(Το ακόλουθο κείμενο είναι σαθρό και ετοιμόρροπο –όπως πολλά άλλα κείμενα του Γελωτοποιού. Όμως κάθε γονιός φροντίζει περισσότερο τα ετοιμόρροπα παιδιά του παρά εκείνα που πατούν γερά στα πόδια τους.)
Την επόμενη φορά που θα βρεθείτε σε παιδική χαρά ή παιδικό πάρτι παρατηρήστε πως παίζουν τα παιδιά.
Θα δείτε ότι τα περισσότερα αγόρια –αν όχι όλα- τρέχουν ουρλιάζοντας και παλεύουνε ή παίζουν πόλεμο ή προσποιούνται ότι είναι τέρατα
ή κλωτσάνε μια μπάλα ή τρομοκρατούν τα κορίτσια. Τα κορίτσια, που φτιάχνουν «σπιτάκια» ή κοιμίζουν τις κούκλες τους ή παίζουν κάποιο ήσυχο παιχνίδι ή μιλάνε για τα βαμμένα νύχια τους.
ή κλωτσάνε μια μπάλα ή τρομοκρατούν τα κορίτσια. Τα κορίτσια, που φτιάχνουν «σπιτάκια» ή κοιμίζουν τις κούκλες τους ή παίζουν κάποιο ήσυχο παιχνίδι ή μιλάνε για τα βαμμένα νύχια τους.
Δε χρειάζεται να είσαι ο Πιαζέ ή ο Λεβιστρός, για να διακρίνεις τις διαφορές στη συμπεριφορά τους: Τα αγόρια κυνηγούν και προστατεύουν τα εδάφη τους από τα αντίπαλα αρσενικά, ενώ τα κορίτσια μένουν στη σπηλιά, αναπτύσσουν κοινωνικές σχέσεις και κάνουν τέχνη, φροντίζουν τα μωρά τους ανταλλάσοντας πληροφορίες για το σωστό θηλασμό («εγώ θήλασα την κούκλα μου για έξι μήνες!»)
Παρατηρώντας μια τέτοια σκηνή παιδικής «βιαιότητας», όπου τα αγόρια κυνηγούσαν αλαλάζοντας ένα κορίτσι, είπα σε ένα φίλο-πατέρα-της-παιδικής-χαράς ότι ο κόσμος μας θα ήταν πολύ πιο αρμονικός και φιλήσυχος αν δεν υπήρχαν άντρες.
Εκείνος διαφώνησε: «Μα οι γυναίκες επιλέγουν αυτούς ακριβώς τους άντρες για να κάνουν παιδιά!»
Και συνέχισε:
«Στο σχολείο ποιους προτιμούν τα κορίτσια; Τους ντροπαλούς; Τους ήσυχους και ευαίσθητους; Ή μήπως εκείνους που κάνουν σούζες και καπνίζουν κάνα τσιγαράκι στις τουαλέτες; Τους μάγκες ή τους φλώρους;»
Με μία του φράση ανέτρεψε τη θεωρία μου περί γυναικείας ανωτερότητας (ευχαριστώ, Δημήτρη).
Αν οι γυναίκες προτιμούσαν τους λιγότερο βίαιους-χειριστικούς-μπρουτάλ-τεστοστερόναλ (από το τεστοστερόνη και το Νεάτερνταλ) άντρες, αν με άλλα λόγια -πιο δαρβινικά λόγια- το πλεόνασμα τεστοστερόνης δεν έδινε στους κατόχους του ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, τότε η αντρική βία θα είχε εξαλειφθεί μαζί με τους φορείς των «βίαιων» γονιδίων -και ο Κοβάλσκι του «Λεωφορείο ο Πόθος» δε θα σαγήνευε τόσο τις γυναίκες.
Στα προϊστορικά χρόνια η επιλογή του δυνατότερου αρσενικού ήταν μια έξυπνη επιλογή: Αυτός θα έφερνε τα καλύτερα κυνήγια, αυτός θα προστάτευε τη γυναίκα και τα παιδιά τους από τους αντιπάλους και τα θηρία.
Στην προβιομηχανική εποχή ίσχυε το ίδιο: Ο δυνατός άντρας ήταν καλύτερος αγρότης, καλύτερος πολεμιστής και πιο ανθεκτικός στην πανούκλα.
