Όταν, στις 16 του περασμένου Μαρτίου, ο νεαρός ποδοσφαιριστής της ΑΕΚ Γιώργος Κατίδηςθεώρησε σκόπιμο να απευθύνει, γυμνόστηθος, ναζιστικό χαιρετισμό (ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων) προς τους οπαδούς της ομάδας του, η κοινή γνώμη της χώρας φάνηκε να εξανίσταται. Μαζί της εξανέστησαν και οι αρμόδιες αρχές, που τιμώρησαν τον ποδοσφαιριστή με τη δέουσα αυστηρότητα. Ο ίδιος, μεταμεληθείς, προέβη σε μια διαδικασία αυτοταπείνωσης («δεν ήξερα» – «είμαι μόνον είκοσι χρόνων» – «εγώ το έκανα για να σηκωθεί όρθιος ο κόσμος»). Το πράγμα θα μπορούσε να σταματήσει εκεί, αλλά φυσικά παρενέβησαν οι συνήθεις εκπρόσωποι της… κοινής λογικής («σιγά τους δημοκράτες» – «τι σας έφταιξε το παιδί, υποκριτές;» – «κι εσείς δέρνετε τους γαύρους»), όπως ο Δημήτρης Δανίκας στο protothema.gr και ο επιφανέστερος όλων όσων εννοούν «να σκέφτονται διαφορετικά», ο Σταύρος Θεοδωράκης του protagon.gr.
Όμως το μήνυμα είχε ήδη φτάσει στους αποδέκτες του· πάσης φύσεως ομάδες εθνικιστών, πατριδολατρών, αρχαιόδοξων και ελληνόψυχων, διαμαρτυρήθηκαν για το ιστορικό ατόπημα: «ποιος ναζιστικός χαιρετισμός, ρε; Έτσι χαιρετιόντουσαν οι πατέρες μας οι Δωριείς όταν στην ΟΥΕΦΑ δεν ήξεραν ακόμη τι είναι οφσάιντ!» Πιο αξιομνημόνευτη απ’ όλες υπήρξε η παρέμβαση του Συνδέσμου Προπονητών Ποδοσφαίρου Κεφαλονιάς και Ιθάκης (ΣΠΠΚΙ), ο οποίος εξέφρασε τη συμπαράστασή του «στο μεγαλύτερο ίσως σύγχρονο ποδοσφαιρικό ταλέντο», που «προσπαθεί να εξαφανίσει από τον ποδοσφαιρικό χάρτη της χώρας, γιατί χαιρέτησε ΕΛΛΗΝΙΚΑ Έλληνες φίλαθλους (!!!), η μαφία του ποδοσφαίρου και της ΕΠΟ, παρακλάδι της Κυβέρνησης Κόζα Νόστρα, που έχει βάλει στόχο οτιδήποτε θυμίζει Ελλάδα, ακολουθώντας πιστά τις εντολές του παγκόσμιου ανθέλληνα αφέντη της».
Περιττό να προσθέσω ότι άναψε και πάλι η συζήτηση για την αρχέγονη καταγωγή του φασιστικού χαιρετισμού – την οποία είχε, εντέλει, επινοήσει ο Μεταξάς· αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας. Ούτε και η προσπάθεια εκείνων των κάπως καλύτερα διαβασμένων να προειδοποιήσουν τους πιο ευκολόπιστους πως η αρχαία Ελλάδα δεν έχει τάχαμου σχέση με τα φασιστικά και (νεο)ναζιστικά ιδεώδη με συγκινεί. Γιατί πολύ απλά δεν με πείθει. Όσοι στρέφουν το βλέμμα προς την Ακρόπολη αναζητώντας τις ιδέες που γέννησαν τον δυτικό πολιτισμό –τα ιδανικά του ανθρωπισμού, της δημοκρατίας, της φιλοκαλίας, της φιλοσοφίας– προφανώς και αισθάνονται ότι οι Έλληνες νεοναζί, από τους κάγκουρες των γηπέδων μέχρι τα μπαλκόνια της Χρυσής Αυγής, εκπροσωπούν το άκρως αντίθετο από αυτό που πρέσβευε ο Αισχύλος κι ο Σωκράτης. Προφανώς και καγχάζουν με απαξίωση στην απλή και μόνον αναφορά άρθρων όπως «Ο πανάρχαιος ΔΩΡΙΚΟΣ χαιρετισμός», που επικαλούνται οι προπονητές του ΣΠΠΚΙ και οι απανταχού φίλοι Γιώργου Κατίδη προς υπεράσπισή του. Προφανώς και θεωρούν ότι οι χρήσεις της αρχαιοελληνικής κληρονομιάς από τους ναζί του εικοστού αιώνα και τους απογόνους τους του εικοστού πρώτου, εντός και εκτός Ελλάδας, συνιστούν ασύστολη καπηλεία ενός ιδεώδους που δεν τους ανήκει. Είναι όμως έτσι;
