), ὁδὸς Ἁλκυονίδων (καὶ ὄχι: Ἁλκυονιδῶν), ὁδὸς Ἀτθίδων (καὶ ὄχι: Ἀτθιδῶν), ὁδὸς Σημαχιδῶν (Σημαχίδαι: ἀρχαῖος ἀττικὸς δῆμος) (καὶ ὄχι: Συμμαχιδῶν).
77. Τοῦ Σικάγου, τῆς Νικαράγουας, τοῦ Μιλάνου, τοῦ Μεξικοῦ, τῆς Καλιφόρνιας, τῆς Ριβιέρας κλπ. (καὶ ὄχι: τοῦ Σικάγο, τῆς Νικαράγουα κλπ.).
78. Ἡ λέξη αὐτὴ ἀπαντᾶ συχνὰ στὸν Ὅμηρο (καὶ ὄχι: ἀπαντᾶται).
79. Ὀρθογραφία μερικῶν ὁμόηχων λέξεων: τὸ τεῖχος, ὁ τοῖχος / ἔχω κλίση στὴ μουσικὴ (<κλίνω), πῆρα κλήση ἀπὸ τὸ δικαστήριο (<καλῶ) / σύγκλιση ἀπόψεων, σύγκληση συνεδρίου, σύγκλειση δοντιῶν / ἑτερόκλιτο οὐσιαστικό, ἑτερόκλητο πλῆθος / κλείνω τὴν πόρτα, κλίνω τὸ ρῆμα / ἡ ἐξάρτηση ἀπὸ τὰ ναρκωτικὰ (<ἐξαρτῶ), ἡ ἐξάρτυση τοῦ στρατιώτη (<ἑξαρτύω), ἡ ἐξάρτιση τοῦ πλοίου (<ἑξαρτίζω) / ἡ σορός του θὰ ἐκτεθεῖ σὲ λαϊκὸ προσκύνημα, ὁ σωρὸς ἀπὸ ξύλα / τί μέλλει γενέσθαι;, δὲ μὲ μέλει τί θὰ γίνει / ὁ στίχος τοῦ ποιήματος, νὰ παραταχθεῖτε σὲ τρεῖς στοίχους / φύλλο τοῦ δέντρου, τὸ ἀρσενικὸ φύλο / ψηλὴ γυναίκα, ψιλὴ κυριότητα | κλωστὴ | φωνὴ κλπ. / ἐφορ(ε)ία Οἰκονομικὴ Ἀρχαιοτήτων, εὐφορία τῆς γῆς | πνευματικὴ | ψυχικὴ / κόλλημα χαρτιῶν, νομικὸ κώλυμα / πολιτικὸ κόμμα, ἔπεσε σὲ κῶμα / ἀπευθύνω ἔκκληση, ἔκλυση ἠθῶν / σύγχυση νοημάτων (<συγχέω), ψυχικὴ σύγχιση (<συγχίζω) / ἰωνικὴ φιλοσοφία (<Ἰωνία), Ἰονικὴ Τράπεζα (<Ἰόνιο) / λιμὸς (=πείνα), λοιμὸς (=λοιμῶδες νόσημα, πανώλης).
80. Βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους (καὶ ὄχι: ἐπὶ δικαίων καὶ ἀδίκων).
81. Ἀνέκαθεν (καὶ ὄχι: ἀπὸ ἀνέκαθεν), μακρόθεν (καὶ ὄχι: ἐκ τοῦ μακρόθεν).
82. Ἐπὶ τούτῳ (καὶ ὄχι: ἐπὶ τούτου).
83. Οἱ στύλοι τοῦ Ὀλυμπίου Διὸς (καὶ ὄχι: οἱ στῆλες).
84. Ὀρθογραφία ἡ / καὶ σημασία μερικῶν παρωνύμων: τεχνικός, τεχνητὸς / ἄλλοτε, ἄλλωστε / πηλήκιο, πηλίκο / παίρνω δῶρο, περνῶ τὸ δρόμο / βρόχος (=θηλιά), βρόγχος (τῶν πνευμόνων) / ἐγκύπτει στὴ μελέτη τῆς φιλοσοφίας, ἐνσκήπτει κακοκαιρία / κυκλαδικὸ εἰδώλιο, ἑδώλιο τοῦ κατηγορουμένου / τὸν κατατρέχουν οἱ ἐχθροί του, τὸν κατατρύχουν οἱ ἀρρώστιες / κληροδοτῶ τὸ σπίτι στὸ γιό μου, κληρονομῶ τὸ σπίτι ἀπὸ τὸν πατέρα μου / ἡ αὐγὴ ὑποφώσκει, ὁ κίνδυνος τοῦ πολέμου ὑποβόσκει / κυκλοφοριακὴ συμφόρηση σ΄ ὅλην τὴν πόλη, τὸ κυκλοφορικὸ σύστημα τοῦ ἀνθρώπινου σώματος / τὸ μεῖγμα συνίσταται ἀπὸ τὰ ἑξῆς ὑλικά, συνιστᾶται ἡ ἀνάπαυση τοῦ ἀσθενοῦς / ψυχικὴ ὀδύνη, (ὀδίνες (=πόνοι τῆς γέννας) / οἱ ἐμπειρίες ἀπὸ τὶς ἀποτυχίες μας μᾶς παρέχουν πολύτιμη πείρα / οἱ κάτοικοι τῆς ὑπαίθρου, βγῆκα στὸ ὕπαιθρο γιὰ νὰ ξεμουδιάσω / ἀπαιτεῖται ἡ νοσηλεία του σὲ κλινική, ἡ ἀσφαλιστική του ἐταιρία θὰ καταβάλει τὰ νοσήλια.
85. Ἐπαναλαμβάνω (καὶ ὄχι: ξαναεπαναλαμβάνω).
86. Τὸ νομοσχέδιο ψηφίστηκε κὰτ΄ ἀρχὴν (=στὰ βασικὰ σημεῖα). Κὰτ΄ ἀρχὰς (=ἀρχικὰ) νόμιζα πὼς ἦταν σωστό, ἀλλὰ μετὰ ἄλλαξα γνώμη.
87. Ἁψίκορος = αὐτὸς ποὺ χορταίνει εὔκολα (καὶ ὄχι: ὀξύθυμος).
88. Πρέπει νὰ συνεισφέρουν ὅλοι στὸν ἔρανο καὶ δὴ καὶ οἱ πλούσιοι (καὶ ὄχι: καὶ δὴ οἱ πλούσιοι).
89. Στὸ βιβλίο τοῦ πραγματεύεται τὸ θέμα τῶν κοινωνικῶν θεσμῶν (καὶ ὄχι: διαπραγματεύεται). Ἀλλά: Ὁ Ὑπουργὸς Ἐξωτερικῶν διαπραγματεύεται τοὺς ὅρους τῆς εἰρήνης.
90. Ὁ ἐπικεφαλῆς, τοῦ ἐπικεφαλῆς, τὸν ἐπικεφαλῆς, οἱ ἐπικεφαλῆς κλπ.
91. Καλύτερος ἢ πιὸ καλὸς (καὶ ὄχι: πιὸ καλύτερος).