Στη βιομηχανική εποχή οι ισορροπίες παραπατούν. Βεβαίως οι περισσότεροι άντρες συνεχίζουν να θρέφουν τις οικογένειες τους με τη βοήθεια των μυών τους, αλλά οι πιο επιτυχημένοι είναι αυτοί που εκμεταλλεύονται τη δύναμη των άλλων για να πλουτίζουν (και ονομάστε ‘τους όπως θέλετε). Αυτό το δικαίωμα δεν το έχουν πια μόνο οι ευγενείς. Μάλλον το έχουν λιγότερο αυτοί από τους αστούς που έρχονται στο προσκήνιο της ιστορίας.
Στη σύγχρονη εποχή ο πιο δυνατός άντρας δεν είναι το κυρίαρχο αρσενικό. Γενικά το αρσενικό μοιάζει να μην είναι τόσο κυρίαρχο όσο ήταν τα χρόνια της δύναμης. Οι γυναίκες διεκδικούν τα δικαιώματα τους, όπως έκαναν και οι μη-ευγενείς δύο αιώνες πριν.
Και τώρα μπορούν να το πετύχουν γιατί η επιτυχία δεν καθορίζεται με βάση τη μυϊκή δύναμη, αλλά με... Δεν ξέρω ακριβώς να σας πω με ποιο κριτήριο ορίζεται η επιτυχία. Ίσως να είναι τα λεφτά ή η εξουσία ή μπορεί να είναι η ευφυΐα.
Αρκεί, για να καταλάβουμε, να ρίξουμε μια ματιά στην παιδική χαρά της ανθρωπότητας: Ποιος θεωρείται ο καλύτερος γαμπρός; Μάλλον αυτός που έχει τα περισσότερα χρήματα. (Αναφερόμαστε στην πλειονότητα των γυναικών. Φυσικά υπάρχουν και εξαιρέσεις.)
Και αντίστοιχα ποια είναι η καλύτερη νύφη; Αυτή που έχει το πιο γυμνασμένο σώμα και το πιο όμορφο πρόσωπο; (Εξαιρείται ο Σαρκοζί που παντρεύτηκε την Κάρλα για το μυαλό της).
Μάλλον κάτι είναι σάπιο στο βασίλειο της Δανιμαρκίας.
Οι γυναίκες επιλέγονται ακόμα με κριτήριο την ομορφιά τους (φυσικά υπάρχουν και εξαιρέσεις), ενώ οι άντρες με το κριτήριο της σύγχρονης δύναμης, που είναι αναντίρρητα το χρήμα και η εξουσία (αλλά υπάρχει κανείς που πιστεύει ότι ο Ομπάμα είναι πιο «ισχυρός» από τον Γκέιτς;).
Όμως την ίδια στιγμή οι γυναίκες μοιάζουν να είναι δέσμιες του γονιδιακού παρελθόντος τους. Θα προτιμήσουν τον ισχυρό (οικονομικά) για να παντρευτούν, αλλά θα τον απατήσουν με κάποιον που τους θυμίζει τα προϊστορικά τους όνειρα.
Η γενετήσια ορμή τους κατευνάζεται καλύτερα από τον καθαριστή πισίνας, τον κηπουρό ή τον όμορφο νεαρό (όπως έκανε η Μαντάμ Μποβαρί και η Λαίδη Τσάτερλι).
«Μα αν οι άντρες τους δεν τους δίνουν αρκετή προσοχή τι να κάνουν;» ρωτάει μια αγανακτισμένη σύζυγος -δίπλα στην πισίνα.
«Να τους χωρίσουν, αγαπητή μου».
«Που πήγαν οι άντρες;» είναι μια φράση που συνηθίζεται πλέον μεταξύ των γυναικών.
Όσο τις έδερναν και τις παρατούσαν στο σπίτι για να τριγυρνάνε με τις ερωμένες τους, δεν είχαν τέτοιες απορίες: Οι άντρες ήταν εκεί.
Και όσες γυναίκες εξοργιστούν με την προηγούμενη φράση-σκέψη του Γελωτοποιού ας θυμηθούν πως ζούσαν οι μανάδες τους και οι γιαγιάδες τους.
Τότε οι άντρες δικαιούνταν να ξενοπηδάνε («άντρας είναι, τι να κάνει;»), ενώ οι γυναίκες που πιάνονταν να κάνουν το ίδιο ήταν οι μοιχαλίδες –ανδριστί πουτάνες.