Αν, ως ιδανικοί εραστές του κλασικού ινδάλματος, αναζητήσουμε την αιτία για την εμβέλεια του ελληνικού θαύματος έως και σ’ αυτήν ακόμη την ύστερη νεωτερικότητα, θα πρέπει σίγουρα να σταθούμε στο παλιό βιβλίο (του 1992) της Ζακλίν ντε Ρομιγί με τίτλο Γιατί η Ελλάδα; Διαβάζω από το εξώφυλλο της ελληνικής έκδοσης του 1999: «Γιατί η Ελλάδα; Γιατί όλα αυτά τα μεγάλα έργα των αναζητήσεων έχουν για μοναδικό κίνητρο την επιθυμία να εισχωρήσουν στο βάθος του ανθρώπου, ν’ αναδείξουν καταστάσεις, σκέψεις και συναισθήματα που τον κατέχουν σε όλες τις εποχές. Θέλουν με πάθος να κατανοήσουν τη ζωή, να την εξυμνήσουν και να υψώσουν τον άνθρωπο όπως αυτός είναι, χωρίς να τον παραμορφώνουν. Οι ήρωες, οι μύθοι, τα σύμβολα, τα θεωρητικά σχήματα, ακόμα και οι θεοί ανθρωποποιούνται για να δοθεί περισσότερη σημασία στο “ανθρώπινο”. Από το προσωπικό και το μερικό προκύπτει το γενικό και σε ανώτερη βαθμίδα το καθολικό, το οικουμενικό…» Απλά πράγματα: ούτε ρατσισμός, ούτε ξενοφοβία, ούτε σεξισμός. Εκεί που οι φίλοι του Κατίδη φαντασιώνονται το θρίαμβο ενός νεαρού δωριέα μαχητή, η Ρομιγί και οι αναγνώστες της οραματίζονται την ευγενή άμιλλα του στεφανίτη αγώνα και το αρχαίο πνεύμα το αθάνατο που λέγαμε στο προηγούμενο τεύχος. Αν τώρα μερικοί ελληνολάτρες μάς βγαίνουν κατά τι λιγότερο ανθρωπιστές απ’ ό,τι θα τους θέλαμε, ε τότε σίγουρα δεν μπορεί να φταίει η Ακρόπολη; Ή μήπως όχι;
Το αφήγημα που λανθάνει στο πόνημα της Ρομιγί είναι η συγκρότηση της αρχαίας Ελλάδας από την Αναγέννηση και μετά, ώστε με αυτόν τον τρόπο να επινοηθεί μια πνευματική γενεαλογία για τον δυτικό κόσμο – ή μάλλον να εδραιωθεί μέσω αυτής της γενεαλογίας η κυριαρχία της άρχουσας τάξης στη νεωτερική Δύση. Αν και «αιώνια», τα κλασικά κείμενα, τα μνημεία, οι ιδέες και οι σοφιστείες, δεν φτιάχτηκαν για μας: η Αντιγόνη δεν γράφτηκε για να απαγγέλλεται στη Βουλή των Ελλήνων ούτε ηΙλιάδα για να γίνει ταινία με τον Μπραντ Πιτ· και φυσικά, αυτός που έγραψε το Συμπόσιον δεν το προόριζε για να κάνουν ασκήσεις στο συντακτικό βαριεστημένοι κολεγιόπαιδες στην Οξφόρδη. Πίσω από το μανδύα του κλασικού κρύβονται οι αξίες και οι πολιτικές μιας κοινωνίας –ή μάλλον: συγκεκριμένων ομάδων εντός των αρχαίων κοινωνιών– που δύσκολα θα δεχόμασταν ως πρότυπο ζωής αν δεν μαγευόμασταν από αυτό που έχουμε μάθει να αναγνωρίζουμε ως απαράμιλλη αισθητική του λευκού μαρμάρου ή του τροχαϊκού τετράμετρου.
