Ρούχα από εφημερίδες, έτσι για να είναι και σε κάτι αληθινά χρήσιμες οι εφημερίδες. Η πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται στα ρούχα υψηλής ραπτικής που βλέπουμε στις φωτογραφίες, είναι από ανακυκλωμένο χαρτί από εφημερίδες και το αποτέλεσμα είναι μια σειρά ντελικάτων ρούχων με μοναδικό σχεδιασμό. Θα τα φορούσατε; Δεν μπορώ να σας πω για μένα, δεν τα έχω δοκιμἀσει, αλλά αν η υφή τους είναι αισθαντική σαν την οπτική τους τότε ναι θα τα φορούσα.
Τα χρώματα και τα σχέδια των ρούχων εξαρτώνται από το είδος του χαρτιού -γυαλιστερό ή χρωματιστό, παχύ ή βαρύ- τα κείμενα και τις εικόνες που είναι εκτυπωμένα πάνω του.
Τα ρούχα από εφημερίδες και ανακυκλώσιμο χαρτί είναι “τέχνη με ελάχιστο κόστος” καθώς τα υλικά είναι ανακυκλωμένα, αλλά και ανακυκλώσιμα.
Η δημιουργικότητα πρέπει να εκφράζεται χωρίς επιβλαβείς συνέπειες για τον άνθρωπο και το περιβάλλον, καθώς η φύση είναι ένα υπέροχο δώρο προς όλους. Το ευ ζην και η χαρά εξαρτώνται από την φαντασία μας και καλό είναι να την καλλιεργούμε συνεχώς προς κάθε κατεύθυνση, άλλωστε μόνο τότε μπορούμε να βιώσουμε την Ευγνωμοσύνη.
Επίσης με εφημερίδες χρησιμοποιημένες, δηλ. ένα ευτελές προϊόν, μπορούμε να φτιάξουμε πολλά αντικείμενα προς πώληση, όπως βλέπουμε στις φωτογραφίες, οικονομικά με αισθητική και μεράκι.
Πιθανόν να δινω μια φανταστική ιδέα δημιουργηκότητας σε κάποιον Δημιουργικό Νου -η αρχή της πεταλούδας- κι αν περιμένουμε ίσως μπορέσουμε να τ’ αγοράσουμε και στην Ελλάδα.
Τέχνη και Φιλοσοφία: Ό,τι ονομάζομε τέχνη και το θαυμάζομε ως ποικιλία μορφών μέσα στην ιστορία έχει ως πηγή του τη φαντασία του ανθρώπου. Τέχνη είναι κατά βάθος η δημιουργία μορφών, όπου μέσα ο άνθρωπος βάζει το νόημα της ζωής του. Τα έργα της τέχνης, αν και πηγή τους είναι η φαντασία, όμως είναι τόσο πραγματικά, όσον και τα άνθη, όπως λέγει ο Nietzsche.
Αρχικά η τέχνη μέσα στην ιστορία φαίνεται ότι υπηρετεί τη θρησκεία, δηλαδή εκφράζει το περιεχόμενο της θρησκείας. Έτσι η αρχαία ελληνική τέχνη παριστάνει κατ’ αρχήν τους θεούς των Ελλήνων, τα λατρευτά πρόσωπα των θεών. Στην περίοδο αυτήν η τέχνη διαπνέεται από τη γενική θρησκευτική συνείδηση και ο καλλιτέχνης ερμηνεύει με τη μορφή που πλάθει το γενικό θρησκευτικό συναίσθημα και συνήθως παραμένει άγνωστος, δεν γράφει το όνομά του.
Όμως σ’ αυτήν την περίοδο ο καλλιτέχνης είναι απόλυτα ελεύθερος, δηλαδή δίνει στο περιεχόμενο τού θρησκευτικού συναισθήματος που τον συνέχει τη μορφή που γεννάει αδέσμευτα η φαντασία του, αδέσμευτα από άλλα κριτήρια και μέτρα, εκτός από τα μέτρα και κριτήρια του κάλλους, της ομορφιάς. Έτσι ο Όμηρος πλάθει τις μορφές των θεών με τον λόγο, με την τέχνη του λόγου, έτσι οι αρχαϊκοί καλλιτέχνες πλάθουν τα πρόσωπα των Θεών με τη σμίλη επάνω στο μάρμαρο και αντικειμενοποιούν το θρησκευτικό συναίσθημα τόσο, ώστε ο Θεός να είναι παρών μπροστά στα μάτια των ανθρώπων. Ο θεός γίνεται απτός με την τέχνη και με την απτή του παρουσία γαληνεύει την ψυχή του ανθρώπου.