Ο άντρας του εξήντα γύριζε στο σπίτι μεθυσμένος και έριχνε και δυο μπάτσες στη γυναίκα του που τολμούσε να διαμαρτυρηθεί.
Ελληνικές ταινίες όπως το «Μια τρελή οικογένεια» δείχνουν τα ήθη των καιρών. Η Καρέζη και η Αρώνη βάζουν μυαλό μόνο όταν «τρώνε τις σφαλιάρες τους».
Ο Κούρκουλος του «Κατήφορου», αφήνει την «εύκολη» Λάσκαρη να τρέχει στα δάση γυμνόστηθη. Ήταν κακός – ο Κούρκουλος, αλλά όλες οι γυναίκες προτιμούσαν αυτόν από τον άλλο (το «καλό παιδί» της ταινίας που δε θυμάμαι καν το όνομα του).
Και η ιστορία συνεχίζεται με ελάχιστες διαφοροποιήσεις...
Είναι αφέλεια να πιστεύουμε ότι οι γονιδιακές δεξαμενές του ανθρώπινου μέλλοντος θα γεμίσουν από το «εκλεκτό» dnaτων πλουσίων, των μορφωμένων και των προνομιούχων. Αφού, ως γνωστόν, το 1% του πληθυσμού που κατέχει τον πλούτο, καθώς και το 10% των παρατρεχάμενων τους, έχει πολύ σημαντικότερα πράγματα να κάνει από το να γεννοβολάει.
Ο μέσος όρος τέκνων της ελίτ είναι 1,5 παιδί. Αριθμητικά, λοιπόν, αποδεικνύεται ότι θα εκλείψουν, αφού δύο άνθρωποι κάνουν ενάμιση παιδί και το άλλο μισό τους χάνεται.
Αντιθέτως, όσο πιο φτωχή είναι μια οικογένεια και όσο πιο χαμηλό μορφωτικό επίπεδο έχει τόσο περισσότερα παιδιά κάνει.
Το μέλλον ανήκει σε αυτούς που αναπαράγονται και όχι σε εκείνους που στοχάζονται ή θησαυρίζουν.
Για όσους πιστεύουν ότι το περιβάλλον -και όχι τα εγγενή χαρακτηριστικά- διαμορφώνει την προσωπικότητα του ανθρώπου, η σκέψη του Δημήτρη οδηγεί στο ίδιο συμπέρασμα (βλέπε τίτλο).
Μόλις τα αγόρια αντιλαμβάνονται ότι τα κορίτσια προτιμούν τους μάγκες, πασχίζουν να γίνουν σαν κι αυτούς –γιατί αλλιώς θα μείνουν μόνοι τους να βλέπουν Σταρ Τρεκ και να αυνανίζονται.
Αν ένας έφηβος «τυχαίνει» να είναι κάπως πιο ευαίσθητος και να προτιμάει το μπαλέτο από το ποδόσφαιρο, θα λάβει το χρίσμα του «κουνιστού» από τους αρρενωπούς φίλους του.
Τα κορίτσια θα τον θέλουν για παρέα, αλλά όταν έρθει η ώρα της πρότασης («θέλεις να τα φτιάξουμε;») θα του απαντήσουν:
«Είσαι πολύ καλός φίλος και διαφορετικός από τα άλλα αγόρια, αλλά είμαι ερωτευμένη με τον Χ.»
Και ο Χ. θα περιμένει απ’ έξω με τη μηχανάρα του.
Οπότε ο «ευαίσθητος» για να μην καταντήσει σαν τον τόσο συμπαθή Σαρλό, που βοηθάει τις «τυφλές» να βρουν το φως τους και μετά μένει μόνος, θα προσαρμοστεί στις συνθήκες... Ή θα συνεχίσει να αυνανίζεται.
Αν είστε της ψυχαναλυτικής σχολής η σκέψη του Δημήτρη προσαρμόζεται εξίσου εύκολα στη βιοθεωρία σας.
Καταρχάς οι γυναίκες επιλέγουν για πατέρα των παιδιών τους τον Χ. με τη μηχανάρα, ο οποίος ξέρει να τις βάζει στη θέση τους.
Αυτός ο πατέρας (όσο και να αγαπάει το γιο του) θα του περάσει πολύ περισσότερο το «φόβο του ευνουχισμού».