92. Καμία ἀλλαγὴ δὲν ἐπέφερε ὁ νέος κανονισμός, ἤ: οὐδεμία ἀλλαγὴ ἐπέφερε ὁ νέος κανονισμὸς (καὶ ὄχι: καμία ἀλλαγὴ ἐπέφερε ὁ ..., η: οὐδεμία ἀλλαγὴ δὲν ἐπέφερε ὁ ...).
93. Ὁ εὐθύς, τοῦ εὐθῦ ἢ εὐθέος (καὶ ὄχι σέ: -ως) κλπ.
94. Τὰ σύνθετα μὲ προθέσεις ρήματα στὸν πρτ. καὶ στὸν ἀόρ. ἄλλοτε ἔχουν ἐσωτερικὴ συλλαβικὴ αὔξηση καὶ ἄλλοτε ὄχι: ἐξέφρασα (καὶ ὄχι: ἔκφρασα), ἐξέφρασαν (καὶ ὄχι: ἔκφρασαν) η: ἐκφράσανε, συνέθεσα (καὶ ὄχι: σύνθεσα), συνέθεσαν (καὶ ὄχι: σύνθεσαν) η: συνθέσανε, εἰσέπραξα (καὶ ὄχι: εἴσπραξα), εἰσέπραξαν (καὶ ὄχι: εἴσπραξαν) η: εἰσπράξανε κλπ., ἀλλὰ μόνο: διαχώρισα, μεταβίβαζα, ἐκφώνησα, ἐκλιπάρησα κλπ.
95. Ἐνήργησα στὸ πλαίσιο τῶν ἁρμοδιοτήτων μου (καὶ ὄχι: στὰ πλαίσια).
96. Στὴ συνέλευση ζήτησα τὸ λόγο γιὰ νὰ διατυπώσω / ἐκφράσω / ἐκθέσω τὴν ἄποψή μου (καὶ ὄχι: γιὰ νὰ τοποθετηθῶ).
97. Τὰ τελευταία γεγονότα φοβᾶμαι πὼς θὰ ἀνοίξουν τὸν ἀσκὸ τοῦ Αἰόλου (καὶ ὄχι: τοὺς ἀσκούς).
98. Τὰ ὀνόματα ἑλληνικῶν πόλεων καὶ νομῶν πρέπει νὰ χρησιμοποιοῦνται στὸ λόγιο τύπο τους σὲ ὀνομασίες ἱδρυμάτων, ὀργανισμῶν, κτιρίων κλπ. καὶ σὲ καθιερωμένες ὀνομασίες ἀγροτικῶν προϊόντων: 1° Πειραματικὸ Λύκειο Ἀθηνῶν, Δῆμος Πειραιῶς, Πανεπιστήμιο Πατρών, Σταθμὸς Λαρίσης, νομὸς Πέλλης, Δημοτικὴ Βιβλιοθήκη Ἰωαννίνων, Μητρόπολη Πρεβέζης, Σχολὴ Ἐμπορικοῦ Ναυτικοῦ Κεφαλληνίας, πιπεριὲς Φλωρίνης, ἐλιὲς Ἀμφισσης, φιστίκια Αἰγίνης κλπ.
99. Λάθη στὴ στρατιωτικὴ ὁρολογία: ἡ περίπολος (καὶ ὄχι οὔδ.), ὁ γεμιστήρας, ὁ τελαμώνας, ὁ ἀορτήρας, ὁ ζωστήρας (καὶ ὄχι θήλ.), οἱ λοχίες (καὶ ὄχι: οἱ λοχίοι), στρατιώτης προσκεκολλημένος σὲ ἄλλη μονάδα (καὶ ὄχι: προσκωλυόμενος).
100. Ὁ προβλήτας τοῦ λιμανιοῦ (καὶ ὄχι: ἡ προβλήτα).
Ἡ χρήση τοῦ ἀρχικοῦ κεφαλαίου γράμματος
Σύνταξη: Ἀριστοτέλης Ἀναγνώστου δ.φ. καθηγητὴς 1ου Ἑνιαίου Πειραματικοῦ Λυκείου Ἀθηνῶν
Γράφονται μὲ ἀρχικὸ κεφαλαῖο:
1. οἱ λέξεις ποὺ βρίσκονται μετὰ ἀπὸ τελεία, ἐρωτηματικὸ καὶ θαυμαστικό, ἐκτὸς ἐὰν μετὰ ἀπὸ τὰ δύο τελευταία ἡ φράση συνεχίζεται: «πότε θὰ σὲ ξαναδοῦμε;» μὲ ρώτησε. Ζήτω! φώναξαν ὅλοι.
2. τὰ κύρια ὀνόματα: Ἀριστοτέλης, Ἀθήνα, Λυκαβηττός.
3. τὰ ἐθνικά: Ἕλληνας, Ἀθηναῖος.
4. τὰ ὀνόματα τῶν μηνῶν, ἡμερῶν καὶ ἑορτῶν: Ἰανουάριος, Δευτέρα, Πάσχα, τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, Ἐλευσίνια. Ἐπίθετα ποὺ παράγονται ἀπὸ τὶς περιπτώσεις 2,3,4 γράφονται μὲ μικρό: ὁμηρικὰ ἔπη, ἑλληνικὴ σημαία, μαρτιάτικη λιακάδα.
5. τὰ σύνθετα τοπωνύμια: Νέα Σμύρνη, Γῆ τοῦ Πυρός, Ἁγία Παρασκευή, Μαγνησία ἐπὶ Σιπύλω, Ἀλεξάνδρεια ἡ παρὰ τὴν Ἰσσόν. Ὅταν ἡ δεύτερη λέξη εἶναι γεωγραφικὸς ὅρος, γράφεται καὶ αὐτὴ μὲ ἀρχικὸ κεφαλαῖο: Μεσόγειος Θάλασσα, Αἰγὸς Ποταμοί, Λευκὰ Ὅρη. Ἐὰν ὁ γεωγραφικὸς ὅρος προηγεῖται ἔναρθρος καὶ ἡ ἑπόμενη λέξη εἶναι αὐθυπόστατο τοπωνύμιο, γράφεται μὲ μικρό: ὁ ποταμὸς Ἀμαζόνιος, ἡ λίμνη τῆς Γενεύης. Ἀλλά: τὸ Ἀκρωτήριο τῆς Καλῆς Ἐλπίδας, τὰ Λουτρὰ τῆς Ὡραίας Ἑλένης, ὁ Κόλπος τῶν Χοίρων.
6. τὰ σημεῖα τοῦ ὁρίζοντα, ὅταν σημαίνουν καθιερωμένες γεωγραφικὲς περιοχές: ἡ Ἀνατολή, ἡ Μέση Ἀνατολή, ὁ Δυτικὸς Κόσμος, ἡ Βόρεια Ἑλλάδα, ἡ Κεντρικὴ Ἀμερική. Ἀλλά: ταξίδεψα στὴ νότια Ἱσπανία.