Ό,τι ο απλός άνθρωπος μόνος του δεν μπορούσε να επιτύχει, τούτο το κατορθώνει ο καλλιτέχνης: να παρουσιάσει στα μάτια των ανθρώπων τον ίδιο τον θεό ενσώματο ως το επίκεντρο των μυστικών τάσεων της ψυχής του και ως τέρμα των μεταφυσικών του πόθων. Έτσι ο θεός που είναι αόρατος γίνεται τώρα ορατός. Έτσι το μυστήριο της ψυχής του ανθρώπου, όπου μέσα γεννιέται και ο θεός, εκφράζεται με το έργο της τέχνης και το έργο τής τέχνης συμβολίζει όλη την εσωτερικότητα αυτού του μυστηρίου.
Όμως, όχι μόνον η αρχαϊκή τέχνη αλλά και όλη η μεγάλη τέχνη είναι η ορατή και αισθητή όψη του μεταφυσικού πόνου του ανθρώπου. Δεν υπάρχει μεγάλη τέχνη δίχως μεγάλη μεταφυσική του ανθρώπου. Ο άνθρωπος δεν μένει εις αυτό που είναι, ούτε ικανοποιείται μ’ αυτό που υπάρχει γύρω του ως φύσις. Είναι το μόνον πλάσμα του θεού που δημιουργεί, δημιουργεί τον κόσμο του πνεύματος και μ’ αυτόν δημιουργεί τον εαυτό του, αλλάζει τον εαυτό του.
Ο κόσμος του πνεύματος είναι μία δεύτερη παρουσία, μεταφυσική, ενώ ο κόσμος της φύσεως είναι η πρώτη παρουσία, η φυσική. Όλα τάλλα πλάσματα σταματούν σ’ αυτήν, τη φυσική παρουσία του κόσμου, η ζωή τους διαρρέει μέσα σ’ αυτήν και είναι πάντοτε τα ίδια. Μόνον ό άνθρωπος προχωρεί στη δεύτερη παρουσία, την παρουσία του πνεύματος, τη μεταφυσική παρουσία, όπου τίποτε δεν είναι το ίδιο, και γι’ αυτό εκεί δεν υπάρχει ανία, αλλά ζωή και. ενέργεια.
Αλλά και όταν η τέχνη αποδεσμεύεται απ’ τη θρησκεία και γίνεται και ως προς το περιεχόμενό της απόλυτα αυτόνομη, και τότε, και ίσως τότε περισσότερο από πριν, έχει η τέχνη μεταφυσική ρίζα, γιατί τότε ενσυνείδητα διεκδικεί, άλλο αν το κατορθώνει, και το έδαφος της θρησκείας. Ο Σαίκσπηρ είναι το παράδειγμα της απόλυτα αδέσμευτης τέχνης. Ο άνθρωπος και η φύσις μέσα στον Σαίκσπηρ φωτίζονται από μια απίθανη μεταφυσική πολυχρωμία, όπου το ένα χρώμα και το ένα φως διαπερνάει τ’ άλλο, χωρίς κανένα να χάνει τη χωριστή του υπόσταση, όπου όλα γίνονται ένα και το καθένα είναι χωριστό, όπου η ψυχή μεθάει, χωρίς καθόλου να χάνει τα λογικά της.
Και όλα αυτά τα χρώματα τα φέρνει εις φως ο μεγάλος αυτός τεχνίτης με την τέχνη τού λόγου, με τη γλώσσα. Τίποτε δεν μένει ανέκφραστο μέσα σ’ αυτόν. Γιατί; Διότι έχει τη δύναμη να πλάθει όλα εξ αρχής και να τους δίνει δεύτερη παρουσία, να τα ανεβάζει στον κόσμο του πνεύματος· με άλλα λόγια γιατί βλέπει τον άνθρωπο και τον κόσμο από ένα μεταφυσικό βάθος, που μόνον αυτός μπορεί να εκφράσει, δηλαδή βάθος ανεπανάληπτο στο είδος του.
Μέσα στην ιστορία του πνεύματος η τέχνη εμφανίζεται πριν από τη φιλοσοφία. Ο άνθρωπος στον αγώνα που κάνει να πάει πάρα πέρα απ’ εκεί που ευρέθηκε—και αυτό το ευρέθηκε σημαίνει εδημιουργήθηκε, γιατί ο άνθρωπος είναι δημιούργημα—πρώτα δουλεύει με την παραστατική, εποπτική του δύναμη, πρώτα κάνει τέχνη, και έπειτα φιλοσοφία. Μεγάλη λοιπόν τέχνη υπάρχει ιστορικώς και πριν από τη φιλοσοφία.
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