(Παρεμπιπτόντως η τύφλωση του Οιδίποδα δε θυμίζει και τη φράση των πατεράδων: «Μη μαλακίζεσαι γιατί θα τυφλωθείς»; Κατάλοιπα συλλογικού ασυνείδητου.)
Και μην νομίζετε ότι ο φόβος του Πατέρα θα κάνει το παιδί πιο συνεσταλμένο και ήπιο.
Όσοι μαθαίνουν να φοβούνται, θέλουν να κάνουν και τους άλλους να φοβούνται.
Όσοι μαθαίνουν να υπακούουν θέλουν και να διατάζουν.
Όσοι νιώθουν κατώτεροι γυρεύουν κατώτερους για να τους επιβληθούν.
Παρατηρήστε κάθε αγόρι και τον πατέρα του (είμαστε στο ψυχαναλυτικό πλαίσιο πάντα): Όσο πιο αρρενωπός είναι ο πατέρας τόσο πιο βίαια συμπεριφέρεται το παιδί.
Το θέμα της λάθος-επιλογής-πατέρα-για-το-παιδί-μου είναι το 50% της καταστροφής. Το άλλο μισό έγκειται στη σχέση μητέρας-γιου και στο τόσο παρεξηγημένο «οιδιπόδειο».
Η μητέρα αναπληρώνει την τρυφερότητα που δεν της δίνει ο πολλά βαρύς σύζυγος της με την αγάπη που παίρνει από το γιόκα της. Το παιδί μεγαλώνει έχοντας τη μητέρα του αποκλειστικά δική του –και τρέμοντας για την εκδίκηση του πατέρα.
Θα βιαστεί, τότε, να πει μια μητέρα: «Δεν κατάλαβα. Κακό είναι ένα αγόρι να αγαπάει τη μαμά του;»
Όχι βέβαια. Απαραίτητο είναι. Απλά καθώς μεγαλώνει θα πρέπει να αφεθεί να αγαπήσει και άλλους: Τους φίλους του, τις γυναίκες με τις οποίες θα συνδεθεί, τα παιδιά του, τον εαυτό του (και σε επέκταση τους συμπολίτες και τους συνανθρώπους του).
Τελειώνοντας με την ψυχαναλυτική προσέγγιση του θέματος ας σκεφτούμε κατά πόσο είναι τυχαία η προπαγανδιστική ταύτιση του Γ΄ Ράιχ με τη «Γερμανίδα Μητέρα». Ας αναλογιστούμε τη «μαμά-πατρίδα» που όλο σπρώχνει τους γιους της στον πόλεμο για να την υπερασπιστούν. Και ας εστιάσουμε σε εκείνη την τόσο διεστραμμένη εμμονή που έχουν οι «παλικαράδες» και οι τραμπούκοι με τη μάνα τους.
Όσο πιο «σκληρός» είναι ένας άντρας τόσο περισσότερες πιθανότητες υπάρχουν να τον ακούσεις να λέει: «Α, όλα τα δέχομαι, αρκεί να μη μου βρίζουν τη μάνα!»
Ή να φωνάζει στη σύζυγο του: «Όλο μαλακίες μαγειρεύεις. Θα πάω στη μάνα μου να φάω κάνα φαγητό της προκοπής.»
Ας κλείσουμε αυτό το επιπόλαιο κείμενο με ένα ψυχαναλυτικό ανέκδοτο του Καίσλερ:
Δύο μητέρες συναντιόνται στο δρόμο.
«Τι έπαθες;» ρωτάει η πρώτη. «Χάλια φαίνεσαι.»
«Άσε», λέει η δεύτερη, «πήγα το γιο μου στον ψυχίατρο.»
«Και τι σου είπε;»
«Έχει... οιδιπόδειο σύμπλεγμα.»
Η πρώτη το σκέφτεται λίγο και μετά λέει:
«Τι οιδιπόδειο και ξε-οιδιπόδειο; Το αγόρι σου να ‘ναι καλά και να αγαπάει τη μανούλα του.»
(Μέρος αυτού του κειμένου ο Γελωτοποιός το έγραψε ενώ έκανε ηλεκτρική. Όσοι άντρες δεν ξέρετε τι πάει να πει αυτό ίσως να χρειάζεστε λίγη ψυχανάλυση.)