7. οἱ ὀνομασίες περιόδων τῆς γεωλογίας καὶ τῆς ἱστορίας καὶ σημαντικῶν ἱστορικῶν γεγονότων ἢ μύθων: ὁ Καινοζωικὸς αἰώνας, τὸ Πλειστόκαινο, ὁ Μεσαίωνας, ἡ Ἀναγέννηση, ὁ Χρυσοὺς Αἰών, ἡ Ἀργοναυτικὴ Ἐκστρατεία, ἡ Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία, ὁ Ψυχρὸς Πόλεμος, ἡ Ἅλωση (τῆς Κῶν/πόλης μόνο), ἡ Κατοχὴ (1941-44 στὴν Ἑλλάδα), ἡ Δεύτερη Σταυροφορία, ἡ Συνθήκη τῶν Βερσαλλιῶν.
8. ὅσα ἔχουν σχέση μὲ τὴ χριστιανικὴ θεότητα: Θεός, Κύριος, Βασιλεύς, Πατήρ, Υἱός, Ἅγιο Πνεῦμα, Παναγία, Θεοτόκος, Ἐσταυρωμένος. Οἱ ὀνομασίες θρησκειῶν, δογμάτων, αἱρέσεων καὶ τῶν ὀπαδῶν τοὺς γράφονται μὲ ἀρχικὸ μικρό: χριστιανισμός, χριστιανός.
9. τὰ ἐπίθετα ἅγιος καὶ ὅσιος, ὅταν συνοδεύουν κύριο ὄνομα καὶ δηλώνουν μαζὶ μ' αὐτὸ τόπο λατρείας: ὁ Ἅγιος Δημήτριος (ὡς ναός). Ἀλλά: ὁ ἅγιος Δημήτριος (ὡς πρόσωπο), ἡ ἁγία τράπεζα.
10. οἱ προσωνυμίες χριστιανῶν ἁγίων καὶ ἀρχαίων θεοτήτων: Γεώργιος ὁ Τροπαιοφόρος, Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, Δωδωναῖος Ζεύς, Ἀθηνᾶ Νίκη.
11. οἱ ὀνομασίες μαθημάτων, ἐπιστημῶν καὶ τεχνῶν ὡς ἐπίσημοι τίτλοι: τὸ μάθημα τῶν Μαθηματικῶν, τοῦ Συνταγματικοῦ Δικαίου, τῆς Βυζαντινῆς Ἱστορίας, ἡ ἐπιστήμη τῆς Χημείας. Ἀλλά: σπουδάζω φυσική.
12. οἱ ἐπωνυμίες ἐπιστημονικῶν καὶ καλλιτεχνικῶν σχολῶν, ρευμάτων, κινήσεων κτλ.: ἡ Ἀθηναϊκὴ Σχολή, τὸ Νέο Κύμα, τὸ Ἐπικὸ Θέατρο. Οἱ μονολεκτικές, ὅμως, γράφονται μὲ μικρό, ἂν δὲν μπορεῖ νὰ δηλωθεῖ τίποτε ἄλλο (ἰμπρεσιονισμός, μαρξισμὸς) καὶ μὲ κεφαλαῖο, ἂν ἔχουν καὶ ἄλλες σημασίες (Συμβολισμός, Ρομαντισμός).
13. οἱ τίτλοι λογοτεχνικῶν ἢ μὴ βιβλίων καὶ ἔργων τέχνης: Ἐλεγεία καὶ Σάτιρες, ἡ Καινὴ Διαθήκη, ἡ Νίκη τῆς Σαμοθράκης, Χορὸς Μεταμφιεσμένων. Οἱ σὲ εἰσαγωγικὰ ἔναρθροι τίτλοι στὸ ἐσωτερικὸ μίας φράσης διατηροῦν τὸ σὲ ὀνομαστικὴ μὲ κεφαλαῖο ἄρθρο τοὺς μέσα στὰ εἰσαγωγικά, ἐφόσον ὁ τίτλος εἶναι ὑποκείμενο τῆς φράσης. Ἐάν, ὅμως, ἡ πτώση τοῦ ἄρθρου ἀλλάζει, τότε αὐτὸ τίθεται ἔξω ἀπὸ τὰ εἰσαγωγικὰ μὲ ἀρχικὸ μικρό: τὸ καλύτερο ἔργο τοῦ Μυριβήλη εἶναι «Ἡ Ζωὴ ἐν Τάφω». O Μυριβήλης στὴ «Ζωὴ ἐν Τάφω» περιγράφει ...
14. οἱ ὀνομασίες γνωστῶν ἀθλητικῶν ἀγώνων: Ὀλυμπιακοὶ Ἀγῶνες, Βαλκανικοὶ Ἀγῶνες, Ἴσθμια, Νέμεα.
15. οἱ ἐπίσημες ὀνομασίες τῶν κρατῶν: Ἑλληνικὴ Δημοκρατία, Πριγκιπάτο τοῦ Μονακό.
16. οἱ τίτλοι ἀξιωματούχων τῆς Πολιτείας καὶ τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν ἐννοεῖται συγκεκριμένο πρόσωπο: ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας δέχθηκε σὲ ἀκρόαση τὸν πρέσβη τῆς Ἰορδανίας. Ὁ Βασιλιὰς θὰ ἀπευθύνει διάγγελμα στὸ λαό. Τὴν ὑπόθεση ἐξετάζει ὁ Εἰσαγγελέας Ἐφετῶν Ἀθηνῶν. Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης συναντήθηκε χθὲς μὲ τὸν Πάπα. Γράφονται, ὅμως, μὲ μικρό, ὅταν λειτουργοῦν ὡς ἐπιθετικοὶ προσδιορισμοὶ σὲ κύρια ὀνόματα ἢ ἀναφέρονται ἁπλῶς μὲ τὴ θεσμική τους σημασία: ὁ βασιλιὰς Ἀλέξανδρος. Ὁ ἑκάστοτε πρωθυπουργὸς τῆς Ἑλλάδος. Προήχθη σὲ εἰσαγγελέα ἐφετῶν. Ὁ θεσμὸς τοῦ οἰκουμενικοῦ πατριάρχη. Ὁ πάπας Λέων Ι΄. Σήμ.: ἡ λέξη Δημοκρατία γράφεται πάντοτε μὲ ἀρχικὸ κεφαλαῖο, ὅταν σημαίνει τὴ χώρα ποὺ ἔχει τέτοιας μορφῆς πολίτευμα: ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας παρακολούθησε τὴν παρέλαση. Ὁ πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας στὶς περισσότερες χῶρες ἔχει περιορισμένες ἐξουσίες.
17. οἱ ἐπωνυμίες κρατικῶν ὑπηρεσιῶν, ὀργανισμῶν, ἱδρυμάτων κτλ. καὶ οἱ ὀνομασίες θεσμῶν καὶ κτιρίων δημόσιας χρήσεως: Βουλὴ τῶν Ἑλλήνων, Συμβούλιο Ἐπικρατείας, Πολεμικὸ Ναυτικό, Ὑπουργεῖο Πολιτισμοῦ, Ἱερὰ Σύνοδος, ἡ Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία, ἡ Δικαιοσύνη, 1ο Πειραματικὸ Λύκειο Ἀθηνῶν, Ἰόνιο Πανεπιστήμιο, Μέγαρο Μουσικῆς, Κεντρικὸ Ταχυδρομεῖο. Ἀλλά: ἡ ἑλληνικὴ βουλή. Ἐπιδιώκει νὰ ἀναλάβει ὑπουργεῖο. Εἶναι καθηγητὴς πανεπιστημίου.
18. οἱ λέξεις Ἥλιος, Γῆ, Σελήνη, ὅταν ἀναφέρονται ὡς ὀνόματα οὐρανίων σωμάτων: οἱ κηλίδες τοῦ Ἥλιου, ἡ διάμετρος τῆς Γής, οἱ κρατῆρες τῆς Σελήνης. Εἰδάλλως: ὁ ἥλιος καίει σήμερα, καλλιεργῶ τὴ γῆ, ὑπὸ τὸ φῶς τῆς σελήνης.
19. οἱ τιμητικοὶ τίτλοι: Ἐξοχότατος, Μακαριότατος.
20. λέξεις μετὰ ἀπὸ διπλὴ τελεία, ἐὰν τὰ ἑπόμενα ἀρχίζουν μετὰ ἀπὸ ἐννοούμενη τελεία ἢ ἔχουν αὐτοτέλεια. Εἰδάλλως, τὸ συνηθέστερο, ἀρχίζουν μὲ μικρό: οἱ ἀρχαῖοι ἔλεγαν: «Τὸ σιγᾶν κρεῖττον ἐστιν τοῦ λαλεῖν». Δάκρυσα καὶ εἶπα: Κρίμα ποὺ δὲν πρόλαβα νὰ τὸν ἀποχαιρετήσω. Πολλοὶ λόγοι μὲ παρακίνησαν: ἡ εὐκαιρία, οἱ ἀνάγκες μου, οἱ συμβουλὲς τοῦ κ.α.
21. λέξεις μετὰ ἀπὸ ἀποσιωπητικά, ἐφόσον μετὰ τὴν ἀποσιώπηση θὰ μποροῦσε νὰ ὑπάρχει τελεία. Εἰδάλλως, ἀρχίζουν μὲ μικρό: σηκώνομαι, ποὺ λέτε, καὶ ... Πάψε! Τὸν ἀποπῆρα ἄγρια. Ἄχ, τί μου θυμίζεις ... ἀλλὰ ἂς μὴ συνεχίσω.
Ἡ ἐπιβίωση χαρακτηριστικῶν ἐκφράσεων τῆς ἀρχαίας Ἑλληνικῆς στὴ Νέα Ἑλληνικὴ Γλώσσα
Δημήτρης Ρεντζέλος, καθηγητὴς 1ου Ἑνιαίου Πειραματικοῦ Λυκείου Ἀθηνῶν
Στὸν καθημερινὸ λόγο, προφορικὸ καὶ γραπτό, χρησιμοποιοῦμε συχνὰ ἐκφράσεις προερχόμενες ἀπὸ τὴν ἀρχαία Ἑλληνικὴ καὶ τὴν κοινὴ Ἑλληνιστική, τὴ γλώσσα τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
Καθὼς εἶναι διάσπαρτες, σπαράγματα, δίνουν στὸ λόγο σφρίγος καὶ ζωντάνια, ἐνῶ ἡ ἄγνοιά τους δημιουργεῖ μερικὲς φορὲς ἀμηχανία.
Μὲ αὐτὲς ἐρχόμαστε σ΄ ἐπαφὴ μὲ παλαιότερες μορφὲς τῆς γλώσσας μας, σὲ μικρὴ ἡλικία μὲ φυσικὸ καὶ ἀβίαστο τρόπο ἔτσι ὥστε ἡ γνώση τῆς σημασίας, τῆς χρήσης καὶ προέλευσής τους νὰ ἀποτελεῖ ἕνα καλὸ πνευματικὸ καὶ γλωσσικὸ ἐφόδιο γιὰ τὸ μαθητή.
- Αἰδὼς Ἀργεῖοι: Ντροπή σας, δὲν ντρέπεστε καθόλου;
Ὅλα ὅσα εἴπατε στὴν ἀγόρευσή σας ἦταν ψέματα. Γιατί τόση ὑποκρισία;
Αἰδὼς Ἀργεῖοι.
Φράση ποὺ φώναξε ὁ Στέντορας στὴν προσπάθειά του νὰ παρακινήσει τοὺς Ἀργείους νὰ δείξουν θάρρος στὸν ἀγώνα ἐναντίον τῶν Τρώων, μετὰ τὴν ἀποχώρηση τοῦ Ἀχιλλέα ἀπὸ τὴ μάχη.
Ἰλιάδα, Ε,787
- Ἀντίπαλον δέος: Ἀντίπαλος, ἀντίπαλη παράταξη. Ἰσορροπία προερχόμενη ἀπὸ τὸ φόβο τῶν δύο ἀντιπάλων.
Τώρα ποὺ κατέρρευσε ἡ Σοβιετικὴ Ἕνωση καὶ χάθηκε τὸ ἀντίπαλο δέος ἡ Ἀμερικὴ συμπεριφέρεται ἀλαζονικά.
Ἡ φράση χρησιμοποιεῖται κυρίως ἀπὸ τὸ Θουκυδίδη, Γ,11
- Ἀπὸ μηχανῆς θεός: Ἀπροσδόκητη βοήθεια ἀπὸ ἄνθρωπο ἢ κάποιο γεγονὸς ποὺ ἐμφανίζεται ἀπροσδόκητα καὶ βγάζει ἀπὸ τὴ δύσκολη θέση δίνει λύση στὸ πρόβλημα.
Βρισκόταν σὲ ἀπελπιστικὴ οἰκονομικὴ κατάσταση, ἀλλὰ τὸ λαχεῖο ποὺ κέρδισε ἦρθε σὰν ἀπὸ μηχανῆς θεὸς καὶ τὸν ἔβγαλε ἀπὸ τὴ δύσκολη θέση.
Ἡ φράση προέρχεται ἀπὸ τὸ θεατρικὸ τέχνασμα στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα, κατὰ τὸ ὁποῖο οἱ τραγικοὶ ποιητὲς ἐμφάνιζαν στὴ σκηνὴ πάνω σ΄ ἕνα εἶδος γερανοῦ ἕνα θεὸ ποὺ ἔδινε λύση στὴν ἀδιέξοδη πλοκὴ τοῦ ἔργου.
- Ἀρχὴ ἄνδρα δείκνυσι: Ἡ ἐξουσία ἀποκαλύπτει τὶς δυνατότητες τοῦ ἀνθρώπου δείχνει τὶς ἱκανότητες καὶ τὸ χαρακτήρα του.
Τώρα ποὺ εἶναι στὴν ἀντιπολίτευση κατηγορεῖ τὸ δήμαρχο γιὰ ἀνικανότητα. Νὰ δοῦμε τί θὰ κάνει ὅταν ἐκλεγεῖ αὐτός, ἀρχὴ ἄνδρα δείκνυσι.
Ἡ φράση ἀποδίδεται στὸ Βίαντα, ἀρχαῖο Ἕλληνα σοφό, παρόμοια ἄποψη ἐκφράζεται στὴν Ἀντιγόνη τοῦ Σοφοκλῆ.
