Από τον Κώστα Ζουγρή
Λίγο-πολύ όλοι έχουμε καταλάβει ότι η σημερινή οικονομική χρήση δεν έχει προηγούμενο σε σχέση με αυτά που συνέβησαν στη χώρα μας τα τελευταία 50 χρόνια, ίσως και παλαιότερα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι από τη δεκαετία του '50 υπήρχε αρκετή φτώχεια στην Ελλάδα, όπως και αργότερα.
Η διαφορά, σε σχέση με το σήμερα, είναι όμως ότι τότε το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού βελτίωνε αργά, αλλά σταθερά το βιοτικό του επίπεδο. Ετσι υπήρχε μια αισιοδοξία για ένα καλύτερο αύριο, που συνήθως ερχόταν για πολλούς από τους κατοίκους της χώρας μας, σε αντίθεση με τη σημερινή κατάσταση που συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο και κάθε μέρα οδηγεί όλο και μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού σε πιο δύσκολες μέρες.
Δεν είναι εύκολο κάποιος να αποφανθεί για το πόσο πραγματικές είναι οι ανάγκες αυτών που ζητούν καθημερινά τη βοήθειά μας στα μέσα μαζικής μεταφοράς των μεγάλων πόλεων ή ακόμα και στους δρόμους, αλλά είναι προφανές ότι ο αριθμός αυτών που επαιτούν με διάφορες προφάσεις, έχει αυξηθεί δραματικά, εντείνοντας ακόμα περισσότερο το ψυχοπλάκωμά μας, γιατί έστω και για λίγο πάντα υπάρχει η αμφιβολία για το αν είναι πραγματικοί οι λόγοι που επικαλούνται για βοήθεια οι διάφοροι περιφερόμενοι.
Πολλοί από αυτούς που ζητούν τη βοήθειά μας θα πρέπει να έχουν σπουδάσει υποκριτική ή να έχουν ταλέντο για κάτι τέτοιο. Οι περισσότεροι είναι μάλλον θύματα των κυκλωμάτων που προσπαθούν να εκμεταλλευτούν την ανθρώπινη αλληλεγγύη, λογικά υπάρχουν βέβαια και αυτοί που έχουν πραγματική ανάγκη μη μπορώντας να αντεπεξέλθουν οικονομικά σε προβλήματα υγείας ή ακόμα και διατροφής, αφού η ανεργία βρίσκεται στα ύψη.
Το φαινόμενο δεν είναι τωρινό, η επαιτεία παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην αρχαιότητα, έχει εμπνεύσει πολλά λογοτεχνικά έργα και όπως είναι φυσικό και τραγούδια.
Υπάρχει βέβαια και η αλληγορική χρήση της λέξης στον έρωτα, όπου δυστυχώς πολλές φορές επαιτούμε την αγάπη κάποιου που αρνείται να μας τη δώσει και τελικά, όπως είναι αποδεδειγμένο, δεν καταφέρνουμε τίποτα παρά να γελοιοποιηθούμε, αλλά όλα είναι μέσα στη ζωή.
Αρχίζοντας από το 1728, συναντάμε την Beggar's Opera (Οπερα του ζητιάνου), όπερα σε τρεις πράξεις του John Gay, που στην επέτειο των 200 ετών το 1928 διασκευάστηκε στη γνωστή Οπερα της πεντάρας από τους Bertolt Brecht λιμπρέτο και Kurt Weil μουσική. Η υπόθεση έχει αρκετές ομοιότητες, αν και είναι προσαρμοσμένη σε νέα χρονικά δεδομένα (εξελίσσεται στο 1837), η μουσική όμως είναι στο μεγαλύτερο μέρος της αυθεντική.
Το 1968, οι Rolling Stones μάς παρουσιάζουν το Beggars Banquet, που είναι ο τελευταίος δίσκος που συμμετέχει σε όλα τα τραγούδια ο Brian Jones πριν από τον θάνατό του· στο άλμπουμ αυτό υπάρχει το Sympathy For The Devil.
Το Λίγα ψίχουλα αγάπης σού γυρεύω γράφτηκε από τον ίδιο τον ερμηνευτή του Σταύρο Τζουανάκο, που τραγουδά μαζί με την Εφη Νερούτσου, σε στίχους του Κώστα Βίρβου, στα τέλη της δεκαετίας του '50 και είναι το κλασικό παράδειγμα κάποιου που δεν ζητά χρήματα, αλλά αγάπη, με έναν τρόπο όμως που δεν διαφέρει και πολύ από την επαιτεία:
Δεν θέλω πλούτη να μου δώσεις και παλάτια, δεν θέλω λούσα όπως άλλες που γυρνάς,
λυπήσου μόνο της καρδιάς μου τα κομμάτια και πες μου λίγο τη φτωχή πως μ' αγαπάς
Λίγα ψίχουλα αγάπης σού γυρεύω κι ώς την άλλη μου ζωή θα σε λατρεύω.
Ζητιάνος της αγάπης ήταν και ο Πρόδρομος Τσαουσάκης με το ομώνυμο τραγούδι του Βασίλη Τσιτσάνη, σε στίχους του Βλάχου:
Καθημερνώς στην πόρτα σου θα σου χτυπώ ν' ανοίξεις,
είμαι ζητιάνος και γι' αυτό μη με παρεξηγήσεις.
Και μη μου δώσεις, πρόσεξε, ό,τι κι αν σου γυρεύω,
κλείσε την πόρτα σου καλά κι εγώ ας ζητιανεύω.
Κι ένα πρωί στην πόρτα σου θα μ' εύρει ο σκουπιδιάρης,
δεν θα σου ζητιανεύω πια, στο κάρο θα με βάλεις.