Θα υπήρχε το κάλλος του κλασικού πολιτισμού χωρίς τις έμφυλες ιεραρχίες των αρχαιοελληνικών κοινωνιών; Χωρίς την άτεγκτη ετεροκανονικότητα της αρχαιοελληνικής πατριαρχίας; Θα υπήρχανΈλληνες χωρίς βαρβάρους; Ποιος είναι ο «άνθρωπος» τον οποίο θέλουν «να υψώσουν», σύμφωνα με τη Ρομιγί, «τα μεγάλα έργα των αναζητήσεων» στην αρχαιότητα; Μήπως ο άνδρας άνθρωπος, και μάλιστα ο ελεύθερος; Μπορούμε να θαυμάσουμε τα έργα αυτά –τους κούρους, τις κόρες, τους πολεμιστές, τους θεούς και τους θνητούς των αρχαίων, τους ναούς και τους βωμούς τους– πέρα από τον κανονιστικό λόγο των φιλοσόφων τους; Την επόμενη φορά που θα σταθούμε και –δικαίως– θα θαυμάσουμε έργα της αρχαίας τέχνης ή όταν έρθει η ώρα να διδάξουμε στα παιδιά και στους μαθητές μας τη δύναμη του αρχαιοελληνικού ανθρωποκεντρισμού, που τόσο αγάπησε η Ρομιγί, ας αναλογιστούμε και τις τεχνολογίες που ενεργοποιούν αυτοί «οι μύθοι, τα σύμβολα, τα θεωρητικά σχήματα»: πέρα από την ιεράρχηση των φύλων και των φυλών, πέρα από την οικονομία των επιθυμητών σωμάτων και τις λογοθετικές πρακτικές του «καλού καγαθού», πέρα από τον αποκλεισμό του κοινωνικά, φυλετικά ή σωματικά κατώτερου, τα κείμενα, τα αντικείμενα και τα μνημεία έχουν σκοπό όχι να περιγράψουν τον αρχαίο πολιτισμό ή να τον διασώσουν για χάρη μας· τον οροθετούν και, στην πορεία, κατασκευάζουν και εμάς ως προνομιακούς χρήστες και «κληρονόμους» του. Πίσω από την περιβόητη γυμνότητα των ανδρικών αγαλμάτων της ελληνικής τέχνης –την οποία η νεωτερικότητα θεωρητικοποιεί ως «ηρωική», «ιδεώδη» κτλ.– κρύβεται, πολύ απλά, η πάγια πεποίθηση των ελλήνων φιλοσόφων και φυσιολόγων της αρχαιότητας πως μόνον το ανδρικό σώμα διαθέτει την απαραίτητη ισορροπία στη θερμοκρασία του, σε αντίθεση με το γυναικείο (σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, οι ανδρικοί οργανισμοί γεννιούνται από θερμό σπέρμα, οι γυναικείοι προκύπτουν από κρύο και ασθενές). Καταλάβαμε τώρα γιατί ο Κατίδης αισθάνθηκε την ανάγκη να βγάλει τη φανέλα του πριν μας απευθύνει τον ανάλογο χαιρετισμό το μοιραίο εκείνο βράδυ;
Δεν ξέρω εάν το έχετε προσέξει, αλλά τα τελευταία είκοσι χρόνια η Ελλάδα έχει γεμίσει από συλλόγους ελληνολατρών που επιχειρούν την αναβίωση του αρχαιοελληνικού ήθους – κυρίως του πολεμικού. Σύμφωνα μάλιστα με τον Σύλλογο Ιστορικών Μελετών «Κορύβαντες» (του οποίου τα μέλη αφιερώνονται στη «μελέτη και τη βαθύτερη κατανόηση του παγκοσμίου φαινομένου του Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού» μέσω της αναπαράστασης «του αρχαίου οπλιτικού μάχεσθαι»), η οπλιτική πολεμική τεχνολογία «έθεσε την βάση για την γέννηση της Κλασσικής Ελλάδας, του Δημοκρατικού πολιτεύματος και του Δυτικού Πολιτισμού». Έτσι απλά. Οι κλασικιστές φίλοι μου μπορεί να γελάνε όσο θέλουν, αλλά προσωπικά πιστεύω ότι με συλλόγους όπως οι Κορύβαντες ή τοΕλληνικόν Άγημα Σπαρτιατικές Μόρες («δημιουργήθηκε το 1996 από ανθρώπους που αγαπάνε την Αρχαία Ελληνική Παράδοση και την Ελληνότροπο θέαση της ζωής»), ο αρχαιοελληνικός πολιτισμός ξαναβρίσκει τη χαμένη του υλικότητα: ενώ τα αγόρια παίζουν Έλληνες και Πέρσες στην ακροποταμιά (στις φωτογραφίες τους που ανεβάζουν στο Ίντερνετ τους βλέπουμε να ξεκοιλιάζονται, να «σκοτώνονται», να «θάβουν» τους νεκρούς, να στήνουν «ταφικά μνημεία» κτλ.), οι γυναίκες και τα παιδιά τούς καμαρώνουν από απόσταση – και μαθαίνουν στο πετσί τους τι σημαίνει άλλος. Σύμφωνα με το καταστατικό των Κορυβάντων, «για την συμμετοχή στην τάξη των Οπλιτών, απαραίτητη είναι η ενεργή συμμετοχή στις Οπλιτικές δραστηριότητες· άτομα που δεν επιθυμούν ή δεν δύνανται την συμμετοχή στις Οπλιτικές δραστηριότητες, μπορούν συμμετάσχουν με την ιδιότητα του “Φίλου”». Πώς λέμε «μέτοικος»; Κάπως έτσι. Οι ετεροκανονικές πειθαρχίες που ενεργοποιούν αυτά τα παιγνίδια με το σώμα, η βιοπολιτική της πατριαρχίας που μας βοηθούν να εμπεδώσουμε, οι αξίες της ομοκοινωνικής συντροφικότητας που προωθούν, μας φέρνουν πιο κοντά στο πνεύμα της ζωφόρου του Παρθενώνα απ’ ό,τι μια σειρά διαλέξεων στο Κέμπριτζ – ή στην Πανεπιστημιούπολη του Ζωγράφου, για να μην ξεχνιόμαστε.