Σοφοκλῆ Ἀντιγόνη, 62
- Ἀσκοὶ τοῦ Αἰόλου: Λέγετε, ὅταν ἐμφανίζονται πολλὰ κακά, σύμφορες.
Ἂν ἡ γειτονικὴ χώρα ἐξαπολύσει ἐπίθεση ἐναντίον μᾶς θὰ γίνει μεγάλο κακό, θὰ ἀνοίξουν οἱ ἀσκοὶ τοῦ Αἰόλου.
Ἡ φράση εἶναι ἀπὸ τὴν Ὀδύσσεια. Οἱ σύντροφοι τοῦ Ὀδυσσέα ἀπὸ περιέργεια ἄνοιξαν ἕνα ἀσκὶ δοσμένο ἀπὸ τὸν Αἴολο στὸν Ὀδυσσέα καὶ ἀμέσως πετάχτηκαν οἱ ἄνεμοι καὶ καθὼς ἦταν ἀπομάκρυναν τὸ καράβι τους ἀπὸ τὴν πατρίδα καὶ τοῦ ἔφερε στὸν νησὶ τῶν Λαιστρυγόνων.
Ὀδύσσεια, κ, 1-56
- Ἄχθος ἀρούρης:Βάρος τῆς γὴς ἄχρηστος ἄνθρωπος ποὺ δὲν προσφέρει τίποτε.
Συνέχεια ζητᾶ δανεικὰ γιὰ νὰ ἐξασφαλίσει τὰ ἀπαραίτητα κατάντησε ἄχθος ἀρούρης.
Ὁ Ἀχιλλέας στὸ διάλογο μὲ τὴ μητέρα τοῦ ἀναφέρει ὅτι αἰσθάνεται ἄχθος ἀρούρης (βάρος τῆς γὴς) μετὰ ἀπὸ μεγάλο διάστημα ἀπραξίας καὶ ἀποχῆς ἀπὸ τὴ μάχη.
Ἰλιάδα,Σ,104
- Ἀχίλλειος πτέρνα:Τὸ ἀδύνατο σημεῖο
Εἶναι σοβαρὸς καὶ μετρημένος ἄνθρωπος, ἀλλὰ στὸ ποδόσφαιρο παθιάζεται καὶ συμπεριφέρεται ἀπρεπῶς ἡ ἀγάπη του γιὰ τὴν ὁμάδα ἀποτελεῖ καὶ τὴν ἀχίλλειο πτέρνα του.
Ἡ φράση προέρχεται ἀπὸ τὸ μύθο τοῦ Ἀχιλλέα, κατὰ τὸν ὁποῖο ἡ μητέρα τοῦ Θέτις, ὅταν τὸν βάφτισε στὸ ἀθάνατο νερό, τὸν κράτησε ἀπὸ τὴ φτέρνα μὲ ἀποτέλεσμα τὸ σημεῖο ἐκεῖνο νὰ μὴ βραχεῖ καὶ νὰ μείνει τὸ μόνο ἀπροστάτευτο. Μόνο στὴ φτέρνα μποροῦσε νὰ πληγωθεῖ.
- Βίος ἀβίωτος:Ζωὴ ἀνυπόφορη.
Τὸν ἀπείλησε ὅτι θὰ τοῦ κάνει τὸ βίο ἀβίωτο.
Ἡ φράση ἀποδίδεται στὸ Χίλωνα, ἕνα ἀπὸ τοὺς ἑφτὰ σοφούς της ἀρχαιότητας.
- Γαία πυρὶ μειχθήτω: Ἂς καταστραφοῦν ὅλα, ἂς γίνουν ὅλα τὰ πάνω κάτω.
Ἐμεῖς νὰ πετύχουμε τὸ στόχο μας καὶ γαία πυρὶ μειχθήτω.
Ἡ φράση ἀποδίδεται σὲ ἀρχαῖο Ἕλληνα ποιητή.
- Γερανοὶ τοῦ Ἰβύκου: ἀπροσδόκητη ἀποκάλυψη τοῦ ἐνόχου.
Ὁ δράστης τοῦ ἐγκλήματος παρέμεινε γιὰ ἀρκετὸ διάστημα ἄγνωστος, ἕως ὅτου ἦρθαν οἱ γερανοὶ τοῦ Ἰβύκου, ἡ κατάθεση τοῦ τελευταίου μάρτυρα ἀποκάλυψε τὸν ἔνοχο.
Γύρω στὰ 550 π. Χ. ληστὲς ἐπιτέθηκαν καὶ τραυμάτισαν θανάσιμα τὸν ποιητὴ Ἴβυκο. Τὴ στιγμὴ ἐκείνη πέρασαν ἀπὸ πάνω του ἕνα κοπάδι γερανοὶ (πουλιὰ) καὶ τοὺς παρακάλεσε νὰ ἐκδικηθοῦν τὸ θάνατό του. Λίγο ἀργότερα σ΄ ἕνα ἀνοικτὸ θέατρο τῆς Κορίνθου κατὰ τὴν παράσταση ἐμφανίστηκαν οἱ γερανοὶ καὶ ἕνας θεατὴς ἀκούστηκε νὰ λέει πανικόβλητος:
Οἱ γερανοὶ τοῦ Ἰβύκου: Οἱ ἐκδικητὲς .Ἔτσι οἱ θεατὲς κατάλαβαν ὅτι αὐτὸς ἦταν ὁ ἔνοχος.
- Γῆ καὶ ὕδωρ: Σύμβολα ὑποταγῆς, πλήρης ὑποχώρηση.
Οἱ ἀντίπαλοί μας ἀντιστάθηκαν γιὰ λίγο, στὸ τέλος ὅμως παραδόθηκαν καὶ μᾶς ἔδωσαν γῆν καὶ ὕδωρ.
Ἡ φράση προέρχεται ἀπὸ τὸν Ἡρόδοτο, κατὰ τὸν ὁποῖο οἱ Πέρσες ἀπεσταλμένοι ζήτησαν ἀπὸ τοὺς Σπαρτιάτες γῆν καὶ ὕδωρ ὡς σύμβολο ὑποταγῆς σ΄ αὐτούς.
Ἡροδότου Ἱστορία, V, 17-18
- Γόρδιος δεσμός: Δύσκολο πρόβλημα, ἄλυτο πρόβλημα.
Ἡ ὑπόθεση ἦταν τόσο μπερδεμένη ποὺ ἀποτελοῦσε γόρδιο δεσμὸ γιὰ τοὺς δικαστές.
Ἡ φράση λέγεται γιὰ δύσκολη κατάσταση σὰν καὶ αὐτὴ ποὺ ἀντιμετώπισε ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος, ὅταν προσπάθησε νὰ λύσει ἕνα μπερδεμένο κόμπο, τὸ «γόρδιο δεσμό», ποὺ σύμφωνα μὲ τὸν χρησμὸ ὅποιος τὸν ἔλυνε θὰ γινόταν κυρίαρχός της Ἀσίας.
Ἀρριανού, 11,3
- Δαμόκλειος σπάθη: Ἀπειλητικὸ πράγμα, ἀπειλῆ.