Το ξέρω, αφιλότιμη, θα χύσεις μαύρο δάκρυ,
να είσαι πάντα σ' εύχομαι ζητιάνα στην αγάπη,
να είσαι πάντα σ' εύχομαι ζητιάνα στην αγάπη.
Της αγάπης ο ζητιάνος, με τον Μάρκο Βαμβακάρη και την Ευαγγελία Μαρκοπούλου, σε μουσική του Αντώνη Βενιέρη και στίχους του Χαράλαμπου Βασιλειάδη, είναι ένα λαϊκό τραγούδι με ανάλογο θέμα: Μονάχος μες στην καταχνιά, σαν το στοιχειό στην ερημιά, φεύγω, φεύγω δυστυχής και πλάνος της αγάπης ο ζητιάνος.
Δεν είναι βέβαια λίγοι αυτοί που ξεκινώντας από τον έρωτα καταλήγουν πραγματικοί ζητιάνοι αυτό συνέβαινε στο παρελθόν, αλλά συμβαίνει και σήμερα, αφού μια παράλογη σχέση εύκολα οδηγεί στην οικονομική καταστροφή. Κάτι ανάλογο θα είχε στο μυαλό του ο Μανώλης Χιώτης όταν έγραφε το Ερωτά μου κατεργάρη, για τη Μαίρη Λίντα: Ερωτα φύγε απ' εδώ, με πλήγωσες και σου ζητώ,
με πλήγωσες και σου ζήτω ελεημοσύνη. Ζητιάνος τώρα αληθινός
γυρνώ στους δρόμους σαν τρελός, γυρνώ στους δρόμους σαν τρελός, σαν το καμίνι.
Το Οργανάκι, του Αττίκ, από το 1923, περιγράφει στο φινάλε των στίχων του το τέλος μιας δραματικής ιστορίας που συναντούσαν συχνά όσοι έζησαν εκείνα τα χρόνια:
Πέρασαν χρόνια μ' άλλην παντρεμένος περνώντας ένα βράδυ ευτυχής
ρωτά "Γιατ' είναι κόσμος μαζεμένος απ' έξω απ' την πόρτα της φτωχής" "Κρεμάστηκε" του λέγουν "μια ζητιάνα κι αφήνει αυτό το έρημο παιδί,
δεν είχε να το θρέψει η δόλια η μάνα, πού είναι ο προκομένος να το δει"
Αυτός τα χείλη εδάγκωσε λιγάκι, την ώρα που περνούσε τ' οργανάκι.
Ο προκομένος ήταν αυτός βέβαια που είχε προτιμήσει κάποια πλούσια, εγκαταλείποντας έγκυο την άτυχη κοπέλα. Ανάλογες ιστορίες θα συμβαίνουν και σήμερα, αλλά όχι στη συχνότητα που συνέβαιναν πριν από το 1960.
Στη Γειτονιά των αγγέλων, του 1963, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το Στρώσε το στρώμα σου για δυο, των Μίκη Θεοδωράκη-Ιάκωβου Καμπανέλλη. Ταυτόχρονα, στην ίδια παράσταση, από τον Νίκο Κούρκουλο και τον Βαγγέλη Σειληνό, αλλά και από τον Γιάννη Πουλόπουλο που, εκτός του ότι έπαιζε στην παράσταση, ήταν και ο πρώτος που το κυκλοφόρησε σε δίσκο: Μέσα στις ίδιες γειτονιές έρημος ζητιανεύω ό,τι μαζί σου σκόρπισα γυρνώ και το γυρεύω.
Το 1991 ο Διονύσης Τσακνής τραγουδούσε στις Ρωγμές, που εκφράζουν πολλά από τα σημερινά συναισθήματά μας: Μονάχος στην πόλη, βαθιά νυχτωμένος,
σκοπός και ελπίδα καμιά. Συνήθειες χρόνων και κόπος χαμένος,
αλήτης καιρός με χτυπά. Γυρίζω σαν σβούρα, στο ίδιο σημείο,
κραυγές ενοχής και θυμού. Ακόμα και ο έρωτας μου φαίνεται αστείος,
επαίτης θεός του συρμού.
Οι Goin' Through, συγκρότημα του ελληνικού χιπ χοπ, παίρνουν τη σκυτάλη και το 2008 ζητούν αναπάντητες εξηγήσεις στο Καλημέρα Ελλάδα:
Να μου ζήσεις Ελλάδα και όλοι οι βουλευτές σου, Με τ' αυθαίρετά τους όλοι στις ακρογιαλιές σου. Με τους χριστιανούς σου που κάνουν νηστεία
και ό,τι περισσεύει στέλνουν στην Ελβετία.
Κύριε πρόεδρε, παίρνω το θάρρος σήμερα, αφού όλα τα προβλήματα είναι θέματα εφήμερα.
Προκαταβολικά συγγνώμη, μα έχω όνειρα σαν αυτά που κάποιοι ονομάζανε ανώνυμα.
Εγώ τους δίνω όνομα και δεν κάθομαι φρόνιμα, γιατί εγώ κι εσύ διαφέρουμε στο φρόνημα.
Ζητάω τα προβλεπόμενα, δεν τα ζητιανεύω, σ' αντίθεση με σας έχω μάθει να δουλεύω.
Από την εποχή που ο Οδυσσέας ντύθηκε επαίτης για την επιστροφή στην Ιθάκη, μέχρι τον Ζητιάνο του Καρκαβίτσα στα τέλη του 19ου αιώνα και τη σύγχρονη εποχή, που λίγο θέλει πια για να μοιάσει σ' αυτήν που έζησαν οι ήρωες του Καρόλου Ντίκενς, λίγα πράγματα έχουν αλλάξει πραγματικά για ένα μεγάλο κομμάτι των συνανθρώπων μας σε όλο τον πλανήτη.
ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