Μην τρομάξετε, αλλά οι Κορύβαντες διοργανώνουν και «σεμινάρια γεωπολιτικής». Σαν αυτά του Δένδια, υποθέτω, του οποίου ο Ξένιος Ζευς πολύ μας τάραξε ξαφνικά πέρυσι το καλοκαίρι – γιατί πολύ απλά δεν σκεφτήκαμε ότι ίσως το συγκεκριμένο όνομα να του πήγαινε τελικά. Ότι ο κλασικός πολιτισμός είναι αφήγημα διάκρισης, κοινωνικού αποκλεισμού και μηχανισμός καταστολής, ότι «υψώνει» μόνον τους εξ ορισμού υψηλούς και όσους έχουν ήδη πατήσει τις κορυφές του Ολύμπου (μεταφορικά μιλάμε πάντα· και με μια τάση εξιδανίκευσης…). Κι αν η Αθηνά του Υπουργείου Παιδείας απειλεί με εξαφάνιση όσα πανεπιστημιακά τμήματα δεν ανταποκρίνονται στο ιδεώδες της αειφόρου κερδοφορίας, η Θέτις (Νηρηίς· νύμφη κουροτρόφος, προστάτιδα των νηπίων) επιστρατεύεται από το Υπουργείο Υγείας για την απομάκρυνση των εξαρτημένων από το κέντρο της πρωτεύουσας (μήπως βρουν και οι γηραιές ποιήτριες ελεύθερο παγκάκι να καθήσουν). Ρατσισμός; Κοινωνική αναλγησία; Χυδαίος ελιτισμός; Μισανθρωπικός ορθολογισμός; Et alors?
Δεν ξέρω αν στα μέλη των Κορυβάντων και λοιπών «αγημάτων» συγκαταλέγονται και κάποια από τα γνωστά σε όλους μας πλέον παιδιά με τις μαύρες μπλούζες. Ούτε πόσοι ιεραπόστολοι του Ξενίου Διός θα ψηφίσουν Χρυσή Αυγή στις επόμενες εκλογές. Μάλλον πολλοί. Ας μην αναρωτιόμαστε, όμως, με φωνή στα όρια της αποπληξίας, τι βρίσκουν όλοι αυτοί στην κλασική αρχαιότητα. Η αρχαία Ελλάδα δεν ήταν μόνον η χώρα του Φειδία. Η κληρονομιά του Μεγαλέξαντρου δεν είναι μόνον πολιτισμική, κι ας λέει η Ρομιγί. Για κάθε αθηναίο πολίτη που γεύτηκε τις απολαύσεις (πνευματικές πάντα…) του χρυσού αιώνα υπήρξαν άλλοι δέκα –γυναίκες, δούλοι, ξένοι– που δεν είχαν δικαίωμα πρόσβασης στο θαύμα. Η αρχαία Ελλάδα αποτελεί και σήμερα και πάντα ιδανικό μηχανισμό ελέγχου του δημόσιου ήθους· εξαιρετική πλατφόρμα για την ενεργοποίηση της εθνικής αρρενωπότητας ως καταστατικής ιδεολογίας του σύγχρονου κράτους· εύχρηστο εργαλείο αποκλεισμού, ξεκαθαρίσματος, διανομής, ιδιαίτερα στις δύσκολες μέρες. Voilà! La Grèce!
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