Τὸ ἔνταλμα ποὺ ἐκδόθηκε κρεμόταν ὡς δαμόκλειος σπάθη πάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι του.
Ἡ φράση προέρχεται ἀπὸ τὸ ἐπεισόδιο τοῦ Δαμοκλῆ, ἑνὸς αὐλικοῦ κόλακά του τυράννου τῶν Συρακουσῶν Διονυσίου, ὁ ὁποῖος θέλοντας νὰ δείξει στὸ Δαμοκλὴ πόσο ἐπικίνδυνο ἦταν τὸ ἀξίωμα τοῦ τυράννου τὸν ἔβαλε νὰ καθίσει στὸ θρόνο του, ἐνῶ ἀπὸ πάνω του κρεμόταν ἀπὸ μία ἀλογότριχα ἕνα μεγάλο σπαθί.
- Διέβην τὸν Ρουβίκωνα: πῆρα μία παράτολμη ἀπόφαση.
Ὁ στρατηγὸς βρισκόταν σὲ δίλημμα τί νὰ κάνει, στὸ τέλος ὅμως διέβη τὸν Ρουβίκωνα καὶ ἐξαπόλυσε σφοδρὴ ἐπίθεση ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν.
Ἡ φράση ἀναφέρεται στὸν Ἰούλιο Καίσαρα ποὺ τὸ 49 π.Χ. πῆρε τὴν παράτολμη, ἀπόφαση νὰ κηρύξει τὸν ἐμφύλιο πόλεμο στὴν Ἰταλία καὶ γὶ΄ αὐτὸ πέρασε μὲ τὸ στρατὸ τοῦ τὸν ποταμὸ Ρουβίκωνα, κατευθυνόμενος πρὸς τὴν Ρώμη.
Ἡροδότου Ἱστορία,V,17-18
- Δούρειος Ἵππος: Προσφορὰ ἐπικίνδυνη. Ὅ,τι φαίνεται σὰν δῶρο, ἐνῶ στὴν πραγματικότητα εἶναι ἐπικίνδυνο, δόλιος καὶ ἐπικίνδυνος.
Ἡ πρόταση γιὰ συμφωνία ποὺ διατυπώνουν οἱ ἀντίπαλοι γιὰ νὰ δείξουν τὶς καλές τους προθέσεις ἀποτελεῖ δούρειο ἵππο, γιατί ἔτσι θέλουν νὰ ἐξυπηρετήσουν μόνο τὰ συμφέροντά τους.
Ἡ φράση εἶναι παρμένη ἀπὸ τὸν Ὅμηρο. Οἱ Ἕλληνες χάρισαν στοὺς Τρῶες ἕνα ξύλινο ἄλογο ὡς ἀφιέρωμα στοὺς Θεούς, ἐνῶ μέσα βρισκόταν ὁ Ὀδυσσέας μὲ τοὺς συντρόφους τους καὶ πρῶτοι ἄρχισαν τὴν καταστροφὴ τῆς Τροίας.
Ὀδύσσεια, λ,529
- Δρακόντεια μέτρα: αὐστηρὰ μέτρα, σκληρὰ μέτρα.
Ἡ ἀστυνομία πῆρε δρακόντεια μέτρα γιὰ νὰ ἀποτρέψει βίαια ἐπεισόδια στὸ κέντρο τῆς πόλης.
Ἡ φράση προέρχεται ἀπὸ τὸν Δράκοντα, ἀρχαῖο νομοθέτη τῆς Ἀθήνας ποὺ ἦταν γνωστὸς γιὰ τοὺς αὐστηροὺς καὶ σκληροὺς νόμους ποὺ ἐπέβαλε τὸν 7ο αἰώνα π.Χ.
- Ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων: ἀπὸ μικρὸ παιδί, ἀπὸ νηπιακὴ ἡλικία.
Εἴμαστε πολὺ φίλοι καὶ γνωριζόμαστε ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων.
Ἡ φράση χρησιμοποιεῖται γιὰ νὰ δηλώσει τὴ νηπιακὴ ἡλικία κατὰ τὴν ὁποία ὁ ἄνθρωπος μαλακὰ νύχια.
- Ἔξεστιν Κλαζομενίοις ἀσχημονεῖν: Ἐπιτρέπεται στοὺς Κλαζομενίους νὰ φέρονται μὲ ἀπρέπεια.
Ἡ φράση χρησιμοποιεῖται ὑποτιμητικὰ γιὰ ὅσους συμπεριφέρονται μὲ ἀπρέπεια καὶ δηλώνει ὅτι ἡ ἀπρέπεια εἶναι δικό τους γνώρισμα.
Τὴν φράση εἶπαν οἱ Ἔφοροι τῆς Σπάρτης γιὰ τοὺς Κλαζομένιους, κατοίκους τῶν Κλαζομενῶν, πόλης τῆς ἀρχαίας Ἰωνίας, ὅταν οἱ ἀντιπρόσωποί τους λέρωσαν τοὺς θρόνους τους στὴ γερουσία.
Αἰλιανοὺ Ποικίλαι Ἱστορίαι,2,15
- Ἔπεα πτερόεντα: Λόγια του ἀέρα.
Θέλω ἀποδείξεις γὶ΄ αὐτὸ τὸ ζήτημα, γιατί ὅσα λὲς εἶναι «ἔπεα πτερόεντα» καὶ δὲν μὲ πείθεις.
Ποιητικὴ Ὁμηρικὴ ἔκφραση βασισμένη στὴν ἀντίληψη ὅτι τὰ λόγια, ὅταν βγαίνουν ἀπὸ τὸ στόμα μας τὰ παίρνει ὁ ἀέρας καὶ πετοῦν.
Ἰλιάδα,Ά,201
- Ἐπὶ ξυροῦ ἀκμῆς: στὴν κόψη τοῦ ξυραφιοῦ, σὲ πολὺ κρίσιμη κατάσταση, σὲ κρίσιμο σημεῖο.
Ἡ κατάσταση εἶναι πολὺ δύσκολη, εἶναι ἐπὶ ξυροῦ ἀκμῆς καὶ πρέπει νὰ πάρουμε ὀρθὲς καὶ ταχύτατες ἀποφάσεις.
Ὁμηρικὴ φράση, εἰπώθηκε ἀπὸ τὸ Νέστορα στὸ Διομήδη στὴν προσπάθειά του νὰ τὸν ξεσηκώσει γιὰ πόλεμο ἐναντίον τῶν Τρώων.
Ἰλιάδα,Κ,173
- Ἑκατόμβη: Τεράστια θυσία πολλὰ θύματα.
Στὴ διάρκεια τοῦ β΄ παγκοσμίου πολέμου ὑπῆρξαν Ἑκατόμβες, πράγμα ποὺ δὲν πρέπει νὰ ξεχάσει ἡ ἀνθρωπότητα.
Ἑκατόμβη στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα ὀνόμαζαν τὴν θυσία, προσφορὰ πρὸς τοὺς θεοὺς ἀπὸ ἑκατὸ βόδια.
Ὑπάρχει πολλὲς φορὲς στὸν Ὅμηρο. Ἰλιάδα, Ά,65
- Ἒς αὔριον τὰ σπουδαία: Αὔριο θὰ ἀσχοληθοῦμε μὲ τὰ σοβαρά.
Ἔλα τώρα ἂς διασκεδάσουμε σήμερα, ἔχουμε καιρὸ γὶ΄ αὐτά. Ἒς αὔριο τὰ σπουδαία.
Τὴ φράση εἶπε ὁ Θηβαῖος Ἀρχίας, ὅταν πῆρε τὸ γράμμα ποὺ τὸν προειδοποιοῦσε ὅτι κινδυνεύει ἀπὸ τὸν Πελοπίδα.
Πλουτάρχου Πελοπ.,10
- Ἡ τᾶν ἢ ἐπὶ τάς: Ἡ νὰ τὴν φέρεις νικητὴς ἢ νὰ σὲ φέρουν πάνω της νεκρό, ἢ θὰ καταφέρουμε ἢ θὰ ἀποτύχουμε, ὅ,τι θέλει ἂς γίνει.
Ὁ ἀγώνας εἶναι δύσκολος ἀλλὰ πρέπει νὰ ἀγωνιστοῦμε μέχρι τέλους, ἢ τᾶν ἢ ἐπὶ τάς.
Τὴ φράση ἔλεγαν οἱ Σπαρτιάτισσες μητέρες στὰ παιδιά τους, ὅταν τοὺς ἔδιναν τὴν ἀσπίδα γιὰ τὸν πόλεμο.
Πλουτάρχου Λακεδαιμ. Ἀποφθ.16
- Ἤξεις ἀφήξεις: Λέγεται στὴν περίπτωση ποὺ κάποιος δὲν ἔχει σταθερὴ ἄποψη, ἀλλὰ ἀλλάζει συνεχῶς γνώμη.
Πρέπει νὰ ξέρεις ὅτι καὶ ἐσὺ ἔχεις εὐθύνη γιὰ τὴν κακὴ κατάσταση ποὺ βρίσκεσαι, γιατί δὲν πῆρες μία σταθερὴ ἀπόφαση, συνέχεια ἤσουν «ἤξεις ἀφήξεις».
Ἡ φράση προέρχεται ἀπὸ τὸ χρησμὸ τοῦ μαντείου τῶν Δελφῶν « ἤξεις ἀφήξεις οὐ θνήξεις ἐν πολέμω». Ἡ θέση τοῦ κόμματος πρὶν ἢ μετὰ τὸ ἀρνητικὸ μόριο οὔ, καθορίζει καὶ τὴ σημασία τοῦ χρησμοῦ.
- Κέρβερος Σκληρός, ἀνυποχώρητος.
Παρὰ τὰ παρακάλια μίας ὁ φύλακας δὲν μᾶς ἄφησε νὰ περάσουμε. Ἦταν ἀληθινὸς Κέρβερος.
Ἀπὸ τὸ ὄνομα τοῦ τέρατος ποὺ φύλαγε τὸν Ἅδη καὶ δὲν ἄφηνε κανένα νὰ μπεῖ μέσα.
- Ἡ κεφαλὴ τῆς Μέδουσας: Λέγεται γιὰ ὅ,τι εἶναι ἀποκρουστικό, γιὰ ὅ,τι δὲν ἀντέχει νὰ τὸ βλέπει κανείς.
Τὸ θέαμα ἦταν ἀποκρουστικὸ καὶ ἀνυπόφορο, ὅπως ἡ κεφαλὴ τῆς Μέδουσας.
Ἡ φράση προέρχεται ἀπὸ τὸ μύθο τῆς Μέδουσας ποὺ ἀπολίθωνε ὅποιον τὴν κοιτοῦσε
Ἡσίοδου Θεογονία, 1270
- Κέρας Ἀμαλθείας Πλοῦτος, ἀφθονία
Παρόλο ποὺ ἦταν τὰ χρόνια δύσκολα αὐτὸς μὲ τὴν κληρονομιὰ ποὺ πῆρε εἶχε τὸ κέρας τῆς Ἀμαλθείας.
Ἡ φράση προέρχεται ἀπὸ τὸ περιστατικὸ ὅπου ἡ Ἀμαλθείας ἔτρεφε τὸ μικρὸ διὰ μὲ κέρατο κατσίκας γεμάτο γάλα καὶ μέλι.
- Καυδιανὰ δίκρανα Λέγεται στὴ φράση περνῶ μέσα ἀπὸ τὰ καυδιανὰ δίκρανα ἀναγκάζομαι νὰ ὑποστῶ ταπεινώσεις.
Ἡ φράση προέρχεται ἀπὸ τὴν ταπεινωτικὴ ἥττα τοῦ ρωμαϊκοῦ στρατοῦ στὸ Καύδιο, στὴν Ἀππία ὁδό, ὅπου ὁ ρωμαϊκὸς στρατὸς ὑποχρεώθηκε νὰ περάσει κάτω ἀπὸ ἕνα ζυγὸ σὲ σχῆμα «Π» κατασκευασμένο ἀπὸ δόρατα (καυδιανὰ δίκρανα).
- Καὶ σὺ τέκνον Βροῦτε; Λέγεται γιὰ κάποιο ἄνθρωπο, ποὺ ξαφνικὰ στρέφεται ἐναντίον μας.
Τὴ φράση εἶπε ὁ Καίσαρας, ὅταν ἀναγνώρισε τὸ βροῦτο ἀνάμεσα στοὺς δολοφόνους του.
- Κόπρος τοῦ Αὐγείου: Μαζεμένες ἀτασθαλίες καταστάσεις ποὺ δύσκολα διορθώνονται.
Ὅταν ἔγινε ἔλεγχος ἀπὸ τὸν ἐπόπτη ἀποκαλύφθηκαν πολλὰ σκάνδαλα καὶ ὁ ὑπουργὸς ἔδωσε ἐντολὴ νὰ καθαριστεῖ ἀμέσως ἡ κόπρος τοῦ Αὐγείου.
Ἡ φράση προέρχεται ἀπὸ ἕνα ἄθλο τοῦ Ἡρακλῆ, ὅταν καθάρισε τὴν κοπριὰ ἀπὸ τοὺς στάβλους τοῦ Αὐγείου.
- Ἰδοὺ ἡ Ρόδος ἰδοὺ καὶ τὸ πήδημα Λέγεται γιὰ ὅσους ὑπερηφανεύονται καὶ καυχῶνται γιὰ ἀνεπιβεβαίωτα κατορθώματά τους καὶ καλοῦνται νὰ ἀποδείξουν ὅτι λένε τὴν ἀλήθεια.
Ἀφοῦ εἶσαι τόσο δυνατὸς ἀπόδειξε τό, μὴ λὲς μόνο λόγια ἰδοὺ ἡ Ρόδος ἰδοὺ καὶ τὸ πήδημα.
Ἡ φράση προέρχεται ἀπὸ αἰσώπειο μύθο «Ἀνὴρ Κομπαστὴς» σύμφωνα μὲ τὸν ὁποῖο κάποιος ἰσχυριζόταν ὅτι κάποτε στὴ Ρόδο ἔκανε ἕνα πολὺ μεγάλο ἅλμα καὶ τοῦ ζήτησαν νὰ τὸ ἐπαναλάβει λέγοντά του τὴν παραπάνω φράση.
Αἰσώπου Μύθοι, «Ἀνὴρ Κομπαστὴς»
- Μηδένα πρὸ τοῦ τέλους μακάριζε: Μὴν καλοτυχίζει κανένα, πρὶν νὰ δεῖς τὸ τέλος του.
Μὲ αὐτὴ τὴ φράση σχολίασε ὁ Σόλωνας τοὺς θησαυροὺς τοῦ Κροίσου, ὅταν ὁ τελευταῖος τους ἔδειξε μὲ ὑπερηφάνεια.
Ἡροδότου Ι. 32. 7
- Κύκνειο ἄσμα Ἡ τελευταία πράξη τὸ τελευταῖο ἔργο ἡ τελευταία ἐνέργεια κάποιου.
Μὲ αὐτὴ τὴ διδασκαλία, ποὺ ἀποτελεῖ τὸ κύκνειο ἄσμα του, ὁ δάσκαλος ἀποσύρεται καὶ συνταξιοδοτεῖται. Προέρχεται ἀπὸ τὸ τελευταῖο τραγούδι τοῦ κύκνου πρὶν τὸ θάνατό του.
Πλάτωνος, Φαίδων 84,Ε
- Ἱστὸς τῆς Πηνελόπης Λέγεται γιὰ ἔργο ποὺ δὲν τελειώνει.
Χρόνια προσπαθοῦν νὰ τελειώσουν τὰ ἔργα γιὰ τὴν κατασκευὴ τοῦ λιμανιοῦ καὶ δὲν τὸ κατόρθωσαν ἀκόμη ἔχουν καταντήσει σὰν τὸν ἱστὸ τῆς Πηνελόπης.
Ἡ φράση εἶναι ἀπὸ τὸν Ὅμηρο ὅπου στὴν Ὀδύσσεια ἀναφέρεται πὼς ἡ Πηνελόπη ὕφαινε ἕνα ὕφασμα τὴν ἡμέρα καὶ τὸ ξήλωνε τὴ νύχτα θέλοντας νὰ ξεγελάσει τοὺς μνηστῆρες θέλοντας νὰ ξεγελάσει τοὺς μνηστῆρες μέχρι νὰ γυρίσει ὁ Ὀδυσσέας ἀπὸ τὴν Τροία.
Ὀδύσσεια, τ,149
- Κουτὶ τῆς Πανδώρας: Συνδυασμένοι ἐπιδρομὴ συμφορῶν ἡ ἐμφάνιση πολλῶν κακῶν ταυτόχρονα.
Ἐκείνη τὴ χρονιὰ πολλὲς συμφορὲς χτύπησαν τὴν πόλη, λὲς καὶ ἄνοιξε τὸ κουτὶ τῆς Πανδώρας.
Ἡ φράση προέρχεται ἀπὸ τὴ μυθολογία, κατὰ τὴν ὁποία ὁ Δίας γιὰ νὰ τιμωρήσει τοὺς ἀνθρώπους ἔδωσε στὴν Πανδῶρα σὰν δῶρο ἕνα κιβώτιο γεμάτο ἂπ΄ὅλες τὶς συμφορὲς ἔτσι μόλις τὸ ἄνοιξε βγῆκαν ἔξω τὰ κακά, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἐλπίδα.
- Ὁ κύβος ἐρρίφθη Ἡ ἀπόφαση πάρθηκε.
Ὁ Ὑπουργὸς ὑποσχέθηκε ὅτι τὸ ἔργο θὰ προχωρήσει. Ὅπως δήλωσε χαρακτηριστικὰ ὁ κύβος ἐρρίφθη.
Τὴ φάση εἶπε ὁ Καίσαρας ὅταν ἀποφάσισε νὰ κηρύξει ἐμφύλιο πόλεμο.
- Κλίνη τοῦ Προκρούστη: Λέγεται στὴν περίπτωση ποὺ κάποιος θέλει νὰ προσαρμόσει τὴν πραγματικότητα σ΄ ἕνα αὐθαίρετο σχῆμα, ὥστε νὰ ἐξυπηρετήσει τὰ συμφέροντά του.
Ἡ ἀντιπολίτευση κατηγόρησε τὴν κυβέρνηση ὅτι πέρασε τὸν ἐκλογικὸ νόμο ἀπὸ τὴν κλίνη τοῦ Προκρούστη γιὰ νὰ ἔχει ἴδιο ὄφελος.
Προέρχεται ἀπὸ τὸν μυθικὸ κακοῦργο Προκρούστη ποὺ ἔδενε τὰ θύματά του στὸ κρεβάτι του κι ἔπειτα τοὺς ἔκοβε ἢ ἐξάρθρωνε τὰ πόδια, γιὰ νὰ τοὺς φέρει σὲ μῆκος ἴσο μὲ τὸ κρεβάτι.
- Μέμνησο τῶν Ἀθηναίων Μὴν ξεχάσεις νὰ ἐκδικηθεῖς τοὺς ἀντιπάλους σου.
Οἱ ἀντίπαλοι πρέπει νὰ πληρώσουν τὰ κατὰ ποὺ μᾶς ἔκαναν «μέμνησο τῶν Ἀθηναίων».
Τὴ φράση ἔλεγε καθημερινὰ ἕνας ὑπηρέτης στὸ Δαρεῖο ὑπενθυμίζοντάς του ὅτι ἔπρεπε νὰ τιμωρήσει τοὺς Ἀθηναίους, γιατί συμμετεῖχαν στὴν πυρπόληση τῶν Σάρδεων.
Ἡροδότου, V.105
- Μερὶς τοῦ λέοντος Τὸ μεγαλύτερο μέρος τὸ μεγαλύτερο κομμάτι.
Ἡ μοιρασιὰ δὲν ἦταν δίκαιη, γιατί ὁ μεγαλύτερος ἀδελφὸς πῆρε τὴ μερίδα τοῦ λέοντος καὶ στοὺς ὑπόλοιπους ἔμειναν ἐλάχιστα περιουσιακὰ στοιχεῖα.
Ἀπὸ τὸ μύθο τοῦ Αἰσώπου «Λέων καὶ ἀλώπηξ».
- Κομίζω γλαύκας εἰς Ἀθήνας: Λέω πράγματα πασίγνωστα, σὰν νὰ ἦταν ἄγνωστα.
Κομίζεις γλαύκα εἰς Ἀθήνας λέγοντάς μας ὅτι ἡ παχυσαρκία βλάπτει τὴν ὑγεία.
Ἡ φράση λέγεται γιατί στὴν Ἀθήνα ἡ γλαύκα, ἡ κουκουβάγια, ἦταν πασίγνωστη, σὰν σύμβολο τῆς Ἀθήνας καὶ εἰκονιζόταν παντοῦ, ὅπως στὶς στροφὲς τῶν σπιτιῶν, στὰ νομίσματα κ.λ.π.
Ἀριστοφάνη, Ὄρνιθες, 301
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